Η ΕΙΚΟΝΑ ΤΩΝ ΝΕΩΝ
Βοήθεια, οι δεκαεξάρηδες
1. / 2.
Με φρίκη ξετρυπώνει η κοινωνία των ενηλίκων τα παιδιά των ρέιβ πάρτι από τα ηλεκτρονικά καταγώγια. Και με αποτροπιασμό παρατηρεί από την τηλεόραση τα πειστήρια του εγκλήματός τους: αφίσες, ηχεία, πικάπ, άδεια μπουκάλια και σταχτοδοχεία.
Ενα ρέιβ πάρτι που κρατάει τριάντα χρόνια
Με τον τρόμο των ρέιβερς έζησε ο ελληνικός πληθυσμός τη φετινή Πρωτοχρονιά. Οι συγκλονιστικές αποκαλύψεις των ηλεκτρονικών δελτίων και των εντύπων πανικού, έφεραν στην επιφάνεια τους νέους κινδύνους που απειλούν τα ελληνόπουλα: παπούτσια με έντονα φωσφορίζοντα χρώματα, σκουλαρίκια, ξυρισμένα ή βαμμένα κεφάλια, πάρτι σε κλαμπ ή σε απόμερους ή και σε ανοιχτούς χώρους, πολύωρος χορός, μονότονη μουσική. Αυτή η άθλια (και βεβαίως ξενόφερτη) μόδα οδηγεί μαθηματικά τους νεοσσούς μας στα φονικά "έκστασις" και μετά στο θάνατο. Αν πιστέψουμε τους βράχους ηθικής που έχουν εργολαβικά αναλάβει να προστατέψουν την οικογένεια και το έθνος, αυτή τη φορά δεν πρόκειται να επιζήσει σχεδόν κανένας νέος.
Υπερβολές, θα πείτε. Ομως, οι παραπάνω ανοησίες, λίγο πριν από το τέλος του αιώνα, φαίνεται να επηρεάζουν πολύ σοβαρότερα τμήματα της ελληνικής κοινωνίας, απ' ό,τι στο πρόσφατο παρελθόν. Αιτία γι' αυτή την εξέλιξη δεν είναι μόνο η ισοπεδωτική επικράτηση του κιτρινισμού στα ΜΜΕ και ο ελάχιστος δημόσιος αντίλογος στα προβαλλόμενα στερέοτυπά του, είναι κυρίως η "αποπολιτικοποίηση" των ίδιων των νέων. Υστερα από χρόνια στρατευμένης συκοφάντησης των οργανωμένων αντιστάσεων κάθε κινήματος χειραφέτησης της νεολαίας, ο οιοσδήποτε μπορεί να τερατολογεί ελεύθερα και ατιμώρητα. Πατάχθηκε κάθε ιδέα πολιτικής αυτονομίας της νεολαίας στους χώρους που σπουδάζει, εργάζεται ή
ζει. Καταδικάστηκε η "κομματικοποίηση", μετά βδελυγμίας αποκρούστηκαν οι μαζικές κινητοποιήσεις και η σύγκρουση με τις όποιες αυθεντίες, απομονώθηκε η κριτική σκέψη στο εκπαιδευτικό σύστημα και επιβλήθηκε ο εθνικισμός και ο νεοκυνισμός. Από τη μια οι γιάπηδες κι απ' την άλλη οι ρασοφόροι σκοταδιστές. Οι δυο όψεις του ίδιου κίβδηλου νομίσματος. Οποτε κάποιο κομμάτι των νέων σήκωνε κεφάλι, το ιδεολογικό δίδυμο αναλάμβανε να το γεμίσει καρούμπαλα. Οι πάσης φύσεως διμοιρίες (ΜΑΤ, εισαγγελέων, παιδαγωγών, πολιτικών, παπάδων, νοικοκυραίων και ρεπόρτερ) περίμεναν στις γωνίες. Και για τις ανάγκες της παντοδύναμης TV, τους έσυραν ως τη γωνιά Πατησίων και Στουρνάρη. Κάπου εκεί ακούστηκε και το απεγνωσμένο σύνθημα "Μπάτσοι, TV, Νεοναζί, όλα τα καθάρματα δουλεύουνε μαζί". Το μεγάλο "παιδομάζωμα" του Νοεμβρίου 1995 και τα "έκτακτα στρατοδικεία" που στήθηκαν, έκλεισαν προς το παρόν το θέμα των "βανδάλων αναρχικών που προσβάλλουν και καίνε τα εθνικά μας σύμβολα".
Επόμενοι στόχοι, οι "φυλές" των νέων. Μείγμα φθόνου, νεοσυντηρητισμού και τρομολαγνείας, οι επιθέσεις κατά των "τρόπων ζωής" τους, διευρύνουν όλο και περισσότερο το χάσμα των γενεών. Το μέλλον των παιδιών είναι έτσι κι αλλιώς αβέβαιο και ως ασφαλέστερος τρόπος για να αποσείσει τις ευθύνες της η "κοινωνία των ενηλίκων", επιλέγεται η "δαιμονοποίηση" των "ανάγωγων". Οταν τα παιδιά απομακρύνονται από τους κόλπους της ελληνορθόδοξης οικογένειας και το προκατασκευασμένο μοντέλο καριέρας, τότε κάποιος "άλλος" πρέπει να φταίει. Κι αν παρά τις αποκαλύψεις των "συνωμοσιών" κατά της νεολαίας μας, αυτή δεν εννοεί να ακολουθήσει τον ορθό δρόμο, τότε μετατρέπεται από θύμα σε θύτη. Η απόσταση είναι ελάχιστη. Τα παραδείγματα λειτουργίας αυτού του μηχανισμού είναι άφθονα. Στην αρχή οι νέοι είναι τα θύματα των ναρκωτικών π.χ. που διοχετεύουν οι "Σκοπιανοί και οι Τούρκοι μεγαλέμποροι του θανάτου", αλλά πολύ γρήγορα γίνονται οί ίδιοι "δημόσιος κίνδυνος" αφού "είναι αντιπαραγωγικά και εγκληματικά στοιχεία", και με τέτοιο τρόπο στιγματίζονται και τιμωρούνται. Το ίδιο σύμπτωμα είδαμε και με την καταγγελία του "δυτικόφερτου τρόπου ζωής" στα μπαρ και τα κλαμπ, που οδήγησε στην "ποτοαπαγόρευση" και το "νέο ωράριο" του κ. Παπαθεμελή, τον Μάρτιο του '94. Και θα θυμάστε, βεβαίως, τα 4 ανήλικα "Ρωχαμάκια" του Αγίου Παντελεήμονα, "που έβριζαν, κάπνιζαν χασίσι, και τρομοκρατούσαν τη γειτονιά", και πίσω τους κρυβόταν ένας 16χρονος "εγκέφαλος"; Οταν τελειώνει ένας κύκλος υστερίας, όπως αυτός με τους "επικίνδυνους χεβιμεταλάδες", το πρώτο εξάμηνο του 1995, τότε έρχεται και το ηθικοπλαστικό κήρυγμα. "Οποιος πιστεύει στον Ελληνισμό και τον Χριστό δεν έχει πρόβλημα σατανισμού", δήλωνε ο φίρερ της "4ης Αυγούστου" Κ. Πλεύρης (14.6.95). Κι όταν ξεπερνιέται μια μείζων κρίση, σαν την παρολίγο σύρραξη στα Ιμια, τίθεται θέμα στρατιωτικής πειθαρχίας. "Απαιτείται", λέει π.χ. ο Βύρων Πολύδωρας, "παιδαγωγική προπαρασκευή που να γαλουχεί εθνικά κάθε νέα γενιά" (6.2.96).
Ομως, ανεξάρτητα από τη δυναμική που αποκτά κάθε φορά στην κοινωνία, η κινδυνολογική δημοσιογραφική συνταγή κατά των νεανικών "παρεκκλίσεων" δεν είναι καθόλου πρωτότυπη. Ούτε και η πολιτική χρήση αυτής της θεματολογίας είναι πρωτοφανής. Μια πρόχειρη ματιά στο περιοδικό ευρύτατης κυκλοφορίας "Ταχυδρόμος" την περίοδο των συνταγματαρχών της "21ης Απριλίου" το επιβεβαιώνει. Από τότε "αποκαλύπτονται" οι "Εκατό έμποροι του 'αργού θανάτου' στην Αθήνα". Και τότε οι αστυνομικοί συντάκτες συνέπασχαν με τις διωκτικές αρχές και μιλούσαν για "σεσημασμένους, επικίνδυνους τοξικομανείς", όταν αναφέρονταν στους χρήστες της κάνναβης. "Ιδιαιτέρως ενδιαφέροντα στοιχεία για τα ναρκωτικά, τους τοξικομανείς και τους λαθρεμπόρους μας έδωσε ο προϊστάμενος της Υπηρεσίας Διώξεως Ναρκωτικών της Γενικής Ασφαλείας Αθηνών αστυνόμος κ. Δημ. Καραγιαννόπουλος, χάρη στη δραστηριότητα του οποίου η υπηρεσία αυτή έχει γνωρίσει μεγάλες επιτυχίες τα τελευταία χρόνια. Το χασίς, λέει ο αστυνόμος κ. Δημ. Καραγιαννόπουλος, είναι το περισσότερο διαδεδομένο. Οι χασισοπότες διακρίνονται για το υπερβολικό και ηλίθιο γέλιο. Μετά τη χρήση θέλουν να καταβροχθίσουν άφθονα γλυκά. Γλυκά με πολλά σορόπια" (Δημ. Μαθιόπουλος, 28.7.1967). Για τους άθλιους χίπηδες της Δύσης που ακούνε Μπιτλς και διαβάζουν Γκίνσμπεργκ, πληροφορούμαστε ότι "Τα ναρκωτικά είναι το καθημερινό τους ψωμί. Και ασχολούνται με την τεμπελιά, τα εξωτικά θυμιάματα και τον έρωτα" ("Ταχυδρόμος", 25.8.1967). Την πρώτη επέτειο του πραξικοπήματος -στο ίδιο έντυπο- ο θεολόγος, πρωθιερέας της Αγίας Αικατερίνης Πλάκας, Γεώργιος Κατινάς (σ.σ. ενεργός στα ΜΜΕ ως τις μέρες μας), και τότε διαπίστωνε ότι "τα παιδιά μας νοσούν ηθικά". Διότι "το εικονοστάσι του σπιτιού αντικατεστάθη από πίνακες αφηρημένης τέχνης και το καντήλι από απλίκες". Στις 22.8.1969, οι ρεπόρτερ χώνονται στον ύποπτο κόσμο της νύχτας και μένουν άναυδοι: "Κατά τις μικρές ώρες στην ντισκοτέκ, μένουν οι εκλεκτοί των εκλεκτών, οι μεμυημένοι στις συνήθειες και στα κόλπα του κέντρου, οι οικείοι. Και τότε μπαίνουν στο στέρεο οι σόκιν δίσκοι. Είναι κάτι ειδικοί εγγλέζικοι δίσκοι, που μέσα στην υποβλητική και σέξυ μουσική τους, περιλαμβάνουν πολύ τολμηρά γλυκόλογα, τα τριξίματα κάποιου κρεβατιού, την γρήγορη ανάσα". Τα ίδια λαγωνικά ανακαλύπτουν και άλλους "ύποτους νεοκοσμικούς του τρίτου ή κάποιου άλλου απροσδιόριστου φύλου". Κάπως διαφοροποιημένος εμφανίζεται ο Ν. Κακαουνάκης. Ψάχνει τα πραγματικά στοιχεία και βάζει τα πράγματα στη θέση τους: "Η εφαρμογή του Νόμου 4.000 'περί τεντυμποϊσμού' σε ευρεία κλίμακα απέδειξε ότι σχεδόν το ίδιο άτακτα, ατίθασα και παράλογα με τα νιάτα, είναι τα γηρατειά" .
Η χούντα πέρασε, αλλά οι ιστορίες με παρασυρμένους και επικίνδυνους νέους δεν σταμάτησε. Η Λιάνα Κανέλλη στα "Επίκαιρα" (22.1.1976), ξεσκεπάζει τις "επιδρομές τοξικομανών στον σταθμό Α' Βοηθειών". "Νεαροί ναρκομανείς με μαχαίρια και ξυράφια κουρείου απειλούν τις νύχτες τους γιατρούς για μια 'δόση'. 'Κινδυνεύουμε λένε οι γιατροί και εκπέμπουν σήμα κινδύνου". Διαβάζοντας πιο κάτω, πληροφορούμαστε ότι τελικά οι μάχες δεν έχουν κριθεί. "Μέχρι στιγμής στατιστικά νικητές είναι οι γιατροί. Ως πότε όμως; Αν κάποια μέρα ο τοξικομανής καρφώσει στο στήθος του γιατρού ένα μαχαίρι;". Και η Ελενα Ακρίτα τάσσεται στην πρώτη του αγώνα κατά της "μάστιγας". Με την ανάμεικτη γλώσσα της ΚΝΕ και των έντρομων Συλλόγων Γονέων και Κηδεμόνων γράφει, για "το γενικότερο πλαίσιο αποπροσανατολισμού των νέων, με τις ταινίες πορνό, τα μπαρ και τα μπιλιάρδα" ("Ταχυδρόμος", 18.8.1977). Ο Κώστας Χαρδαβέλλας δεν μπορούσε να απουσιάσει. Στα "Νέα" (10.12.1981) γράφει συγκλονιστικές λεπτομέρειες: "Χωρίς κανέναν έλεγχο από την αστυνομία, και με την πελατεία τους να μην ξεπερνάει τα 17 ή 18 χρόνια σε ηλικία, με έναν προστατευτικό κλοιό από μπράβους, οι 22 ντισκοτέκ που απλώνονται από το Φάληρο μέχρι τη Γλυφάδα, εξελίσσονται σε ένα δίκτυο λαθρεμπορίας ναρκωτικών της Αθήνας (...) Η μουσική που σκορπάνε τα μεγάφωνα έχει τέτοια ένταση που σου σπάει το κεφάλι. Κάπου 20 ζευγάρια στην πίστα, μουσκεμένα στον ιδρώτα, χορεύουν σ' έναν ξέφρενο ρυθμό. Κορίτσια 15 και 16 χρονών από τη μόνιμη πελατεία των ντισκοτέκ, εκδίδονται, για να μπορούν μετά να αγοράζουν ναρκωτικά".
Ο μπόγιας του μεσονυκτίου
Μπορεί να έγινε πρόεδρος προβάλλοντας το ριζοσπαστικό του νεανικό παρελθόν ο Μπιλ Κλίντον, αλλά το περασμένο καλοκαίρι, διεκδικώντας μια δεύτερη θητεία στον Λευκό Οίκο, επιτέθηκε ανοιχτά στους "ζωηρούς" νέους της χώρας του και δεν δίστασε να υπερκεράσει τον αντιδραστικό αντίπαλό του Μπομπ Ντόουλ, προτείνοντας να απαγορεύεται η κυκλοφορία όλων των νέων το βράδυ.
Ο Κλίντον δεν πρωτοτύπησε. Ηδη το Μάρτιο του 1989 αποφασίστηκε στην Ουάσιγκτον απαγόρευση κυκλοφορίας στους νέους κάτω των 18 ετών από τις 11 το βράδυ ως τις 6 το πρωί. Τη σταυροφορία σωτηρίας της αμερικανικής πρωτεύουσας από τους ανήλικους κατοίκους της είχε αναλάβει στις αρχές του έτους ο δημοτικός σύμβουλος Κρόφορντ. Οι χλιαρές αντιρρήσεις του δημάρχου Μάριον Μπάρι κάμφθηκαν πολύ γρήγορα και το μέτρο πέρασε ομόφωνα από το δημοτικό συμβούλιο.
Υποτίθεται ότι μ' αυτό τον τρόπο θα δινόταν μια απάντηση στη ραγδαία αύξηση της εγκληματικότητας στην Ουάσιγκτον: το 1988 είχαν σημειωθεί 372 δολοφονίες και ο Τύπος έσπευσε να την χαρακτηρίσει murder capital. Μάταια ο αστυνομικός διευθυντής Μόρις Τέρνερ παρατηρούσε ότι η "μέση ηλικία των θυμάτων είναι 31 χρόνια και η μέση ηλικία των δραστών πολύ πάνω από 18 χρόνια". Το μέτρο θεωρήθηκε απαραίτητο. Και έμειναν μόνο οι υπερασπιστές των δικαιωμάτων του πολίτη (όπως η American Civil Liberties Union) να διαμαρτύρονται και να προσβάλλουν την υπόθεση στα δικαστήρια, υποστηρίζοντας ότι παραβιάζεται το Σύνταγμα της χώρας. Ο ομοσπονδιακός δικαστής που εξέτασε το μέτρο αποφάνθηκε ότι πράγματι παραβιάζει θεμελιώδεις καταστατικές αρχές και διέταξε την ακύρωσή του. Από τότε ξεκίνησε ένας μακρόχρονος δικαστικός αγώνας που κατέληξε με την οριστική απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου τον Νοέμβριο του 1993. Οι τοπικές αρχές είναι πλέον ελεύθερες να επιβάλλουν νυχτερινούς περιορισμούς κυκλοφορίας σε ομάδες πολιτών.
Στην ίδια περιοχή της πρωτεύουσας είχε επιβληθεί απαγόρευση νυχτερινής κυκλοφορίας στο μαύρο πληθυσμό μετά τις ταραχές που ακολούθησαν τη δολοφονία του μαύρου ηγέτη Μάρτιν Λούθερ Κινγκ το 1968. Αλλά και σήμερα, οι πρώτοι που θίγονται από το μέτρο είναι οι νεαροί έγχρωμοι, κυρίως μετανάστες από την Κεντρική Αμερική. Η πιο αυστηρή περιφρούρηση του μέτρου της απαγόρευσης σημειώθηκε το Μάιο του 1991, ύστερα από την εξέγερση των νεαρών ισπανόφωνων που διαμαρτύρονταν για τα βασανιστήρια που υπέστη ένας δικός τους στα κρατητήρια της αστυνομίας.
Μπορεί η περιπέτεια της Ουάσιγκτον να έγινε ευρύτερα γνωστή επειδή αφορούσε την πρωτεύουσα, όμως ήδη από τα μέσα της δεκαετίας του 80 πολλές αμερικανικές πόλεις, μικρές και μεγάλες, είχαν υιοθετήσει το μέτρο του βραδινού μπόγια. Ανάμεσά τους το Ντιτρόιτ, το Λος Αντζελες, το Νιούαρκ. Μέχρι σήμερα έχουν βρει μιμητές απ' τη μια άκρη της χώρας μέχρι την άλλη: στο Ντάλας, τo Ινκλγουντ, το Ντέρμοτ του Αρκάνσας, το Χάντιγκτον Μπιτς, το Θάουζεντ Οκς, τη Σάντα Μόνικα και το Λονγκ Μπιτς.
Η μεγάλη εμπειρία από την εφαρμογή του μέτρου δεν δικαιώνει τους φανατικούς υποστηρικτές του. "Η απαγόρευση της νυχτερινής κυκλοφορίας των νέων δεν μειώνει καθόλου την εγκληματικότητα των ανηλίκων. Μια ανεπίσημη έρευνα που πραγματοποιήθηκε στο Ντιτρόιτ, ναι μεν καταγράφει μείωση των επεισοδίων κατά τις ώρες της απαγόρευσης, όμως διαπιστώνει συνολική αύξηση της εγκληματικότητας των ανηλίκων. Μ' άλλα λόγια, το πρόβλημα απλώς μετατοπίστηκε χρονικά." Η διαπίστωση έχει ιδιαίτερη σημασία, εφόσον προέρχεται από τον καθηγητή Αρνολντ Μπίντερ, ειδικό σε ζητήματα παραβατικότητας ανηλίκων. Ο ίδιος αμφισβητεί την επιχειρηματολογία που αναπτύσσεται από τους θιασώτες της απαγόρευσης: "Υποτίθεται ότι το μέτρο αποσκοπεί στην ενίσχυση του ελέγχου των γονιών πάνω στα παιδιά, στην προστασία των νέων απ' τους κινδύνους του δρόμου τη νύχτα και την προστασία του κοινωνικού συνόλου απ' την εγκληματικότητα των ανηλίκων. (Ο ανομολόγητος λόγος είναι ότι οι άνθρωποι της εξουσίας θέλουν να επιδείξουν αυστηρότητα απέναντι στο έγκλημα και να υποκαταστήσουν τους γονείς που δεν κάνουν καλά αυτά "τα μικρά τέρατα".) Πάντως δεν μπορώ να φανταστώ με ποιο τρόπο θα ενισχυθεί ο έλεγχος των γονιών, όταν τους αφαιρείται εντελώς ο έλεγχος. Και αν οι κίνδυνοι του δρόμου αντιμετωπίζονται μ' αυτό τον τρόπο, τότε θα 'πρεπε να απαγορεύουμε την κυκλοφορία των υπερηλίκων που είναι περισσότερο ευάλωτοι στη βία..." (Los Angeles Times, 18.9.1994).
Η παράδοση, πάντως, στις ΗΠΑ είναι πολύ παλιότερη. Υπολογίζεται ότι στα τέλη του περασμένου αιώνα υπήρχαν 3000 πόλεις και χωριά με νυχτερινή απαγόρευση κυκλοφορίας των ανηλίκων. Ο καθηγητής κοινωνικής ιστορίας στο πανεπιστήμιο Γιέιλ Τζον Ντίμος σχετικοποιεί τη σημερινή υστερία κατά των νέων που διατρέχει την αμερικανική κοινωνία: "Σε περιοδικά του 1880 και του 1890 διαβάζουμε άρθρα για την κατάρρευση του ελέγχου των γονιών πάνω στα παιδιά τους. Τα επιχειρήματα που χρησιμοποιούνται μοιάζουν εντυπωσιακά με τα σημερινά. Πρόκειται για μια πολύ παλιά ιδέα σ' αυτή τη χώρα. Φαίνεται ότι επαναλαμβάνεται σε κάθε γενιά τα τελευταία 100 ή 150 χρόνια." (Los Angeles Times, 18.1.1995)
Πάντως αυτό το πρόσφατο κύμα απαγορεύσεων κυκλοφορίας των νέων είναι πιο μελετημένο από κάθε άλλη φορά. Οι περισσότερες πόλεις που το υιοθετούν, θεσπίζουν και σοβαρά πρόστιμα για τους γονείς των παιδιών που παραβιάζουν το ωράριο. Μ' αυτό τον τρόπο πετυχαίνουν το διπλό στόχο: αφενός ενοχοποιούν προκαταβολικά τους γονείς για την
(εικαζόμενη) εγκληματική συμπεριφορά των παιδιών τους, αφετέρου καλύπτουν τα έξοδα παρακολούθησης, σύλληψης και κράτησης των ανήλικων παραβατών. Η φιλελεύθερη φαντασία στην εξουσία.
Ευρωπαίοι νέοι, στα κρεβάτια σας!
Τη δόξα του αμερικανού προέδρου ζήλεψε ο κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος των γερμανών Χριστιανοδημοκρατών Νόρμπερτ Γκάις. Τον περασμένο Ιούνιο ζήτησε από τη γερμανική βουλή να υιοθετήσει την "έμπνευση" Κλίντον και να θεσμοθετήσει την απαγόρευση κυκλοφορίας των νέων στις γερμανικές πόλεις από τις 8 το βράδυ ως τις 6 το πρωί. Η πρόταση συνάντησε την αντίδραση όλων των κομμάτων, και ο ομοσπονδιακός υπουργός εσωτερικών Μάνφρεντ Κάντερ υποχρεώθηκε να καθησυχάσει την κοινή γνώμη "αδειάζοντας" τον συνάδελφό του: "Δεν είναι δυνατόν με διοικητικά μέτρα να αντιμετωπίσουμε την εγκληματικότητα των ανηλίκων." Ο βουλευτής των Σοσιαλδημοκρατών Κλάους Λέναρτς απάντησε στην πρόταση, αντιπροτείνοντας να απαγορευθεί ο λόγος και η είσοδος στη Βουλή του κ. Γκάις "για να προστατευθεί η νεολαία από παρόμοιες ιδέες". Και η εκπρόσωπος των "Πρασίνων" Κρίστα Ζάγκερ σημείωσε ότι η πρόταση του Γκάις θα ήταν για γέλια αν δεν έκρυβε πίσω της την επικρατούσα πολιτική κατεύθυνση που τείνει να μεταμορφώσει τα θύματα της κοινωνικής κατάρρευσης σε ενόχους.
Τις ίδιες μέρες, η ιδέα του προέδρου Κλίντον βρήκε υποστηρικτές στη Μεγάλη Βρετανία, και μάλιστα στο κόμμα της αντιπολίτευσης. Ο "σκιώδης" υπουργός εσωτερικών των Εργατικών Τζακ Στρόου δήλωσε ότι οι βρετανικές πόλεις πρέπει να υιοθετήσουν τη νυχτερινή απαγόρευση κυκλοφορίας για τους νέους και πρότεινε συνεργασία γονέων και αστυνομίας για την ορθή ανατροφή των παιδιών. Από το χώρο του Εργατικού Κόμματος προέρχεται και η πρόταση για "υποχρεωτική αναμόρφωση" των γονέων "ανεύθυνων" παιδιών. Και ο συνεργάτης του Τόνι Μπλερ στον τομέα της παιδείας υποστήριξε την ανάγκη επιστροφής των παραδοσιακών μαθημάτων, ως λύση για την εξαθλίωση της βρετανικής εκπαίδευσης.
(Ελευθεροτυπία, 26/1/1997)
www.iospress.gr ΣΥΝΕΧΕΙΑ ΣΤΟ ΔΕΥΤΕΡΟ ΜΕΡΟΣ |