ΤΟ ΑΝΤΑΡΤΙΚΟ ΤΩΝ ΝΑΞΑΛΙΤΩΝ
Ινδια: Οι Παρίες Ξεσηκώνονται
Οι ανώνυμοι Τσε της Ινδίας
Η ιστορική διαδρομή των Ναξαλιτών είναι ανάλογη με εκείνη των σχηματισμών της Νέας Αριστεράς που γεννήθηκαν σε διάφορες γωνιές της υδρογείου μέσα στην επαναστατική έξαρση του '68 για να περάσουν στη συνέχεια, κάτω από την πίεση των κατασταλτικών μηχανισμών, στην ένοπλη πάλη. Παρά τη μαοϊκή θεωρητική τους υποδομή, άλλωστε, στην πράξη περισσότερο έδειξαν να εμπνέονται από το πρόσταγμα του Τσε, σύμφωνα με το οποίο "καθήκον του επαναστάτη είναι να κάνει την επανάσταση", αδιαφορώντας για τις αντικειμενικές συνθήκες. Από κει και πέρα, η εκρηκτική κοινωνική κατάσταση της Ινδίας πρόσφερε γόνιμο έδαφος για τη μακροημέρευση του αντάρτικου, παρά τα αλλεπάλληλα σφυροκοπήματα που έχει δεχτεί.
Ολα ξεκίνησαν στις 3 Μαρτίου 1967 στην περιοχή Ναξαλμπάρι της Δυτικής Βεγγάλης, που δώρισε στο κίνημα και το όνομά του. Το κρατίδιο μόλις είχε αποκτήσει μια τοπική κυβέρνηση Ενιαίου Μετώπου, στην οποία συμμετείχαν τα δυο ισχυρά κομμουνιστικά κόμματα της χώρας (το φιλοσοβιετικό ΚΚΙ και το ανεξάρτητο ΚΚΙ-Μαρξιστικό). Κάτω από την καθοδήγηση μιας νέας γενιάς στελεχών του ΚΚΙ-Μ, που πίστεψαν πως ήρθε η ώρα για να γίνουν πράξη οι αντιφεουδαρχικές διακηρύξεις του κόμματος, οι ακτήμονες της περιοχής ξεσηκώθηκαν, κατέλαβαν τις σιταποθήκες και τα κτήματα των τσιφλικάδων και διακήρυξαν την εφαρμογή μιας "αγροτικής μεταρρύθμισης από τα κάτω". Η απάντηση ήρθε με την αποστολή ισχυρών αστυνομικών δυνάμεων, την κατάπνιξη της εξέγερσης και τη διαγραφή των "ταραξιών" από το ΚΚΙ-Μ. Εχοντας επικεφαλής τον παλαίμαχο κομμουνιστή Τσάρου Μαζουμντάρ, οι τελευταίοι δεν πτοήθηκαν. Συγκρότησαν το δικό τους ΚΚΙ (Μ-Λ) και διακήρυξαν ως άμεσο στόχο τους τη δημιουργία "1,2,3, πολλών Ναξαλμπάρι" σε όλη την Ινδία. Η απήχηση της έκκλησης υπήρξε εντυπωσιακή, ιδίως στη νέα γενιά. Χιλιάδες φοιτητές και μαθητές λυκείων έφυγαν για την ύπαιθρο, αρχικά για επαναστατική προπαγάνδα και στη συνέχεια ως αντάρτες. Μια σειρά εξεγέρσεων ξεσπά το 1968-71 στη Βεγγάλη, το Μπιχάρ, το Αντρα Πραντές, το Ουτάρ Πραντές και την Ορίσα, ενώ προπαγανδιστικές δραστηριότητες και μικροεπιθέσεις Ναξαλιτών αναφέρονται επίσης σε άλλα 9 κρατίδια.
Το 1970, ο Μαζουμντάρ εξαγγέλλει μια πολιτική παραδειγματικής "εξολόθρευσης των ταξικών εχθρών" (τσιφλικάδων, τοκογλύφων, κλπ). Μέσα σε ένα χρόνο, οι αρχές καταγράφουν 4.000 επιθέσεις "εξτρεμιστών" σε όλη τη χώρα, με επίκεντρο τη Βεγγάλη. Πανικόβλητοι, οι περισσότεροι μεγαλογαιοκτήμονες τρέχουν να κρυφτούν στα αστικά κέντρα, εγκαταλείποντας τη γη στους καλλιεργητές της. Η αντεπίθεση των αρχών είναι αμείλικτη. Το καλοκαίρι του 1971, εκτεταμένες εκκαθαριστικές επιχειρήσεις στρατού και αστυνομίας σαρώνουν την ανατολική Ινδία, σκοτώνοντας εκατοντάδες άτομα και συλλαμβάνοντας πάνω από 10.000. Ο ίδιος ο Μαζουμντάρ αιχμαλωτίζεται στις 16 Ιουλίου 1972 στην Καλκούτα και λίγο αργότερα βρίσκεται νεκρός στο κελί του. "Από καρδιακή προσβολή", είναι η επίσημη εκδοχή.
Ηττημένο στην πρώτη του αναμέτρηση, το κίνημα κατακερματίζεται σε 22 τουλάχιστον διαφορετικές οργανώσεις. Ορισμένες θα αξιοποιήσουν τη Μεταπολίτευση του 1977 για να βγουν από την παρανομία, αποκηρύσσοντας την ένοπλη πάλη. Αλλες, όπως η "Απελευθέρωση", θα μετασχηματιστούν σε νόμιμο πολιτικό σχηματισμό μόλις το 1992, διατηρώντας ταυτόχρονα κάποιες "μονάδες αυτοάμυνας" σε περιοχές όπου οι παρακρατικές συμμορίες των γαιοκτημόνων δεν αφήνουν άλλες επιλογές. Τρεις τουλάχιστον οργανώσεις, τέλος, εξακολουθούν με συνέπεια τον ένοπλο αγώνα. Η σημαντικότερη είναι η "Ομάδα Λαϊκού Πολέμου" (PWG), που ιδρύθηκε το 1980 και σήμερα διατηρεί τρεις ζώνες ανταρτών στο Αντρα Πραντές, το Μαχία Πραντές, την Ορίσα και το Μαχαράστρα. Η δύναμή της εκτιμάται από τις αρχές σε περισσότερους από 1.000 αντάρτες στο Αντρα Πραντές κι άλλους 150-200 στην Ορίσα, ενώ ο ινδικός Τύπος κάνει λόγο για 1.600-2.000 οπλισμένους μαχητές μονάχα στην περιοχή της Τελεγκάνα. Με την PWG ενοποιήθηκε τον Αύγουστο του 1998 η δεύτερη οργάνωση ανταρτών, η "Κομματική Ενότητα", που επικεντρώνει τις δραστηριότητές της στο Μπιχάρ και διαθέτει κάπου 30.000 μέλη. Αυτόνομη πορεία έχει επιλέξει αντίθετα η τρίτη οργάνωση, το Μαοϊκό Κομμουνιστικό Κέντρο (MCC), που δρα επίσης στο Μπιχάρ και σύμφωνα με την ίδια πηγή παρατάσσει πάνω από 10.000 ενεργά μέλη και 800 πυροβόλα όπλα. Στο σύνολο της Ινδίας, η δύναμη πυρός των Ναξαλιτών υπολογίζεται τέλος σε περισσότερους από 6.000 μόνιμους και 10.000 περιστασιακούς αντάρτες.
Με δεδομένο το μποϋκοτάζ των εκλογών από τις παραπάνω οργανώσεις, η απήχησή τους στη φτωχολογιά δεν είναι δυνατό να καταμετρηθεί. Η τοπική παράδοση αχαλίνωτης βίας και νοθείας των εκλογικών αποτελεσμάτων δεν θα επέτρεπε άλλωστε κάτι τέτοιο. Μια κοινή συγκέντρωση των τριών σχηματισμών στην Καλκούτα (21.3.1994) συγκέντρωσε, σύμφωνα με την αστυνομία και σε συνθήκες απόλυτης παρανομίας, κάπου 100.000 άτομα (Singh 1995, σ.141). Εξίσου αποκαλυπτική για την εμβέλεια των "εξτρεμιστών" φαίνεται η διαρκής παλινδρόμηση των τοπικών αρχών στο ζήτημα της νομιμοποίησής τους. Η PWG τέθηκε επίσημα εκτός νόμου στο Αντρα Πραντές μόλις το 1992, ενώ οι δημόσιες εκδηλώσεις της είχαν απαγορευτεί από το 1985 (με ένα εξάμηνο διάλειμμα το 1990). Ξανάγινε τυπικά νόμιμη τον Ιούνιο του 1995, για να τεθεί οριστικά εκτός νόμου την επόμενη χρονιά. Στο Μαντχία Πραντές είναι παράνομη από το Μάιο του 1997, ενώ στην Ορίσα οι αρχές απέρριψαν πρόσφατα σχετική πρόταση (Hindustan Times 19/6/98). Αντ' αυτού, διευκρίνισαν, ισχυρές δυνάμεις χωροφυλακής εκπαιδευμένες στον πόλεμο της ζούγκλας πρόκειται να σταλούν σύντομα στην εξεγερμένη ζώνη για να επιβάλουν την τάξη.
Τα αντάρτικα των γειτόνων
Οι Ναξαλίτες δεν είναι το μόνο αντάρτικο του είδους τους στην περιοχή. Σε ορισμένες επαρχίες του γειτονικού Μπανγκλαντές δρα εδώ και χρόνια ένα -επίσης μαοϊκό- Προλεταριακό Κόμμα της Ανατολικής Βεγγάλης (EBPP). Η πιο πρόσφατη επίθεσή του σημειώθηκε στις 25 Ιανουαρίου 1999, ενώ μέσα σε όλο το 1997 είχαμε κάπου 30 θύματα. Το Ασοσιέτεντ που μετέδωσε την είδηση φροντίζει να διευκρινίσει ότι το κάλεσμά του για εγκαθίδρυση κομμουνιστικού κράτους στη χώρα βρίσκει πολύ περιορισμένη απήχηση στον πληθυσμό.
Σοβαρότερα είναι τα πράγματα στο Νεπάλ, όπου ο ανταρτοπόλεμος κλείνει αυτές τις μέρες τα τρία του χρόνια. Εξαπολύθηκε στις 13 Φεβρουαρίου 1996 από το εκεί Μαοϊκό ΚΚΝ και το πολιτικό του σκέλος, το Ενωμένο Λαϊκό Μέτωπο (SJM), με στόχο την κατάργηση της μοναρχίας και τη μετατροπή της χώρας σε Λαϊκή Δημοκρατία. Οι αρχές υπολογίζουν τη δύναμή του σε 8-10.000 μαχητές σε όλη τη χώρα, κυρίως στις δυτικές και κεντρικές επαρχίες που αποτελούν και το προπύργιό του. Μια αντιπροσωπεία της Διεθνούς Αμνηστίας που επισκέφθηκε το Νεπάλ στα τέλη του 1996 σημειώνει στην έκθεσή της ότι "η υποστήριξη για τους στόχους του λαϊκού πολέμου ήταν γενικά έντονη σε αυτές τις περιοχές και ανάμεσα στις κοινωνικά και οικονομικά μη προνομιούχες κοινότητες (...) Σε ορισμένες από τις συνεντεύξεις τους με τους απεσταλμένους μας, πολλοί χωρικοί παραπονέθηκαν ότι ύστερα από 6 χρόνια δημοκρατίας δεν είδαν καμιά βελτίωση στην κοινωνικοοικονομική τους κατάσταση κι εξακολουθούν να ζουν ακόμη σε συνθήκες εξαιρετικής φτώχειας". Σύμφωνα με τις αρχές, ο πόλεμος έχει προκαλέσει μέχρι σήμερα 725 νεκρούς (κατά το ήμισυ αντάρτες), ενώ κάπου 5.000 άτομα έχουν συλληφθεί. Ανεξάρτητες πηγές κάνουν ωστόσο λόγο για πάνω από 2.000 σκοτωμένους από τον περασμένο Απρίλιο, όταν η κυβέρνηση εξαπέλυσε ένα κύμα εκκαθαριστικών επιχειρήσεων για τη γρήγορη επίλυση του "προβλήματος".
(Ελευθεροτυπία, 14/2/1999)
www.iospress.gr ΠΡΩΤΟ ΜΕΡΟΣ - ΤΡΙΤΟ ΜΕΡΟΣ |