Ο ΞΕΝΟΣ ΤΥΠΟΣ ΓΙΑ ΤΗ ΧΟΥΝΤΑ


Αυτοί που ήθελαν τους κολονέλους

1.   2

Τι μάθαινε η διεθνής κοινή γνώμη για τη χούντα των συνταγματαρχών; Αν κρίνουμε από ορισμένα δημοσιεύματα, ακόμα και "έγκυρων" εντύπων του εξωτερικού και "έγκριτων" ξένων δημοσιογράφων, ο Παπαδόπουλος και η παρέα του υπήρξε μια λύση για το ελληνικό χάος, και η βαρβαρότητα του καθεστώτος ένα καλό όπλο κατά του "κομμουνιστικού κινδύνου".



Τα καλά νέα από την Ελλάδα


"Ευχάριστα νέα για τα παιδιά. Σήμερα δεν έχει σχολείο!" Μ' αυτά τα λόγια ανήγγειλε στο κοινό του το πραξικόπημα της 21ης Απριλίου 1967 ο εκφωνητής του ραδιοφωνικού σταθμού της αμερικάνικης βάσης του Ελληνικού. Aυτό το πρώιμο δείγμα μεταμοντέρνου newscasting δεν αντιπροσωπεύει φυσικά το μέσο όρο της διεθνούς ειδησεογραφίας για την επτάχρονη Ελλάδα των Ελλήνων Χριστιανών. Το αντίθετο μάλιστα. Ξεφυλλίζοντας κανείς τις ξένες εφημερίδες της εποχής, διαπιστώνει μια συστηματική κάλυψη των γεγονότων στην Ελλάδα, συχνά πολύ καλύτερη απ' ό,τι τα τελευταία χρόνια. Αισθητή είναι και η παρουσία ενός ευαίσθητου αναγνωστικού κοινού, που παρεμβαίνει τακτικά από τις στήλες της αλληλογραφίας διορθώνοντας ανακρίβειες και δυσκολεύοντας την εξύμνηση των συνταγματαρχών. Το δημοσιογραφικό και πολιτικό αυτό ενδιαφέρον είχε αντίκτυπο και στο εσωτερικό της χώρας. Οπως επισημαίνει η Ελένη Βλάχου, με δεδομένη την ασφυκτική προληπτική λογοκρισία του εγχώριου Τύπου "οι ειδήσεις που πραγματικά ενδιέφεραν το ελληνικό κοινό έρχονταν από τους ξένους ραδιοσταθμούς, από το BBC, το ραδιοσταθμό του Παρισιού, τη Ντώυτσε Βέλλε, που όλοι τους είχαν προγράμματα στα ελληνικά, κι επίσης από τις ξένες εφημερίδες που, αρκετά εκπληκτικά, τις αγόραζε κανείς ελεύθερα στην Αθήνα" ("Οι συνταγματάρχες και ο Τύπος", σ.119). Είναι αλήθεια ότι στα πρώτα του βήματα το καθεστώς προσπάθησε να κλείσει κι αυτό το κανάλι πληροφόρησης, για να αναδιπλωθεί όμως μπροστά στις αντιδράσεις. "Εγκυροι κυβερνητικοί κύκλοι", διαβάζουμε στο Εθνος της 14.5.67, "εξ αφορμής δημοσιεύματος της γαλλικής εφημερίδος `Λε Μοντ', η οποία εις ανταπόκρισίν της εξ Αθηνών γράφει ότι το μεγαλύτερον μέρος του Τύπου του εξωτερικού απαγορεύεται να κυκλοφορήση στην Ελλάδα και ότι ορισμένων εφημερίδων, άι οποίαι διατίθενται προς πώλησιν, σχίζονται άι σελίδες που περιέχουν δημοσιεύματα δια τας ελληνικάς υποθέσεις, παρετήρουν τα εξής: Ο `Μόντ' θεωρείται έγκυρος εφημερίς. Και είναι λυπηρόν που έπεσε θύμα μιας ανακριβούς ανταποκρίσεως. Διότι ο έλεγχος του ξένου Τύπου, απαραίτητος τας ολίγας πρώτας ημέρας μετά την επανάστασιν, όχι μόνον περιωρίσθη αμέσως κατόπιν, αλλά και κατηργήθη εντελώς αργότερον. Ο υπουργός Προεδρίας κ.Παπαδόπουλος εις την πρώτην του επικοινωνίαν με τους δημοσιογράφους ετόνισεν ότι οι ξένοι ανταποκριταί είναι ελεύθεροι να στείλουν οιανδήποτε ανταπόκρισιν δια την κατάστασιν της Ελλάδος. Η κυβέρνησις ουδένα έθεσεν περιορισμόν. Αφησεν οι περιορισμοί να τίθενται μόνον από την αξιοπρέπειαν των δημοσιογράφων και από την εκτίμησιν την οποίαν έχουν εις την αντικειμενικότητα".

Αν κρίνουμε από την καθημερινή σχεδόν αναδημοσίευση στον ελληνικό τύπο της υμνητικής αρθρογραφίας ξένων εντύπων, οι δικτάτορες δεν πρέπει να ήταν και τόσο δυσαρεστημένοι από την απόδοσή τους στις δημόσιες σχέσεις. Μέχρι κι ο Αδαμάντιος Ανδρουτσόπουλος θριαμβολογεί στα απομνημονεύματά του: "Η επιτυχία της δημοσιονομικής πολιτικής έτυχε γενικής αναγνωρίσεως και προεκάλεσε διεθνώς ενθουσιώδη σχόλια των μέσων ενημερώσεως, από το Νέον Δελχί των Ινδιών μέχρι το Τόκιο της Ιαπωνίας, τον Αγιον Φραγκίσκον, την Νέαν Υόρκην και το Σικάγο των ΗΠΑ, την Μελβούρνην της Αυστραλίας, την Αργεντινήν και την Βραζιλίαν και ολόκληρον την Ευρώπην. Αμερικανός ραδιοσχολιαστής, γνωστός δια το κύρος, την σοβαρότητα και την αντικειμενικότητα δεν εδίστασε να δηλώσει ότι `ο Ελλην Υπουργός των Οικονομικών θεωρείται ο πλέον επιτυχημένος Υπουργός των Οικονομικών της Ευρώπης'" ("Η μαρτυρία ενός πρωθυπουργού", Αθήνα 1993, σ.31). Υπερβολές; Αρκεί να ρίξει κανείς μια ματιά στα πρακτικά της πρες κόνφερανς του Παπαδόπουλου προς τους Γάλλους δημοσιογράφους (Θεσ/νίκη 28.5.67), για να διαπιστώσει ότι τα λεφτά των ελλήνων φορολογουμένων έπιαναν τόπο. Δοκιμάστε να καταλάβετε ποιός δίνει συνέντευξη σε ποιόν:
"ΕΡ: Κύριε Υπουργέ, ποτέ δεν θα προκαλέσωμεν δυσχερείας εις τας αγαθάς και φιλικάς σχέσεις και φιλικάς σχέσεις μεταξύ Ελλάδος και Γαλλίας μετά την τόσον συμπαθή και ευχάριστον φιλοξενίαν που εδέχθημεν τας τελευταίας δύο ημέρας εις την Ελλάδα.
Γ.Π.: Ο Θεός της φιλοξενίας υπήρξεν Ελλην.
ΕΡ: Εχετε σκέψιν να κάμετε προπαγάνδαν εις το εξωτερικόν, εις την Αμερικήν και εις άλλα μέρη, δια να μη γράφωνται αυτά που γράφωνται; Οσον αφορά δια την Γαλλίαν δεν χρειάζεται, διότι είμεθα εμείς εδώ.
Γ.Π.: Αυτό έχει γίνει δια τας άλλας χώρας. Και βασικώς εκείνο που εκάμαμεν είναι να πούμε εις όλους ότι ημπορεί να έλθη ο κεθένας να ίδη και να γράψη διότι εάν το είπωμεν ημείς έχουν το δικαίωμα να μην το πιστέψουν. Εάν το ίδουν οι ίδιοι δεν έχουν το δικαίωμα ούτε να μην το πιστέψουν ούτε να μην το ομολογήσουν επανερχόμενοι εις τας χώρας των". 

Η ακτινοβολία των συνταγματαρχών δε σαγήνευσε μόνο κάποια λαθρόβια ΜΜΕ και τους συνήθεις μικροαπατεώνες του χώρου. Υμνητικά ρεπορτάζ συναντάμε ακόμα και σε έντυπα παγκόσμιας εμβέλειας, συχνά μέσα από την "αντικειμενική" σχετικοποίηση των προβληματικών πλευρών του καθεστώτος. Για την άγρια καταστολή λχ της πρώτης μαζικής αντιδικτατορικής φοιτητικής συγκέντρωσης, το Φεβρουάριο του 1973 στο ΕΜΠ, οι αναγνώστες του έγκυρου Τάιμ (12.3.73) πληροφορούνται ότι οφειλόταν στην προκλητική στάση των θυμάτων: "οι φοιτητές άρχισαν να προκαλούν τους μπάτσους με κραυγές `φασίστες!' και `Γκεστάπο!' Επιπλέον, ορισμένοι πρόσθεσαν και δυό ειδικά ελληνικές βρισιές: πούστης και μαλάκας [στα ελληνικά, με τις αντίστοιχες ερμηνείες]. Η αστυνομία απάντησε χτυπώντας και τραβώντας έξω κάμποσους διαδηλωτές, έντεκα από τους οποίους κατηγορήθηκαν για `περιύβριση αρχής'". Αλλοτε πάλι, πίσω από ένα τεχνικά "ουδέτερο" ύφος γίνονται αποδεκτοί βασικοί ισχυρισμοί της χούντας. Χαρακτηριστικός είναι λχ ο τρόπος κάλυψης του "δημοψηφίσματος" του 1968 από τους Φαϊνάνσιαλ Τάιμς (1.10.68), που αποφεύγουν οποιαδήποτε αναφορά στις καταγγελίες για εξώφθαλμη νοθεία και ερμηνεύουν το επίσημο αποτέλεσμα (94% "ναι") ως "μαζική αποδοχή" του χουντικού "Συντάγματος" από τον ελληνικό λαό.
Αυτά όσον αφορά το καθαρά ειδησεογραφικό μέρος. Η βασική όμως φιλοδικτατορική προπαγάνδα γινόταν στις στήλες των αναλύσεων, που αναλαμβάνουν να βοηθήσουν τον αναγνώστη στην ταξινόμηση των αποσπασματικών πληροφοριών και τη διαμόρφωση μιας στάσης απέναντι στις εξελίξεις. Ο διάσημος Σάιρους Σουλτσμπέργκερ των Νιου Γιορκ Τάιμς πχ, χρόνια ολόκληρα προσπαθούσε να πείσει το κοινό του ότι στην Ελλάδα "η καταπίεση είναι στην πραγματικότητα περισσότερο υπονοούμενη παρά πραγματική" (8.10.69), "συστηματική χρήση βασανιστηρίων οπωσδήποτε δεν είναι κυβερνητική πολιτική, παρόλο που εφαρμόζονται σποραδικά" (5.10.69), "οι περισσότεροι από τους τωρινούς ηγέτες της Ελλάδας είναι μετριότητες, αυτό όμως δεν έχει καμιά σχέση με τον αρχηγό τους, Γεώργιο Παπαδόπουλο" που "ξεχειλίζει από ευφυία" και "είναι σχετικά μετριοπαθής, με τα κριτήρια της επανάστασής του" (10.10. 69), "οι περισσότεροι Ελληνες δεν επιθυμούν ούτε την επιστροφή στο προηγούμενο χάος του 1967 ούτε τον κίνδυνο σοβαρής αιματοχυσίας" (8.10.69), και, επιπλέον, "προβληματίζονται με τα διπλά κριτήρια που εφαρμόζονται σ' αυτούς από τους ξένους φιλελεύθερους" που "έστειλαν επιτροπή να ερευνήσει την τύχη των συλληφθέντων πολιτικών" ενώ "ουδέποτε ζήτησαν το ίδιο για τη Συρία" (7.7.69). Αλλωστε, "η Ελλάδα ήταν σίγουρα ένα χάλι το 1967 και, κυρίως εξαιτίας του παραφουσκωμένου εγώ και των διεστραμμένων ελιγμών ενός πολιτικού που ονομάζεται Ανδρέας Παπανδρέου, βρισκόταν στο χείλος του χάους" (5.10.69), ενώ "το πραξικόπημα στρέφεται κυρίως ενάντια στην άκρα αριστερά" που "από τον Ιούλιο του 1965 αγόραζε σωρηδόν κυνηγετικά όπλα" (23.4.67).
Στην περίπτωση, τέλος, που κάποιο ξένο έντυπο επέμενε "ανθελληνικά", υπήρχαν οι οργισμένες επιστολές επώνυμων ομογενών του εξωτερικού, που έσπευδαν να βάλουν τα πράγματα στη θέση τους. Με τον εύγλωττο τίτλο "αποστομωτική απάντησις εις συκοφάντας και εις ψεύδη" δημοσίευσαν λχ οι αθηναϊκές εφημερίδες της 12ης Μαίου 1967 την οργισμένη διαμαρτυρία του εφοπλιστή Ιωάννη Λάτση προς την Τριμπίν ντε Ζενέβ: "Οσον αφορά τους στρατιωτικούς, οίτινες έλαβον από καρδίας την απόφασιν να σώσουν την τελευταίαν στιγμήν τον τόπον τους, οι πλείστοι εξ αυτών επολέμησαν κατά τον δεύτερον παγκόσμιον πόλεμον τον φασισμόν εις το αλβανικόν μέτωπον. Είναι λοιπόν πολύ φυσικόν να μην εδίστασαν να αγωνισθούν άλλην μίαν φοράν δι' αυτή την ιδέαν της ελευθερίας που αποτελεί το ιδανικόν του δυτικού μας κόσμου (...) Είμαι βέβαιος ότι εάν ακολουθήσουν τας φρονίμους συμβουλάς του Βασιλέως μας και του Πρωθυπουργού των και εφαρμόσουν το εξαγγελθέν πρόγραμμα της Κυβερνήσεως, θα προσφέρουν εις την Ελλάδα την μεγαλυτέραν υπηρεσίαν που πολίται Ελληνες προσέφεραν από της απελευθερώσεώς της το 1821"...


Ο Γκέιτζ, ο ανιψιός του, και η αλήθεια

Οταν τον περασμένο μήνα, στο μεγάλο αφιέρωμα της Ελευθεροτυπίας για τα 30 χρόνια από το πραξικόπημα του 67, αναφέρθηκε το όνομα του Νίκολας Γκέιτζ μεταξύ άλλων νοσταλγών της επταετίας, ο γνωστός Ελληνοαμερικανός παράγοντας εξανέστη, προβάλλοντας ως αντιδικτατορικές περγαμηνές την αρθρογραφία του στους Νιου Γιορκ Τάιμς.
Η διαμαρτυρία του δημοσιεύθηκε -μαζί με τη δέουσα απάντηση- στις 21 Απριλίου. Για κακή του τύχη βρίσκεται στα χέρια μας ένα αντίτυπο του βιβλίου που συνέγραψε για την Ελλάδα το 1970 ("Portrait of Greece", American Heritage Press, 1971). Τα αποσπάσματα που δημοσιεύσαμε τεκμηριώνουν τον αρχικό ισχυρισμό μας: πρόκειται για έναν απροκάλυπτο εξωραϊσμό του δικτατορικού καθεστώτος. Ο Γκέιτζ θέλει να ξεχάσει αυτό το βιβλίο. Τα ανώδυνα τμήματά του έχουν άλλωστε περιληφθεί αυτούσια σε νέα έκδοση με τίτλο "Hellas" (1987, Efstathiadis Group). Εχει εξαφανιστεί βεβαίως το επίμαχο κεφάλαιο "Life with the junta".
Ο προσεκτικός αναγνώστης ίσως αναρωτηθεί: μήπως το βιβλίο αυτό υπήρξε απλώς ένα σφάλμα, μια στιγμή αδυναμίας του αμερικανού ρεπόρτερ; Θα αναφερθούμε, λοιπόν, στα κείμενα που προβάλλει ο ίδιος ως τεκμήρια της αντιδικτατορικής του δράσης, στην αρθρογραφία του δηλαδή στους Νιου Γιορκ Τάιμς. Θυμίζουμε ότι εκείνη την περίοδο, η διεθνής αρθρογραφία των υποστηρικτών της χούντας στρεφόταν γύρω από δύο άξονες επιχειρημάτων: α) Οτι η χούντα υπήρξε αναίμακτη και ότι τα αυταρχικά μέτρα (συλλήψεις, εξορίες, βασανιστήρια) μειώνονταν διαρκώς. β) Οτι ο ελληνικός λαός υποστήριζε σε μεγάλο ποσοστό το καθεστώς. Διαπιστώνουμε ότι και οι δυο κατηγορίες επιχειρημάτων είναι παρούσες στην αρθρογραφία του Γκέιτζ. Επειδή, μάλιστα, μπορεί εμείς να θεωρηθούμε προκατειλημμένοι και εκ των υστέρων κριτές, ανατρέξαμε στις στήλες των επιστολών προς τους Νιου Γιορκ Τάιμς. Ιδού, λοιπόν, πώς αντιμετώπισαν τα άρθρα του Γκέιτζ οι αντιχουντικοί συμπατριώτες του.
α) Ως πειστήριο της αντιδικτατορικής του δράσης ο κ. Γκέιτζ μας έστειλε αντίγραφο της συνέντευξης-παρουσίασης του εκτοπισμένου Γιώργου Μυλωνά που δημοσιεύθηκε στις 21 Σεπτεμβρίου 1969. Ο Γκέιτζ γράφει ότι "οι συνταγματάρχες τον Απρίλιο του 1967 συνέλαβαν περίπου 6.000 υπόπτους κομμουνιστές και τους έστειλαν σε φυλακές στα νησιά της Γυάρου και της Λέρου. Αργότερα απελευθέρωσαν περισσότερους από 4.000 και παρείχαν στους υπόλοιπους τη δυνατότητα να κερδίσουν την ελευθερία τους αν υπογράψουν μια υπόσχεση ότι θα αποφύγουν κάθε πολιτική δραστηριότητα." (σ.σ.: Ωραία διατύπωση για τις δηλώσεις μετανοίας!)
Λίγες μέρες αργότερα, απαντά στον Γκέιτζ ένα άλλο μέλος της "ομογένειας", ο Τζορτζ Πάππας, καθηγητής ιατρικής και πρόεδρος του τμήματος ανατομίας στο Κολέγιο Αλμπερτ Αϊνστάιν. Με την ιδιότητα του εκπροσώπου του North American Greek Relief Fund -μιας οργάνωσης με στόχο τη βοήθεια προς τα θύματα της χούντας- ο Πάππας αντιδρά στο δημοσίευμα του Γκέιτζ: "Ο κ. Γκέιτζ υποτιμά τον αριθμό των φυλακισμένων στα στρατόπεδα συγκέντρωσης της χούντας. Η ίδια η χούντα παραδέχεται ότι 4.500 άτομα κρατούνται στα στρατόπεδα της Γυάρου και της Λέρου. Εντούτοις, καλά πληροφορημένες και αξιόπιστες πηγές της αντίστασης υπολογίζουν ότι υπάρχουν 14.500 πολιτικοί κρατούμενοι σ' ολόκληρη την Ελλάδα." Για να ενισχύσει την αντίθεσή του στη φιλοδικτατορική εκδοχή του Γκέιτζ, ο Πάππας αναφέρεται σε εκθέσεις της Διεθνούς Αμνηστίας, του Ερυθρού Σταυρού και του Συμβουλίου της Ευρώπης για τα βασανιστήρια και τις συνθήκες φυλάκισης στην Ελλάδα, και -για να παραδειγματίσει προφανώς τον Γκέιτζ- παρατηρεί ότι "πολλοί Ευρωπαίοι και Αμερικάνοι έχουν δημοσιεύσει άρθρα για τα εγκλήματα της χούντας εναντίον του ελληνικού λαού."
β) Με τον χαρακτηριστικό τίτλο "Για να κατανοήσετε την Ελλάδα, πηγαίνετε στο Λιά" ο Γκέιτζ δημοσιεύει τον Ιανουάριο του 1971 πολυσέλιδο άρθρο, αφιερωμένο στο ηπειρώτικο χωριό απ' όπου κατάγεται. Πρόκειται για προδημοσίευση ενός κεφαλαίου του βιβλίου "Portrait of Greece". Τα 3/4 του άρθρου αφιερώνονται στην ιστορία του χωριού κατά τον εμφύλιο. Ο Γκέιτζ υιοθετεί τις πιο ακραίες εκδοχές της αντικομμουνιστικής προπαγάνδας, δικαιολογώντας έτσι εμμέσως την εγκαθίδρυση της δικτατορίας. Η οικογενειακή του τραγωδία εξηγεί ασφαλώς την τοποθέτησή του. Μόνο που αυτές οι απόψεις τον τυφλώνουν και τον οδηγούν να παραπλανά τους αμερικανούς αναγνώστες για την αποδοχή της χούντας από τον ελληνικό λαό. Δεν το λέμε εμείς. Το λέει ο ανιψιός του!
Στις 7 Μαρτίου 1971 δημοσιεύθηκε η ακόλουθη επιστολή: "Το άρθρο 'Για να κατανοήσετε την Ελλάδα, πηγαίνετε στο Λια' του Νίκολας Γκέιτζ ήταν εξαίρετο, εκτός από ένα μείζον σφάλμα. Ο κ. Γκέιτζ δηλώνει ότι οι κάτοικοι των χωριών είναι φανατικοί υποστηρικτές της χούντας. Πιστεύω ότι κάνει λάθος που συγκαταλέγει όλους τους κατοίκους σε αυτή την κατηγορία. Επισκέφθηκα το Λια τον Ιούλιο του 1969, μαζί με το θείο μου Νίκολας Γκέιτζ και συζήτησα με τους χωρικούς τα αισθήματά τους έναντι της χούντας. Πολλοί κάτοικοι με τους οποίους μίλησα απεχθάνονται τη χούντα, εξαιτίας των αυθαιρέτων συλλήψεων κλπ. Πιστεύω ότι ο θείος μου κατέληξε στο συμπέρασμά του μετά από συζήτηση με περιορισμένο αριθμό συγγενών μας και κατοίκων. Ωστόσο χάρηκα το άρθρο και μου 'ρθαν δάκρυα στα μάτια όταν είδα τη μητέρα μου και τη θεία μου στη φωτογραφία του 1947". Υπογραφή: Σπύρος Μπαρτζώκης, Κέμπριτζ, Μασαχουσέτη."
Ο αρθρογράφος υποχρεώνεται να απαντήσει στον ανιψιό του: "Ο ανιψιός μου φαίνεται ότι παρανόησε το μέρος του άρθρου μου στο οποίο αναφέρεται. Δεν είπα ότι 'όλοι οι κάτοικοι των χωριών' υποστηρίζουν τη χούντα. Είπα ότι την υποστηρίζουν 'οι περισσότεροι από τους ηλικιωμένους που έχουν μείνει στο Λια'. Ο ανιψιός μου βρέθηκε στο Λια για μια βδομάδα, σε μια περίοδο που πολλοί Αθηναίοι είχαν έρθει να επισκκεφθούν τον τόπο καταγωγής τους και συζήτησε κυρίως μ' αυτούς. Στο κομμάτι μου είπα επίσης ότι πολλοί χωρικοί 'που πήγαν στην Αθήνα και άλλες πόλεις όπου τα φρονήματα είναι συντριπτικά αντιχουντικά', δεν υποστηρίζουν τους συνταγματάρχες."
Δεν γνωρίζουμε αν ο θείος έπεισε τελικά τον ανιψιό. Εμάς, πάντως, δεν μας έπεισε.


Το είπε ο κύριος Μαρσό

"Τι κι αν είμαι εξορία/ να υπακούω στο φρουρό/ έχω κάθε ελευθερία/ το είπε ο κύριος Μαρσό. Τι κι αν είμαι φιμωμένος/ να μουγκρίζω όσο μπορώ/ είμαι κατοχυρωμένος/ το είπε ο κύριος Μαρσό. Το ινστιτούτο Μπουμπουλίνας/ ανεβάζει το ρυθμό/ της Εθνικής Οικονομίας/ το είπε ο κύριος Μαρσό. Σκλάβος, ρες, δούλος, παρίας/ είδατε άλλο λαό/ σκλάβο της ελευθερίας;/ το είπε ο κύριος Μαρσό".
Γραμμένο από τον Μίκη Θεοδωράκη, το ποίημα αυτό με τίτλο "Μαρκ Μαρσό" και υπότιτλο "21 Απριλίου 1967" επιλέγει την ειρωνεία για να εκφράσει την οργή των ελλήνων αντιστασιακών για την αρθρογραφία του Μαρκ Μαρσό, ανταποκριτή στην Αθήνα της γαλλικής Λε Μοντ, μιας εφημερίδας που κατά τα λοιπά δεν έδειχνε ιδιαίτερη συμπάθεια προς τη χούντα. Αλλά ο "κύριος Μαρσό" του Μίκη Θεοδωράκη είχε τις απόψεις του, όπως προκύπτει και από πρώιμη ανταπόκρισή του στην ιταλική Πόπολο Πορτενόνε που αναδημοσιεύτηκε στο Εθνος της 25.5.67 και απέδιδε τη χούντα στην κάκιστη διακυβέρνηση της χώρας από την Ενωση Κέντρου. Στη δεύτερη επέτειο του πραξικοπήματος, ο γάλλος δημοσιογράφος προσέφερε στο κοινό της Μοντ μία εμβριθή ανάλυση των επιτευγμάτων της χούντας, στην οποία αναφέρονταν και τα εξής:
"Στα δύο χρόνια, το νέο καθεστώς οδήγησε στην ψήφιση Συντάγματος, το οποίο καταρχήν προσφέρει ένα νομοθετικό πλαίσιο αισθητά δημοκρατικότερο από το προηγούμενο. Ανέλαβαν έτσι ένα ηράκλειο έργο και ζεύτηκαν στη μεταρρύθμιση του κράτους, στην εγκαθίδρυση ενός σύγχρονου τεχνικό-διοικητικού μηχανισμού. Πασχίζουν ακόμη να λύσουν τους αναχρονιστικούς δεσμούς που πλήττουν συχνά τις σχέσεις εκκλησίας και κράτους. Από την άλλη πλευρά, οι νέοι ιθύνοντες κατόρθωσαν να θέσουν υπό έλεγχο την εθνική οικονομία, να προστατεύσουν τη δραχμή, να ακολουθήσουν πολιτική παραγωγικών επενδύσεων. (...) Τέλος, ελήφθησαν μέτρα υπέρ των μισθωτών, των υπαλλήλων, των συνταξιούχων. Οι αγρότες συνεχίζουν να αποτελούν αντικείμενο της μεγαλύτερης μέριμνας. Η κυβέρνηση μπορεί εξίσου να εγγράψει στο ενεργητικό της τα μέτρα που έλαβε για την εθνική παιδεία: κατασκευή σχολείων, διορισμός καθηγητών, υποτροφίες για τους φτωχούς φοιτητές, δωρεάν σχολικά βιβλία" (23/4/69).

(Ελευθεροτυπία, 1/6/1997)

 

www.iospress.gr                                   ΣΥΝΕΧΕΙΑ ΣΤΟ ΔΕΥΤΕΡΟ ΜΕΡΟΣ