ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΚΑΙ ΣΧΟΛΕΙΟ
Αναφορά στον Πιτσίλκα
1. 2.
Δεν επιθυμούμε να γίνουμε συνήγοροι του Θεού, αλλά ο κ. Πιτσίλκας είχε τελικά δίκιο. Ο θεολόγος από τη Λάρισα που έστειλε στην πυρά του Καζαντζάκη δεν έκανε τίποτα περισσότερο απ' ό,τι καλείται κάθε θεολόγος να πράξει στο ελληνικό σχολείο.
Οι συνταγματικά κατοχυρωμένοι λογοκριτές
Ο φουκαράς ο Ευαγγελάτος το φυσάει και δεν κρυώνει. Είχε ξενυχτήσει (που λέει ο λόγος) μελετώντας Kαζαντζάκη και θεωρούσε τον εαυτό του πανέτοιμο να αντιμετωπίσει τον σκοταδιστή λαρισαίο θεολόγο. Του έριξε στο άλλο παράθυρο και τον πολλά βαρύ κ. Χατζηφώτη και περίμενε το βέβαιο θρίαμβο του φωτός επί του σκότους. Αράδιαζε, λοιπόν, ο εκπρόσωπος Τύπου της Εκκλησίας μερικά έργα του Καζαντζάκη με ορθόδοξη βυζαντινή έμπνευση: την Αναφορά στον Γκρέκο, τις περιγραφές για το Σινά, το Μυστρά, τη Μονεμβάσια. "Να προσθέσουμε και την Ασκητική", συμπλήρωσε με σιγουριά ο εξέχων τηλεστάρ. "Οχι, όχι..." τον διέκοψε ο κ. Χατζηφώτης, "η Ασκητική γράφτηκε όταν είχε ήδη μυηθεί στον τεκτονισμό ο Καζαντζάκης". "Μα μιλάει για το θεό με ευσέβεια", επέμεινε -διστακτικά τώρα- ο Ευαγγελάτος. "Οχι, εμείς τοποθετούμεθα από ορθόδοξη δογματική άποψη. Η Ασκητική δεν περιλαμβάνεται στα καλά κείμενα του Καζαντζάκη." Λέγοντας "εμείς", ο κ. Χατζηφώτης εννοούσε τον εαυτό του και τον κ. Πιτσίλκα. Πράγματι, παρά την αρχική ευθεία αντίθεση των δύο ευσεβών ανδρών και τις επιμέρους διαφωνίες τους (αν αφορίστηκε ή όχι ο Καζαντζάκης, αν η Εκκλησία επέτρεψε ή όχι την ταφή του), υπήρξε πλήρης ταύτιση για ορισμένα έργα, όπως ο Τελευταίος Πειρασμός ή η αλληλογραφία του Καζαντζάκη. "Για τον Τελευταίο Πειρασμό δεν το συζητώ", ξεκαθάρισε ο κ. Χατζηφώτης, "είναι έργο αντιχριστιανικό. Απαράδεκτες είναι και οι αναφορές του Καζαντζάκη στο Θεό με εισαγωγικά."
Η συζήτηση διεξήχθη τις μέρες που δημοσιεύθηκε το έγγραφο του σχολικού συμβούλου θεολόγου κ. Πιτσίλκα και τη μεταφέρουμε εδώ από μνήμης. Το τελικό συμπέρασμα του τηλεθεατή είναι ότι η διαφωνία της επίσημης Εκκλησίας με το θεολόγο εντοπίζεται στο μέγεθος του index των απαγορευμένων έργων του Καζαντζάκη. Ο θεολόγος αναφέρεται σε μεγάλο index, η Εκκλησία απαγορεύει λίγα μόνο βιβλία.
Αδικος, λοιπόν, υπήρξε ο δημόσιος λιθοβολισμός του λαρισαίου θεολόγου. Μπορεί ο ίδιος να τα λέει κάπως άκομψα, μπορεί το κείμενό του να ξαφνιάζει όσους δεν είναι εξοικειωμένοι με τη γλώσσα του ιερατείου, αλλά ο άνθρωπος λέει την αλήθεια. Είτε μας αρέσει είτε όχι, για την Ορθοδοξία ο Καζαντζάκης είναι απαράδεκτος! Κακώς ταυτίστηκε το κείμενο του θεολόγου με το Μεσαίωνα. Οι απόψεις του είναι απολύτως σύγχρονες. Το έργο του Καζαντζάκη είναι απορριπτέο από τη σημερινή Εκκλησία. Δεν αναφερόμαστε δηλαδή ούτε καν στην εκκλησιαστική αντίδραση που συνάντησε εν ζωή ο Καζανζάκης ή τις κωμικοτραγικές παλινωδίες της Ιεραρχίας με τον αφορισμό και τις περιπέτεις της ταφής του.
Είναι άραγε ανάγκη να θυμίσουμε ότι ακόμα και σήμερα που ξεσηκώθηκαν όλοι οι ευαίσθητοι να κατασπαράξουν τον καημένο τον θεολόγο, ο Καζαντζάκης είναι απαγορευμένος στη χώρα μας; Ο Τελευταίος Πειρασμός του Σκορτσέζε δεν παίζεται σε ελληνικούς κινηματογράφους μετά το σάλο που προκλήθηκε στην πρεμιέρα το 1988. Μπορεί και τότε να πρωτοστάτησαν στην τελική απαγόρευση οι ζηλωτές ομοϊδεάτες του κ. Πιτσίλκα, αλλά την υπόθεση υιοθέτησε πλήρως η Ιερά Σύνοδος. Στην ανακοίνωσή της δεν καταδικάζει μόνο την ταινία, αλλά αναθεματίζει τους παραγωγούς, αναθεματίζει τους διευθυντές των κινηματογράφων που τολμούν να παίξουν την επάρατη ταινία και αφορίζει όσους πηγαίνουν να τη δουν. Μπροστά σ' αυτή την ανακοίνωση, η εγκύκλιος του κ. Πιτσίλκα είναι ύμνος στην ελευθερία της σκέψης.
Θα ήταν, κατά συνέπεια, δείγμα απόλυτης υποκρισίας, αν η υπόθεση αυτή κατέληγε στην αποπομπή του θεολόγου. Οσο η Εκκλησία -ως θεσμός αλλά και ως μηχανισμός- διαπλέκεται τόσο στενά με την εκπαίδευση, είναι χρέος κάθε κυρίου Πιτσίλκα να εφοδιάζει τους συναδέλφους του με index απαγορευμένων βιβλίων. Από την ίδια την αποστολή που έχει τάξει στον εαυτό της η Εκκλησία προκύπτει η καχυποψία της μπροστά στην κοσμική γνώση. "Δυστυχώς κακή διαπαιδαγώγηση ασκείται πολλές φορές σήμερα και στο σχολείο", διαβάζουμε στο επίσημο φυλλάδιο Φωνή του Κυρίου (25.7.93) που μοιράζεται από την Αποστολική Διακονία της Εκκλησίας της Ελλάδος κάθε Κυριακή στους ναούς. "Τα διάφορα παιδαγωγικά προγράμματα που επεξεργάζονται οι μεγαλύτεροι για τους νέους είναι ουμανιστικά και απουσιάζει απ' αυτά ο Θεός και η Ορθοδοξία. Ενδιαφέρονται να μεταδώσουν γνώσεις και τίποτε περισσότερο. Αγαπητοί αδελφοί είναι άτοπο να στέλνουμε τα παιδιά μας να μάθουν γράμματα ή επικερδείς τέχνες και να αδιαφορούμε για την πραγματική τους μόρφωση που είναι η ευσέβεια."
Είναι φυσικό, κάτω απ' αυτή τη λογική, να βάλλεται όχι μόνο ο Καζαντζάκης αλλά κάθε μη εγκεκριμένος λογοτέχνης: "(Πολλοί λογοτέχνες) εν ονόματι τάχα της 'ελευθερίας της έκφρασης' ή του 'δικαιώματος στη διαφορά' στα γραπτά τους προβάλλουν την άρνηση, τη σύγχυση, την ανερμάτιστη ζωή, τον ηθικό ξεπεσμό, ακατονόμαστα αισχρά πάθη." (Φωνή του Κυρίου, 1.11.1996)
Εχουμε ασχοληθεί σε άλλες έρευνες του "Ιού" με το πρόβλημα του μαθήματος των Θρησκευτικών ("Μαθαίνω ένα Θεό", 28.11.1993) και με τα "συμπληρώματα" της θρησκευτικής κατήχησης στο σχολείο ("Προσευχή και τιμωρία στην Πάτρα", 24.7.1994). Ομως η υπόθεση Πιτσίλκα μας δίνει την ευκαιρία να διαπιστώσουμε ότι η θεσμοθετημένη σχέση της εκπαίδευσης με την Εκκλησία παρεμβαίνει, επηρεάζει και ελέγχει το σύνολο της σχολικής γνώσης. Αυτός ο έλεγχος, μάλιστα, δεν μειώνεται καθόλου όσο περνούν τα χρόνια. Αντιθέτως, ο εναγκαλισμός γίνεται πιο ασφυκτικός.
Τα τελευταία 20 χρόνια γινόμαστε μάρτυρες μιας βαθμιαίας υποχώρησης της Πολιτείας και μιας εκχώρησης στην Εκκλησία όλο και περισσοτέρων δικαιωμάτων στο χώρο της εκπαίδευσης. Κάτω από το νωπό ακόμα τραύμα της "Ελλάδας των Ελλήνων Χριστιανών" η πολιτική τάξη της μεταπολίτευσης επιχείρησε να διαχωρίσει κάπως την εκπαίδευση από τη θρησκευτική κατήχηση. Ο νόμος 309/1976 περιοριζόταν να επαναλάβει τη συνταγματική (και κάπως ουδέτερη) επιταγή της "ανάπτυξης της θρησκευτικής συνείδησης". Οι πιέσεις, όμως, της Εκκλησίας υποχρέωσαν την κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ να θεσπίσει την ταύτιση της "θρησκευτικής" με την "ορθόδοξη" συνείδηση. Ο ισχύων νόμος 1566/85 περιλαμβάνει για πρώτη φορά στους σκοπούς της εκπαίδευσης "να διακατέχονται (οι μαθητές) από βαθιά πίστη προς την πατρίδα και τα γνήσια στοιχεία της Ορθόδοξης Χριστιανικής Παράδοσης". Απολογούμενος τον Μάρτιο του 1984 προς τους μοναχούς του Αγίου Ορους που κατηγορούσαν το ΠΑΣΟΚ για αντίχριστο και εικονομαχικό, ο τότε υφυπουργός Παιδείας Πέτρος Μώραλης, παραδεχόταν ότι "τη γνησιότητα (της ορθόδοξης εκπαίδευσης) παρέχει και διασφαλίζει μόνο η Εκκλησία, μακριά από κάθε ξενόφερτο (Δυτικό) πιετισμό." (έγγραφο Φ. 2/32/212/15.3.84)
Σήμερα βρισκόμαστε μπροστά στον "τρίτο γύρο" αυτής της υπόγειας διαμάχης. Και πάλι η Πολιτεία είναι αμυνόμενη. Η Εκκλησία, διά των εκπροσώπων της, διεκδικεί νέο "ζωτικό χώρο". Ο Πρωτοπρεσβύτερος Θεόδωρος Ζήσης, με άρθρο του στο περιοδικό Εκκλησία (15.3.1994), καταγγέλλει την "αποεκκλησιαστικοποίηση του μαθήματος των Θρησκευτικών", διαπιστώνει ότι οι μαθητές και οι θεολόγοι καθηγητές "βρίσκονται διχασμένοι πολλές φορές ανάμεσα σ' αυτά που μαθαίνουν ή διδάσκουν στα σχολεία με βάση τα διδακτικά εγχειρίδια και σ' αυτά που πληροφορούνται, είτε ακούγοντας είτε διαβάζοντας, ως θέσεις της Εκκλησίας", και εισηγείται "να αναλάβει πλήρως η Εκκλησία την ευθύνη καταρτισμού των αναλυτικών προγραμμάτων και συγγραφής των διδακτικών βιβλίων."
Ο κ. Ζήσης είναι ο ίδιος που ως Πρόεδρος του Ποιμαντικού Τμήματος της Θεολογικής Σχολής του Αριστοτέλειου απευθυνόταν στην αντικυβερνητική συγκέντρωση που οργάνωσε η Ιεραρχία στη Θεσσαλονίκη το Μάρτιο του 1987 και χαρακτήριζε τον προϊστάμενό του υπουργό Παιδείας "θεομάχο και διώκτη της Ορθοδοξίας". Σήμερα προτείνει να προσκομίσουν οι υποψήφιοι για τις Θεολογικές Σχολές "συστατικό γράμμα του οικείου επισκόπου", για το διορισμό τους στη Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση "να απαιτείται και η σύμφωνη γνώμη της Εκκλησίας" και η "βαθμολογική προαγωγή τους να εξαρτάται από τη συνεργασία τους με την τοπική Εκκλησία".
Εχει ασφαλώς δίκιο ο θεολόγος Αθανάσιος Νίκας που υποστηρίζει ότι "αν αυτές οι προτάσεις πραγματοποιούνταν, τότε θα είχαμε index απαγορευμένων βιβλίων και κλειστό κύκλωμα λογοκριμένης διδασκαλίας" (περιοδικό Εξοδος, τ. 14). Και δεν είναι ανάγκη να έχει κανείς θεία φώτιση για να αντιληφθεί ότι μπροστά σ' αυτή την προοπτική που προδιαγράφεται από επίσημους εκκλησιαστικού κύκλους, η περίπτωση του κ. Πιτσίλκα δεν είναι παρά μια γραφική εκκεντρικότητα.
Τα αμφίστομα εγχειρίδια
Ξεφυλλίζοντας τα εγχειρίδια των "Θρησκευτικών" που διδάσκονται σήμερα στα ελληνικά σχολεία, γρήγορα διαπιστώνει κανείς πως, παρά τον όποιο εκσυγχρονισμό του περιεχομένου τους σε σχέση με το παρελθόν, η ουσία του συγκεκριμένου μαθήματος παραμένει αναλλοίωτη. Δεν πρόκειται για μια απλή περιγραφή της ευαγγελικής διαδασκαλίας αλλά για ένα αρκετά συνεκτικό μίγμα αναλύσεων και διδαχών που "ντουμπλάρουν" μια σειρά άλλα μαθήματα, από την Ιστορία και τη Φιλοσοφία μέχρι την Αγωγή του Πολίτη. Πόσο όμως συμφωνούν οι δυο εκδοχές που οι μαθητές καλούνται να αφομοιώσουν, πολλές φορές μέσα στο ίδιο σχολικό έτος;
Αναλύοντας πριν από μια δεκαετία τα τότε εγχειρίδια της "εκκλησιαστικής ιστορίας", και παίρνοντας σαν παράδειγμα τη (γεμάτη ανακρίβειες και τερατολογίες) παρουσίαση των διωγμών που υπέστησαν οι πρώτοι χριστιανοί, ο ιστορικός Δημήτρης Κυρτάτας διαπίστωνε πως "ιστορικές αναφορές υπάρχουν πολλές, η ιστορία όμως απουσιάζει τελείως". Σήμερα το ειδικό βάρος της εκκλησιαστικής ιστορίας στη διδακτέα ύλη των θρησκευτικών έχει συρρικνωθεί αρκετά, όμως το διαζύγιό της με την Ιστορία -όπως αυτή διδάσκεται λίγες ώρες μετά- εξακολουθεί να υφίσταται.
Πρώτο ζήτημα, το ερμηνευτικό σχήμα. "Ο Θεός κινεί την ιστορία σε μια ευθύγραμμη πορεία προς την αίσια έκβασή της, με τη συνεργασία του ανθρώπου", μαθαίνουν οι έφηβοι στην Α' Λυκείου. "Δε στέκεται ξένος προς αυτή, αλλά επεμβαίνει σ' αυτή" (σ.23). Και λίγο παρακάτω: "Εχουμε δεί το σχέδιο και τις επεμβάσεις του Θεού στην ιστορία. Οι επεμβάσεις Του γίνονταν σε όλα τα έθνη., ιδιαίτερα όμως στο λαό του Ισραήλ" (σ.43). Ηδη από την Α' Γυμνασίου, άλλωστε, τα παιδιά έχουν πληροφορηθεί ότι "το σχέδιο του Θεού για τη σωτηρία του κόσμου μπαίνει σε εφαρμογή" με την έξοδο της γενεάς του Αβραάμ από τη Μεσοποταμία "γύρω στο 1800 πΧ", "σχέδιο που δεν μπορεί να ματαιωθεί, παρόλες τις δυσκολίες που παρουσιάζονται" (σ.74,77).
Από κεί και πέρα, η σύγχυση μεταξύ ιστορίας και μυθολογίας είναι αναμενόμενη, γίνεται μάλιστα εντονότερη όσο προχωράμε στο χρόνο. Το φαινόμενο γνωρίζει ιδαίτερες δόξες όταν πρόκειται να στηριχθεί το ιδεολόγημα περί άρρηκτων δεσμών ελληνισμού κι ορθοδοξίας: συναντάμε έτσι εικονογραφημένες περιγραφές ανύπαρκτων θεσμών και γεγονότων, όπως το "κρυφό σχολειό" (Α' Λυκείου, σ.76) ή η υποτιθέμενη ευλογία της σημαίας από τον Π.Π.Γερμανό στην Αγία Λαύρα (Ε' Δημοτικού, σ.99). Δε λείπει και λίγος Μεγαλέξανδρος (στο ίδιο, σ.172-3), και μάλιστα σε θεολογικές αναζητήσεις που υπονοούν μονοθεϊσμό... Στο ίδιο εγχειρίδιο, προκειμένου η προβληθεί η Αγιά Σοφιά σαν θεόπνευστο έργο, οι συγγραφείς καταφεύγουν ελλείψει πηγών στην αρβύλα (γενικώς): "κάποιος παλιός Ρωμιός διηγείται πως ο Θεός φώτισε κάποτε το νου του αυτοκράτορα Ιουστινιανού" για το χτίσιμό της (σ.119). Στο βιβλίο της επόμενης χρονιάς, ενδιαφέρον παρουσιάζει η επιλογή των προσώπων που προβάλλονται σαν πρότυπα. Μην πάει ο νούς σας στον Παπαφλέσσα: πρόκειται για το Μάξιμο το Γραικό (που "η αξία και η προσφορά του αναγνωρίστηκαν" όταν "ο τσάρος Ιβάν ο Τρομερός τον κάλεσε να πάρει μέρος στη Σύνοδο στη Μόσχα" γιατί "μια καινούρια αίρεση είχε παρουσιαστεί και έπρεπε να αποφασίσουν", σ.192) και για τον Παπουλάκο, το γνωστό αγύρτη ψευδομεσία που ηγήθηκε της σκοταδιστικής εξέγερσης του 1853 στη νότια Πελοπόννησο. Η αντιπάθεια προς την πρόοδο είναι άλλωστε δεδομένη: ανάμεσα στις "ιστορικές προκλήσεις" που "απειλούσαν το λαό με νόθευση του φρονήματος και του ήθους" στα χρόνια της Τουρκοκρατίας, το βιβλίο της Α' Λυκείου συμπεριλαμβάνει και "το κίνημα του Διαφωτισμού" (σ.76), θεωρώντας μάλιστα "ατύχημα" το γεγονός ότι "προς την κατεύθυνση αυτή συνεργάστηκαν και άνθρωποι με νου και κάποια πίστη, όπως ο αρχιμανδρίτης Θεόκλητος Φαρμακίδης και ο πολύς [sic] Αδαμάντιος Κοραής" (σ.79-80). Πραγματικός κίνδυνος σχιζοφρένειας για τους μαθητές, που τα επόμενα χρόνια θα κληθούν να μελετήσουν τα επιτεύγματα αυτών ακριβώς των "απειλών", ως ύλη μάλιστα για τις πανελλαδικές τους εξετάσεις! Αν δεν τάχουν παίξει νωρίτερα, όταν, μετά την εξύμνηση του αρχαιοελληνικού πνεύματος στα φιλολογικά μαθήματα, μαθαίνουν απ' το θεολόγο τους ότι "η προ Χριστού εποχή είναι [απλώς] η εποχή της φθοράς, της απελπισίας και της αναζήτησης" (Α' Λυκείου, σ.43)...
Ομως τα θρησκευτικά δεν περιορίζονται στην υπονόμευση του μαθήματος της ιστορίας. Το βαρύ πυροβολικό τους το δέχονται τα "στοιχεία δημοκρατικού πολιτεύματος" (πρώην Αγωγή του Πολίτη): βάσει τvn θρησκευτικών της Γ' Λυκείου, "ο φορέας της κρατικής εξουσίας είναι απλός διαχειριστής της εξουσίας, που προέρχεται από το Θεό" (σ.158), ο δε πολίτης "αποδέχεται τις εξουσίες" (έτσι, γενικά) "αλλά μέσα στα πλαίσια της υπακοής του στο θέλημα του Θεού" (σ.159). Αλλωστε "κάθε ιδεολογία είναι ένα είδος εκκοσμικευμένης θεολογίας" και απορρίπτεται ασυζητητί γιατί "περιορίζει την ανθρώπινη ελευθερία κι εμποδίζει την καθολική καταξίωσή της μέσα στη χάρη του Αγίου Πνεύματος" (σ.178). Το ελληνικό έθνος ταυτίζεται απολύτως με την Ορθοδοξία, υπενθυμίζεται διαρκώς ότι "οι αιρέσεις απειλούν την ενότητα του Εθνους" (Στ' Δημοτικού, σ.133) ή "ενίοτε αναπτύσσουν αντεθνική δράση" (Α' Λυκείου, σ. 203). Ως αποδεικτικά στοιχεία επιστρατεύονται οι καταγγελίες χριστιανικών θρησκευτικών μειονοτήτων, "με δημοσιεύματά τους σε ελληνικές και ξένες εφημερίδες", για τις διακρίσεις που υφίστανται (Β' Λυκείου, σ.201-4), ενώ εκφράζεται και δυσφορία για την "ελεύθερη κυκλοφορία και δράση τους" που "επιτείνει τη σύγχυση" (σ.203). Οσο για την ύπαρξη αιρέσεων, κι εδώ φταίει ο ορθός λόγος - κατά λέξη, "η προσπάθεια ερμηνείας της αλήθειας" από "κάποια αρρωστημένα μέλη της εκκλησίας (...) με τρόπο που να ικανοποιεί τις ορθολογικές απαιτήσεις τους" (Α' Λυκείου, σ.51,53).
Θράσος χιλίων πιθήκων
Η φωτογραφία ενός ευτραφούς ουραγκοτάγκου και το επεξηγηματικό μήνυμα "Να ποιος σας λένε ότι είναι ο πρόγονός σας", είχε γεμίσει τους τοίχους όλης της χώρας τον Φλεβάρη του 1985. Η Ιερά Σύνοδος είχε κηρύξει τον πόλεμο στο κοσμικό κράτος. Ζητούσε την απόσυρση από τα σχολεία ενός νέου βιβλίου για τους μαθητές της Α' Λυκείου, επειδή υποτιμούσε τη θεϊκή μας καταγωγή. Το εγχειρίδιο του Λ. Σταυριανού "Ιστορία του ανθρώπινου γένους", εμφανίστηκε από τους ορθόδοξους φονταμενταλιστές ως η σταγόνα που
ξεχείλιζε το ποτήρι: "Το αθεϊστικό βιβλίο", γραμμένο από "έναν ανεκδιήγητο μαρξιστή" συμβάλλει περαιτέρω "στο οικτρό κατάντημα της Ελληνορθοδόξου Παιδείας μας", φώναζαν από τους άμβωνες οι ιερείς. Ανάλογες επιθέσεις εκπορεύονταν και από τα επιτελεία της αξιωματικής αντιπολίτευσης.
Αλλά η πιθηκολογία της εποχής, ο Δαρβίνος, οι θεωρίες της εξέλιξης των ειδών και η βιολογία -που, ως γνωστόν, απορρίπτονται "επιστημονικά" από τους καθηλωμένους στο στάδιο του Αδάμ και της Εύας- κάλυπταν άλλες, λιγότερο γραφικές πλευρές της διαμάχης. Οπως συμβαίνει κατά κανόνα με όλες τις θεολογίζουσες έριδες, το επίδικο αντικείμενο δεν είναι και τόσο μεταφυσικό. Ο Σταυριανός προκάλεσε την οργή της θρησκευτικής ηγεσίας επειδή αναφέρει ότι το ιερατείο αποτελούσε "μια άλλη προνομιούχα ομάδα σε όλους τους πολιτισμούς" και γιατί "τα ιερά κείμενα χρησιμοποιήθηκαν για να διδάξουν πίστη και υπακοή" στην καθιερωμένη τάξη. Ενόχλησε διότι συμπέραινε ότι "δεν υπάρχει έμφυτη ή γενετική ανισότητα μεταξύ των φύλων" και θύμισε στους μαθητές ότι μέχρι πριν από μερικές δεκαετίες οι γυναίκες ήταν υποχρεωμένες να πλένουν τα πόδια των ανδρών τους. Και, βέβαια, κατηγορήθηκε επειδή δεν εξήρε άκριτα τα μεγαλουργήματα του ελληνικού πνεύματος κι έφτανε στο σημείο να επισημάνει ότι ο Αριστοτέλης ήταν, όπως και να το κάνουμε, υποστηρικτής της δουλείας, ο δε Μεγαλέξανδρος ολίγον ιμπεριαλιστής.
(Ελευθεροτυπία, 8/6/1997)
www.iospress.gr ΣΥΝΕΧΕΙΑ ΣΤΟ ΔΕΥΤΕΡΟ ΜΕΡΟΣ |