ΤΗΛΕ-ΓΚΛΙΞΜΠΟΥΡΓΚ
Ο καλός βασιλιάς επιστρέφει
Αυτές τις μέρες συμπληρώνονται 25 χρόνια από το δημοψήφισμα που κήρυξε έκπτωτο τον Κωνσταντίνο Γκλίξμπουργκ και 32 από το αποτυχημένο του αντιπραξικόπημα. Μια υπόθεση που έπρεπε να ανήκει στην
αποκλειστική αρμοδιότητα των ιστορικών, αρχίζει και πάλι να μας απασχολεί. Οι σύγχρονες βασιλοπούλες της τηλεόρασης και των κοσμικών στηλών έχουν γεμίσει με φιλιά το γνωστό βάτραχο, με την ελπίδα να μεταμορφωθεί και πάλι σε βασιλόπουλο του παραμυθιού.
Εδώ και λίγες βδομάδες, η θρυλική σαπουνόπερα της ελληνικής τηλεόρασης , η "Λάμψη", φιλοξενεί έναν υψηλό καλεσμένο της οικογένειας Δράκου. Πρόκειται για τον πρίγκιπα Ξαβιέ Αρτούρας του Ιλβερστάιν, έναν καταπληκτικό αισθηματία νέο (τον υποδύεται ο Ζαχαρίας Ρόχας), ο οποίος είναι τόσο ευαίσθητος που παίρνει τη θέση του σοφέρ του για να κατακτήσει ως απλός θνητός την καρδιά της αγαπημένης του υπηρέτριας. Το δράμα κορυφώνεται, μόλις φθάνει -απροειδοποίητα- η μνηστή του πρίγκιπα Μαρία Βεατρίκη Ούρσουλα Τερέζα, πριγκίπισσα του Βάλενμπουργκ.... Η συνέχεια στον Αντέννα.
Η σοφία του Φώσκολου
Η "Λάμψη" βασίζει την επιτυχία της στη διαπλοκή του σεναρίου της με πρόσωπα και γεγονότα της επικαιρότητας. Αφουγκράζεται τα μηνύματα των καιρών και προσαρμόζει με μεγάλη ευλυγισία την καθημερινή του μυθοπλασία και το καστ των πρωταγωνιστών του στα ερεθίσματα που δέχεται από την πολιτική και κοινωνική πραγματικότητα. Μετά, λοιπόν, από τα προβλήματα των ναρκωτικών, της τρομοκρατίας, των ελληνοτουρκικών σχέσεων και των σεισμών (αυτό το τελευταίο στο ομογάλακτο και συμπληρωματικό σίριαλ "Καλημέρα ζωή"), νάσου και το μεταμοντέρνο πριγκιπόπουλο του παραμυθιού και οι πριγκίπισσες και τα βαλς και η χλιδή.
Ο Νίκος Φώσκολος ξέρει καλά τι κάνει. Η περίοδος που η λέξη βασιλιάς προκαλούσε αισθήματα αηδίας στον μέσο έλληνα τηλεθεατή και ανακαλούσε μνήμες παρακράτους και χούντας, έχει δώσει τη θέση της σε μια ομαδική νοσταλγία του στέμματος, του παλατιού και των ενοίκων του. Δεν αναφερόμαστε στους γνωστούς οργανωμένους φιλοβασιλικούς, τους γηραιούς κύριους και κυρίες που θέλουν να σταματήσει το ρολόι στις παλιές τους δόξες και συγκεντρώνονται γύρω από τη "βασιλόπιτα" των σωματείων τους άπαξ του έτους τραγουδώντας το "θα ξανάρθει" και ψέλνοντας το "Πολυχρόνιον". Η κρυφή γοητεία των γαλαζοαίματων έχει σήμερα περισσότερη σχέση με τη λάμψη που εκπέμπουν (διά μέσου της τηλεόρασης και των ειδικών περιοδικών), δίπλα στους υπόλοιπους "αστέρες" της πολιτικής, του θεάματος, του κινηματογράφου και των επιχειρήσεων.
Είναι αισθητή η μετάλλαξη των ειδήσεων στα κανάλια με τη συστηματική προβολή "λαμπρών" κοσμικών κυριών (συνήθως συζύγων μεγαλοεπιχειρηματιών) και πρόσχημα την άσκηση φιλανθρωπίας. Ακόμα και το Mega εντάσσει στην "ενημερωτική" του ζώνη μια ειδική εκπομπή με τον πολλά υποσχόμενο τίτλο "Prive". Την συμπαρουσιάζουν η Ελενα Κατρίτση (των ειδήσεων) και ο Χρήστος Ζαμπούνης, γνωστός ειδικευμένος "βασιλικός συντάκτης" και αποκλειστικός προμηθευτής του ελληνικού Τύπου με τα ρεπορτάζ για τη βασιλική αυλή. Σ' αυτόν οφείλουμε το πορτρέτο του Παύλου Γκλίξμπουργκ στο «Status», αλλά και στο «Men», τη συνέντευξη με το ζευγάρι Παύλου-Μαρί Σαντάλ στο «Εγώ» και το «Λοιπόν», τα πριγκιπικά βαφτίσια στο «Down Town». Κανένα από τα λαϊκά έντυπα και τα περιοδικά life style δεν αντιστέκεται στον πειρασμό μιας δόσης «βασιλικής λάμψης» και κανένα κανάλι δεν παραλείπει να συνδεθεί ζωντανά με τους χώρους όπου παντρεύονται γεννούν ή βαφτίζονται οι πολυπληθείς γόνοι των Γκλίξμπουργκ.
Γι' αυτούς τους λόγους ο Κωνσταντίνος Γκλίξμπουργκ έχει αλλάξει άρδην την τακτική του απέναντι στην ελληνική κοινή γνώμη. Σταμάτησε να βγάζει πολεμοχαρή διαγγέλματα εθνικιστικού περιεχομένου (Μακεδονικό, Βορειοηπειρωτικό κ.λπ) και να αμφισβητεί άμεσα ή έμμεσα το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος του '74. Στην επικαιρότητα περνά μέσω του γάμου της κόρης του ή του γιου του ή της βάφτισης του εγγονού του. Οι σκηνές αυτές της ιδιωτικής ζωής του τέως βασιλιά παρουσιάζονται πλέον από όλα τα κανάλια, σχεδόν σε εθνικό δίκτυο, και ο ίδιος αρκείται στην παρουσίασή του ως ενός απλού μέλους του διεθνούς τζετ σετ. Ικανοποιείται που τον προβάλλει το "In the City" του περασμένου μήνα ως έναν κλασικό πλέι μπόι της δεκαετίας του '60: «Από τον τέως βασιλιά Κωνσταντίνο, στον Σπύρο Φωκά». Και του αρκεί η διαρροή της πληροφορίας ότι σύμπασα η βασιλική οικογένεια θα υποδεχθεί το Μιλένιουμ στο γνωστό πάρτι των Κροίσων, στο Σίδνεϊ της Αυστραλίας, όπου η κάθε πρόσκληση στοιχίζει 32 εκατομμύρια.
Η αδελφή ως προπομπός
Η μεταστροφή της ελληνικής κοινής γνώμης ολοκληρώθηκε μέσω της αδελφής του Γκλίξμπουργκ και των επισκέψεών της στην Αθήνα το 1998 και το 1999. Κάτω από το πρόσχημα της επίσημης ιδιότητάς της ως συζύγου του αρχηγού του ισπανικού κράτους, η Σοφία Γκλίξμπουργκ φρόντισε να μας θυμίσει την "ελληνική" καταγωγή και την ιστορία του οίκου των Γκλίξμπουργκ, ανασυνθέτοντας τα ερείπια του παλιού μεγαλείου. Επισκέφθηκε το Τατόι, έδειξε ενοχλημένη από την "εγκατάλειψη", περπάτησε στο κέντρο της Αθήνας, θυμήθηκε τα σοκολατάκια του Ζόναρς και τα αλφαβητάρια της, άναψε ένα κερί στην Καπνικαρέα, δοκίμασε λουκούμια και χαλβαδόπιτες.
Αυτό που μοιάζει σήμερα απλό και χωρίς ιδιαίτερη πολιτική σημασία ήταν πριν από λίγα μόλις χρόνια αδιανόητο. Θυμίζουμε ότι η υπόθεση αυτή άρχισε το 1991. Ενόψει της σχεδιαζόμενης επίσκεψης του βασιλικού ζεύγους της Ισπανίας στην Ελλάδα, δυο βουλευτές του ΠΑΣΟΚ (Φούρας και Λωτίδης) είχαν καταθέσει ερώτηση στην ελληνική βουλή, διαμαρτυρόμενοι, επειδή «η ισπανική πλευρά πρότεινε και τελικά πέτυχε πρόγραμμα επίσκεψης, το οποίο υπογραμμίζει την καταγωγή της βασίλισσας της Ισπανίας τόσο έντονα, ώστε να μετατραπεί η επίσκεψη σε επιχείρηση αποκατάστασης της μνήμης των Γκλίξμπουργκ στη συνείδηση του ελληνικού λαού.» Σήμερα οι παράγοντες της κυβέρνησης συνωθούνται μαζί με τους συναδέλφους τους της αντιπολίτευσης για μια χειραψία ή ένα χειροφίλημα στη Σοφία, που επιστρέφει θριαμβεύτρια, κλείνοντάς μας το μάτι: ήρθα εγώ, περιμένετε και τον αδελφό μου.
Τον Απρίλιο του 1991, ο κ. Σαρτζετάκης είχε υποχρεωθεί να διαψεύσει δημοσίευμα του Βήματος, το οποίο ανέφερε ότι ως πρόεδρος της Ελληνικής Δημοκρατίας είχε προσκαλέσει στη χώρα μας τους ισπανούς βασιλείς. Η επίσκεψη εκείνη είχε ματαιωθεί κάτω από τη γενική κατακραυγή. Πέντε, μόλις, χρόνια αργότερα, η επίσκεψη πραγματοποιείται, και μάλιστα με τους όρους που περιέγραφαν οι διαμαρτυρόμενοι βουλευτές. Και όχι μόνο αυτό. Η Σοφία είχε εντωμεταξύ προλάβει να κυκλοφορήσει το βιβλίο με τις αναμνήσεις της, όπου αφιερώνει μεγάλο μέρος στην πολιτική υπεράσπιση του έκπτωτου αδελφού της, προβάλλοντας ως αληθινή τη διαστρεβλωμένη εικόνα του παλατιού για την πρόσφατη ελληνική ιστορία, και προσβάλλοντας ανοιχτά ως πολιτικό απατεώνα τον Κωνσταντίνο Καραμανλή.
Φυσικά δεν θα είχε κανείς την αξίωση να δείξει ευαισθησία η Σοφία απέναντι στις ευθύνες του αδελφού της (και της μητέρας της) στο πραξικόπημα του '67. Αλλωστε, η ίδια δεν διστάζει να μιλήσει με κολακευτικά λόγια για τη δικτατορία του Φράνκο, στον οποίο οφείλει και το θρόνο της. Το γεγονός, πάντως, είναι ότι εμφανίζεται ως εκπρόσωπος της ελληνικής δυναστείας και επιχειρεί να πάρει πολιτική εκδίκηση από όσους θεωρεί ότι δεν βοήθησαν όσο έπρεπε τον αδελφό της. Η τρίτη αδελφή, η Ειρήνη Γκλίξμπουργκ, περηφανεύεται για το ότι η Σοφία, υποδεχόμενη τον Καραμανλή στο ισπανικό παλάτι το 1984 είχε φορέσει -κατά παράβαση του πρωτοκόλλου- τα εμβλήματα του βασιλικού οίκου της Ελλάδας, για να τον προκαλέσει. Οπως γράφει η επίσημη βιογράφος της Σοφίας, «μετά από χρόνια, όταν ο Καραμανλής επισκέφθηκε την Ισπανία επίσημα ως Πρόεδρος της Ελληνικής Δημοκρατίας -μου είπε η πριγκίπισσα Ειρήνη, χωρίς να κρύψει την ικανοποίησή της- η αδελφή μου η Σοφία του έδειξε ότι μαζί μας δεν παίζουν.» (σελ. 240)
Και να τώρα που όλοι επιθυμούν να «παίξουν» με τη Σοφία. Πρώτος πρώτος ο σημερινός πρόεδρος, ο οποίος την κάλεσε παραβλέποντας την προσβολή που είχε υποστεί ο προκάτοχός του. Και βέβαια η κυβέρνηση, που δεν αντέδρασε στη μετατροπή της πρόσφατης ιδιωτικής επίσκεψής της σε έναν καλοστημένο μηχανισμό διαφημιστικής προβολής της μοναρχίας και της οικογένειας των Γκλίξμπουργκ. Το μόνο που δεν μας θύμισε από αυτή την τόσο νοσταλγική της επιστροφή είναι το ακριβές ποσό που είχε ξοδέψει το ελληνικό δημόσιο για το γάμο της το 1962. Η κυβέρνηση είχε ανακοινώσει τότε 75 εκατομμύρια, αλλά οι έγκυρες ξένες εφημερίδες είχαν υπολογίσει 2,8 εκατομμύρια δολάρια.
Το έργο της Σοφίας συμπληρώνουν πρόθυμα οι λοιποί Ευρωπαίοι εστεμμένοι, οι οποίοι δεν χάνουν ευκαιρία να δώσουν μια ανέξοδη βοήθεια στον αναξιοπαθούντα συγγενή τους. Πρόσφατο παράδειγμα η δημοσίευση στους Sunday Times (28/11) μιας ιδιωτικής (;) συνομιλίας Κωνσταντίνου-Καρόλου, κατά την οποία ο διάδοχος του βρετανικού θρόνου εκδήλωσε τη συγκατάθεσή του στην επιστροφή των μαρμάρων του Παρθενώνα. Παρόμοιες διαρροές ήταν πυκνές κατά την περίοδο της διεκδίκησης των Ολυμπιακών Αγώνων, σε σημείο που να μην ξέρουμε σήμερα αν οφείλουμε μεγαλύτερη ευγνωμοσύνη στον Γκλίξμπουργκ ή στην Κυρία Αγγελοπούλου.
Μετά την απομάκρυνση εκ του ταμείου
Μέσα από αυτή τη λάμψη που του προσδίδουν πρόθυμα τα μέσα ενημέρωσης ο κ. Γκλίξμπουργκ εμφανίζεται ανανεωμένος και αναβαπτισμένος. Τα ιστορικά γεγονότα που σημάδεψαν τις βαριές του ευθύνες για την ανατροπή της δημοκρατίας έχουν αρχίσει να ξεχνιούνται. Ολο και πληθαίνουν οι φωνές όσων επιχειρούν να διαστρεβλώσουν την πρόσφατη ιστορία, για να τον εμφανίσουν αμέτοχο στο έγκλημα της δικτατορίας, το πολύ-πολύ θύμα κακών συμβούλων. Επανερχόμαστε, λοιπόν, στη "Λάμψη¨. Δεν είναι άραγε ο άκακος βασιλιάς Κωνσταντίνος κάτι παρόμοιο με τον αγαθό πρίγκιπα; Δεν βλέπουμε τους κακούς συμβούλους που επιχειρούν να τον παρασύρουν, όπως εκείνος ο μοχθηρός Αυλάρχης Ιμρε;
Το μόνο που καταστρέφει την ειδυλλιακή εικόνα είναι η περιβόητη απαίτηση του Κωνσταντίνου να του καταβάλει το ελληνικό δημόσιο 650 δις δρχ., έναντι προφανώς των υπηρεσιών που μας έχει προσφέρει. Η πρόσφατη απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου, που δέχθηκε ως βάσιμη την αίτηση και την παρέπεμψε στην ολομέλεια να συζητηθεί επί της ουσίας, ανατρέπει τις μέχρι σήμερα ρυθμίσεις και τους συμβιβασμούς των δύο πλευρών. Φυσικά αυτή η υπόθεση σχετίζεται με τη μισερή και ανολοκλήρωτη πολιτειακή μεταβολή του 1974. Αντί να σταλεί στο εδώλιο του κατηγορούμενου για το πραξικόπημα του 1967, ο Κωνσταντίνος αντιμετωπίστηκε ως απλός αντίδικος. Το ορατό αντικείμενο διαπραγμάτευσης των δύο μερών ήταν το ύψος των οικονομικών του απαιτήσεων, αλλά ο ανομολόγητος απώτερος στόχος του Γκλίξμπουργκ ήταν η εγγραφή υποθηκών για την εν καιρώ διατύπωση αξιώσεων επαναφοράς του θρόνου.
Η σχέση της οικονομικής με την πολιτική διεκδίκηση ομολογείται έμμεσα από την άρνηση του Γκλίξμπουργκ να μιλήσει για οτιδήποτε όσο εκκρεμεί η υπόθεση. Από την απαγόρευση δεν εξαιρείται ούτε ο άνθρωπός του, ο κ. Ζαμπούνης: «Η συμφωνία με τον πολυμήχανο σύμβουλο δημοσίων σχέσεων Ρόμπερτ Λιφ, που χειρίζεται τις συνεντεύξεις και τη δημόσια εικόνα του Κωνσταντίνου είναι σαφής», γράφει ο δημοσιογράφος στα «Πρόσωπα» το 1992. «Η Αυτού Μεγαλειότης θα μιλήσει μόνο για τους Ολυμπιακούς. Περιμένουμε να ρυθμιστεί το θέμα της βασιλικής περιουσίας και τότε ευχαρίστως να μιλήσει για ό,τι θέλετε.»
Ωστόσο αυτή η διεκδίκηση των 650 δισ. έχει και μια θετική παρενέργεια. Τεκμηριώνει με τον καλύτερο τρόπο την ιστορική αλήθεια ότι η μοναρχία στην Ελλάδα υπήρξε ένας εξωσυνταγματικός μηχανισμός, ο οποίος διέθετε απίστευτους οικονομικούς πόρους, εντελώς δυσανάλογους προς τα οικονομικά δεδομένα της εποχής.
Ο "χουντοβασιλισμός" σήμερα
Εκεί, βεβαίως που η "λάμψη" ξεθωριάζει εντελώς είναι όταν ρίξει κανείς μια ματιά στο "κόμμα των βασιλοφρόνων". Πίσω από τη λάμψη των εκατομμυρίων, δύσκολα κρύβονται οι ακροδεξιές πεποιθήσεις των πολιτικών υποστηρικτών της βασιλείας. Ο Κωνσταντίνος δεν είχε την πολιτική ευστροφία του κουνιάδου του Χουάν Κάρλος, ο οποίος -αφού πρώτα υπηρέτησε δουλοπρεπώς τον φρανκισμό, σε σημείο να προδώσει τον ίδιο τον πατέρα του- αναδείχθηκε σε άνακτα, επειδή καβάλησε το δημοκρατικό ρεύμα της περιόδου της βιολογικής εξάντλησης του ισπανικού φασισμού. Αντιθέτως, ο Γκλίξμπουργκ συνέχισε να στηρίζεται στα πιο αντιδραστικά κομμάτια της ελληνικής πολιτικής, τα οποία βρέθηκαν το '74 στο περιθώριο, ενώ μέχρι τότε κατείχαν την εξουσία.
Ο "χουντοβασιλισμός" δεν είναι εφεύρημα των αντιπάλων του Γκλίξμπουργκ, ούτε μηχανική επανάληψη του μεσοπολεμικού και του μεταπολεμικού "μοναρχοφασισμού". Πρόκειται για ένα πραγματικό πολιτικό ρεύμα, το οποίο συγκροτήθηκε στη μεταπολίτευση. Το συνομολογεί στις "Σημειώσεις" του ο Αυλάρχης του Γκλίξμπουργκ, αναφερόμενος σε πληροφορίες του Χ. Χατζηγιάννη στις 7 Οκτωβρίου 1974: "Διαπιστώνει ότι πράγματι υπάρχει μεταστροφή στους χουντικούς και γενικά στο στρατό από βαθμό λοχαγών και πάνω υπέρ του Βασιλέως. Θεωρεί ότι η κίνηση Γαρουφαλιά πιάνει. Οχι γιατί θα φέρει πολλούς βουλευτές, αλλά γιατί, κατ' αυτόν, μπορεί να συγκεντρώσει έως πεντακόσιες χιλιάδες ψήφους." (σελ. 564)
Η συγκρότηση αυτού του ρεύματος σε μια ενιαία εθνικιστική ακροδεξιά δεν έχει μέχρι σήμερα επιτευχθεί. Η μαύρη μνήμη της δικτατορίας ήταν τόσο έντονη ώστε ακόμα και σήμερα καταδικάζει σε αποτυχία όλες τις απόπειρες, σε συνδυασμό φυσικά με τη διάθεση όλων των πολιτευτών αυτού του χώρου να διεκδικούν για τον εαυτό τους την «αρχηγία». Μετά από τα διάφορα εγχειρήματα της Εθνικής Πάραξης, της ΕΠΕΝ και του ΕΝΕΚ που δεν απέδωσαν εκλογικά, τη σκυτάλη πήρε ο Γιώργος Καρατζαφέρης, ο οποίος επιχείρησε να τους εντάξει ως ιδιαίτερο βασιλοχουντικό ρεύμα στη Νέα Δημοκρατία με το όνομα "Νέα Ελπίδα". Η πολιτική αξιοποίηση της κηδείας του Παπαδόπουλου και η διαγραφή του ηγετικού στελέχους της αξιωματικής αντιπολίτευσης Μάνου Μανωλάκου ανέστειλαν τις σχετικές διεργασίες. Τώρα το εγχείρημα αναλαμβάνει ο Γρηγόρης Μιχαλόπουλος της "Ελεύθερης Ωρας", ο οποίος εξαγγέλλει την "Εθνική Συμμαχία", έχοντας εξασφαλίσει την πολύτιμη βοήθεια των ναζιστών της "Χρυσής Αυγής", τους οποίους απέσπασε από τον Πλεύρη και την "Πρώτη Γραμμή" του. Για να πείσει, μάλιστα, τους εναπομείναντες φιλοβασιλικούς ότι αυτός είναι η γνήσια έκφρασή τους, ο κ. Μιχαλόπουλος δηλώνει ότι «από το 1974 μέχρι και σήμερα μόνο ο υπογράφων (δηλ. Ο ίδιος) και δυο τρεις άλλοι αγωνίσθηκε για τον Βασιλιά... Μόνο ο υπογράφων.» («Ελεύθερη Ωρα», 12/11). Φυσικά και οι εντός της Νέας Δημοκρατίας ακροδεξιοί δεν παύουν να μας θυμίζουν τις φιλοβασιλικές τους δάφνες. Ο κ. Καρατζαφέρης επαναλαμβάνει κάθε μέρα ότι υπήρξε ο εκδότης του περιοδικού «Στέμμα», μας διηγείται σκηνές από τις φιλικές του σχέσεις με την οικογένεια Γκλίξμπουργκ και προβάλλει τον «λεβέντη το βασιλιά» να χορεύει τσάμικο.
Γι' αυτούς τους λόγους, η προβολή από τα ΜΜΕ της κοσμικής λάμψης του Κωνσταντίνου δεν είναι άμοιρη πολιτικών αποτελεσμάτων. Τον αποσυνδέει από τον μαύρο εσμό των ακροδεξιών θαυμαστών του και τον προικίζει με ένα πολιτικό κεφάλαιο, ίσως πολύ μεγαλύτερο από τα 650 δισ. που διεκδικεί από τον κρατικό προϋπολογισμό. Είναι γνωστό ότι η επιλογή και η προώθηση των σύγχρονων πολιτικών ηγετών γίνεται πλέον με όρους υποταγής στα κελεύσματα του μάρκετινγκ και με κριτήρια "τηλεοπτικής απόδοσής" τους. Δεν θα μας προξενούσε καμιά έκπληξη, αν αυτή η τηλεοπτική παλινόρθωση της βασιλείας, γινόταν το εφαλτήριο για την εφαρμογή της παλιάς καλής συνταγής, ότι ο Γκλίξμπουργκ είναι μια "χρυσή εφεδρεία" της ελληνικής πολιτικής, ιδίως ενόψει κάποιας "εθνικής κρίσης".
(Ελευθεροτυπία, 12/12/1999)
www.iospress.gr ΣΥΝΕΧΕΙΑ ΣΤΟ ΔΕΥΤΕΡΟ ΜΕΡΟΣ |