ΕΛΒΕΤΙΑ - Ο ΝΕΟΣ ΨΥΧΡΟΣ ΠΟΛΕΜΟΣ

 

1.   2.   3.



Οι φίλοι της «σιδηράς κυρίας»

Την ίδια μέρα που συλλαμβανόταν στο αεροδρόμιο της Ζυρίχης ο Μπελάσι, ανακοινωνόταν η τοποθέτηση της Κάρλα Ντελ Πόντε στη θέση του γενικού κατηγόρου στο ποινικό δικαστήριο του ΟΗΕ στη Χάγη, το οποίο θα δικάσει τα εγκλήματα πολέμου στη Γιουγκοσλαβία και τη Ρουάντα. Η τοποθέτηση αυτή θεωρήθηκε διεθνώς ως επιβράβευση για το δυναμισμό και τη σκληρότητα με την οποία αντιμετώπισε ως Γενική Εισαγγελέας της ελβετικής συνομοσπονδίας το οργανωμένο έγκλημα, τη Mαφία, το ξέπλυμα χρήματος, τη διεθνή τρομοκρατία.
Ομως στην ίδια την πατρίδα της η Κάρλα Ντελ Πόντε έχει μια εντελώς διαφορετική φήμη. Οι συμπατριώτες της γνωρίζουν ότι τη φήμη της την απέκτησε κυρίως χάρη στην επιμονή της να κυνηγά επώνυμα πρόσωπα και να προκαλεί το ενδιαφέρον του τηλεοπτικού φακού. Και είναι κοινό μυστικό ότι σ' αυτό το «κυνήγι» την επιλογή των θηραμάτων την έκαναν οι υπερατλαντικοί υποστηρικτές της κυρίας Ντελ Πόντε, το FBI και η DEA.
Το χειρότερο είναι ότι οι σημαντικότερες επιχειρήσεις που διηύθυνε η Ντελ Πόντε κατέληξαν σε φιάσκο. Οι έρευνες, για παράδειγμα, εις βάρος του Ραούλ Σαλίνας, αδελφού του πρώην προέδρου του Μεξικού, με την κατηγορία της εμπορίας ναρκωτικών, διήρκεσαν τρία χρόνια και οδήγησαν σε απαλλαγή του υπόπτου. Σ' όλο αυτό το διάστημα είχαν εγκατασταθεί στο γραφείο της δύο ειδικοί πράκτορες της DEA. Αλλά και στον τομέα της καταπολέμησης της τρομοκρατίας τα αποτελέσματα ήταν πενιχρά. Είναι γνωστή και στη χώρα μας η υπόθεση της σύλληψης τεσσάρων πολιτών της Ελβετίας το 1994, ως συνεργατών του «Κάρλος». Η υπόθεση πήρε διαστάσεις στην Ελλάδα, όταν επιχειρήθηκε από αστυνομικό-δημοσιογραφικούς κύκλους η εμπλοκή και Ελλήνων στην υπόθεση. Η κατάληξη ήταν να αποσυρθούν όλες οι κατηγορίες εις βάρος των Ελβετών, ως αναπόδεικτες.
Κατά τη διάρκεια των ανακρίσεων που διεξάγει η Ντελ Πόντε δεν πολυσκοτίζεται για τα δικαιώματα των κατηγορουμένων. Ηδη από την εποχή που ήταν εισαγγελέας στο καντόνι του Τεσίνου είχε διατάξει να παραμείνει σε απόλυτη απομόνωση επί πεντέμισι μήνες ο επιχειρηματίας Χανς Ζεμπ στο κελί της εισαγγελίας. Ο συνήγορος του Ζεμπ δεν είχε πρόσβαση στη δικογραφία επί δύο χρόνια. Τελικά, εννιά χρόνια αργότερα, το 1996, οι κατηγορίες εις βάρος του Ζεμπ αποσύρθηκαν.
Τον Σεπτέμβριο του 1997 συνελήφθη στη Ζυρίχη ο Χιλιανός αγωνιστής Πατρίτσιο Ορτίς, ο οποίος είχε διαφύγει από τις φυλακές του Πινοτσέτ. Η Ντελ Πόντε έσπευσε αμέσως να δηλώσει ότι είναι θέμα ημερών η έκδοσή του προς τους διώκτες του. Ενα χρόνο αργότερα, ο Ορτίς βγήκε από τις ελβετικές φυλακές. Το αίτημα έκδοσής του είχε απορριφθεί, παρά την πίεση των Αμερικανών και της ίδιας της Ντελ Πόντε.
Στην εξάχρονη καριέρα της ως γενικής εισαγγελέως, η Κάρλα Ντελ Πόντε μπορεί να επιδείξει μόνο μία επιτυχία. Την παραπομπή σε δίκη του συνταγματάρχη Φρίντριχ Νιφενέγκερ, με την κατηγορία της κακοδιαχείρισης των κονδυλίων για τον εορτασμό των πεντηκοστών γενεθλίων του ελβετικού στρατού. Ομως ακόμα και σ' αυτή την περίπτωση αποδείχθηκε ότι η Ντελ Πόντε δεν δίνει και μεγάλη προσοχή στα ανθρώπινα δικαιώματα. Επί τρεις βδομάδες, κάθε βράδυ ξυπνούσε με θορύβους και φώτα τον κατηγορούμενο, μέχρι να του σπάσει τα νεύρα και να τον εξαναγκάσει να ομολογήσει. Πρόκειται για κλασική μορφή βασανιστηρίων.
Οι υποστηρικτές της αντιτείνουν ότι η σκληρότητα της Ντελ Πόντε πηγάζει από τη δυσκολία της θέσης της και αναφέρονται στη συνεργασία της με τον Ιταλό δικαστή Φαλκόνε που της στοίχισε μια απόπειρα δολοφονίας στη Σικελία. Ομως η φήμη της άτεγκτης τιμωρού των μαφιόζων δεν επιβεβαιώνεται. Η Ντελ Πόντε έκανε ό,τι περνούσε από το χέρι της για να προφυλάξει τις ελβετικές τράπεζες από τις έρευνες των Ιταλών ανακριτών. Την τοποθέτησή της στο πόστο της Ομοσπονδιακής Εισαγγελέως την οφείλει στον Τζιανφράνκο Κότι, υπουργό εξωτερικών της κυβέρνησης της Βέρνης. Ο Κότι, ο οποίος ήταν και πρόεδρος της εταιρείας FIMO, κατηγορήθηκε το 1991 ότι συμμετείχε σε ξέπλυμα χρήματος. Τότε η Ντελ Πόντε έσπευσε να καθαρίσει το φίλο της, πριν ακόμα ξεκινήσουν οι έρευνες στη FIMO. Στο τέλος αποδείχθηκαν οι σχέσεις της εταιρείας με τη Μαφία και το Καρτέλ του Μεντελίν. Ο Κότι είχε προλάβει να παραιτηθεί από τη θέση του προέδρου και έδειξε την ευγνωμοσύνη του στην Ντελ Πόντε, εισηγούμενος την προαγωγή της στη θέση της Ομοσπονδιακής Εισαγγελέως.


Ασ' τον τρελό στη CIA του

Στην προσπάθειά τους να απαλλάξουν τον πελάτη τους από τα δυσάρεστα επακόλουθα των αποκαλύψεών του, οι συνήγοροι του Ντίνο Μπελάσι βρέθηκαν με έναν απρόσμενο σύμμαχο: κάποιοι ψυχίατροι έσπευσαν απρόσκλητοι να αναλύσουν τις αιτίες που οδηγούν περίπου νομοτελειακά τους ανθρώπους της κατηγορίας του σε απώλεια της ψυχικής τους υγείας. Πρόκειται για εμπειρογνώμονες ειδικευμένους στις ψυχικές διαταραχές, τις οποίες εμφανίζουν οι μυστικοί πράκτορες την εποχή της συνταξιοδότησής τους, που ήρθαν κι αυτοί να συνεισφέρουν, συνειδητά ή μη, στο κουκούλωμα του σκανδάλου. Γιατί αν η κρίση της μέσης ηλικίας οδηγεί τον μέσο κατάσκοπο στα πρόθυρα της τρέλας, τότε και ο Ντίνο Μπελάσι μπορεί κάλλιστα να ανήκει στην κατηγορία των ιδιότυπων αυτών υπαλλήλων που βλέπουν την ψυχική τους ισορροπία να κλονίζεται όταν νιώσουν πως ξόφλησαν χωρίς να έχουν καταφέρει να ανταποκριθούν στο πρότυπο ενός αιώνια ακμαίου Τζέιμς Μποντ.
Xαρακτηριστικό του κλίματος είναι ένα άρθρο του στρατιωτικού ψυχίατρου Αλφρεντ Στούκι που δημοσιεύτηκε προ μηνός στην ελβετική "Neue Zuercher Zeitung" (9/9/99) με τίτλο "Ψυχική επιβάρυνση στις σφαίρες της μυστικότητας. Σκέψεις από άποψη ψυχιατρική". Στο κείμενο αυτό, ο ψυχίατρος κρούει τον κώδωνα του κινδύνου: οι μυστικές υπηρεσίες οφείλουν να πάψουν να προσλαμβάνουν άτομα σαν τον Μπελάσι, ικανά να θέσουν σε κίνδυνο την ασφάλεια της χώρας. Ξεκινώντας από την ανάλυση της βαθιά ριζωμένης γοητείας που ασκεί η έννοια "μυστικό" στους περισσότερους ανθρώπους, ο Στούκι συνεχίζει με τα συγκεκριμένα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι "μυστικές οργανώσεις" στη στρατολόγηση των στελεχών τους. "Στις υπηρεσίες πληροφοριών εμφανίζονται ως υποψήφιοι υπάλληλοι άτομα που είτε ονειρεύονται εμπειρίες τύπου 007 είτε νιώθουν μια ιδιαίτερη έλξη για κάθε τι το απόρρητο", τονίζει ο στρατιωτικός ψυχίατρος. "Και αφού κανείς δεν πρόκειται να ακολουθήσει τα χνάρια του Τζέιμς Μποντ, τότε το στοιχείο που προσφέρει σε πολλούς μια σχετική ικανοποίηση είναι η γνώση κάποιων μυστικών. Πρόκειται ασφαλώς για ένα αρρωστημένο κίνητρο. Ενας υψηλά ιστάμενος συνάδελφος του γερμανικού στρατού με πρόσβαση σε απόρρητους τομείς μού έχει επανειλημμένα τονίσει ότι όσο πιο λίγα γνωρίζει τόσο πιο ευτυχής αισθάνεται. Αυτή θα έπρεπε να είναι η στάση κάθε ατόμου που αναλαμβάνει παρόμοια καθήκοντα".
Στο σημείο αυτό, ο Στούκι είναι μάλλον απαισιόδοξος. Πάνε είκοσι χρόνια που ψυχίατροι του στρατού σε αγαστή συνεργασία με υπαλλήλους της υπηρεσίας πληροφοριών κατέληξαν στα κριτήρια βάσει των οποίων πρέπει να επιλέγονται εκείνοι που θα διαχειριστούν απόρρητα δεδομένα, αλλά κανείς δεν τους πήρε στα σοβαρά. Σύμφωνα με την εισήγησή τους, όσοι έλκονται ιδιαίτερα από τα μυστικά πρέπει να απομακρύνονται αμέσως από τους ευαίσθητους τομείς. Πρέπει ακόμη να γίνει συνείδηση ότι όσοι υποχρεώνονται να ζήσουν συνωμοτικά υφίστανται συχνά διαταραχές της προσωπικότητας, γεγονός που οδηγεί σε επικίνδυνες ψυχώσεις. Ως εκ τούτου, ο έλεγχος της ψυχικής υγείας των υποψήφιων πρακτόρων είναι πρωταρχικής σημασίας.
Ιδιαίτερη μέριμνα οφείλουν, τέλος, οι μυστικές υπηρεσίες στους συνταξιοδοτούμενους υπαλλήλους τους. Οι άνθρωποι αυτοί βιώνουν τραυματικά την απόσυρσή τους από την ενεργό δράση, με αποτελέσματα εξαιρετικά επώδυνα για τους τέως εργοδότες τους. Αρκετοί μεσήλικοι πράκτορες θεωρούν ότι δεν δεσμεύονται πια να σεβαστούν τους συνωμοτικούς κανόνες, μερικοί επιθυμούν να εκδικηθούν κάποιον που δεν τους φέρθηκε καλά, άλλοι πάλι δεν αντιστέκονται στον πειρασμό να μοσχοπουλήσουν τις γνώσεις τους σε κάποιο περιοδικό. Σε όλες αυτές τις περιπτώσεις, η λύση -πάντα κατά τους ειδικούς- είναι μία: τους πράκτορες, η υπηρεσία οφείλει να τους έχει πάντα από κοντά. Ακόμη και ως φιλήσυχους παππούδες.

(Ελευθεροτυπία, 10/10/1999)

 

www.iospress.gr                                ΠΡΩΤΟ ΜΕΡΟΣ   -   ΤΡΙΤΟ ΜΕΡΟΣ