ΔΗΜΟΣΚΟΠΗΣΗ ΤΗΣ VPRC - ΣΧΟΛΙΟ

ΠΡΩΤΟ ΜΕΡΟΣ

ΔΕΥΤΕΡΟ ΜΕΡΟΣ

Τεκμήριο αθωότητας και γκάλοπ

Οι αντιδράσεις για τη δημοσκόπηση της VPRC και οι όψιμοι υπερασπιστές των ατομικών δικαιωμάτων

 

Οπως συμβαίνει συνήθως με τις δημοσκοπήσεις, έτσι και η τελευταία της VPRC, που δημοσιεύτηκε στην «Ε» τη Δευτέρα και την Τρίτη, προκάλεσε ποικίλες αντιδράσεις.

Το ειδικό της θέμα («η δίκη της 17Ν») εξακολουθεί να προβληματίζει τους πολίτες, παρά το γεγονός ότι εξοβελίστηκε από το ακροατήριο η τηλεοπτική κάμερα και υποβαθμίστηκε η ενημέρωση. Ακούστηκαν και γράφτηκαν κάποιες σοβαρές παρατηρήσεις (π.χ. από τον Γιώργο Κουβαρά στον «Ελεύθερο Τύπο»), αλλά υπήρξε και μια σπασμωδική αντίδραση από τους πρωταγωνιστές των τηλεοπτικών δικών του περυσινού καλοκαιριού. Μέχρι ότι την έρευνα την παράγγειλε ο Γιωτόπουλος από τον Κορυδαλλό ακούστηκε. Ολα αυτά αναμενόμενα και ανάξια απάντησης.

Υπήρξε όμως και μια σοβαρή ένσταση που αξίζει να σχολιαστεί: Μήπως το ερώτημα περί ενοχής παραβιάζει το τεκμήριο αθωότητας των κατηγορουμένων; Οσο κι αν φαίνεται παράδοξο, η ένσταση αυτή δεν προέρχεται από τους ίδιους τους κατηγορούμενους ή τους συνηγόρους τους (αυτοί κατανόησαν ότι με το ερώτημα αυτό ανιχνεύεται η εντύπωση της κοινής γνώμης αν δικάζονται μέλη της 17Ν ή όχι), αλλά από τους απολύτως νομιμόφρονες τρομοκυνηγούς, εκείνους που πρωταγωνίστησαν στην επικοινωνιακή διαχείριση της αναμφισβήτητης επιτυχίας των διωκτικών αρχών κατά το καλοκαίρι του 2002.

Το έθεσε αναλυτικά ο Γιάννης Πρετεντέρης από τη στήλη του στο «Βήμα», όπου επιτίθεται στο Ινστιτούτο VPRC με το επιχείρημα ότι «στις χώρες δημοκρατικού νομικού πολιτισμού όλοι οι κατηγορούμενοι θεωρούνται αθώοι ωσότου αποδειχθούν ένοχοι». Και αναρωτιέται «ποια εταιρεία δημοσκοπήσεων δικαιούται να το καταργήσει και στο όνομα ποιας σκοπιμότητας;»

Μας εκπλήσσει ευχάριστα το γεγονός ότι ο κ. Πρετεντέρης ανακάλυψε το τεκμήριο αθωότητας, έστω και την παραμονή της έκδοσης απόφασης. Γιατί είναι ο ίδιος που δεν άφησε καμιά αμφιβολία για την ενοχή τους σε ολόκληρο βιβλίο που συνέγραψε πέρσι («Η αναμέτρηση»). Και βέβαια είναι ο ίδιος που σε τηλεοπτική του εκπομπή το καλοκαίρι του 2002 αναφέρθηκε σε όλα τα εγκλήματα της 17Ν, δηλώνοντας κατηγορηματικά ότι «αυτόν τον δολοφόνησε ο Χ, τον άλλο ο Ψ, κ.λπ.». Αλλά αν προσχώρησε -έστω και καθυστερημένα- στο στρατόπεδο των υπερασπιστών των ατομικών δικαιωμάτων, καλοδεχούμενος.

Μόνο που παραμένει αμετανόητα αδιάβαστος και προχειρολόγος. Αντίθετα απ' ό,τι υποθέτει, στις χώρες του «δημοκρατικού νομικού πολιτισμού» είναι κανόνας να διεξάγονται δημοσκοπήσεις για όλα τα ζητήματα και μεταξύ αυτών για την αθωότητα ή την ενοχή των κατηγορουμένων σε δίκες που απασχολούν την κοινή γνώμη. Αρκούν μερικά παραδείγματα από τις ΗΠΑ, τις οποίες υποθέτουμε ότι θα συμπεριλαμβάνει ο κ. Πρετεντέρης στις χώρες «δημοκρατικού νομικού πολιτισμού»:

* Η γνωστότερη δίκη των τελευταίων χρόνων (του Ο. Τζέι Σίμπσον) συνοδεύτηκε από αλλεπάλληλες δημοσκοπήσεις καθ' όλη τη διάρκειά της. Μια απ' αυτές δημοσιεύτηκε στις 25 Σεπτεμβρίου του 1995, την ώρα που προετοίμαζαν την αγόρευσή τους οι συνήγοροι υπεράσπισης και έβγαζε ότι οι μισοί Αμερικάνοι είχαν πειστεί από την εισαγγελική αρχή για την ενοχή του γνωστού αθλητή. Η έρευνα διενεργήθηκε από την Gallup και δημοσιεύτηκε στην USA Today και το CNN.

* Η ίδια εταιρεία, η ίδια εφημερίδα και το ίδιο κανάλι είχαν δημοσιεύσει γκάλοπ για την ενοχή (ψευδορκία) του τότε προέδρου Κλίντον (11/12/98).

* Τέσσερις μέρες προτού αποσυρθεί για διάσκεψη το σώμα των ενόρκων στη δίκη του κατηγορούμενου για το μακελειό της Οκλαχόμα Τίμοθι Μακβί (27/3/97), δημοσιευόταν γκάλοπ που έβγαζε ότι το 80% των ερωτηθέντων πίστευαν στην ενοχή του. Στις 21 Μαΐου 2001, η Washington Post και το ABC-News δημοσίευσαν δημοσκόπηση της εταιρείας TNS Intersearch ακόμα και για το αν πρέπει να εκτελεστεί ο Μακβί.

* Σφυγμομετρήσεις της κοινής γνώμης διεξάγονταν καθ' όλη τη διάρκεια της δίκης (23-25/2/2000) των τεσσάρων αστυνομικών που κατηγορούνταν ότι δολοφόνησαν τον μετανάστη Αμαντού Ντιάλο με 19 σφαίρες.

* Αλλά και τους τελευταίους μήνες έχουν διεξαχθεί πάμπολλες δημοσκοπήσεις για την ενοχή ή την αθωότητα κατηγορουμένων σε δίκες που προκαλούν το δημόσιο ενδιαφέρον. Αναφέρουμε ενδεικτικά την υπόθεση της Μάρθα Στιούαρτ (πρόκειται για αστέρα της τηλεόρασης που κατηγορείται για οικονομικό σκάνδαλο), των κατηγορουμένων για φόνο Σκοτ Πέτερσον και Ερικ Ράντολφ, καθώς και του γνωστού μπασκετμπολίστα των Λέικερς Κόμπι Μπράιαν που αντιμετωπίζει την κατηγορία της σεξουαλικής επίθεσης. Αυτά για τον κ. Πρετεντέρη.

Πιο σοβαρή είναι η ένσταση που κατέθεσε προς τους δικαστικούς συντάκτες της «Ε» ο πρόεδρος της δίκης του Κορυδαλλού Μιχάλης Μαργαρίτης. Αναφέρθηκε κι αυτός επιτιμητικά στο ερώτημα της δημοσκόπησης περί ενοχής, θεωρώντας ότι παραβιάζεται το τεκμήριο της αθωότητας. Κατά σύμπτωση, τη μέρα που διατύπωνε αυτή την άποψη ο κ. Μαργαρίτης, αγόρευε στον Κορυδαλλό ο συνήγορος υπεράσπισης Ιπποκράτης Μυλωνάς. Ο κ. Μυλωνάς κατέγραψε -μεταξύ άλλων- όλες τις παραβιάσεις του τεκμηρίου αθωότητας που σημειώθηκαν στην υπόθεση της 17Ν, από τη σύλληψη, την ανάκριση, μέχρι την ακροαματική διαδικασία. Μόνο από τις παρεμβάσεις των εισαγγελέων, ο συνήγορος ανέφερε δέκα παρόμοιες περιπτώσεις. Σε όλες αυτές τις περιπτώσεις δεν εκδηλώθηκε η ευαισθησία του διευθύνοντος τη συζήτηση. Δικαιούμαστε, λοιπόν, να υποθέσουμε ότι η δυσφορία του από τη δημοσίευση της δημοσκόπησης έχει μάλλον σχέση με τα υψηλά ποσοστά των πολιτών που αμφισβητούν το δίκαιο χαρακτήρα της δίκης που διευθύνει ο ίδιος.

Βεβαίως ο πρόεδρος του δικαστηρίου δεν έχει υποχρέωση να δέχεται τους κανόνες του κ. Πρετεντέρη για τις δημοσκοπήσεις στο «δημοκρατικό νομικό πολιτισμό». Αλλά ας διαβάσει (αν και νομίζουμε ότι η ευρυμάθειά του θα το έχει περιλάβει ήδη) το βιβλίο του συναδέλφου του και μέλους του Ειδικού Διαστηρίου αρεοπαγίτη Παρμενίωνα Τζίφρα «Η αθωωτική μου ψήφος για τον Ανδρέα Γ. Παπανδρέου» (εκδ. Λιβάνη, 2001). Στο σημείο που αναφέρεται στα κριτήρια και τους όρους έκδοσης της δικαστικής απόφασης, ο κ. Τζίφρας είναι ξεκάθαρος:

«Να συμπορευτεί η απόφαση, εκτός άλλων, και προς τις ουσιαστικές αξιολογήσεις μεγάλης μερίδας των πολιτών-ενόρκων, με βάση το δικαιικό τους συναίσθημα ή το περί δικαίου λαϊκό, δημόσιο αίσθημα, που ποτέ δεν πρέπει να παροράται, αλλά να βαραίνει στη ζυγαριά της Δικαιοσύνης. (...) Αποτελεί αυτό, δηλαδή το περί δικαίου αίσθημα, μια βασική αρχή της σύγχρονης δημοκρατίας. Η τελευταία βασίζεται πράγματι στις δημοσκοπήσεις, γιατί θέλει να γνωρίζει όλες γενικά τις επιθυμίες του λαού (που έχει γνώμη-ψήφο), στον οποίο τελικά και απευθύνεται. Ολα σ' αυτήν κρίνονται, ελέγχονται, αποφασίζονται και ερμηνεύονται με βάση τις διενεργούμενες δημοσκοπήσεις, που είναι η ψυχή της δημοκρατίας. Οι παράγοντες της δίκης δεν είναι, συνεπώς, μόνο τρεις -ο δικαστής, τα μέσα ενημέρωσης και οι κύριοι διάδικοι. Υπάρχει και τέταρτος: Το σώμα των ενόρκων, δηλαδή η κοινή, δημόσια γνώμη. Αυτή δεν κρίνει μόνο τους κρινόμενους, αλλά και τους κρίνοντες, τους δικαστές».

 Ελευθεροτυπία, 10/10/03


www.iospress.gr