ΔΙΑΛΥΤΗΡΙΑ ΠΛΟΙΩΝ ΣΤΗΝ ΑΣΙΑ

Ο Τοξικός Θάνατος Ταξιδεύει

1.   2.   3.



Μια άλλη πρωτιά της ελληνικής ναυτιλίας

Εδώ και έναν ακριβώς χρόνο, από την 1η Ιανουαρίου 1998, ισχύει η απαγόρευση μεταφοράς επικίνδυνων και τοξικών υλικών από χώρες του ΟΟΣΑ προς άλλες χώρες. Ισχύει επίσης παρόμοια απαγόρευση για τις χώρες της Ευρωπαϊκής Ενωσης. Στα υλικά αυτά περιλαμβάνονται τα παροπλισμένα πλοία που προορίζονται για διάλυση. Σύμφωνα με τον πίνακα που δημοσιεύουμε, μέσα στο 1998 πουλήθηκαν τουλάχιστον 21 πλοία ελληνικών εταιρειών σε διαλυτήρια του Τρίτου Κόσμου, κυρίως της Ινδίας και του Πακιστάν. Αυτό το νούμερο φέρνει τη χώρα μας σε μια από τις πρώτες θέσεις μεταξύ των προμηθευτών επικίνδυνων υλικών προς τις φτωχές ασιατικές χώρες, σε σαφή παραβίαση της "Απαγόρευσης της Βασιλείας" που έχει επικυρωθεί από την ελληνική Βουλή, εδώ και τέσσερα χρόνια. Στο ίδιο χρονικό διάστημα, ο συνολικός αριθμός πλοίων που πωλήθηκαν σε διαλυτήρια αυτών των χωρών είναι 47. Μ' άλλα λόγια, 21 στα 47! Αλλη μια πρωτιά της ελληνικής ναυτιλίας; Ας ελπίσουμε ότι ο πίνακας είναι ελλιπής.
Τα στοιχεία, πάντως, του πίνακα δεν μπορεί να αμφισβητηθούν. Εχουν συνταχθεί από το ολλανδικό γραφείο της Greenpeace , και στηρίζονται σε ειδήσεις δημοσιευμένες στο έγκυρο βρετανικό περιοδικό Fairplay, ένα έντυπο που θεωρείται βίβλος των εφοπλιστών όλου του κόσμου. Αλλωστε, δεν το αρνούνται ούτε οι εκπρόσωποι των ελληνικών εφοπλιστικών εταιρειών, με τους οποίους επικοινωνήσαμε. Ο κ. Γιαννακός της Ancora Investment Trust επιβεβαίωσε ότι η εταιρεία του πούλησε το πλοίο Amanpulo σε Ινδούς διαλυτές, και ότι αυτή τη στιγμή το πλοίο βρίσκεται στο ινδικό διαλυτήριο του Αλάνγκ. Ο συνομιλητής μας ένιωσε έκπληξη με το ερώτημά μας. Δεν είχε υπόψη του τη "Σύμβαση της Βασιλείας" και ζήτησε λίγο χρόνο πριν μας απαντήσει. Εσπευσε να υπεραμυνθεί των ελλήνων εφοπλιστών, δηλώνοντας ότι "είναι ιδιαιτέρως ευαισθητοποιημένοι σε ζητήματα περιβάλλοντος" και μας διαβεβαίωσε ότι το πλοίο υφίσταται κάποιο έλεγχο από Ινδούς τελωνειακούς και λιμενικούς υπαλλήλους, πριν επιτραπεί η είσοδός του στη χώρα. "Τα πλοία που πηγαίνουν στο Αλάνγκ παίρνουν άδεια παραμονής για να μπορέσουν να προσγιαλωθούν. Αυτή η άδεια έχει δύο σκέλη: το ένα σκέλος είναι η άδεια που δίνουν οι τελωνειακοί. Το δεύτερο σκέλος είναι από την ομάδα ενός ανεξάρτητου εμπειρογνώμονα και του τοπικού λιμεναρχείου. Εξετάζονται τα φυσικά χαρακτηριστικά του σκάφους και όλα τα πετρελαιώδη εξονυχιστικώς. Αφού γίνει λεπτομερής καταγραφή και επιβεβαιώσουν ότι το πλοίο είναι απολύτως στεγανό, τότε δίνεται το πιστοποιητικό εισόδου." Στο ερώτημα, αν απομακρύνονται από το πλοίο όλα τα επικίνδυνα και απαγορευμένα υλικά (αμίαντος, PCB, βαρέα μέταλλα), ο συνομιλητής μας ζήτησε λίγο χρόνο πριν απαντήσει. Την επομένη, η νομικός της εταιρείας κ. Ηλιάδου μας ξεκαθάρισε ότι δεν τίθεται θέμα εφαρμογή της "Σύμβασης της Βασιλείας", εφόσον το συγκεκριμένο πλοίο έχει σημαία Μάλτας! Να, λοιπόν, ένας επιπλέον λόγος για την αλλαγή της ελληνικής σημαίας σε κάποια "σημαία ευκαιρίας" από τους Ελληνες εφοπλιστές. Περιττό να πούμε ότι η Μάλτα, η Λιβερία και οι λοιποί παράδεισοι για τα ναυτιλιακά "έγγραφα εθνικότητας" δεν έχουν υπογράψει καμιά από τις τρεις φάσεις της "Σύμβασης της Βασιλείας".
Δεν είχαμε καλύτερη τύχη, όταν απευθυνθήκαμε στην αρμόδια υπηρεσία του ΠΕΡΠΑ στο ΥΠΕΧΩΔΕ, η οποία ελέγχει την εφαρμογή της "Σύμβασης της Βασιλείας": "Για τα προς διάλυση πλοία δεν ξέρουμε τίποτα. Μήπως γνωρίζει το λιμενικό; Μήπως το υπουργείο Εμπορικής Ναυτιλίας;" Κι εμείς θυμόμαστε ότι την Πρωταπριλιά του 1994 η τότε υφυπουργός ΠΕΧΩΔΕ Ελισάβετ Παπαζώη εμφάνιζε την υιοθέτηση της σύμβασης από την Ευρωπαϊκή Ενωση, ως "σημαντική επιτυχία της ελληνικής προεδρίας, δεδομένου ότι τον τελευταίο καιρό τα Βαλκάνια δέχονται σημαντικές ποσότητες τοξικών αποβλήτων από χώρες της βόρειας Ευρώπης."
Φυσικά, και για να είμαστε δίκαιοι απέναντι στους Ελληνες εφοπλιστές, πουθενά στον κόσμο δεν έχει γίνει αυθορμήτως δεκτή η "Απαγόρευση της Βασιλείας" από τους πλοιοκτήτες. Η εφαρμογή της απαιτεί κινητοποίηση των πολιτών, οργάνωση του οικολογικού κινήματος και ενεργοποίηση των μηχανισμών ελέγχου κάθε κράτους και της διεθνούς κοινότητας. Στα μέσα του περασμένου Νοέμβρη, η Greenpeace και η οργάνωση Basel Action Network (BAN) υποχρεώθηκαν να διαμαρτυρηθούν έξω από την έδρα της ολλανδό-βρετανικής εταιρείας P&O Nedlloyd στο Αμστερνταμ, επειδή εξακολουθεί να στέλνει τα πλοία της για διάλυση στο Αλάνγκ. Την προηγούμενη μέρα, ακτιβιστές της Greenpeace από το πλοίο "Σείριος" σκαρφάλωσαν στο πλοίο Encounter Bay της P&O Nedlloyd που βρισκόταν στη Βαρκελώνη, και διαδήλωσαν την αντίθεσή τους στην απόφαση της εταιρείας να το στείλει στην Ινδία για διάλυση, χωρίς να το έχει καθαρίσει από τα επικίνδυνα και απαγορευμένα υλικά. Η διαμαρτυρία των οικολόγων στράφηκε εναντίον της συγκεκριμένης πλοιοκτήτριας εταιρείας, επειδή βρίσκεται επικεφαλής στον σχετικό πίνακα. Από τον Μάρτιο μέχρι τον Νοέμβριο του 1998 έστειλε επτά πλοία της στην Ινδία, το Μπανγκλαντές και την Κίνα για διάλυση, κάτω απ' αυτές τις άθλιες συνθήκες.

Ινδία: η χωματερή της υδρογείου

του RAVI AGARWAL *

"Εχουμε καταντήσει αποδέκτες των σκουπιδιών όλου του κόσμου". Μ' αυτά τα λόγια περιέγραφε πρόσφατα την κατάσταση ένας ανώτερος τελωνειακός, σε σύσκεψη για την εισαγωγή επικίνδυνων απόβλητων στη χώρα μας. Την ίδια ώρα που οι εκπρόσωποι του υπουργείου Περιβάλλοντος καμαρώνουν με την αφοσίωσή τους στην "Απαγόρευση της Βασιλείας" και που οι οικολόγοι γιορτάζουν την απόφαση του Ανώτατου Δικαστηρίου να απαγορεύσει την εισαγωγή επικίνδυνων αποβλήτων στη χώρα, η επιχείρηση συνεχίζεται κανονικά.
Φορτία με στάχτη μολύβδου, υπολείμματα μπαταριών, στάχτη ψευδαργύρου, καμένα λάδια και γέρικα πλοία φορτωμένα με PCB και αμίαντο, παίρνουν το δρόμο για την Ινδία, σε όλο και μεγαλύτερες ποσότητες. Η Ινδία έχει γίνει ο παράδεισος των τοξικών αποβλήτων. Η φτηνή εργατική δύναμη, οι χαμηλές προδιαγραφές προστασίας του περιβάλλοντος, ένα καθεστώς εισαγωγών που μοιάζει με σουρωτήρι και μια ανερχόμενη αγορά για φτηνά ανεπεξέργαστα υλικά, όλα αυτά συντελούν στην διαρκώς εντεινόμενη εισαγωγή των τοξικών αποβλήτων.
Στα χαρτιά η Ινδία υπήρξε από τις πρώτες χώρες που θέσπισαν κανόνες για την εισαγωγή επικίνδυνων αποβλήτων. Ηδη από το 1989, συμμετείχε στην πρωτοβουλία της ομάδας των χωρών G-77 για την προώθηση της Συνθήκης της Βασιλείας. Οι προσπάθειες όμως σταμάτησαν εκεί. Τα επόμενα έξι χρόνια αυτοί οι κανόνες δεν ενσωματώθηκαν στους νόμους που διέπουν τις εισαγωγές της χώρας. Κανείς δεν γνώριζε ότι οι εισαγωγές επικίνδυνων αποβλήτων δεν επιτρέπονταν και έτσι κανείς δεν τις έλεγχε. Αργότερα, μετά το 1995, όταν τροποποιήθηκε η νομοθεσία, δεν υπήρχε καμιά περιγραφή των επικίνδυνων αποβλήτων. Μ' αυτό τον τρόπο, ελέγχονταν μόνο οι παραγγελίες και οι εισαγωγές που έγραφαν ρητά "επικίνδυνα απόβλητα" (και προφανώς καμιά παραγγελία και καμιά εισαγωγή δεν το έκανε).
Ακόμα και σήμερα που έχουν καθοριστεί οι κατηγορίες των επικίνδυνων υλικών, δεν υπάρχουν κανονισμοί για τον εντοπισμό τους. Ακόμα και μετά την απόφαση του Ανώτατου Δικαστηρίου που απαγορεύει τις εισαγωγές αυτές, τα περισσότερα λιμάνια της χώρας αγνοούν τη σχετική δικαστική παραγγελία.
Η βιομηχανία των αποβλήτων πιέζει σε όλα τα επίπεδα να μην επικυρώσει η Ινδία την "Απαγόρευση της Βασιλείας". Η κυβέρνηση χρησιμοποιεί μια διπλή γλώσσα. Την ίδια στιγμή που ο υπουργός Περιβάλλοντος διαβεβαιώνει τους οικολόγους ότι η "Απαγόρευση της Βασιλείας" θα επικυρωθεί, το ανώτατο συμβούλιο που καθορίζει την πολιτική της χώρας κρίνει ότι η Συνθήκη αυτή είναι μεροληπτική εις βάρος της Ινδίας και επιβλαβής για τη βιομηχανία της, κατά συνέπεια δεν πρέπει να επικυρωθεί. Οι μεγάλες οικονομικές εφημερίδες δημοσιεύουν κύρια άρθρα που κατηγορούν τους οικολόγους, επειδή αντιτίθενται στην εισαγωγή των "πολύτιμων" αποβλήτων και τους καταγγέλλουν ως "διεθνείς συνωμότες".
900 εκατομμύρια ζουν στην Ινδία, σχεδόν το ένα έκτο της ανθρώπινης φυλής. Στα χαρτιά η Ινδία είναι μια από τις 118 χώρες που έχουν υπογράψει τη Συνθήκη της Βασιλείας. Η ευθύνη της όμως είναι πολύ μεγαλύτερη, τόσο ως ηγετικής δύναμης του αναπτυσσόμενου κόσμου, όσο και ως εκπροσώπου όλων αυτών των ανθρώπων. Οι εργάτες της χώρας έχουν να επιλέξουν μεταξύ του θανάτου από πείνα και του τοξικού θανάτου. Μοχθούν καθημερινά, χωρίς καμιά προστασία, για μεροκάματο μικρότερο από ένα δολάριο, θύματα εκμετάλλευσης των εταιρειών πολύ χαμηλής τεχνολογίας και των μονάδων επεξεργασίας μολυσμένων αποβλήτων. Πληρώνουν αυτοί για την ανάπτυξη της χώρας, την ίδια ώρα που μια πανίσχυρη βιομηχανία, στηριγμένη από μια άστοργη κυβέρνηση, μετρά τα υπερκέρδη της στις τράπεζες.

(*) Ο Ravi Agarwal είναι διευθυντής της οικολογικής οργάνωσης Srishti στο Δελχί. (πίσω)

(Ελευθεροτυπία, 3/1/1999)

 

www.iospress.gr                                 ΠΡΩΤΟ ΜΕΡΟΣ   -   ΤΡΙΤΟ ΜΕΡΟΣ