Ο πολιτισμός του WC
1. / 2.
Πέρασαν πολλά χρόνια προτού η ανθρωπότητα αποφασίσει να κάνει τη φυσική της ανάγκη φιλοτιμία.
Ιστορία ενός αποπατήματος
Σύμφωνα με τη φροϊδική θεωρία, το πρωκτικό είναι το δεύτερο στάδιο στην εξέλιξη της ανθρώπινης σεξουαλικότητας, τότε που το παιδί αποκτά τον έλεγχο του σφιγκτήρα του και ρυθμίζει τη διαδικασία της αφόδευσης αντλώντας ικανοποίηση άλλοτε μέσω της κατακράτησης των κοπράνων και άλλοτε μέσω της αιφνίδιας απαλλαγής από αυτά. Δεν θα ήταν επομένως άστοχο να ισχυριστούμε ότι ολόκληρη η ανθρωπότητα πέρασε στο δικό της πρωκτικό στάδιο, όταν άρχισε να προβληματίζεται για το χρόνο, τον τόπο και τον τρόπο της ανακούφισής της. Αλλά και στο θέμα αυτό, η ιστορία δεν υπήρξε ευθύγραμμη: κάθε πολιτισμός και κάθε κοινωνική τάξη έχουν να επιδείξουν τους δικούς του ρυθμούς προσχώρησης στη συνήθεια της κατά μόνας αφόδευσης. Και πάλι, ας μη βιαστούμε να βγάλουμε συμπεράσματα: όσο κι αν θεωρείται δείγμα ανώτερης πολιτισμικής βαθμίδας, το καταχώνιασμα της αναγκαίας λειτουργίας στα έγκατα των σύγχρονων σπιτιών έχει και τα μειονεκτήματά του...
Αν πράγματι έχει ερμηνευθεί σωστά ως "αποχωρητήριο της βασίλισσας" ένας χώρος 1x2 μ. με αποχετευτική πρόβλεψη στο ανάκτορο της Κνωσσού, και αν οι κατοικίες της Δήλου διέθεταν επίσης την τουαλέτα τους, πρόκειται ασφαλώς για εξαιρέσεις που επιβεβαιώνουν τον κανόνα. Στην ελληνική αρχαιότητα, οι άνθρωποι ικανοποιούσαν τις φυσικές τους ανάγκες με τον απλούστερο τρόπο, όπως προκύπτει και από την αρχική σημασία των σχετικών ρημάτων: τόσο το αφοδεύω όσο και το αποπατώ σημαίνουν "παραμερίζω από το δρόμο για να ανακουφιστώ". Και είναι ενδιαφέρουσα η πληροφορία του Ηροδότου, σύμφωνα με την οποία οι Ελληνες τρώνε στο σπίτι και βγαίνουν για τις φυσικές τους ανάγκες στο ύπαιθρο, ενώ οι Αιγύπτιοι κάνουν το αντίστροφο, επιλέγοντας να κάνουν "στα κρυφά τα αισχρά και στα φανερά τα μη αισχρά".
Το υπαινιχθήκαμε ήδη: η καθιέρωση της τουαλέτας δεν έγινε εν μιά νυκτί και κάθε κοινωνική τάξη είχε τις δικές της ξεχωριστές συνήθειες. Ας αναφέρουμε ενδεικτικά ότι σε μια γωνιά της ρωμαϊκής αγοράς οι δικαστές ασχολούνταν συχνά με τα παράπονα όσων είχαν περιλουστεί με τις ακαθαρσίες των πλουσίων που πετούσαν οι υπηρέτες στο δρόμο. Είναι βέβαιο ότι τους επόμενους αιώνες, αν και κάποια είδη αποχωρητηρίων ήταν ήδη σε λειτουργία, η δημόσια αφόδευση συνέχιζε να αποτελεί τον κανόνα. Κι αν στα πλούσια βυζαντινά σπίτια δεν σπάνιζε ο "απόπατος" ή "αφεδρών", όπως προκύπτει και από τους πήλινους αποχετευτικούς σωλήνες του Μιστρά, και εκεί οι λαϊκές συνήθειες δεν είχαν διαφοροποιηθεί ριζικά. Την ίδια εποχή, οι μεσαιωνικές πόλεις ζούσαν συμφιλιωμένες με τις ακαθαρσίες τους, αναθέτοντας διά νόμου στα αδηφάγα γουρούνια την καθαριότητα των δρόμων. Και είναι πασίγνωστη η μακραίωνη συμβίωση της γαλλικής αυλής με τα ούρα και τα περιττώματά της. Επρεπε να πλησιάσει το τέλος της βασιλείας του Λουδοβίκου ΙΔ' (αρχές του 18ου άι.) για να αποφασιστεί η εβδομαδιαία απομάκρυνση των δοχείων με τα κόπρανα και τα ούρα από τους διαδρόμους των Βερσαλιών. Και μόνο προς το τέλος του Διαφωτισμού άρχισε να συγκροτείται σταδιακά η ουτοπία μιας άοσμης πόλης, ικανής να κρύψει από τα βλέμματα τις ανθρώπινες ακαθαρσίες και από τις μύτες τις δυσάρεστες οσμές.
Αν οι κίνδυνοι που συνεπάγονταν για τη δημόσια υγεία τα περιττώματα στους δρόμους και η γειτνίαση ζωντανών και
προχειροθαμμένων νεκρών στο εσωτερικό των πόλεων άρχισαν να απασχολούν τους ειδικούς περί το 1750, είναι σίγουρο ότι θα χρειαζόταν ακόμη χρόνος πολύς για να μεταμορφωθούν οι σχετικές αντιλήψεις και συμπεριφορές. Οπως και να έχουν τα πράγματα, γύρω στα μέσα του 18ου αιώνα η αφόδευση διαχωρίζεται κάποιες φορές κατά φύλα, ενώ θρυλείται ότι η Μαρία Αντουανέτα πρώτη μετέτρεψε την όλη διαδικασία σε υπόθεση ιδιωτική, βάζοντας τους υπηρέτες της να τοποθετήσουν πόρτα στο χώρο που έκανε την ανάγκη της. Την ίδια εποχή, μια πρωτοπόρα γαλλική μελέτη υπολόγιζε το βάρος των κατά κεφαλήν ανθρώπινων περιττωμάτων και ανέλυε τη μολυσματική τους επίδραση, όταν σωρεύονται κοντά στις πόλεις.
Η μοντέρνα σύλληψη του "αποχωρητηρίου", γέννημα θρέμμα του δυτικού 19ου αιώνα, θα ακολουθήσει διαφορετικούς δρόμους στις ευρωπαϊκές μεγαλουπόλεις, αλλά θα στηριχθεί σε μια κοινή αρχή: εκείνη της απομάκρυνσης των ανθρώπινων ακαθαρσιών από τα μάτια των άλλων. Ο τρόπος ποίκιλλε κατά τόπους και εποχές. Στην Αγγλία, για παράδειγμα, τα πρώτα αποχωρητήρια που εμφανίστηκαν στα σπίτια των αστών βρίσκονταν σε μια ντουλάπα από όπου οι ακαθαρσίες διοχετεύονταν με έναν απλό σωλήνα στο υπόγειο. Η έλλειψη εξαερισμού προκαλούσε έντονη δυσοσμία στο σπίτι, η οποία σύντομα θεωρήθηκε γνώρισμα της ανώτερης αγγλικής τάξης. Η αλλαγή, ωστόσο, των νοοτροπιών θα οδηγούσε σύντομα σε μια προσπάθεια εξουδετέρωσης και των οσμών που παράγονται από τις ανθρώπινες ανάγκες. Καθώς η ανθρωπότητα άρχιζε σιγά σιγά να συνδέει την καθαριότητα με την υγεία και την κοινωνική άνοδο, η αποφορά της τουαλέτας έπρεπε κι αυτή να αντιμετωπιστεί αποτελεσματικά.
Πώς όμως να εξαφανιστούν τα περιττώματα χωρίς να αφήσουν το παραμικρό ίχνος; Την ίδια εποχή η πόλη αρχίζει να γίνεται αντιληπτή ως ένα τεράστιο ανθρώπινο σώμα με τους υπονόμους της να παίζουν το ρόλο της κυκλοφορίας του αίματος, και πληθαίνουν εκείνοι που αντιστέκονται στην ιδέα της απόθεσης των ακαθαρσιών στα υπόγεια δίκτυά της. Τον τρόμο για τα βρόμικα σπλάχνα της πόλης που θα συναντήσουμε στους "Αθλιους" του Βίκτορα Ουγκό συμμερίζονταν πολλοί διανοούμενοι του περασμένου αιώνα. Κατά την άποψή τους, η καθαριότητα του νερού που διασχίζει τις μοντέρνες πόλεις συνιστούσε προϋπόθεση για την ανθρώπινη επιβίωση. Οι εξελίξεις θα τους απογοήτευαν: το "προϊόν" των αποχωρητηρίων, αόρατο πλέον και άοσμο, θα διοχετευόταν στο εξής σε υπονόμους και ρεύματα μολύνοντας τα σωθικά πόλεων και θαλασσών.
Αντίστοιχη, αν και αργόσυρτη, υπήρξε η διαδικασία αυτή και στην Αθήνα των δύο τελευταίων αιώνων. Καθώς η κατασκευή κεντρικών υπονόμων παρουσίαζε αισθητή καθυστέρηση -το 1893 το μήκος τους δεν ξεπερνούσε τα 11.500 μ.-, και ενώ οχετοί συνέχιζαν επί δεκαετίες να εκβάλλουν σε ρέματα προκαλώντας έντονη δυσοσμία και μολυσματικές εστίες, τα "αποχωρητήρια" παρέμειναν ως τις πρώτες δεκαετίες του αιώνα είδος πολυτελείας για πολλά αθηναϊκά νοικοκυριά. Κι όταν υπήρχαν, έπρεπε να αναζητηθούν στην αυλή, δίπλα στο φουρνάκι και στο κοτέτσι, όπως θέλει το τυπικό αθηναϊκό σπίτι ο Δ. Καμπούρογλους. Εσωτερικά αποχωρητήρια υπήρχαν βέβαια από νωρίς στις πολυτελείς αστικές κατοικίες: Στο σπίτι του που ονόμασε Ιλίου Μέλαθρον, ο Ερ. Σλίμαν είχε γράψει περήφανα τη λέξη "Ευμάρεια" έξω από την πόρτα του αποχωρητηρίου.
Αλλά το "μπουμ των αποχωρητηρίων" που σημειώθηκε τις μεταπολεμικές δεκαετίες στα αστικά κυρίως κέντρα, αυτό που βελτίωσε εξαιρετικά τη θέση της Ελλάδας στους σχετικούς πίνακες, έχει και κάποιες δυσάρεστες πλευρές: Δεν πρόκειται απλώς για την έλλειψη αποχετευτικής υποδομής που μόλυνε τις πόλεις και τώρα βρομίζει ανεξέλεγκτα τις παραθεριστικές περιοχές της χώρας. Ας θυμηθούμε τον "Μπιντέ" του Μάριου Χάκκα, το διήγημα στο οποίο η απόκτηση μιας σύγχρονης τουαλέτας συμβολίζει το μικροαστικό όνειρο για κοινωνική άνοδο, κάνοντας το συγγραφέα να νοσταλγήσει την εποχή που δεν διέθετε τουαλέτα αλλά ελευθερία και νιάτα: "Ενα βράδυ που έβρεχε και μ' έπιασε μεσάνυχτα κόψιμο", θυμάται ο Χάκκας, "τα 'κάνα σε μια εφημερίδα, κι αφού τα πακετάρησα ωραία, ως και κορδελάκι με φιόγκο τους έβαλα, πηγαίνοντας πρωί πρωί στη δουλειά, τα 'φησα στη μέση του δρόμου. Θα θυμόσαστε βέβαια πόσα τέτοια πακέτα συναντούσατε τότε στους δρόμους".
Η «Καλλιόπη» παραμένει το φόβητρο των νεοσύλλεκτων, όμως άλλος είναι ο πραγματικός απόπατος του στρατού.
Η ανακούφιση του οπλίτη
Πρόκειται αναμφίβολα για παράδοση δεκαετιών: στην πρώιμη κοινωνικοποίηση των ελληνόπουλων, η μελλοντική στρατιωτική τους θητεία συνδέεται συνήθως λιγότερο με τα ίδια τα όπλα και περισσότερο με την προσμονή της "Καλλιόπης", της επώδυνης - σύμφωνα με τις αφηγήσεις - αγγαρείας καθαρισμού των στρατιωτικών αποχωρητηρίων. Η δραματικότητα της όλης προειδοποίησης ίσως έχει να κάνει με τις παραδοσιακές αντιλήψεις μεγάλου μέρους της ελληνικής κοινωνίας, σε κάποιο ποσοστό όμως συνδέεται και με την πρακτική που θέλει τις εν γένει "καθαριότητες" μηχανισμό καψονιού και "σωφρονισμού" των στρατευμένων. Στον αυτοβιογραφικό "Πολιτισμό των στρατοπέδων" του Μάριου Βερέττα συναντάμε (σ. 125-6) μιά εξαιρετικά διαφωτιστική περιγραφή από την αξιοποίηση τών αποχωρητηρίων στο Κέντρο Εκπαιδεύσεως Τεθωρακισμένων του 1967, επί διοικήσεως Στυλιανού Παττακού. Ο δύστυχος νεοσύλλεκτος διατάσσεται από τον εκπαιδευτή του να καθαρίσει την πιό βρώμικη τουαλέτα με την...οδοντόβουρτσά του. Η αποστολή εκτελείται, με διαφορετικά όμως μέσα: "Ούτε στιγμή δεν διανοήθηκα να καθαρίσω τον τούρκικο καμπινέ με την οδοντόβουρτσα. Ηταν πολύ πιό εύκολο με τα χέρια (...) Προτίμησα να πιάσω μία μία τις κουράδες, να τις ρίξω στην τρύπα της λεκάνης και να ξεπλύνω το χέρι μου με το νερό από το σιφόνι. Με το ίδιο νερό πάστρεψα και τους τοίχους, τρίβοντας δυνατά με τις παλάμες, γιατί εκεί το σκατό ήταν ξερό και πολυκαιριασμένο. Στις δύσκολες σκατωμένες γωνίες, εκεί όπου δεν έφτανε το νύχι μου, χρησιμοποίησα και την οδοντόβουρτσα. Σε λιγότερο από μισή ώρα η λεκάνη λαμποκοπούσε. Χωρίς νερό, χωρίς σκούπα, χωρίς απορρυπαντικά. Μόνο με τα χέρια, με τα νύχια, με την οδοντόβουρτσα, στις μία η ώρα το πρωί, Φλεβάρη μήνα, μέσα στο κρύο. Ενιωσα περήφανος γιά το κατόρθωμά μου (...) Κατά τη γνώμη μου, η τιμωρία που μου επέβαλε ο δεκανέας ήταν τουλάχιστον γελοία. Ελλειψη φαντασίας. Ανάμεσα στα σκατά και το δεκανέα προτιμούσα - φυσικά - τα σκατά"...
Ανατριχιαστικά, όλα αυτά αποτελούν σήμερα μακρινό παρελθόν. Το καψόνι, στην έκταση που διατηρείται ακόμα, παίρνει σαφώς ηπιότερες μορφές και ο ενδοστρατιωτικός σαδισμός εκφράζεται με πολύ πιό εκλεπτυσμένο τρόπο. Καθώς μάλιστα οι αξίες της κοινωνίας μας έχουν κάπως εκσυγχρονιστεί, οι νεοσύλεκτοι συχνά ανακαλύπτουν πως η "καλιόπη" ( που κανείς πιά δεν την αποκαλεί έτσι) κάθε άλλο παρά τη χειρότερη αγγαρεία της θητείας τους συνιστά - ας όψονται γαρ τα μαγειρεία, τα σκουπίδια κι οι αποψιλώσεις κάτω απ' τό μεσημεριάτικο καλοκαιρινό ήλιο! Μη νομιστεί, ωστόσο, πως αυτό συνεπάγεται και την οριστική εξάλειψη του "προβλήματος τουαλέτα" στον Ελληνικό Στρατό. Απλώς, με την ανάπτυξη της κοινωνικής ευαισθησίας για τις συνθήκες ζωής των στρατευμένων αλλάζει ο ρόλος των καμπινέδων στό στράτευμα: από περιφρονημένος χώρος μετατρέπονται σε δείκτη του υψηλού επιπέδου διαβίωσης του Ελληνα φαντάρου και, φυσικά, σε πρωτεύον αντικείμενο επιθεωρήσεως. Με απρόσμενες κάποιες φορές επιπτώσεις, όπως αφήνει να διαφανεί η πρόσφατη ( Απρίλιος 1995) εμπειρία των ταλαίπωρων μαυροσκούφηδων της Γ' ΕΑΝ στις Φέρρες του Εβρου.
Από τα μέσα Μαρτίου η μονάδα βρισκόταν στο πόδι εν αναμονή της επιθεώρησης, στις 13 Απριλίου, του αντιστράτηγου Κεδίκογλου. Ατέλειωτες ώρες ολοήμερης και νυχτερινής αγγαρείας απέδωσαν τους αναμενόμενους καρπούς όσον αφορά το βάψιμο παντός κινητού μέσα στο χώρο του στρατοπέδου · ενοχλητικά είδη, όπως τα σλίπιν-μπάγκ που παρεπιδημούσαν ανυποψίαστα στους θαλάμους των οπλιτών, ρίχτηκαν κατόπιν διαταγής στα βαρέλια με τα σκουπίδια · οι ανεπιθύμητοι ή μη εμφανίσημοι οπλίτες καταχωνιάστηκαν στα φυλάκια ή αδειοδοτήθηκαν με έξτρα οδοιπορικά, προκειμένου να μη θέσουν σε κίνδυνο την υπόληψη της επιλαρχίας · εν γένει, όλα φαινόντουσαν να έχουν βρεί το δρόμο τους - εκτός από τις τουαλέτες. Παρόλες τις φιλότιμες προσπάθειες των αγγαρειομάχων, οι τελευταίες παρέμεναν επιεικώς απελπιστικές, πλημμυρίζοντας όχι μόνο τους θαλάμους των οπλιτών της Ιλης Διοικήσεως αλλά και όλο τον περιβάλλοντα χώρο με μιά ανυπόφορη μπόχα · το σκηνικό συμπληρωνόταν από τους ανοιχτούς υπόνομους και το μισάνοιχτο βόθρο, που συχνά ξεχείλιζε με ευνόητα αποτελέσματα. Μπροστά στον κίνδυνο να χαλάσει η άψογη εικόνα, η λύση δεν άργησε να βρεθεί. Οι τουαλέτες του στρατοπέδου ( εκτός, εννοείται από εκείνες στα γραφεία των αξιωματικών) έκλεισαν για κανένα δεκαπενθήμερο προκειμένου το προβληματικό υλικό να σιτέψει, απαλλάζοντας την επιθεωρούμενη μονάδα από τις αναθυμιάσεις του. Κανείς δε φαίνεται να έλαβε υπόψη του τις ανάγκες των φαντάρων - ούτε το αντικειμενικό δεδομένο ότι, με μιά έξοδο στις πέντε μέρες κατά μέσο όρο, οι οπλίτες της επιλαρχίας γρήγορα θα παρουσίαζαν έντονη κάμψη μαχιμότητας... Ακολούθησαν σκηνές απείρου κάλους καθώς το πρόβλημα, από χωροταξικά εντοπισμένο που ήταν, διαχύθηκε σε όλο το στρατόπεδο: η μπόχα γενικεύτηκε, ολόκληρες περιοχές ορίστηκαν σιωπηρά ως χώροι off limits, προορισμένοι για την ανακούφιση φαντάρων και κατώτερων στελεχών, και τα νυχτερινά περίπολα έπρεπε πιά να προσέχουν στο κάθε τους βήμα. Μέσα σε μια βδομάδα, ολόκληρη η Γ' ΕΑΝ είχε μετατραπεί σ' έναν απέραντο υπαίθριο καμπινέ, προκαλώντας εκτεταμένες ανησυχίες για τις μεσοπρόθεσμες επιπτώσεις της νέας τάξης πραγμάτων στην υγεία των εγκλείστων. Υπερβολές: μιά βροχή επιτέλεσε, ως γιγάντιο καζανάκι, το σωτήριο έργο της κάθαρσης - ο πρωτοπόρος δε εφαρμογέας της πολιτικής των λουκέτων, ίλαρχος Αλέξιος Καισίδης, πήρε δημόσια συγχαρητήρια για την άψογη Ιλη που παρουσίασε στην επιθεώρηση. Υπήρξαν, βέβαια, και ελάσσονα θύματα - όπως ο συνάδελφός του που ξέχασε να ξεκλειδώσει τις δικές του τουαλέτες την κρίσιμη μέρα, και χρεώθηκε την ευθύνη για τις σχετικές καταγγελίες. Οσο για το διοικητή της μονάδας, αντισυνταγματάρχη Σεραφείμ Παπαποστόλου, αυτός, παρόλο ,που όργωνε διαρκώς το στρατόπεδο, προφανώς δεν είχε πάρει τίποτα είδηση από τα τεκταινόμενα...
(Ελευθεροτυπία, 15/10/1995)
www.iospress.gr ΣΥΝΕΧΕΙΑ ΣΤΟ ΔΕΥΤΕΡΟ ΜΕΡΟΣ |