ΜΟΝΤΕΛΑ ΕΞΕΓΕΡΣΗΣ
Ξενόφερτοι αντιφρονούντες
1. / 2.
Αντικαθεστωτικές εξεγέρσεις, ριζοσπαστικά πολιτικά κινήματα και ανεπιθύμητα ρεύματα αντιμετωπίζουν, κατά κανόνα, τη ρετσινιά του "ξενόφερτου" από την πλευρά της εξουσίας. Το Πολυτεχνείο του '73 δεν θα μπορούσε να αποτελεί εξαίρεση, καθώς, μάλιστα οι πιο άμεσες εμπνεύσεις του δεν ήταν made in Greece...
Πριν από τους φετιχιστές της τεχνολογίας, η Απω Ανατολή είχε γοητεύσει τους εξεγερμένους του Νοέμβρη
Εδώ θα γίνει Ταϊλάνδη!
Μελετώντας κανείς την ιστορία των λαϊκών αγώνων και των κάθε λογής κοινωνικών κινημάτων στη χώρα μας, σκοντάφτει διαρκώς στο ίδιο φαινόμενο. Προσπαθώντας να απονομιμοποιήσει τους αντιπάλους της, η κρατική εξουσία συχνά καταγγέλλει τα ανεπιθύμητα εγχειρήματα είτε σαν υποκινούμενα από το εξωτερικό είτε σαν μιμητές ξένων προτύπων - και ως εκ τούτου "ξένα προς την ελληνική πραγματικότητα". Η ανάπτυξη του σοσιαλιστικού κινήματος με τις διεθνιστικές ιδέες και τις ομολογημένες διεθνείς διασυνδέσεις τροφοδότησε όσο τίποτα άλλο την όλη παραφιλολογία. Μιλώντας το 1929 στη Βουλή μετά την κατάθεση του νομοσχεδίου "περί μέτρων ασφαλείας του κοινωνικού καθεστώτος" (του γνωστού "ιδιωνύμου"), ο Ελευθέριος Βενιζέλος θα προσπαθήσει να στηρίξει την κατασταλτική πολιτική του στον ισχυρισμό ότι το ΚΚΕ "δεν είναι αυτοφυές
προϊόν του ελληνικού εδάφους" · η απάντηση του κόμματος, με ανακοίνωση του ΠΓ, διεκδικεί την αυθεντική ιθαγένεια στο όνομα του ντόπιου
λαϊκού κινήματος και σ' αντιδιαστολή προς το ξενόδουλο ιστορικό του πολιτικού προσωπικού της μπουρζουαζίας: "Το Κομμουνιστικόν κόμμα της Ελλάδος φύτρωσε μέσα στις φάμπρικες του Πειραιά, της Θεσσαλονίκης και της Αθήνας, μέσα στις οποίες στενάζουν οι μάζες της εργατιάς κάτω απ' τη ληστρική εκμετάλλευση του έλληνος κεφαλαιούχου (...) Οφείλει να το γνωρίζει αυτό ο λακές του Σαράιγ και του Φουρνιέ, του γαλλικού και αγγλικού ιμπεριαλισμού, η μαριονέτα του σερ Πέρσυ-Λώρενς και του Κλεμάν Σιμόν". Οι δεκαετίες που ακολούθησαν έμελλαν να γνωρίσουν τη μέχρι ναυτίας επανάληψη αυτών των κλισέ.
Αντιμέτωπο με την αχαλίνωτη ελληνορθόδοξη εθνικιστική ρητορεία της χούντας αλλά και δέκτης των μηνυμάτων της παγκόσμιας νεανικής αναταραχής που ακολούθησε τις εξεγέρσεις του '68, το αντιδικτατορικό φοιτητικό κίνημα δεν ήταν δυνατό να αποφύγει τις πάγιες κατηγορίες για "μιμητισμό" και "ξενολατρία". Η απάντησή του, αυθόρμητη και επιθετική, ήταν η δημόσια διακήρυξη της υπέρβασης του εθνικού πλαισίου, η ταύτιση του δικού του αγώνα με τους αντίστοιχους αγώνες των φοιτητών στο εξωτερικό. Μια μακρινή φοιτητική εξέγερση της εποχής θα αποτελέσει το παράδειγμα νικηφόρου αντιδικτατορικού αγώνα και θα συμβολίσει όσο τίποτα άλλο αυτή τη διεθνή οπτική: πρόκειται για τα - ξεχασμένα σήμερα - γεγονότα του φθινοπώρου του 1973 στην
Ταϊλάνδη.
Το "Πολυτεχνείο" της Μπανγκόκ
Aπόλυτη μοναρχία μέχρι το 1932 και βασιλευόμενη στρατιωτική δικτατορία έκτοτε (με την άνευ ιδιαίτερης σημασίας εξαίρεση της διετίας 1946-7), η χώρα αυτή της ΝΑ Ασίας διέθετε φαινομενικά όλα τα γνωρίσματα που θα μπορούσαν να επιτρέψουν μιά πρώτη ταύτιση με τα καθ' ημάς. Επικεφαλής της στρατιωτικής χούντας ήταν η παρέα των "τριών αδελφών", γνωστών και ως "οι
τρεις τύραννοι" (Τανόμ Κιτικατσόρν, Πραπάς Τσαρουσατιέν, Ναρόνγκ Κιτικατσόρν), ενώ στα παρασκήνια ελόχευε ο εγχώριος Ιωαννίδης με τη μορφή του σκοτεινού στρατηγού Κρίτ. Ουσιαστικότερες αναλογίες μπορούν να εντοπιστούν στους παράγοντες αποστασιοποίησης από το καθεστώς των μεσαίων στρωμάτων, προϊόντων σε μεγάλο βαθμό του αναπτυξιακού άλματος της δεκαετίας του '60: απαρχές μιας οικονομικής κρίσης που παίρνει τη μορφή απρόσμενου πληθωρισμού, αυξανόμενη φανερή διαφθορά των κρατούντων, αποσταθεροποίηση των παραδοσιακών αξιών ως αποτέλεσμα του ανοίγματος της χώρας στον έξω κόσμο... Οσο για τα λαϊκά στρώματα, τους μεγάλους απόντες από το φαγοπότι της οικονομικής ανάπτυξης, η δυσαρέσκειά τους εκφραζόταν με ένα κύμα "αδέσποτων" απεργιών και, εμμέσως, με τη ραγδαία ανάπτυξη του κομμουνιστικού αντάρτικου στις
πιο απομακρυσμένες επαρχίες από το 1965 και μετά. Οι φοιτητές τέλος είχαν κι αυτοί τους δικούς τους λόγους να είναι δυσαρεστημένοι, καθώς το εκπαιδευτικό σύστημα είχε δείξει πια τα όριά του ως μηχανισμός κοινωνικής ανόδου και η
ταϊλανδέζικη οικονομία αδυνατούσε πλέον να τους απορροφήσει ικανοποιητικά. Αντίθετα ωστόσο από τα τεκταινόμενα στην Ελλάδα των Ελλήνων Χριστιανών, το σιαμέζικο φοιτητικό κίνημα δε συναντούσε οργανωτικά προβλήματα από μέρους των αρχών: χάρη στην απουσία κάποιας σοβαρής αγωνιστικής παράδοσης και το στενά εθνικιστικό χαρακτήρα των πρώτων κινητοποιήσεών του (εκστρατεία μποϋκοτάζ των ιαπωνικών
προϊόντων το Νοέμβριο του 1972), οι αρχές δεν εμπόδισαν τους φοιτητές να εκλέξουν δημοκρατικά τη δική τους ΕΦΕΕ, γνωστή ως Εθνικό Φοιτητικό Κέντρο της
Ταϊλάνδης (NSCT). Οταν το NSCT επέκτεινε τη σφαίρα των δραστηριοτήτων του διεκδικώντας ανεξαρτησία της Δικαιοσύνης και τη θέσπιση νέου δημοκρατικού Συντάγματος, ήταν
πια πολύ αργά για δάκρυα...
Η γενική δοκιμή της εξέγερσης του '73 πραγματοποιήθηκε στις 21 Ιουνίου, με την ολονύχτια συγκέντρωση 50.000 φοιτητών και συμπαραστατών τους κατά της αποπομπής 9 συναδέλφων τους από το πανεπιστήμιο Ραμκαμχέν· η υποχώρηση των αρχών και οι μαζικές εκδηλώσεις συμπαράστασης από μέρους των κατοίκων της πρωτεύουσας θα τονώσουν όσο τίποτε άλλο την αυτοπεποίθηση του κινήματος. Ετσι, όταν η κυβέρνηση επιχειρεί να
αντεπιτεθεί, συλλαμβάνοντας το Σαββατοκύριακο 6-7 Οκτωβρίου 13 στελέχη του για διανομή "ανατρεπτικών" προκηρύξεων στην κεντρική
λαϊκή αγορά της Μπανγκόκ, το NSCT δε διστάζει να αντιδράσει δυναμικά. Κέντρο του κινήματος Θα γίνει το πανεπιστήμιο Ταμασάτ, στο κέντρο της πόλης, ανάμεσα στο Μουσείο και τα Ανάκτορα.
Δυο χιλιάδες φοιτητές ξεκινούν καθιστική διαμαρτυρία στο προαύλιό του στις 9 Οκτωβρίου · στις 11 του μήνα έχουν γίνει
πια 50.000 και συνεχίζουν να αυξάνονται, καθώς το ένα μετά το άλλο τα εκπαιδευτικά ιδρύματα της πρωτεύουσας κλείνουν και η εξεταστική περίοδος αναβάλλεται επ' αόριστον. Η χουντική τριανδρία αρχικά αρνείται οποιαδήποτε διαπραγμάτευση, στη συνέχεια υπόσχεται απλώς τη θέσπιση νέου Συντάγματος μέσα σ' ένα χρόνο, κατόπιν προτείνει την απόλυση των 13 με χρηματική εγγύηση, για τους αφήσει στο τέλος ελεύθερους άνευ όρων το βράδυ της 13ης Οκτωβρίου. Την ίδια ώρα, 400.000 λαού διαδηλώνουν κατά μήκος της λεωφόρου Ρατσανταμνέν, ζητώντας εγγυήσεις για το δημοκρατικό άνοιγμα. Οι μισοί απ' αυτούς, με επικεφαλής τον ηγέτη της ριζοσπαστικής τάσης του NSCT Σεκσάν Πρασερτκούλ, συνεχίζουν μέχρι την κατοικία του βασιλιά· η προσπάθεια της αστυνομίας να τους ανακόψει θα δώσει το σύνθημα για ένα μαζικό ξέσπασμα βίας σε όλο το κέντρο της Μπανγκόκ. Επί
δυο ολόκληρες μέρες, μισό εκατομμύριο λαού δίνουν
μια πρωτοφανή μάχη με την αστυνομία και τη στρατιωτική φρουρά της πρωτεύουσας. Η πύλη του πανεπιστημίου Ταμασάτ γκρεμίζεται από ένα
τανκ, ενώ στρατιωτικά ελικόπτερα πολυβολούν από αέρος τους διαδηλωτές. Απ'
την πλευρά τους, φοιτητές και μαθητές επαγγελματικών σχολών λεηλατούν τα οπλοπωλεία του κέντρου, καίνε δημόσια κτίρια και, ύστερα από επανειλημμένες εφόδους, καταφέρνουν να πυρπολήσουν το ίδιο το αρχηγείο της αστυνομίας. Το
βράδυ της 14ης η τηλεόραση εξαγγέλλει το σχηματισμό κυβέρνησης από τον πρύτανη του Ταμασάτ· την επομένη, η "κλίκα των 3" την κοπανάει για την Ταϊβάν και τις ΗΠΑ. Η
ταϊλανδέζικη Μεταπολίτευση είναι πραγματικότητα. Ο επίσημος απολογισμός των γεγονότων αναφέρει 71 νεκρούς, ενώ άλλες πηγές ανεβάζουν τον αριθμό των θυμάτων σε 350.
Από το Ταμασάτ στην Πατησίων
Στην Ελλάδα του 1973, ο απόηχος των γεγονότων της
Ταϊλάνδης ήρθε να επιβεβαιώσει την αυτοπεποίθηση του αναπτυσσόμενου τότε φοιτητικού κινήματος για τις δυνατότητες της σπουδαστικής πρωτοπορίας. Για πρώτη φορά, το σύνθημα "Ταϊλάνδη" ακούγεται στα τέλη Οκτωβρίου, κατά τη μετατροπή
μιας συναυλίας του Ξαρχάκου στον Παναθηναϊκό σε αυθόρμητη αντιδικτατορική διαδήλωση. Ξαναρίχνεται, σε μαζική αυτή τη φορά κλίμακα, κατά τη διάρκεια των συγκρούσεων με την αστυνομία στο μνημόσυνο του Παπανδρέου (4/11), για να αποτελέσει βασική ιαχή της εξέγερσης των επόμενων ημερών.
Μετά τη Μεταπολίτευση, αυτή η πτυχή των γεγονότων του Νοέμβρη θα περάσει στη λήθη, παρά το κατεξοχήν διεθνιστικό κλίμα της εποχής. Το δραματικό τέλος της
ταϊλανδέζικης μεταπολίτευσης - αποτυπωμένο στην αιματηρή πολιορκία του Ταμασάτ από την αστυνομία, το στρατό και τις παρακρατικές συμμορίες των "Κόκκινων Βούβαλων", το μαζικό
λιντσάρισμα φοιτητών και την εκ νέου ανάληψη της εξουσίας από τους στρατηγούς (6 Οκτ. 1976) - δεν προκαλεί ούτε
μια τυπική πορεία διαμαρτυρίας από την πλευρά της ΕΦΕΕ. Πολύ
πιο αδιάφορα θα δει το κοινό της χώρας μας τη νέα μαζική εξέγερση (και σφαγή) των φοιτητών κι εργαζομένων της Μπανγκόκ το
Μάιο του 1992. Στο κάτω-κάτω της γραφής, αυτοί εκεί κάτω οι κίτρινοι τί ξέρουν από Βεργίνα;
Από τους χίπιδες στους ευρωλιγούρηδες
Στα χρόνια της μεταπολίτευσης, η σύνδεση με διεθνείς οργανώσεις, κινήματα ή ιδεολογικά ρεύματα του εξωτερικού αποτελούσε ενός είδους απόδειξη του θεωρητικού πλούτου, της αξιοπιστίας και της νεωτερικότητας των ντόπιων κοινωνικοπολιτικών κινήσεων. Σήμερα ισχύει μάλλον το αντίθετο. Ο δημόσιος διάλογος ξεχειλίζει πλέον από μειωτικούς χαρακτηρισμούς εναντίον όσων στηρίζουν τα επιχειρήματά τους σε απόψεις και οργανισμούς εκτός συνόρων. Τα επίθετα ξενόφερτος, ευρωλιγούρης, ξενόδουλος, ξενοκίνητος ή, ακόμα σκληρότερα, πεμτοφαλαγγίτης και πράκτορας εκτοξεύονται με αξιοσημείωτη ευκολία. Η εξουσία δεν χρειάζεται να κάνει και πολλά πράγματα για να συκοφαντήσει όσους την αμφισβητούν. Αρκεί να διοχετεύσει μιά γενική θεωρία περί της "υπαγωγής σε ξένα κέντρα" των ιδεών, των προσώπων και των πρακτικών που την αμφισβητούν, ώστε να διεγείρει την περιρρέουσα ξενόφοβη καχυποψία των υπηκόων της και να καταπολεμήσει τους αντιπάλους της.
Στις αρχές του '80, το κίνημα για τα δικαιώματα των φαντάρων εξαπλωνόταν με ταχύτητα στα ελληνικά στρατόπεδα. Η ανεξαρτησία του από τα κόμματα και η στήριξή του στο διεθνές ειρηνιστικό και αντιμιλιταριστικό ρεύμα που εκείνη την εποχή γοήτευε εκατομμύρια νέους σ' όλο τον κόσμο είχε καταθορυβήσει τους καραβανάδες και την κυβέρνηση. Τα επιχειρήματα της εξουσίας (και των κονδυλοφόρων της) πολύ γρήγορα περιορίστηκαν σε ένα: "υποσκάπτεται το αξιόμαχο του στρατεύματος από τον διεθνή αναρχισμό για λογαριασμό των εχθρών της χώρας". Ηταν φαίνεται ο μοναδικός τρόπος να τεθεί σχεδόν εκτός νόμου και να χτυπηθεί με αδιανόητη βαναυσότητα ένα απολύτως διαφανές, αυθόρμητο και γνήσια δημοκρατικό αντιαυταρχικό κίνημα. Με την ίδια ρετσινιά αντιμετωπίστηκαν και οι αρνητές στράτευσης στα μέσα της δεκαετίας. Η θεμελίωση των αιτημάτων τους σε αποφάσεις του Ευρωκοινοβουλίου ή άλλων διεθνών οργανισμών, ξανατροφοδότησε τη μυθολογία περί συνωμοσίας ξένων συμφερόντων. Στο χορό μπήκε και η Ορθοδοξία που όχι μόνο δεν ανέχεται τη συμπαράσταση στους κρατούμενους στις στρατιωτικές φυλακές εκατοντάδες Μάρτυρες του Ιεχωβά, αλλά -ως γνωστόν- επιδιώκει πάση θυσία την κατάργηση όλων των "ξενόφερτων καταστροφικών αιρέσεων".
Παρόμοια τύχη επιφυλάσσεται και στις οργανώσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων όποτε συμβαίνει να ασχολούνται με την κατάσταση στην Ελλάδα. Δυστυχώς γι' αυτές, το γεγονός ότι εξ ορισμού συγκροτούνται σε διεθνές πλαίσιο τις καθιστά "αφερέγγυες". Οταν βεβαίως καυτηριάζουν τις παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων στις θεωρούμενες εχθρικές χώρες, το έργο τους ως δια μαγείας διαφημίζεται από τις κρατικές υπηρεσίες και το σύνολο των ΜΜΕ ως αμερόληπτο και αποκαλυπτικό. Το περιεχόμενο αυτών των καταγγελιών με το εισαγωγικό μότο "καταπέλτης κατά" (της Τουρκίας, της Αλβανίας, της FYROM κ. λπ), είναι ευρύτατα γνωστό. Μια έκθεση όμως της Διεθνούς Αμνηστίας, του Ελσίνκι Γουότς ή των οργανώσεων για τα Δικαιώματα των Μειονοτήτων που αναφέρεται στη χώρα μας αυτομάτως βάλλεται ως "ύποπτο
προϊόν ξένων κέντρων". Είτε μιλά για την κατάσταση στις φυλακές, είτε γράφει για τους βασανισμούς στα αστυνομικά κρατητήρια, είτε αναδεικνύει τις παραβιάσεις της θρησκευτικής ελευθερίας, είτε -πολύ περισσότερο- αποκαλύπτει τις διακρίσεις σε βάρος των μειονοτήτων και των μεταναστών, απορρίπτεται ασυζητητί. Κανείς από τους επίσημους ή ανεπίσημους πολέμιους των "ξενοκίνητων" επισημάνσεων δεν θέλει να παραδεχθεί ότι τα περισσότερα -αν όχι όλα- τα καταγγελλόμενα έχουν δημοσιοποιηθεί αρκετά νωρίτερα από κάμποσες εγχώριες και καθ' όλα έγκυρες πηγές.
Οσοι άτυχοι βρέθηκαν στο μάτι του πρόσφατου εθνικιστικού κυκλώνα πλήρωσαν την ορθολογική και αντιαγριανθρωπική τους στάση με ακόμη βαρύτερους χαρακτηρισμούς. Η διεθνιστική ματιά στο δράμα της πρώην Γιουγκοσλαβίας και το μέτωπο στους πολεμοκάπηλους και τους ρατσιστές κόστισε όχι μόνο την ταμπέλα του "ανθέλληνα" και του "προδότη", αλλά και τη δικαστική εμπλοκή ορισμένων ακτιβιστών (Δίκη των 6 της ΟΑΚΚΕ -από 6,5 μήνες φυλάκιση, δίκη των 4 της "Αντιεθνικιστικής Συσπείρωσης" -19 μήνες φυλάκιση ο καθένας, 12μηνη φυλάκιση ενός 17χρονου μαθητή, δίκες και διώξεις μειονοτικών που αυτοαποκαλούνται Μακεδόνες). Μερικές εκατοντάδες επώνυμων πολιτικών και διανοουμένων που δεν ευθυγραμμίστηκαν με τους "εθνικούς στόχους" και υπερασπίστηκαν δημόσια την ιδέα της αλληλεγγύης και της συνεννόησης με τους γειτονικούς λαούς αντιμετωπίστηκαν ως "πράκτορες των Δυτικών", "μειοδότες", "ευρωλιγούρηδες" κ.λπ. Οταν 21 προσωπικότητες διεφώνησαν τον Μάρτιο του 1994 με το εμπάργκο κατά της FYROM, τρείς βουλευτές του ΠΑΣΟΚ (Μπαντουβάς, Γκλαβίνας και Αδαμόπουλος) ζήτησαν την κεφαλή τους. Υποστήριξαν ότι "διαρρηγνύουν το εθνικό μέτωπο" και η "Αυριανή", πιστή στον ελληνισμό (τότε του ΠΑΣΟΚ), έγραψε: "Πέμπτη Φάλαγγα στην Αθήνα. Επώνυμοι ψευτοκουλτουριάρηδες προδότες κάνουν αισχρή αβάντα στον Γκλιγκόροφ". Από τις φαινομενικά αθώες κατηγορίες για τις μπαγιάτικες εξ Εσπερίας μόδες, οι οποίες γοητεύουν μερικούς αιθεροβάμονες, ανεπαισθήτως περάσαμε υπό το πρόσταγμα των ακραιφνών φασιστικών κύκλων σε ευθύτατες απειλές. Δεν είναι κρυφό ότι κάποιοι παρακρατικοί φακελώνουν και προγράφουν πολίτες επειδή σύμφωνα με τις διαδεδομένες περί "ελληνισμού" αντιλήψεις κρίνονται πολύ διεθνιστές για να είναι γνήσιοι ορθόδοξοι πατριώτες.
Πίθηκοι γένους θηλυκού
Ανοίγω την "Εφημερίδα των Κυριών" και, αντί να βρω εργόχειρα και συνταγές μαγειρικής, διαβάζω περί κοινωνικών ζητημάτων και Αμερικής, διαμαρτυρόταν ο πολύς Ροϊδης το 1896. Και συμπλήρωνε: "Το ευτύχημα είναι ότι ταύτα δεν δύνανται να θεωρηθώσι κατ' ουδένα λόγον ως συμπτώματα ενσκήψαντος και εις την χώραν ημών παθολογικού οργασμού του γυναικείου εγκεφάλου, αλλ' ως μεμονωμέναι και τελείως άσχετοι προς την διανοητικήν υγείαν των Ελληνίδων απόπειραι πιθηκισμού". Το απλό φυλλομέτρημα ενός περιοδικού επαγγελλόμενου τη χειραφέτηση των γυναικών είχε μόλις οδηγήσει τον Εμ. Ροϊδη να διατυπώσει τα βασικά στοιχεία μιας θεωρίας που θα ακολουθούσε τα γυναικεία κινήματα από τη στιγμή της γένεσής τους έως σήμερα. Και η μετριοπαθέστερη γυναικεία διεκδίκηση έμελλε στο εξής να καταγγέλλεται ως γελοίος μιμητισμός ξένων προτύπων άσχετων με την ελληνική πραγματικότητα.
Ιδέα ξενόφερτη, πιθηκισμός εξημμένων γυναικείων εγκεφάλων του εξωτερικού, ανθελληνικός εντέλει δάκτυλος: ο φεμινισμός δεν θεωρήθηκε ποτέ εγχώριο προϊόν, ακόμη και τις στιγμές της άνθησής του. Δεν χρειάζεται να ανατρέξει κανείς σε παλαιότερες εποχές, τότε που και το παραμικρό γυναικείο κιχ ερμηνευόταν ως βεβήλωση της ελληνικής αγίας οικογένειας από το μίασμα του δυτικού σουφραζετισμού ή του ανατολικού μπολσεβικισμού. Ακόμη και σήμερα, κάθε γυναικείο αίτημα αποδίδεται σε κάποιον ξένο παράγοντα. Στο σημείο αυτό οι πολιτικοί άνδρες -και ενίοτε και οι πολιτικές γυναίκες- της μεταπολιτευτικής περιόδου υπήρξαν εξαιρετικά ευφάνταστοι. Ας θυμηθούμε ενδεικτικά την παρέμβαση της Αννας Συνοδινού κατά τη συζήτηση του νομοσχεδίου περί αμβλώσεων το 1986, τότε που η βουλευτής της ΝΔ αποκάλυπτε πίσω από τις φεμινιστικές κινητοποιήσεις την ίδια την 4η Διεθνή: "Οι τεταρτοδιεθνιστές, οι τροτσκιστές δηλαδή, πιστεύουν πως οι γυναίκες πρέπει να εξεγερθούν κατά της σκλαβιάς της αναπαραγωγής (...). Και θεωρούν ότι η πιο σοβαρή κατάκτηση του παγκοσμίου γυναικείου κινήματος είναι το δικαίωμα για νόμιμη έκτρωση (...). Ετσι, λοιπόν, αυτές οι "φεμινίστριες" που υπερασπίστηκαν εδώ οι κυβερνητικοί υπουργοί, θα πρέπει να ξεχάσουν και την τρίτη και την τετάρτη διεθνή".
Γραφικό παράδειγμα; Καθόλου. Για τα γυναικεία "ξενόφερτα ήθη και έθιμα" που πάνε μαζί με την εγκληματικότητα, τον υλισμό, τα ναρκωτικά και τα πορνό μιλούσε τότε ο Ν. Ψαρουδάκης, την υποχρέωση των Ελληνίδων να εμπνέονται αποκλειστικά από τη Δέσπω Μπότσαρη και τη Μαντώ Μαυρογένους είχε διακηρύξει ήδη ο Αβέρωφ, ενώ το ΚΚΕ από την πλευρά του δεν έχανε ευκαιρία να περιλούσει τις φεμινίστριες ως ενεργούμενα του ιμπεριαλισμού. Και έχει ενδιαφέρον ότι κάθε φορά που έπρεπε επιτέλους να υπερψηφιστεί κάποιο νομοσχέδιο σχετικό με την ισότητα των φύλων, όλες οι πτέρυγες της βουλής έσπευδαν να το χαιρετίσουν ως επιστροφή στην αγνή ελληνική παράδοση. "Το πρότυπο των οικογενειακών σχέσεων του Αστικού Κώδικα είναι ένα πρότυπο ξενόφερτο, ανδροκρατικό και πατριαρχικό", αποφαινόταν η εισηγήτρια της ΝΔ Ψαρούδα- Μπενάκη το 1983 κατά τη συζήτηση για τον εκσυγχρονισμό του Αστικού Κώδικα. "Πολλοί από τους θεσμούς που καταργούνται", συμπλήρωνε ο Γ.-Α. Μαγκάκης, "είναι στην πραγματικότητα ξενόφερτοι, είναι συλλήψεις του Ρωμαϊκού Δικαίου".
(Ελευθεροτυπία, 19/11/1995)
www.iospress.gr ΣΥΝΕΧΕΙΑ ΣΤΟ ΔΕΥΤΕΡΟ ΜΕΡΟΣ |