ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ 1927


Οι βομβιστές της ΔΕΘ

1.   2

 

Ενας βουλγαρομακεδόνας κομιτατζής καταδίδει στις ελληνικές αρχές τους συντρόφους του που ετοίμαζαν το μεγάλο χτύπημα. Ενας πράκτορας της Ελλάδας αποδεικνύεται βομβιστής στην υπηρεσία του εχθρού. Κι όλα αυτά, με φόντο το οικονομικό σύμβολο της συμπρωτεύουσας.

 
Τρόμος πάνω από τη συμπρωτεύουσα

Εχουν περάσει από τότε 70 ολόκληρα χρόνια. Ηταν Τετάρτη 28 Σεπτεμβρίου 1927, όταν το πανελλήνιο πληροφορούνταν πως οι αρχές της συμπρωτεύουσας μόλις είχαν αποτρέψει ένα θανάσιμο κίνδυνο, που απειλούσε όχι μόνο τη ζωή αθώων πολιτών αλλά και την ίδια την εθνική ασφάλεια. "Συνελήφθησαν εις την Θεσσαλονίκην τρείς κομιτατζήδες οι οποίοι θα προέβαιναν εις τρομοκρατικάς αποπείρας εντός της πόλεως", εξηγούσε στο κοινό του το "Ελεύθερον Βήμα". Τα πρωτοσέλιδα των τοπικών εφημερίδων ήταν, φυσικά, πολύ λιγότερο ψύχραιμα. "Οργανα του Βουλγαρικού Κομιτάτου θα ανετίνασσον χθές την Θεσσαλονίκην. Τεράστιαι βόμβαι κατασχέθησαν", διαβάζουμε στην πρώτη σελίδα της "Μακεδονίας". "Η Θεσσαλονίκη διέτρεξε τον μαγαλύτερον των κινδύνων", συμπληρώνει το "Φώς", διευκρινίζοντας ότι οι συλληφθέντες θα χτυπούσαν "τα σερβικά ιδρύματα, την Εκθεσιν και το Κυβερνείον, το Στρατηγείον και τας αποθήκας των πυρομαχικών". Επρόκειτο χωρίς αμφιβολία για τη σημαντικότερη αντιτρομοκρατική επιτυχία του Μεσοπολέμου -τότε που τα `γκαζάκια' δεν είχαν ακόμα εφευρεθεί, οι δε `δυναμιτιστές' αποτελούσαν απόφυση του εθνικού αλυτρωτισμού κι όχι του κοινωνικού πολέμου. Η ίδια η χρονική συγκυρία του όλου συμβάντος δεν ήταν καθόλου τυχαία: κύριος στόχος των βομβιστών δεν ήταν άλλος από τη Διεθνή Εκθεση, που εκείνη τη χρονιά γιόρταζε τα πρώτα της γενέθλια.
Ας θυμηθούμε το κλίμα της εποχής. Το φθινόπωρο του 1927, η βαλκανική έχει αρχίσει πια να συνέρχεται από τις επιπτώσεις μιας δεκαετίας πολέμου, εθνοκάθαρσης και πληθυσμιακών μετακινήσεων. Στην ελληνική Μακεδονία, οι ανταλλαγές πληθυσμών μόλις έχουν ολοκληρωθεί και απομένει το ξεκαθάρισμα των όποιων περιουσιακών εκκρεμοτήτων. Ολα αυτά έχουν ως αποτέλεσμα μια σχετική ύφεση στις διαβαλκανικές σχέσεις, ορατό μεταξύ άλλων και από τη μαζική συμμετοχή βουλγάρων επισήμων και δημοσιογράφων στη ΔΕΘ εκείνης της χρονιάς, που ανοίγει πανηγυρικά τις πύλες της στις 18 Σεπτεμβρίου. Μοναδικοί δυσαρεστημένοι από αυτή την παγίωση του μεταπολεμικού status quo είναι οι βουλγαρομακεδονικοί αλυτρωτικοί κύκλοι, συνασπισμένοι γύρω από την Εσωτερική Μακεδονική Επαναστατική Οργάνωση (ΕΜΕΟ) -οι κομιτατζήδες, όπως είναι γνωστοί από την εποχή των αιματηρών αγώνων για τη διαδοχή της οθωμανικής αυτοκρατορίας στην περιοχή. Στην προσπάθειά της να προβοκάρει πάση θυσία τις προσπάθειες επαναπροσέγγισης ανάμεσα στη Βουλγαρία και τους γείτονές της, η οργάνωση εξαπολύει ένα κύμα ένοπλων ενεργειών στη Γιουγκοσλαβική Μακεδονία ενώ κάποιες ολιγάριθμες ανταρτοομάδες θα κάνουν βραχύβιες εμφανίσεις και στο ελληνικό έδαφος. Το χτύπημα εναντίον της ΔΕΘ και του σερβικού προξενείου Θεσσαλονίκης εντάσσεται στα πλαίσια αυτής της δραστηριότητας, παράλληλα όμως αντανακλά μια σαφή διάθεση κλιμάκωσης της αναμέτρησης.
Το επίσημο χρονικό της εξάρθρωσης των βομβιστών περιγράφεται με αρκετή σαφήνεια στο σχετικό ανακοινωθέν που εξέδωσε το Τρίτο Σώμα Στρατού. "Η υπηρεσία πληροφοριών του Γ' ΣΣ", διαβάζουμε, "ευρισκομένη από ημερών επί τα ίχνη υπόπτων κινήσεων διαφόρων υπόπτων πρόσωπων καταφυγόντων εις Θεσ/νίκην, ίσως επ' ευκαιρία της Εκθέσεως, κατώρθωσε να συλλάβη χθές την εσπέραν δύο εκ τούτων, τον Βασίλειον Νανώφ όστις μέχρις εσχάτων υπηρέτη ως ανθυπασπιστής της βουλγαρικής τελωνειακής υπηρεσίας και τον ιδιώτην Νικόλαον Παντελήν εκ Σόφιας, περί μεσονύκτιον δε συνελήφθη εις το 20ον χιλιόμετρον της οδού προς Σέρρας παρά της Υπηρεσίας Ασφαλείας Στρατού και τρίτος ονόματι Κούλελιτς Γεώργιος, όστις μετέφερεν επ' αυτοκινήτου βόμβας, περίστροφα και φυσίγγια. Ως δε προκύπτει εκ των μέχρι τούδε γενομένων ανακρίσεων, ούτοι είναι απεσταλμένοι του Βουλγαρικού Μακεδονικού Κομιτάτου, είχον δε αποστολήν να ανατινάξωσι δια βομβών την Σέρβο-γαλλικήν Τράπεζαν, το Σερβικόν Προξενείον, την Σερβικήν Ελευθέραν Ζώνην και την Δ.Εκθεσιν. Αι ανακρίσεις συνεχίζονται. Λαμβάνεται ταυτοχρόνως πάν μέτρον προς τήρησιν της τάξεως και ασφαλείας".
Ως συνήθως, οι περιγραφές των δημοσιευμάτων του τύπου ανέλαβαν να ξεδιαλύνουν τις απορίες του κοινού για τις λεπτομέρειες της υπόθεσης αλλά και για την ταυτότητα των συλληφθέντων. Οι Βασίλ Νανώφ και Νίκολα Πάντεφ κατάγονταν από περιοχές της γιουγκοσλαβικής Μακεδονίας, η δε σύλληψή τους έγινε το μεσημέρι της 27ης Σεπτεμβρίου έξω από το ξενοδοχείο "Μοντέρν" από αστυνομική περίπολο "ενεδρεύουσαν εις την οδό Εγνατίας". Πολίτες και μόνιμοι κάτοικοι της Βουλγαρίας, είχαν μπεί στην Ελλάδα νόμιμα, για τυπικές - υποτίθεται- δοσοληψίες της εποχής: "εκ της κατασχέσεως των φύλλων πορείας των συλληφθέντων κομιτατζήδων, προκύπτει ότι ο Ν.Πάντεφ ήρχετο ως μάρτυς εις μίαν εκτιμητικήν επιτροπήν, ο δε Νανώφ ως εκκαθαριστής ανταλλασσομένης περιουσίας. Αμφοτέρων τα διαβατήρια ήσαν κεκυρωμένα παρά του τμήματος ασφαλείας της προκαλύψεως" ("Το Φώς" 29/9/27). Διαφορετικά είναι τα πράματα με το τρίτο μέλος της "τρόικας", το σλαβόφωνο γεωργό Γεώργιο Κούλελη (ή Κούλελιτς) από το χωριό Πρόσνικ των Σερρών (τη σημερινή Σκοτούσα). "Εκτελεστικόν όργανον του Κομιτάτου, παρέλαβε τας βόμβας, όπλα και φυσίγγια από του δάσους Κούλας, όπου είχον εγκαταληφθεί παρ' άλλης τριάδος κομιτατζηδικής" και ανέλαβε να τα μεταφέρει στη Θεσσαλονίκη με "αγοραίον αυτοκίνητον" που μίσθωσε στις Σέρρες, παίρνοντας μαζί και τα δυο παιδιά του. Στο δρόμο, συνάντησε τρείς κατοίκους της Νιγρίτας, το όχημα των οποίων είχε πάει βλάβη · τους φόρτωσε κι αυτούς και συνέχισε την πορεία του, για να πέσει λίγο παρακάτω στο μπλόκο που τον περίμενε. Ακολουθούν σκηνές πανικού. "Οταν το απόσπασμα εσταμάτησε το αυτοκίνητον", διαβάζουμε στο ρεπορτάζ του "Φωτός", "οι Νιγρητινοί νομίζοντες ότι επρόκειτο περί ληστών έρριψαν τα χρήματά των, ανερχόμενα εις 80.000 δρχ. Ταύτα ανευρέθησαν κατόπιν". Παρόλα αυτά, ο Κούλελης -αν και οπλισμένος- θα παραδοθεί χωρίς να προβάλει την παραμικρή αντίσταση ("ελυπήθη φαίνεται τα παιδιά του", εκτιμά την επομένη η "Νέα Αλήθεια"), και στη συνέχεια θα ομολογήσει τα πάντα. Στα ψιλά και με μάλλον διακριτική ορολογία θα αναφερθεί ότι είχε κατά καιρούς χρηματίσει πράκτορας των ελληνικών αρχών στην ελληνοβουλγαρική μεθόριο. "Ηλικίας 40-45 ετών περίπου, μελαχροινός, με την κόμην σύρριζα κομμένην", εξηγούν τα "Μακεδονικά Νέα" (28/9/27), "είναι γνωστός εις την περιφέρειαν Σιδηροκάστρου ως καπηλευόμενος και μεταβάλλων δια λόγους συμφεροντολογικούς το εθνικόν του φρόνημα".
Πώς όμως οι αρχές ασφαλείας κατόρθωσαν το μεγάλο χτύπημα; Ηδη από τις πρώτες μέρες, κάποια δημοσιεύματα αναφέρουν ότι το κλιμάκιο της ΕΜΕΟ προδόθηκε από τα μέσα: "Η προχθεσινή κίνησις των αρχών οφείλετο εις σοβαράν καταγγελίαν, η οποία εγένετο υπό προσώπου το οποίον έχαιρε της εμπιστοσύνης του Βουλγαρομακεδονικού Κομιτάτου, ενώ πραγματικώς ειργάζετο υπέρ της Ελλάδος, ως ένας καλός και πολύτιμος πατριώτης" ("Νέα Αλήθεια" 29/9/27). Τα πράγματα θα ξεκαθαρίσουν με την παραπεμπτική πρόταση του εισαγγελέα Ι.Β. Κωνσταντίνου στις 15 Οκτωβρίου, με την οποία ο Πάντεφ απαλλάσσεται από κάθε κατηγορία, ενώ οι σύντροφοί του διώκονται για εσχάτη προδοσία, σύσταση και συμμορία. Αρκετά θολά θα παραμείνουν αντίθετα τα κίνητρα της κατάδοσης. Στο διήγημά του "Πάντεφ ο δυναμιτιστής", εμπνευσμένο από την απόπειρα, ο Γεώργιος Μόδης θα αποδώσει τη μεταστροφή του βουλγαρομακεδόνα κομιτατζή στη συναισθηματική φόρτιση που του προκάλεσε η ξαφνική γνωριμία με τη μητέρα και τα αδέρφια του, πρόσφυγες στη Θεσσαλονίκη από την εποχή των βαλκανικών πολέμων. Λιγότερο ρομαντική -και μάλλον περισσότερο ανταποκρινόμενη στα γεγονότα- είναι μια άλλη εκδοχή, που αλιεύσαμε στα αρχεία του ελληνικού Υπουργείου Εξωτερικών. Αναφερόμενος στη στρατολόγηση πρακτόρων μέσα στην ΕΜΕΟ, ο στρατιωτικός ακόλουθος Σόφιας Σ.Σύρρος ενημερώνει στις 19 Μαϊου 1928 το Α2 του ΓΕΣ ότι κάποιος άνθρωπός του "εδέχθη εν τέλει αμοιβήν 50.000 δραχμών δια την επείγουσαν εν προκειμένω υπηρεσίαν του, δηλ. της καταδείξεως λεπτομερώς των αποσταλησομένων δολοφόνων (τριάς και δύο δυάδες). Εννοείται, ότι κατά τας διαπραγματεύσεις το αρχικώς υπ' αυτού αιτηθέν ποσόν ήτο 100.000 δρχ. Οταν τω είπωμεν ότι ζητεί πολλά, μας απεκρίθη ότι είναι ελάχιστον ποσόν δια την διαφύλαξιν της ζωής τόσων σημαινόντων προσώπων, αφού, ως επληροφορήθη, ο καταδώσας τον Νανώφ και Κούλελιτς έλαβεν ως αμοιβήν 50.000 δραχμάς" ("Υποβολή πληροφοριών κομιτατικής φύσεως", αρ.αναφ. 210, ΙΑΥΕ 1929, φ.Α/2/ΙΙΙ).
Το τέλος της υπόθεσης ήταν, αναπόφευκτα, αιματηρό. Οι Νανώφ και Κούλελης καταδικάστηκαν στις 22.11.1927 σε θάνατο · η αίτησή τους για χάρη απορρίφθηκε τον επόμενο Μάρτιο και τουφεκίστηκαν πίσω από τις φυλακές του Επταπυργίου το πρωί της 7ης Μαίου 1928. "Ο Νίκολας πουλάει και στη Θεσσαλονίκη ψιλικά όπως και στη Σόφια", σημειώνει στο τέλος του διηγήματός του το 1939 ο Μόδης. Κάπως διαφορετικά χρωματισμένη, η ίδια πληροφορία επιβεβαιώνεται και από το γνωστό συγγραφέα της συμπρωτεύουσας Κώστα Τομανά ("Χρονικό της Θεσσαλονίκης, 1921-44", Θεσ/νίκη 1996, σ.114): "Ο βούλγαρος καταδότης πήρε άδεια μικροπωλητή. Γύριζε στην αγορά και πουλούσε χτένες, φωνάζοντας με σλαβική προφορά: Πάρτι τσα-τσα-τσάρες..."



Τα "καταχθόνια μηχανήματα" στο εδώλιο

Σε τρεις πολύωρες συνεδρίες (19, 21 και 22 Νοεμβρίου 1927) ολοκληρώθηκε η δίκη των Κούλελη και Νανώφ στην αίθουσα του κακουργιοδικείου Θεσσαλονίκης, όπου είχε συρρεύσει πλήθος κόσμου για να δει από κοντά τους κατηγορούμενους κομιτατζήδες. Αποτελούμενο από τον εφέτη Κριεζή (πρόεδρο), τους πρωτοδίκες Νικολάου και Λίνο, τον αντεισαγγελέα Εξαρχόπουλο και δώδεκα ενόρκους, το δικαστήριο αποφάνθηκε τα μεσάνυχτα της Τρίτης 22 Νοεμβρίου ότι και οι δύο κατηγορούμενοι βρέθηκαν "ένοχοι εσχάτης προδοσίας και καταρτισμού συμμορίας η οποία θα προέβαινε εις ανατινάξεις" και τους καταδίκασε σε θάνατο, παρά τις προσπάθειες των συνηγόρων τους να μετατρέψουν την ποινή σε ισόβια δεσμά.
Οι βόμβες που είχαν ανακαλυφθεί στις βαλίτσες του Γ. Κούλελη τη στιγμή της σύλληψής του αποτελούσαν προφανώς το ισχυρότερο ατού της κατηγορίας. Εξάλλου από την αρχή της υπόθεσης οι βόμβες βρίσκονταν στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος, δίνοντας τροφή σε αλλεπάλληλα ρεπορτάζ: ""Αι περιέχουσαι τας βόμβας βαλίτσαι θα παραδοθούν σήμερον εις την ανάκρισιν", ενημερώνει τους αναγνώστες του το "Φως" στις 29 Σεπτεμβρίου. "Εκάστη βαλίτσα διαστάσεων 30 Χ 20 περιέχει τέσσαρας βόμβας τελευταίου συστήματος. Αι βαλίτσαι ήσαν περιτυλιγμέναι διά πανίου με εξωτερικόν περιτύλιγμα εκ χωρικού βουλγαρικού υφάσματος". Λίγες ημέρες αργότερα, η εφημερίδα θα επανέλθει με λεπτομερέστερη αναφορά: "Εκάστη βαλίτσα περιέχει τέσσαρας βόμβας τετραγώνους πλάτους 13 Χ 18 εκάστη και πάχους 10 εκατοστομέτρων. Εκάστη τετράς συνδέεται δι' ηλεκτρικού καλωδίου με 'πρίζες', το σύνολον δε έρχεται εις επαφήν με ηλεκτρικήν στήλην, χρησιμοποιουμένου ως διακόπτου ωρολογίου, το οποίον ευθύς ως θα έλθη η κατάλληλος στιγμή της εκρήξεως αφήνει να σχηματισθή το ηλεκτρικόν κύκλωμα. Ο σπινθήρ μεταδίδει αμέσως την έκρηξιν εκ του πρώτου εις το δεύτερον στοιχείον του μηχανήματος, ούτω δε εντός ολίγων δευτερολέπτων σκορπίζεται θάνατος εις τα πέριξ" (1/10/1927).
Την περιέργεια του κόσμου για τα ολέθρια μηχανήματα μοιράζονταν ασφαλώς και οι παράγοντες της δίκης, άμαθοι από βόμβες και συναφή. Ετσι, η έκθεση των ευρημάτων αυτών ως πειστηρίων κατά την ακροαματική διαδικασία προξενούσε ρίγη ανησυχίας στους δικαστές που δυσκολεύονταν να πιστέψουν τους εμπειρογνώμονες που διαβεβαίωναν ότι δεν υπήρχε κίνδυνος να σκάσουν οι βόμβες ξαφνικά μέσα στην αίθουσα του δικαστηρίου. Το κλίμα διασώζουν τα επίσημα πρακτικά της δίκης που εντοπίσαμε στο αρχείο του υπουργείου των Εξωτερικών:
Ο πρώτος ειδικός μάρτυρας, ο χημικός Αντώνιος Παυλίνης, επικεφαλής του χημικού εργαστηρίου του υπουργείου Οικονομικών, κατέθεσε την πρώτη ημέρα της δίκης ότι η βόμβα που του στάλθηκε για εξέταση από το Γ' Σώμα Στρατού, βάρους 1214 γραμαρίων, ήταν ένα μείγμα νιτρικού αμμωνίου και νιτροναφθαλίνης, ουσία συγκρίσιμη με τη δυναμίτιδα, που μπορεί να μεταφερθεί ή να θερμανθεί χωρίς να εκραγεί. Κατά την άποψή του, όσο καλύτερα τοποθετούνταν οι βόμβες τόσο μεγαλύτερη θα ήταν η καταστροφή από την έκρηξη. Τα ίδια περίπου υποστήριξε και ο επίσης χημικός Βασίλειος Χαϊμαντάς και εξήγησε ότι αυτός ο τύπος βόμβας χρησιμοποιήθηκε κατά τον παγκόσμιο πόλεμο, προκαλώντας τεράστιες καταστροφές. Η ιδέα του ωστόσο να παρομοιώσει τους ωρολογιακούς μηχανισμούς με τα κοινά ξυπνητήρια, θα προκαλούσε την άμεση αντίδραση του προέδρου; "Με την διαφοράν ότι ο κρότος που θα ηκούαμεν θα ήτο μεγαλύτερος των ξυπνητηρίων".
Το θέμα των εκρηκτικών επανέρχεται τη δεύτερη ημέρα της δίκης, κατά την εξέταση του λοχαγού Αρχιμ. Αργυρόπουλου του Δεύτερου Γραφείου του Γ' Σώματος Στρατού, ειδικευμένου στις βόμβες και τα εξαρτήματά τους. Καθώς η κατάθεση γίνεται αυτή τη φορά με επίδειξη των ίδιων των πειστηρίων, οι παράγοντες της δίκης τρέμουν μήπως δεν γλιτώσουν τελικά την έκρηξη. Ανατρέχουμε και πάλι στα πρακτικά:
"Ο κ. Αργυρόπουλος, ανοίγων μίαν των δύο μικρών βαλιτσών άι οποίαι ευρίσκονται προ των συνέδρων εξάγει μίαν βόμβαν από τας 4 που περιέχει η βαλίτσα και εξηγεί τα κατ' αυτήν και των συστατικών της. Προσθέτει ότι υπήρχον περί τα 15 καψύλια και 5 ηλεκτρικά καψύλια.
Πρόεδρος: Διατί τόσα πολλά;
Μάρτυς: Θα είχον ίσως και άλλας βόμβας ενταύθα. Ο κ. Αργυρόπουλος, λαμβάνων και εν εκ των ωρολογίων εξηγεί τας λεπτομερείας του ώς επέρχεται η έκρηξις διά της ενώσεως εις την κανονισθείσαν ώραν.
Συνήγορος: Μη κάνετε την ένωσιν, δεν είναι ανάγκη.
Μάρτυς: Οπως είναι τώρα, δεν υπάρχει φόβος.
Πρόεδρος: Η βόμβα εκρήγνυται την ώραν που έχει κανονισθή; Είναι επιστημονικώς εξηκριβωμένον τούτο;
Μάρτυς: Μάλιστα και άι 8 βόμβαι έχουν την οπήν ώστε να είναι δυνατή η χρησιμοποίησίς των είτε ανά δύο ή τέσσαρας ή κεχωρισμένως. Προκειμένου να χρησιμοποιηθή, δύναται να πράξη τούτο ο ενδιαφερόμενος και διά της θρυαλλίδος την οποίαν ούτος θέτει επί της βόμβας και αναλόγως του μήκους της θρυαλλίδος επέρχεται μετ' ορισμένα λεπτά η έκρηξις, τόσα ώστε να λάβη τον καιρόν ν' απομακρυνθή ούτος. Και εντός της Εκθέσεως, εάν υπήρχε τοποθετημένη βόμβα και εγνώριζε πού ακριβώς είναι, ηδύνατο να πάγη να βάλη την θρυαλλίδα και ν' απομακρυνθή ακολούθως.
Ενορκος: Και τώρα είναι πλήρεις άι βόμβαι; 
Μάρτυς: Μάλιστα. Αλλά δεν έχουν ουδένα φόβον εφ' όσον δεν εκραγή το καψύλιον".
Η διαβεβαίωση του ειδικού δεν φαίνεται να καθησυχάζει ιδιαίτερα το έντρομο δικαστήριο: Ετσι, σύμφωνα πάντοτε με τα πρακτικά, "ο μάρτυς παρακαλείται και επαναθέτει ο ίδιος διά παν ενδεχόμενον την βόμβαν εις την βαλίτζαν".



Οι τελευταίοι των κομιτατζήδων

Η επιλογή σερβικών κυρίως στόχων από τους εμπνευστές της βομβιστικής απόπειρας κατά της ΔΕΘ δεν ήταν καθόλου συμπτωματική. Από την εποχή της ανασύστασης της ΕΜΕΟ το 1919, πολύ περισσότερο δε μετά την ολοκλήρωση της ελληνοβουλγαρικής ανταλλαγής πληθυσμών το 1923-25, κύριο πεδίο ένοπλης δραστηριότητας των κομιτατζήδων υπήρξε η γιουγκοσλαβική Μακεδονία, όπου η ύπαρξη ενός συμπαγούς πρώην εξαρχικού πληθυσμού πρόσφερε στους βουλγαρομακεδόνες αντάρτες μια κάποια μαζική στήριξη. Σύμφωνα με επίσημα γιουγκοσλαβικά στοιχεία της εποχής, μεταξύ 1919 και 1934 στη "Νομαρχία του Βαρδάρη" σημειώθηκαν 467 επιθέσεις της ΕΜΕΟ, με αποτέλεσμα 185 νεκρούς αξιωματούχους και όργανα της τάξης, 128 σκοτωμένους κομιτατζήδες και 268 θύματα ανάμεσα στον άμαχο πληθυσμό (Ivo Banac "The national question in Yuγoslavia", Ν.Υόρκη 1984, σ.323).
Η μεσοπολεμική δράση της ΕΜΕΟ στην ελληνική Μακεδονία εμφανίζεται αντίθετα αρκετά υποτονική. Μπορεί οι δημοσιογραφικοί ταγοί της βορειοελλαδίτικης εθνικοφροσύνης να χαλούν σε τακτά διαστήματα τον κόσμο με τα κινδυνολογικά δημοσιεύματά τους ("πράκτορες του Κομιτάτου φαίνεται ότι υπάρχουν εις όλα τα πρώην σχισματικά χωρία", γράφει το Μάιο του 1927 στον "Ελεύθερο Λόγο" ο Κωνσταντίνος Φαλτάιτς), στην πράξη όμως τα δείγματα κομιτατζήδικων ενεργειών μετριούνται στα δάχτυλα του ενός χεριού - με κυριότερη τη ρίψη δυο χειροβομβίδων και τον τραυματισμό 10 ατόμων στο καφενείο "Διεθνές" της Φλώρινας από την ομάδα του Πέταρ Γκερόφσκι (17.11.1925). Λιγότερο σαφής είναι η φύση διαφόρων συμβάντων που μερίδα του τύπου αποδίδει στην ΕΜΕΟ, ενώ άλλα δημοσιεύματα χαρακτηρίζουν σαν ξεκαθαρίσματα προσωπικών λογαριασμών - όπως οι φόνοι δυο δασοφυλάκων έξω από το Νυμφαίο στις 13.10.1927 και του αμφιλεγόμενου τέως κοινοτάρχη της Ανω Καλλινίκης Θεόδωρου Τσαντέφσκι το Δεκέμβριο του 1930. Αναμφισβήτητο γεγονός αντίθετα είναι ότι, από τα μέσα της δεκαετίας του '20, η παρουσία της οργάνωσης αντιμετωπίζεται εχθρικά από ένα όλο και μεγαλύτερο μέρος του σλαβόφωνου πληθυσμού της βόρειας Ελλάδας. "Οι ίδιοι οι Μακεδόνες χωρικοί τους οποίους έχονται να διεκδικήσουν οι Βούλγαροι δεν τους παρέχουν ούτε τροφήν, ούτε στέγην εκτός ασημάντου εξαιρέσεως", εξηγεί στις 18.10.1927 το "Φώς" σε ρεπορτάζ του από τη Δυτική Μακεδονία. "Ο Μακεδών χωρικός δέχεται πλέον ως ταραξίαν, ως ληστήν τον κομιτατζήν. Οχι μόνο δεν τον θέλει μεταξύ του, όχι μόνο δεν τον ανέχεται αλλά και αισθάνεται ότι πρέπει να υπερασπίσει την ησυχίαν του".

(Ελευθεροτυπία, 21/9/1997)

 

www.iospress.gr                                   ΣΥΝΕΧΕΙΑ ΣΤΟ ΔΕΥΤΕΡΟ ΜΕΡΟΣ