ΣΗΜΕΙΟΛΟΓΙΑ ΤΗΣ ΓΙΑΦΚΑΣ


Οι τέσσερις τοίχοι της επανάστασης

1.   2

 

Καμαρούλα μια σταλιά, δύο επί τρία, αλλά ούτε πόθοι ούτε λατρεία. Μοιάζει με γκαρσονιέρα αλλά δεν έχει ούτε κρεβάτι. Κανένα ζευγαράκι δεν περνά το κατώφλι της. Και το χειρότερο: ο θυρωρός, ο διπλανός ενοικιαστής, ακόμα και ο περαστικός κουλουροπώλης είναι μεταμφιεσμένοι αστυνομικοί.

 
Οταν οι γιάφκες ήταν στη μόδα

Για να εκφράσει τη δυσαρέσκειά του ύστερα από κάποιο δημοσίευμα της "Εξόρμησης", ο Κώστας Σκανδαλίδης είχε αποκαλέσει τα γραφεία του κομματικού οργάνου "γραφική γιάφκα". Μ' αυτά τα λόγια, ο γραμματέας του ΠΑΣΟΚ έδινε ίσως το τελευταίο χτύπημα στην παρηκμασμένη εφημερίδα. Ακόμα και σήμερα, μετά το κλείσιμο της "Εξόρμησης", ο τελευταίος της διευθυντής Νίκος Λαγκαδινός θυμάται πειραγμένος τον προσβλητικό χαρακτηρισμό. Ομως, άθελά του, ο κ. Σκανδαλίδης με τη σύγκριση αυτή έδινε στη γιάφκα την παλιά της σημασία: τόπος (παράνομης ή συνωμοτικής) πολιτικής δραστηριότητας.
Είναι αλήθεια ότι οι παράνομοι επαναστάτες και τα σπίτια-κρυψώνες δεν είναι πια στη μόδα. Οι γιάφκες μάς φέρνουν πλέον στο νου σχεδόν αυτόματα εικόνες από κυνήγι τρομοκρατών ή τουλάχιστον σκηνές από ταινίες του μεσοπολέμου. Δεν έχουν όμως περάσει πολλά χρόνια από την εποχή που στις "γιάφκες" διεξαγόταν ένα μεγάλο μέρος της πολιτικής δραστηριότητας. Οι αλλεπάλληλες δικτατορίες και η τοποθέτηση εκτός νόμου πολιτικών κομμάτων χαρακτήρισε την ελληνική πολιτική ζωή μέχρι τη μεταπολίτευση του 1974.
Φυσικά η "γιάφκα" συνδέεται κυρίως με την ιστορία του Κομμουνιστικού Κόμματος. Από το 1932 που πρωτοκυκλοφόρησε ένα μικρό φυλλάδιο με τίτλο "Τι πρέπει να ξέρει κάθε κομμουνιστής" με οδηγίες για τους κανόνες "επαγρύπνησης", μέχρι την τελική νομιμοποίηση του κόμματος, το ΚΚΕ ήταν υποχρεωμένο να διατηρεί κάποιου είδους παράνομο μηχανισμό, άλλοτε μεγάλο και άλλοτε στοιχειώδη. Τις παραμονές της δικτατορίας του Μεταξά, στις 3 Ιουνίου 1936, η Κεντρική Επιτροπή έστειλε εγκύκλιο προς τις οργανώσεις του κόμματος όπου σημειωνόταν: "Οι γραμματείς των αχτίδων και πυρήνων πρέπει να εξασφαλίσουν τις γιάφκες, δηλαδή τα πρόσωπα της εμπιστοσύνης και τις μυστικές διευθύνσεις για την αλληλογραφία. Πρέπει να είναι μυστικά μέρη και της υπευθύνου εκλογής των μελών τούτων, όπου θα στέλλεται το υλικό και θα γίνονται συναντήσεις των μελών και των απεσταλμένων του κέντρου." Υποτίθεται ότι σε ολόκληρη την Ελλάδα υπήρχε ένα δίκτυο με γιάφκες. Αν πιστέψουμε το προπαγανδιστικό "Ο κομμουνισμός στην Ελλάδα" που εκδόθηκε από το μεταξικό καθεστώς το 1937, οι αρχές πληροφορήθηκαν πολλές λεπτομέρειες για τις γιάφκες από το αρχείο του ΚΚΕ που κατάσχεσαν με τις πρώτες τους επιδρομές.
"Πλούσιο υλικό μας έδωσε το κατασχεθέν αρχείον του κομμουνιστικού κόμματος για το ζήτημα αυτό. Ετσι, επί παραδείγματι, για τις επιστολές στην Ξάνθη είχαν ένα αθώο συμβολαιογράφο, ο οποίος μάλιστα απέδειξε ότι διατελούσε εν αγνοία και ότι είχε παρακληθεί από κάποιο γνωστό του "Βασίλη" -μέλος του κόμματος- να στέλλονται οι επιστολές του στο συμβολαιογραφείο του. Στη Θεσσαλονίκη είχαν πολλές "γιάφκες", με σύνθημα σε μια απ' αυτές, που ήταν κατάστημα υποδημάτων: Ερώτησις: "Θέλω να μου κάνετε ένα ζευγάρι ψίδια από σεβρό πράσινο." Απάντησις: "Δεν έχω σεβρό πράσινο". Για τον σύνδεσμο: "Εχεις χαιρετισμούς απ' τον Αγησίλαο και Ευστράτιο Διαμαντόπουλο": Βαφείον οδός Αγίου Μηνά 7."
Η ίδια έκθεση αναφέρεται και σε άλλες χαρακτηριστικές γιάφκες: "Στη Μυτιλήνη είχαν έναν οδοντίατρο, οδός Θέμιδος με σύνθημα: "να αναζητήσεις την Ολγα". Για τα τηλεγραφήματα μία μοδίστα. Στην Ηπειρο είχαν για γιάφκα την εξής διεύθυνσι: Τάκην Χατζήν, διευθυντήν εφημερίδος "Ηπειρο", με σύνθημα: Ερχομαι από το θείο σου Χαρίλαο. Οταν θα μείνουν μόνοι θα πρέπει προσθέση: Θέλω το Σταύρο."
Το καθεστώς της 4ης Αυγούστου είχε κάθε λόγο να επιμένει σε παρόμοιες λεπτομέρειες. Επρεπε να στηρίξει την ύπαρξή του με αποκαλύψεις για τη σοβαρότητα του αόρατου "κομμουνιστικού κινδύνου". Και για να εμφανιστούν οι αντίπαλοί του σατανικοί και δαιμόνιοι, έπρεπε να δημοσιευθούν λεπτομέρειες για τις μεθόδους παράνομης και συνωμοτικής δράσης.
Οι "φοβερές" όμως αυτές αποκαλύψεις αποδεικνύουν ότι η παράνομη δραστηριότητα στηριζόταν σε πολύ απλές και καθημερινές σκέψεις. Δεν λείπει ακόμα και το χιούμορ. Σύμφωνα με το κατασχεμένο αρχείο του ΚΚΕ, υπήρχε η ακόλουθη συνθηματική γλώσσα για τις γιάφκες:
* Ανδρέας = καταργείται γιάφκα
Κατίνα = έρχεται άνθρωπος
Χρήστος = να έλθει ο γραμματέας
* Στην οργάνωση της Λαμίας η γιάφκα είχε το συνθηματικό όνομα "Ελένη", ο πολύγραφος ονομαζόταν "Αρμόνικα", η εξορία "γρίπη", η φυλακή "ρευματισμός", η συνδιάσκεψη "καλλωπισμός", η αχτίδα "κατεδάφιση", το υλικό "Αριστείδης", ο Ριζοσπάστης "μαργαρίτα" και το Αγροτικό Κόμμα "κτήμα".
* Στο Βόλο η γιάφκα ονομαζόταν "Μαρία", η γραφομηχανή "κιθάρα", ο πολύγραφος "φλάουτο", το τυπογραφείο "βιολί", ο γραμματέας "αδελφός" και η Κεντρική Επιτροπή "Πηνελόπη".
* Στην Πάτρα η γιάφκα έπαιρνε ανδρικό όνομα ("Γιώργος"), η γραφομηχανή λεγόταν "μαντολίνο", ο πολύγραφος "βιολί", το τυπογραφείο "πιάνο".
* Στη Χαλκίδα η κατάργηση της γιάφκας υποδηλωνόταν με την έκφραση "το μαγαζί επισκευάζεται". Η σύσκεψη ονομαζόταν "διασκέδαση", το αχτίφ πόλης "βαφτίσι", η προκήρυξη "λεφτά" και τα λεφτά "μπισκότα". Οι δημοκρατικές ομάδες στρατού ονομάζονταν συνθηματικά "φρούτα" και οι αξιωματικοί "άσκημοι".
Με την πείρα της δικτατορίας και της κατοχής, το ΚΚΕ ανασυγκρότησε τις λειτουργίες του μηχανισμού του. Στους "Βασικούς κανόνες επαγρύπνησης" που κυκλοφόρησαν το 1947 περιλαμβάνονται αναλυτικές οδηγίες για τα παράνομα σπίτια. Το ενδιαφέρον είναι ότι το μέτρο της πολιτικής επιτυχίας δίνεται από την ευκολία κάποιας οργάνωσης να βρίσκει γιάφκες: "Κατά κανόνα οι κομματικές συνεδριάσεις, οι τόποι συνάντησης και σύνδεσης, ραντεβού κλπ. πρέπει να γίνονται σε σπίτια και όχι στους δρόμους και σε καμιά περίπτωση σε καφενεία, εστιατόρια κλπ. Η οργάνωση που δεν μπορεί να βρει με τα μέλη του κόμματος και τους συμπαθούντες τον αριθμό των σπιτιών που χρειάζεται δείχνει την ανικανότητά της και για τα καθοδηγητικά όργανα αυτό δείχνει την έλλειψη οργανωτικών ικανοτήτων."
Θυμίζουμε ότι εκείνη την εποχή η "παράνομη" δραστηριότητα περιοριζόταν στη διασύνδεση των μελών του κόμματος, τις συνεδριάσεις των οργάνων και την προετοιμασία της πολιτικής δράσης. Τα "πειστήρια του εγκλήματος" που κρύβονταν στις γιάφκες ήταν κυρίως έντυπα υλικά, προκηρύξεις και εφημερίδες. "Δεν πρέπει να κρατάς στο δωμάτιό σου κομματικά ντοκουμέντα, εκθέσεις, βιβλία, κλπ", επιτάσσουν οι "Κανόνες επαγρύπνησης". "Ιδιαίτερα δεν πρέπει να έχεις αφύλαχτα χειρόγραφα δικά σου, είτε άλλων."
Οσο για τις συνεδριάσεις, αυτές "είναι προτιμότερο να γίνονται σε μεγάλα σπίτια, όπου μπαινοβγαίνει πολύς κόσμος, είτε σε κατοικίες, όπου ο ερχομός αγνώστων ανθρώπων δεν προκαλεί την προσοχή των γειτόνων."
Από τη δική της πλευρά, η Αστυνομία είχε αναπτύξει ένα δικό της μηχανισμό για την ανακάλυψη και την παρακολούθηση των σπιτιών που θεωρούσε ύποπτα. "Συχνά η Αστυνομία ευρίσκεται εις την ανάγκην ν' ασκήσει επιτήρησιν υπόπτου οικίας, καταστήματος ή γραφείου, προς διαπίστωσιν πληροφοριών ότι αποτελούν τον τόπον συγκεντρώσεως παρανόμως δρώντων κομμουνιστών", έγραφε το 1957 ο διοικητής των Αστυνομικών Σχολών Νικόλαος Αρχιμανδρίτης. Εχει ενδιαφέρον η μέθοδος που προτείνει ο έμπειρος αξιωματικός. Επιμένει στην παρακολούθηση της γιάφκας και όχι στην αποκάλυψή της: "Προκειμένου περί σοβαρών υποθέσεων, η Υπηρεσία Γενικής Ασφαλείας φροντίζει να εγκαθιστά εντός του αυτού οικήματος, εφόσον πρόκειται περί πολυκατοικίας, ή ετέρου γειτνιάζοντος οικήματος προς το υπό επιτήρησιν, υπαλλήλους αυτής, είτε ως ενοικιαστάς υπό διαφόρους ιδιότητας, είτε ως υπαλλήλους, θυρωρούς, τεχνίτας κλπ, ίνα ούτω η επιτήρησις γίνεται τελεία." Σε αραιοκατοικημένες περιοχές "η επιτήρησις δέον να γίνεται δι' αστυνομικών εμφανιζομένων ως επαιτών, μικροπωλητών, στιλβωτών, παλαιοπωλών, λαχανοπωλών, ταχυδρομικών υπαλλήλων, εισπρακτόρων αεριόφωτος, ηλεκτρικού, κλπ." Για το λόγο αυτό "εις τας Υπηρεσίας Γενικής Ασφαλείας υπάρχουν ενδυμασίαι δι' όλα τα ειδικά επαγγέλματα, ήτοι στολαί διανομέων ταχυδρομείου, οδηγών αυτοκινήτων, εισπρακτόρων, ιερέων, στρατιωτικών, ναυτών, αεροπόρων, μπλούζαι εργατικαί, κλπ. Επίσης υπάρχουν και κασελάκια στιλβωτών, πάγκοι μικροπωλητών, ταμπλάδες κουλουροπωλών, χειραμάξια μικροπωλητών ή λαχανοπωλών κλπ."
Για να παρακολουθούν τις γιάφκες, οι αστυνομικοί έπρεπε να μεταμφιέζονται: να βάφουν τα μαλλιά τους, να ξυρίζουν το μουστάκι τους ή να αφήνουν μουστάκι, να βάζουν γυαλιά, να κρύβουν κάποιο φυσικό τους χαρακτηριστικό. Ανάλογα με την περιοχή που βρισκόταν η γιάφκα επιλεγόταν ο κατάλληλος αστυνομικός: "Εις το ξενοδοχείον Μεγάλη Βρεττάνια όπου κατέλυσεν ύποπτον άτομον δέον να εγκατασταθή αστυνομικός άψογος εις εμφάνισιν, τρόπον, ομιλίαν κλπ, ώστε να εξαπατηθούν περί της ιδιότητός του όχι μόνο ο ύποπτος, αλλά και το προσωπικό του ξενοδοχείου."



Πώς κατασκευάζεται μια γιάφκα

Οπως είναι γνωστό, μετά τη Μεταπολίτευση η έννοια της γιάφκας συνδέθηκε κυρίως με τις δραστηριότητες των ένοπλων οργανώσεων. Δύσκολα όμως ξεχωρίζει κανείς πού σταματά η "αποκάλυψη" ενός "κρησφύγετου τρομοκρατών" και πού αρχίζει η σκηνοθεσία των διωκτικών αρχών, προκειμένου να υπηρετηθεί η ανάγκη τους για μια "μεγάλη επιτυχία". Ο λόγος γι' αυτό μπορεί να αναζητηθεί στην ανάγκη της αστυνομίας να πείθει για την πραγματική βάση των ισχυρισμών της. Η "γιάφκα" παίζει έτσι ένα καταλυτικό ρόλο στην προβολή της επίσημης άποψης για την επικινδυνότητα των εκάστοτε συλληφθέντων. Αρκετά χαρακτηριστική περίπτωση από αυτή την άποψη αποτελεί η πιο διάσημη "γιάφκα" της τελευταίας δεκαετίας. Πρόκειται για το ημιϋπόγειο της οδού Καλαμά 25 στα Σεπόλια, που παρουσιάστηκε από τις διωκτικές αρχές σαν "το κρυσφύγετο του Μπαλάφα" -κι ακόμα ταλαιπωρεί τον ενοικιαστή της, με μια δεκάχρονη καταδίκη που ξεσήκωσε θύελλα διαμαρτυριών κι ερμηνεύθηκε ως προσαρμογή στη ρητή υπόδειξη του Στέιτ Ντιπάρτμεντ μάλλον παρά σαν απόδοση δικαιοσύνης. Ας πάρουμε όμως τα πράγματα από την αρχή.
Για την επίσημη αστυνομική εκδοχή μπορούμε να ανατρέξουμε στην "Αστυνομική Επιθεώρηση" του Ιανουαρίου 1987. Με τίτλο "Ανακαλύφθηκε το οπλοστάσιο της `Αντικρατικής Πάλης'", η έκδοση της ΕΛΑΣ πληροφορούσε το κοινό της για τις λεπτομέρειες ενός τυχαίου αλλά μεγάλου χτυπήματος της εγχώριας τρομοκρατίας: "Εκπληκτοι αντίκρυσαν οι αστυνομικοί, ο υδραυλικός, ο κλειδαράς και ο ιδιοκτήτης υπόγειου διαμερίσματος στα Σεπόλια το μεγάλο οπλοστάσιο που `στεγαζόταν' εκεί. Είχαν αναγκαστεί να παραβιάσουν την πόρτα, ύστερα από μια βλάβη στην εγκατάσταση αποχέτευσης της πολυκατοικίας, που πλημμύρισε νερά το υπόγειο. Ο ιδιοκτήτης του διαμερίσματος, Χρήστος Νάζος, επειδή δεν μπορούσε να επικοινωνήσει με τον ενοικιαστή του, ζήτησε τη συνδρομή της αστυνομίας και με την παρουσία της οδήγησε σ'αυτό τον κλειδαρά και τον υδραυλικό που θα επισκεύαζε τη βλάβη (...) Μέσα στα δυο δωμάτια του σπιτιού, που είχαν ισοπεδωθεί αφού οι χρήστες έβγαλαν τα ντουλάπια τους, βρέθηκαν 10 πιστόλια, 2 περίστροφα, 2 αυτόματα όπλα, 4 δίκαννα όπλα, 3 νάρκες, 2 επιθετικές χειροβομβίδες, 3 πυροδοτικοί μηχανισμοί Μ605, 2 εναυστήρες βραδύκαυστου Μ60, 3 προσαρμοστές αντιαρματικής νάρκης Μ1, 2.002 σφαίρες, 1 χοάνη εκτόξευσης χειροβομβίδων, 34 κοινοί πυροκροτητές (...) 12 θήκες πιστολιών, 6 συσκευές CB" κι ένα πλήθος άλλων αντικειμένων -από "διάφορες γκραβούρες με ιστορικές απεικονίσεις" μέχρι "διάφορα διαρρηκτικά εργαλεία", φιλμ και μήτρες κρατικών σφραγίδων, πλαστές ταυτότητες, κλοπιμαία και άλλα συναφή. "Σύμφωνα με τα στοιχεία των αστυνομικών αρχών που έδωσε στη δημοσιότητα ο υπουργός Δημόσιας Τάξης", συνοψίζει το έντυπο, "η `γιάφκα' ανήκε στην οργάνωση `Αντικρατική Πάλη' στην οποία ανήκαν εκτός από το Χρήστο Τσουτσουβή και οι Γεώργιος Μπαλάφας και Αβραάμ Λεσπέρογλου. Τα στοιχεία του `φοιτητή-ενοικιαστή' ταιριάζουν απόλυτα με αυτά του Γιώργου Μπαλάφα". Ο τελευταίος κρυβόταν από το Μάιο της περασμένης χρονιάς, όταν το υπουργείο Δημ. Τάξης είχε ανακοινώσει ότι αναζητείται ως πρώην "φιλοξενούμενος κατά διαστήματα" στο σπίτι του Χρήστου Τσουτσουβή, που σκοτώθηκε σε συμπλοκή με αστυνομικούς στου Γκύζη. Το γεγονός ότι ο Τσουτσουβής ήταν ξάδερφός του αποσιωπήθηκε διακριτικά από το ανακοινωθέν, που επιπλέον παρουσίαζε το Μπαλάφα σαν "σεσημασμένο κακοποιό με πλούσια δράση" (ενώ είχε καταδικαστεί σε 7 μόλις μήνες με αναστολή, για την εφηβική κλοπή ενός μπουφάν). Τα κατευθυνόμενα δημοσιεύματα που τον ήθελαν "τρομοκράτη" φάνηκαν να επιβεβαιώνονται μονάχα μετά την ανακάλυψη της "γιάφκας" του, με το πλούσιο περιεχόμενό της.
Γρήγορα όμως έμελλε να αποδειχθεί πως τα πράγματα δεν ήταν καθόλου τόσο απλά. Στη δίκη της Βαγγελιώς Βογιατζή και του Γεράσιμου Μπουκουβάλα, το Νοέμβριο του 1988, αποκαλύφθηκε με τον πιο κατηγορηματικό τρόπο ότι, ένα 48ωρο πριν "αποκαλυφθεί", η περιβόητη "γιάφκα" της οδού Καλαμά είχε φιλοξενήσει κάμποσους αστυνομικούς που μπαινόβγαζαν μυστηριωδώς διάφορα πράγματα... Λεπτομέρεια ακόμα σημαντικότερη, κανείς από όσους μπήκαν στο επίμαχο ημιυπόγειο για την απόφραξη της αποχέτευσης δεν είδε το παραμικρό ύποπτο στοιχείο. "Ο αστυνομικός που ήρθε", δήλωσε ο ηλικιωμένος ιδιοκτήτης του διαμερίσματος, Χρήστος Νάζος, "μπήκε μέσα κι έκανε περιοδεία στο διαμέρισμα. Ο κλειδαράς άνοιξε την πόρτα και μπήκανε δυο υδραυλικοί και καθαρίσανε. Οπλα εγώ δεν είδα. Τις σφαίρες τις είδα την επόμενη μέρα. Για τα όπλα μού είπε ο αστυνομικός Χριστοδουλάκης. Οταν του ζήτησα να τα δώ, μου είπε `θα τα δείς στην τηλεόραση'". Πρόκειται, υπενθυμίζουμε, για το μάρτυρα που σύμφωνα με το κατηγορητήριο είχε δεί πρώτος τα όπλα και ειδοποίησε την αστυνομία! Αλλα πέντε άτομα θα περάσουν από τον ίδιο χώρο, χωρίς επίσης να αντιληφθούν το παραμικρό. Το απόγευμα, τρεις αστυνομικοί θα εμφανιστούν και θα "δανειστούν" για μερικές μέρες τα κλειδιά του υπογείου, χωρίς να δώσουν και πολλές εξηγήσεις. Ακολουθούν κάτι μυστήρια ολονύκτια πηγαινέλα και το επόμενο πρωί γίνεται η "αποκάλυψη". Καταθέτει η διαχειρίστρια της πολυκατοικίας, Παρασκευή Λαμπράκη: "Ηρθαν δυο αστυνομικοί με πολιτικά και μου είπανε ότι θέλουνε να δούνε στο διαμέρισμα. Η πόρτα ήταν ανοιχτή, και η εξωτερική και η εσωτερική, που οδηγούσε στο κεντρικό δωμάτιο. Τότε μου λένε οι αστυνομικοί: `Κοίτα, κάτι βαλιτσάκια. Του νοικάρη θα είναι. Να τα ανοίξουμε;' Τα ανοίγουν και τι να δώ. Πιστόλια, στιλέτα, καραμπίνες, μου κόπηκε το αίμα. Χριστέ και Παναγιά". Με την παρατηρητικότητα της νοικοκυράς, η ίδια μάρτυς θα καταθέσει μίαν ακόμη αλλαγή που διαπίστωσε ανάμεσα στην πρώτη και τη δεύτερη επίσκεψή της στο υπόγειο: την πρώτη μέρα υπήρχε εκεί "μόνο ένα καφετί καναπεδάκι", ενώ την επόμενη είδε "ακριβώς απέναντι, έναν πάγκο και πάνω τα βαλιτσάκια, σαν εκείνα που έχουν οι δικηγόροι". Ετοιμα, όλα, για τη φωτογράφηση...


Ονομα ουσιαστικό, γένους θηλυκού

Η "γιάφκα" είναι μια λέξη στενά συνδεδεμένη με την ιστορία των κομμουνιστικών κινημάτων και κυρίως με τις μακρές περιόδους της παράνομης δράσης τους. Ρωσικής προέλευσης (RBKA), η λέξη σημαίνει καταρχάς εμφάνιση, παρουσία, προσέλευση, και δευτερευόντως παράνομη συνάντηση και παράνομο στέκι. Στα βουλγαρικά εμφανίζεται ως νεολογισμός και διαθέτει μόνο τη δεύτερη σημασία (ο τόπος της παράνομης συνάντησης, αλλά και η ίδια η παράνομη συνάντηση). Στα ελληνικά η λέξη πέρασε την εποχή του Μεσοπολέμου και γνώρισε μεγάλη διάδοση τις επόμενες δεκαετίες, καθώς χρησιμοποιήθηκε συστηματικά τόσο από τους ίδιους τους κομμουνιστές όσο και από τους ποικίλους διώκτες τους.
Ετσι, το λήμμα "γιάφκα" εμφανίζεται ιδιαίτερα κατατοπιστικό στο "Λεξικόν κομμουνιστικών όρων" του Λάζαρου Σακελλαρίου (Αθήναι 1964): "Ως όρος κομμουνιστικός επιβληθείς διεθνώς, η λέξη "Γιάφκα" έχει δύο εννοίας: 1) Τόπον συναντήσεως στελεχών Κ.Κ. ή στελεχών δύο ή περισσότερων Κομμουνιστικών Κομμάτων διαφορετικών χωρών, όστις τυγχάνει άγνωστος εις τας αρχάς και γνωστός εις τους κομμουνιστάς οίτινες πρόκειται να συναντηθούν (...) και 2) Τόπον ή χώρον (οικίαν, κατάστημα, καφενείον, σταυροδρόμιον κ.λπ.), όστις χρησιμοποιείται υπό ενός ή περισσοτέρων στελεχών ενός ή περισσοτέρων κομμουνιστικών κομμάτων διαφορετικών χωρών προς παράδοσιν, παραλαβήν παρανόμων εντύπων, αλληλογραφίας, χρημάτων, όπλων, εργαλείων και λοιπών μέσων ασκήσεως κομμουνιστικής προπαγάνδας. Εις την δευτέραν ταύτην περίπτωσιν είναι δυνατόν να μην έρχωνται εις επαφήν και να μην γνωρίζονται οι χρησιμοποιούντες αυτά κομμουνισταί". Το ίδιο λεξικό αναφέρει και τη λέξη γιαφκαντζής ("ο ιδιοκτήτης ή ενοικιαστής του χώρου, της οικίας, του καταστήματος ή άλλου τινός μέρους εις το οποίον λαμβάνει χώραν η συνωμοτική συνάντησις των στελεχών του Κομμουνιστικού Κόμματος"), την οποία συναντούμε και στην παλαιότερη αριστερή φιλολογία (για ένα πρόσφατο παράδειγμα, βλ. Σταύρου Κασιμάτη, "Οι παράνομοι", σ. 242).
Η ευρεία αυτή χρήση της εξελληνισμένης ρώσικης λέξης πρέπει να βρίσκεται πίσω από την κομμουνιστική οργάνωση YAFAKA που ανακάλυψε ο ταγματάρχης Edgar O'Ballance στο βιβλίο του για τον ελληνικό εμφύλιο, παγιδεύοντας προ ετών και το σοβαρό "Βήμα" ("The Greek Civil War 1944-1949", Frederick Praeger, Νέα Υόρκη 1966). Δίνοντας στον παράνομο μηχανισμό του ΚΚΕ την εποχή του Εμφυλίου το όνομα "ΓΙΑΦΑΚΑ" (γραμμένο ως αρκτικόλεξο), ο ταγματάρχης μιλά για την οργάνωση ΓΙΑΦΑΚΑ η οποία διακλαδωνόταν στις πόλεις και τα μεγάλα χωριά, διέθετε το 1947 πενήντα χιλιάδες ενεργά μέλη και προμήθευε στον Δημοκρατικό Στρατό πληροφορίες, εφόδια και νέους μαχητές.

(Ελευθεροτυπία, 16/11/1997)

 

www.iospress.gr                                   ΣΥΝΕΧΕΙΑ ΣΤΟ ΔΕΥΤΕΡΟ ΜΕΡΟΣ