ΟΙ ΕΥΡΩΠΑΙΟΙ ΔΙΑΝΟΟΥΜΕΝΟΙ ΣΥΖΗΤΟΥΝ
1. 2.
3.
Στη σκιά του Αουσβιτς
Στη γερμανική της εκδοχή, η συζήτηση των διανοουμένων για τον πόλεμο στη Γιουγκοσλαβία χαρακτηρίζεται από έντονη ιδιοτυπία. Είναι βέβαιο πως στα βασικά της σημεία παραπέμπει και αυτή στις απόψεις που διατυπώνονται σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες, με τις οποίες οι γερμανοί διανοούμενοι συνομιλούν μέσα από τις στήλες εντύπων διεθνούς κύρους. Και στη Γερμανία έχουν εξάλλου διαμορφωθεί τα δύο γνωστά "στρατόπεδα", από τα οποία εκείνο που υπερασπίζεται τον πόλεμο διαθέτει τη μεγαλύτερη ακτινοβολία. Με μία, ωστόσο, ουσιώδη διαφορά: οι τόσο τρέχουσες αναφορές στον Χίτλερ και το Ολοκαύτωμα αποκτούν στη Γερμανία ένα συνθλιπτικό ειδικό βάρος, άγνωστο στις λοιπές ευρωπαϊκές χώρες, στις οποίες οι συνομιλητές τοποθετούνται στη σημερινή συγκυρία ως απόγονοι των θυμάτων και όχι των θυτών του ναζισμού.
"Αισθανόμαστε ντροπή για τη Γερμανία, η οποία ύστερα από ένα τέτοιο παρελθόν [...] και υπό την καθοδήγηση ενός υποτιθέμενου σοσιαλδημοκράτη μάς οδηγεί μέσω των ΗΠΑ σε έναν τρίτο ευρωπαϊκό παγκόσμιο πόλεμο", σημείωναν χαρακτηριστικά στις 6 Απριλίου είκοσι περίπου διανοούμενοι, ζητώντας την άμεση κατάπαυση των νατοϊκών βομβαρδισμών. Ανάμεσά τους ο αυστριακός συγγραφέας Πέτερ Χάντκε και ο γερμανός συνάδελφός του Καρλχάιντς Ντέσνερ. Αρκετές υπήρξαν έκτοτε οι συλλογικές τοποθετήσεις, άλλοτε υπέρ άλλοτε κατά των βομβαρδισμών: Χαρακτηρίζοντας το Κόσοβο "σφαγείο", επτά συγγραφείς (Χανς Κρίστοφ Μπουχ, Ρίχαρντ Βάγκνερ, Στέφεν Νόακ κ.ά.) καλούσαν λίγες ημέρες αργότερα τις ευρωπαϊκές κυβερνήσεις να μην ενδώσουν στον Μιλόσεβιτς, ενώ την ίδια στιγμή 140 γνωστοί δημοσιογράφοι (Αλις Σβάρτσερ, Φ. Κίπερσμπους κ.ά.) απαιτούσαν τον τερματισμό του πολέμου.
Οι απόπειρες για τη συλλογική υπογραφή κειμένων δεν υπήρξαν πάντοτε επιτυχείς, προκάλεσαν ωστόσο ζωηρές αντιπαραθέσεις σε διάφορους επιμέρους χώρους, στους οποίους δραστηριοποιούνται οι γερμανοί διανοούμενοι. Υστερα από έντονες συζητήσεις κατόρθωσε για παράδειγμα η Ακαδημία Τεχνών του Βερολίνου να καταλήξει σε μια κοινή απόφαση, στην οποία ζητούσε να τεθεί ένα τέλος τόσο στη σερβική επίθεση στο Κόσοβο όσο και στον νατοϊκό πόλεμο κατά της Γιουγκοσλαβίας. Οπως πάντως συμβαίνει και αλλού, η συζήτηση για τον πόλεμο περνά και στη Γερμανία περισσότερο μέσα από ατομικές τοποθετήσεις προσωπικοτήτων και λιγότερο μέσα από την κινητοποίηση συλλογικών διαδικασιών. Το χορό σέρνουν και εδώ κάποιες διασημότητες που, διατηρώντας μια ιδιαίτερη σχέση με τον κόσμο των μέσων, φροντίζουν να τροφοδοτούν το ενδιαφέρον του κοινού με τις αλλεπάλληλες "αιρετικές" δηλώσεις τους. Στην κατηγορία αυτή θα μπορούσε κανείς να τοποθετήσει τους γνωστούς συγγραφείς Πέτερ Χάντκε και Χανς Μάγκνους Εντσενσμπέργκερ: σκληρός κατήγορος του πολέμου ο πρώτος, ένθερμος οπαδός του ο δεύτερος, ύψωσαν εξαρχής τους τόνους της αντιπαράθεσης προκαλώντας θύελλα αντιδράσεων με τις λεκτικές υπερβολές τους. Ο Χάντκε ταυτίζει τη νατοϊκή επίθεση με το Αουσβιτς και θεωρεί ότι όλοι οι Αμερικανοί χρειάζονται άμεση αναδιαπαιδαγώγηση. Ο Εντσενσμπέργκερ από την πλευρά του θεωρεί τη στάση του ΝΑΤΟ επιβεβλημένη και σωτήρια και, στη θέση χερσαίων επιχειρήσεων, αντιπροτείνει τον εξοπλισμό του UCK. "Ουδέποτε υπήρξα ειρηνιστής", δήλωνε πρόσφατα. "Κι αυτό γιατί χρωστώ τη ζωή μου στους νικητές του Β Παγκόσμιου Πολέμου".
Λιγότερο έχουν απασχολήσει τη δημοσιότητα οι θέσεις άλλων γνωστών γερμανών συγγραφέων, έχουν ωστόσο βρει κι αυτές τη θέση τους στα μέσα ενημέρωσης. Από τους πρώτους τοποθετήθηκε για τον πόλεμο ο Γκίντερ Γκρας, ο οποίος κατέφυγε στην ιστορική αναλογία προκειμένου να δικαιολογήσει τη νατοϊκή επίθεση: Κατά τη γνώμη του, το ΝΑΤΟ καλώς βομβαρδίζει τη Γιουγκοσλαβία, αλλιώς θα επαναλαμβανόταν η αμέλεια που επέτρεψε τη ναζιστική βαρβαρότητα. Σε πολύ διαφορετικό κλίμα κινήθηκε η Κρίστα Βολφ, η οποία διαφώνησε εξαρχής με τον ακήρυχτο πόλεμο και υπέγραψε τις εκκλήσεις για άμεσο τερματισμό του: "Εκείνο που σκέφτομαι", εξήγησε, "είναι οι άνθρωποι μέσα στα καταφύγια, οι σειρήνες, οι βόμβες, ο φόβος. Κι αυτό γιατί τα έχω ζήσει. Σκέφτομαι ακόμη τους νεκρούς και τους τραυματισμένους στα χωριά του Κοσόβου. Γιατί κι αυτά τα έζησα: τις φάλαγγες των προσφύγων, τον ξεριζωμό, την αγωνία. Οι βόμβες δεν πρόκειται να βοηθήσουν τους Κοσοβάρους, όση αποστροφή κι αν μου προκαλούν οι σέρβοι παραστρατιωτικοί".
Βασισμένες στο συναίσθημα, τα βιώματα ή/και τις πολιτικές προτιμήσεις, οι τοποθετήσεις αυτού του τύπου δεν είναι οι μόνες. Από την αρχή του πολέμου οι γερμανικές εφημερίδες έχουν φιλοξενήσει και κάποιες απόπειρες θεωρητικής ανάλυσης της συγκυρίας. Ανάμεσά τους ξεχωρίζει η παρέμβαση του φιλοσόφου Γίργκεν Χάμπερμας. Αναλύοντας τη ρητορική του πολέμου, ο Χάμπερμας προσεγγίζει στο κείμενο αυτό την ηθική και θεσμική διάσταση της πολιτικής των ανθρώπινων δικαιωμάτων με τρόπο που ξεσήκωσε διαμαρτυρίες από τους αντιπάλους της νατοϊκής επέμβασης.
Το σημείο, ωστόσο, που προκαλεί τις μεγαλύτερες εντάσεις στη Γερμανία παραμένει η συσχέτιση των σημερινών γεγονότων με τη ναζιστική περίοδο. Οι πάντες καταγγέλλουν ως ιδιοτελή την ιστορική αναλογία που βοηθά την αντίθετη άποψη, επιτρέπουν ωστόσο στον εαυτό τους την ιστορική σύγκριση που διευκολύνει τη δική τους επιχειρηματολογία: ο Χίτλερ αναβιώνει έτσι είτε στο πρόσωπο του Μιλόσεβιτς είτε στο πρόσωπο των νατοϊκών ηγετών. Το κλίμα αναζωπυρώθηκε πρόσφατα, όταν ο Ντάνιελ Γκολντχάγκεν, ο αμερικανός ιστορικός που έχει υποστηρίξει την συλλογική ευθύνη των Γερμανών στο Ολοκαύτωμα, βρήκε εντυπωσιακές ομοιότητες μεταξύ σημερινής Σερβίας και Τρίτου Ράιχ. Μια συζήτηση μεταξύ ιστορικών του ναζισμού στο Πότσνταμ, στην οποία συμμετείχε ο Γκολντχάγκεν, κατέληξε προ ημερών στη γνωστή αντιδικία: ακόμη και οι "ειδήμονες" αποδείχθηκαν εκεί ανίκανοι να αντισταθούν στην ευκολία των αυθαίρετων ιστορικών συγκρίσεων.
Οι βετεράνοι του ολοκληρωτισμού
Οπως έλεγε ένα παλιό σύνθημα, η γηραιά ήπειρός μας εκτείνεται από τον Ατλαντικό ώς τα Ουράλια. Τι λένε λοιπόν για το Κόσοβο οι διανοούμενοι του πάλαι ποτέ "παραπετάσματος";
Αν κρίνουμε από τα κείμενα των (σχετικά λιγοστών) "επωνύμων" που δημοσιεύθηκαν στις μεγάλες δυτικές εφημερίδες, τα αποτελέσματα είναι μάλλον απογοητευτικά. Οχι τόσο για το γεγονός ότι η συντριπτική πλειοψηφία των απόμαχων "αντιφρονούντων" διαδηλώνει πανηγυρικά υπέρ της νατοϊκής επέμβασης, όσο για την ποιότητα των επιχειρημάτων που επιστρατεύονται για να στηρίξουν αυτή τη θέση: η καταγγελία της εθνοκάθαρσης και ο "ανθρωπισμός" αλά νατοϊκά δεν αρκούν, χρειάζεται η ενθουσιώδης διαβεβαίωση ότι, σε αντίθεση με την παρελθούσα "αυτοκρατορία του κακού", τα επιτελεία της Συμμαχίας δεν έχουν στο νου τους παρά μονάχα αγαθοεργίες! "Οι βομβαρδισμοί δεν προκλήθηκαν από κάποιο συγκεκριμένο συμφέρον, έχουν δηλαδή έναν καθαρά ανθρωπιστικό χαρακτήρα, κι αυτό ακριβώς είναι που καθιστά νόμιμη την επίθεση εναντίον της Γιουγκοσλαβίας έστω και χωρίς την εντολή του ΟΗΕ", μας διαβεβαιώνει λχ από τις στήλες της "Repubblica" (23/4) ο πολύς Βάτσλαβ Χάβελ. "Ο πόλεμος δεν προέκυψε ανεύθυνα, σαν μια πράξη επίθεσης και παραβίασης του διεθνούς δικαίου", εξηγεί ένα μήνα αργότερα (1/6), εφόσον το ΝΑΤΟ "υπερασπίζεται τα ανθρώπινα δικαιώματα, ένα νόμο πολύ ανώτερο από αυτόν που προστατεύει την κυριαρχία των κρατών, αφού τα κράτη είναι ανθρώπινα δημιουργήματα, ενώ τα ανθρώπινα όντα έχουν πλαστεί από το Θεό"... Λιγότερο λυρικός (και θεοσεβούμενος), ο Πολωνός Ανταμ Μίχνικ θα περιοριστεί στη διαπίστωση ότι "το δικαίωμα επέμβασης για την υπεράσπιση των ανθρώπινων δικαιωμάτων είναι η κληρονομιά που η ευρωπαϊκή δημοκρατία αφήνει στον αιώνα που έρχεται" -γεγονός κατ' αυτόν χαρμόσυνο-, καθώς "η ιδέα της εθνικής, θρησκευτικής, ιδεολογικής ή ταξικής καθαρότητας είχε τραγικές επιπτώσεις στον αιώνα μας" (El Pais 15/5).
Ιδια ποιότητα επιχειρημάτων και στην απέναντι πλευρά. Από το Μόναχο, όπου ζει, ο ρώσος Αλεξάντερ Ζινόβιεφ δε διστάζει να αποφανθεί (Le Monde 25/5) ότι από το 1989 και μετά ο "δυτικός ολοκληρωτισμός", "πολύ πιο τρομερός κι επικίνδυνος από τους προηγούμενους, τον χιτλερικό και τον σταλινικό", συνιστά πλέον τον κατεξοχήν κίνδυνο για την ανθρωπότητα.
(Ελευθεροτυπία, 13/6/1999)
www.iospress.gr ΠΡΩΤΟ ΜΕΡΟΣ - ΤΡΙΤΟ ΜΕΡΟΣ |