Η ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ ΤΟΥ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΟΥ ΡΑΤΣΙΣΜΟΥ
Οι καλοί μαθητές του Δρος Μένγκελε
1. / 2.
ΡΑΤΣΙΣΤΙΚΗ ΝΟΗΜΟΣΥΝΗ
Η επιστροφή της αρίας φυλής
Ξαφνιασμένα τα διεθνή μέσα ενημέρωσης,
καταφέρθηκαν ομοθύμως πριν από τρεις βδομάδες εναντίον της εταιρίας MENSA των
ΗΠΑ, η οποία τόλμησε να δημοσιεύσει τις θέσεις των μελών της που υποστήριζαν ότι
η σύγχρονη κοινωνία δεν έχει και δεν πρέπει να έχει θέση για τους άστεγους, τους
διανοητικά καθυστερημένους, τους γέρους και τους αναπήρους. Ηταν πράγματι μια
από τις λίγες περιπτώσεις που κανείς δεν κρύβεται πίσω από το δάχτυλό του. Τα
ίδια τα μέλη αυτής της διεθνούς οργάνωσης τα οποία επιλέγονται ως "υψηλής
νοημοσύνης" σύμφωνα με ορισμένα ειδικά τεστ, μπήκαν στην ουσία του θέματος: "Οι
άστεγοι στην πλειονότητά τους είναι τόσο ηλίθιοι, τόσο οκνοί, τρελοί και
αντικοινωνικοί, που δεν τους αξίζει καν να ζουν", ήταν η διατύπωση που
χρησιμοποίησε ο Τζον Ιβανς, ενώ ο Τζέισον Μπρεντ υπέδειξε ως "σοβαρή την
προοπτική να θανατώνονται οι αναξιοπαθούντες, οι αδύνατοι, οι ηλίθιοι και οι
ανίκανοι."
Το ελληνικό τμήμα της MENSA επιχείρησε να κρατήσει τις αποστάσεις του απ' το
αμερικάνικο ομόλογό του και απέδωσε τις ανοιχτά ρατσιστικές απόψεις σε
"παρερμηνεία" του άρθρου 3 του καταστατικού της ένωσης. Τα πράγματα θα ήταν πολύ
απλά, αν ο "ρατσισμός των έξυπνων" ήταν απλώς η εξαίρεση και όχι ο κανόνας όπως
υποστηρίζουμε εμείς. Σε παλιότερο τεύχος του "Εψιλον" έχουμε εξηγήσει ότι
ολόκληρη η θεωρία των "ειδικών τεστ" που μετρούν τον "δείκτη νοημοσύνης" των
ατόμων δεν είναι παρά μια κατασκευή που εξυπηρετεί πολύ συγκεκριμένα συμφέροντα.
Από τις συνέπειες αυτής της κατασκευής δεν ξεφεύγουν ούτε οι αθωότερες
κοινωνικές οργανώσεις που επαγγέλλονται το διαχωρισμό των πολιτών με βάση τις
απαντήσεις στα "ειδικά τεστ". Ο γάλλος κοινωνιολόγος και ψυχαναλυτής Μισέλ Τορ
έχει περιγράψει με πολύ πειστικό τρόπο τη λειτουργία και τη χρησιμότητα αυτών
των τεστ σε όλους τους μηχανισμούς που θέλουν να δικαιολογούν τη διάκριση των
πολιτών με "επιστημονικά" δηλαδή "ουδέτερα" κριτήρια: στο στρατό, στην
εκπαίδευση, στις ιδιωτικές επιχειρήσεις.
Μέχρι σήμερα, το σχετικά πρόσφατο παρελθόν της "επιστήμης" στο Τρίτο Ράιχ
εμπόδιζε τους ιδεολόγους της ανωτερότητας της αρίας φυλής να διατυπώνουν ρητά
τις απόψεις τους. Ηταν κάπως άκομψο για το "αντιναζιστικό νικηφόρο στρατόπεδο"
να μιμηθεί τους φυλετικούς νόμους της Νυρεμβέργης που όχι μόνο απαγόρευαν την
"ανάμιξη" των φυλών, αλλά και επέβαλαν τη στείρωση ή και την εξόντωση των
κοινωνικών αποβλήτων. Φαίνεται, όμως, ότι το 1994 ήταν σημείο καμπής. Μετά από
τόσα άλλα, έπεσε κι αυτό το "ταμπού".
Ολα άρχισαν με την έκδοση του "Bell Curve", ενός βιβλίου που σπάει τα ταμεία
στις ΗΠΑ, αν και δεν είναι ούτε γοητευτικό για τον αναγνώστη (γεμάτο πίνακες και
διαγράμματα), ούτε μικρό (845 σελίδες). Στην εκδοτική επιτυχία συνετέλεσε
ασφαλώς η ξαφνική δημοσιότητα. Μετά από ένα πρώτο αφιέρωμα στο εβδομαδιαίο "New
Republic" ακολούθησε περίληψη της εργασίας στη "Wall Street Journal", ενώ το "Newsweek"
την ανέδειξε σε κύριο θέμα και το οικονομικό "Forbes" ύμνησε τους συγγραφείς και
χαρακτήρισε το βιβλίο ως "διανοητικό επίτευγμα" που είναι δυνατόν να συγκριθεί
μόνο με την "Καταγωγή των ειδών" του Δαρβίνου. Κυρίως, όμως, η εμπορική επιτυχία
οφείλεται στο γεγονός ότι το βιβλίο παρέχει την απαιτούμενη "θεωρητική" στήριξη
στην τρέχουσα ρατσιστική ιδεολογία.
Με λίγα λόγια, οι δυο αμερικάνοι συγγραφείς υποστηρίζουν ότι η ανθρώπινη ευφυΐα
είναι ένα μέγεθος απολύτως μετρήσιμο δια μέσου των τεστ, ότι ο δείκτης ευφυΐας (I.Q.)
παίζει καθοριστικό ρόλο στην κοινωνική ανέλιξη του ατόμου και ότι επιπλέον η
ευφυΐα είναι μια ιδιότητα κληρονομούμενη κατά 40-80%. Τα πολιτικά συμπεράσματα
της θεωρίας είναι σαφή και άμεσα εφαρμόσιμα. Δεν αξίζει τον κόπο να δίνει το
κράτος λεφτά σε ειδικά προγράμματα για τους ανέργους ή τους άστεγους: Αυτοί πάλι
στην ψάθα θα καταλήξουν εφόσον εν πολλοίς για την κατάστασή τους ευθύνονται τα
..γονίδιά τους. Δεν αξίζει να επιχειρεί κανείς να "διορθώσει" τις αδικίες του
εκπαιδευτικού συστήματος απέναντι στον μαύρο πληθυσμό: Οι μαύροι υπολείπονται
ούτως ή
άλλως κατά 15 πόντους (στην κλίμακα ευφυΐας εννοείται) των λευκών συμπολιτών
τους...
Οι συγγραφείς δεν παραλείπουν να περιγράψουν με μελανά χρώματα το δημογραφικό
μέλλον της αμερικάνικης κοινωνίας. Οι μορφωμένοι και οι πλούσιοι -δηλαδή οι
έξυπνοι, κατά το βιβλίο- παντρεύονται αργά και κάνουν λιγότερα παιδιά απ' ό,τι
οι "άλλοι". Κατά συνέπεια μεταβάλλεται η "εθνική κατανομή της ευφυΐας", σε λίγο
θα περισσεύουν οι ηλίθιοι, δηλαδή οι φτωχοί, οι εργάτες, οι μαύροι. Από τη
διαπίστωση αυτή, μέχρι το σημείο να προτείνονται μέτρα κοινωνικής "ευγονικής", η
απόσταση είναι πολύ μικρή. Οι συγγραφείς δεν δυσκολεύονται να προτείνουν ως
"λύση" παρόμοια μέτρα μ' εκείνα που οδήγησαν στις γενοκτονίες του αιώνα μας.
Ξεκινούν από την απλή παρεμπόδιση των νεαρών μαύρων γυναικών να γεννούν, και
φθάνουν μέχρι την ανάδειξη του γάμου ως κρατικού θεσμού και όχι ιδιωτικού
δεσμού.
Παρά τον εντυπωσιακό όγκο παραδειγμάτων και αναλύσεων που παραθέτουν οι
συγγραφείς, δεν μπορούν να αποκρύψουν ότι ο κεντρικός πυρήνας της σκέψης τους
και το "αποδεικτικό" τους υλικό στηρίζεται σε έρευνες και δημοσιεύσεις των πιο
αντιδραστικών προπαγανδιστών. Το κεντρικό 13ο κεφάλαιο του βιβλίου στηρίζεται
εξολοκλήρου στις απόψεις του Ρίτσαρντ Λιν και του Αρθουρ Τζένσεν. Ο Λιν
παρουσιάζεται στους αναγνώστες ως "κορυφαίος ερευνητής στον τομέα των φυλετικών
και των εθνοτικών διαφορών". Είναι αυτός που ανέπτυξε εδώ και χρόνια τη θεωρία
ότι η διανοητική κατωτερότητα των μαύρων οφείλεται στο ότι δεν υπέστησαν -όπως
οι μαύροι και οι κίτρινοι- μια έντονα επιλεκτική διαδικασία την εποχή των
παγετώνων. Μέλος ο ίδιος της βρετανικής Eugenics Society, υποστηρίζει τη
στείρωση των ασθενών και των φτωχών "προς το συμφέρον της γενετικής ποιότητας
του πληθυσμού". Ο Τζένσεν έχει κι αυτός "αποδείξει" τη θέση ότι οι μαύροι είναι
λιγότερο ευφυείς απ' τους λευκούς, και προκάλεσε θόρυβο το 1969, όταν αντέδρασε
στο πρόγραμμα του Προέδρου Τζόνσον για την καταπολέμηση της φτώχιας, λέγοντας
ότι είναι άχρηστα τα ειδικά σχολεία για τα παιδιά από φτωχές οικογένειες, εφόσον
η ευφυΐα είναι κατά 80% κηλρονομική υπόθεση.
Τόσο ο Τζένσεν όσο και ο Λιν είναι τακτικοί συνεργάτες του ανοιχτά ρατσιστικού
περιοδικού "Mankind Quarterly", το οποίο από την ίδρυσή του στα 1960 είναι ο
επίσημος εκφραστής των θεωριών περί ανωτερότητας της λευκής φυλής. Το περιοδικό
αυτό φιλοξενεί παλιούς και νέους ναζιστές και συνδέεται με παντοειδείς
ναζιστικές οργανώσεις, όπως η Northern League, η οποία "αγωνίζεται για τα
συμφέροντα, τη φιλία και την αλληλεγγύη όλων των τευτονικών εθνών".
Χρηματοδοτείται από το Pioneer Fund, το οποίο ίδρυσε το 1937 ο βιομήχανος
Ουίκλιφ Ντράπερ από ενδιαφέρον για τις αναζητήσεις της εθνικοσοσιαλιστικής
ευγονικής. Από τότε το ίδρυμα ασχολείται με τη "βελτίωση" της λευκής φυλής στις
ΗΠΑ. Τη δεκαετία του 40 υποστήριζε την επιστροφή των μαύρων στην Αφρική, ενώ
σήμερα αντιδρά στην "ενσωμάτωσή" τους στην αμερικανική κοινωνία και χρηματοδοτεί
προγράμματα "κοινωνικής βιολογίας". Από το 1991 το Πανεπιστήμιο Delaware
αποφάσισε να μη δέχεται χρήματα για έρευνες από το Pioneer Fund, εξαιτίας αυτού
του ρατσιστικού προσανατολισμού.
Δεν είναι λοιπόν το νέο βιβλίο -όπως δεν είναι και οι ανοιχτά ναζιστικές θέσεις
των μελών της MENSA- κεραυνός εν αιθρία. Εχουν δουλέψει πολλοί για να
προετοιμάσουν το έδαφος στους Χερνστάιν και Μάρεϊ. Μόνο που καθώς φαίνεται, για
πρώτη φορά οι θέσεις αυτές όχι μόνο δεν προκαλούν αντιδράσεις, αλλά γίνονται
αντικείμενο εποικοδομητικών κριτικών και ανυπόκριτου θαυμασμού.
(Ελευθεροτυπία,
29/1/1995)
www.iospress.gr ΣΥΝΕΧΕΙΑ ΣΤΟ ΔΕΥΤΕΡΟ ΜΕΡΟΣ |