Η ΜΕΓΑΛΥΤΕΡΗ ΚΑΤΑΛΗΨΗ
Μεξικό: η χρονιά των φοιτητών
Τελικά, χρειάστηκε να εισβάλουν τα ΜΑΤ για να μάθουμε πως οι μεξικανοί φοιτητές πέτυχαν ό,τι οι έλληνες καθηγητές και μαθητές δεν έχουν ακόμη καταφέρει: να αποκρούσουν, έστω και στα σημεία, τις "μεταρρυθμίσεις" της δικής τους εκπαιδευτικής ηγεσίας.
Όμως η δεκάμηνη κατάληψη του Αυτόνομου Πανεπιστήμιου έχει πολλά ακόμη να μας πει.
Ήταν 6.35 πμ της Κυριακής 6 Φεβρουαρίου, όταν 2.260 αστυνομικοί εισέβαλλαν στην κατειλημμένη Πανεπιστημιούπολη της μεξικανικής πρωτεύουσας. Η επιχείρηση κράτησε 4 ώρες και κατέληξε στη σύλληψη 745 νέων, στους οποίους συγκαταλέγονταν και αρκετά μέλη του Γενικού Απεργιακού Συμβουλίου των φοιτητών. Το γεγονός καλύφθηκε ζωντανά από τα ιδιωτικά κανάλια της χώρας και χαιρετίστηκε με ενθουσιασμό από τα σοβαρά ΜΜΕ στις ΗΠΑ και τις περισσότερες δυτικές χώρες. "Ειρηνική επιδρομή τερματίζει τη μακρά πολιορκία των φοιτητών στο Μεξικό", είναι ο χαρακτηριστικός τίτλος των New York Times (7.2), ενώ η Boston Globe της ίδιας μέρας διαπιστώνει με φρίκη πως "οι Σχολές είναι μπάχαλο ύστερα από ταλαιπωρία 291 ημερών". Στο τηλεοπτικό μήνυμά του προς το έθνος, ο πρόεδρος της χώρας Ερνέστο Σεντίγιο θα υιοθετήσει, κι αυτός, ανάλογους τόνους: "η δημοκρατία", εξήγησε, "δεν θα μπορούσε να ανεχτεί άλλο την επί δεκάμηνο αρπαγή του πανεπιστημίου της" από τους καταληψίες που "το μετέτρεψαν σε ατομική τους ιδιοκτησία". Καθόλου συμπτωματικά, η κυριότερη κατηγορία που αντιμετωπίζουν οι συλληφθέντες, είναι αυτή της "ιδιοποίησης ξένης περιουσίας"...
Αγνοημένη ως επί το πλείστον από τα ελληνικά ΜΜΕ, η μεξικάνικη φοιτητική εξέγερση των τελευταίων μηνών δεν παύει ωστόσο να παρουσιάζει μεγάλο ενδιαφέρον.
Όχι μόνο για την απροσδόκητη διάρκειά της (κατά πάσα πιθανότητα, η μεγαλύτερη φοιτητική κατάληψη στην ιστορία), αλλά και γιατί οι αναλογίες με τα τεκταινόμενα στην καθ' ημάς Ευρώπη κάθε άλλο παρά απουσιάζουν. Παρά τη βίαιη έκβασή (;) της, πρόκειται άλλωστε για την πρώτη φορά μέσα στην τελευταία δεκαετία που κάποια κυβέρνηση αναγκάζεται κάτω από την πίεση ενός μαχητικού εκπαιδευτικόύ κινήματος να αποσύρει ένα πρόγραμμα νεοφιλελεύθερης αναδιάρθρωσης της παιδείας, συνταγμένο με βάση τις γνωστές προδιαγραφές και την κρατούσα ορθοδοξία των διεθνών χρηματοπιστωτικών οργανισμών. Ας πάρουμε, όμως, τα πράγματα από την αρχή.
Η Διεθνής Τράπεζα στο UNAM
Όλα ξεκίνησαν πριν από έναν ακριβώς χρόνο, όταν ο πρύτανης του Αυτόνομου Εθνικού Πανεπιστημίου του Μεξικού (UNAM), Φρανσίσκο Μπαρνές, εξήγγειλε ένα πρόγραμμα αύξησης του κόστους των σπουδών σε δυσθεώρητα για τη μεξικανική πραγματικότητα επίπεδα. Στην πραγματικότητα, επρόκειτο για (επαν)επιβολή των διδάκτρων, που από το 1948 είχαν παγώσει στο -συμβολικό πλέον- ποσό των 0,2 πέσος (7 δρχ) το χρόνο.
Σύμφωνα με την καινούρια ταρίφα, το ετήσιο κόστος σπουδών ανέβηκε σε 1360 πέσος (49.000 δρχ) για τον πρώτο κύκλο σπουδών και 2040 (74.000 δρχ) για το δεύτερο.
Ανάλογες αυξήσεις ανακοινώθηκαν και για τις περισσότερες συμπληρωματικές υπηρεσίες προς τους φοιτητές. Το όλο σχέδιο ήταν σύμφωνο με τις πρόσφατες (Οκτώβριος 1998) υποδείξεις της Παγκόσμιας Τράπεζας για ριζική αναμόρφωση των εκπαιδευτικών μηχανισμών με βάση ιδιωτικοοικονομικά κριτήρια ("αυτοχρηματοδότηση"), τεχνοκρατικότερο προσανατολισμό και σκληρότερες διαδικασίες "επιλογής". Η αλλαγή επενδύθηκε με τις συνήθεις σ' αυτές τις περιπτώσεις δικαιολογίες περί "αδυναμίας του κράτους να ανταποκριθεί στις αυξανόμενες ανάγκες των ΑΕΙ", μαζί με μπόλικο κλάμα για την "κατάντια" των τελευταίων και την αδυναμία τους να ανταποκριθούν στις ανάγκες της σύγχρονης αγοράς.
Η αλλαγή ήταν ιδιαίτερα επώδυνη για τη μεξικανική κοινωνία και, πρώτα απ' όλα, για τους ίδιους τους φοιτητές. Σε μια χώρα όπου ο μισός πληθυσμός ζει κάτω από το όριο της φτώχειας και το 27 % σε απόλυτη ένδεια, τα μέτρα αυτά θεωρήθηκαν -και πολύ σωστά- ως μια ακόμα ενίσχυση των
ταξικών φραγμών προς την ανώτατη εκπαίδευση. Πόσο μάλλον όταν το 1997 ο ίδιος πρύτανης είχε καταργήσει την ελεύθερη (ώς τότε) πρόσβαση στο, Πανεπιστήμιο και επιβάλλει δραστικές αλλαγές στο μέγιστο χρόνο διάρκειας των σπουδών (που απέκλειαν εκ των πραγμάτων μεγάλη μερίδα των εργαζόμενων φοιτητών). Επιπλέον, όπως συνέβη και με τις αντίστοιχες μεταρρυθμίσεις σε άλλους τομείς της δημόσιας ζωής την τελευταία δεκαετία, η στροφή αυτή ερχόταν σε κραυγαλέα αντίθεση με μια παράδοση δεκαετιών, η οποία εγγυόταν στα λαϊκά στρώματα ένα μίνιμουμ κοινωνικής κινητικότητας: με 275.000 φοιτητές και την πιο αξιόλογη ακαδημαϊκή παρουσία στη Λατινική Αμερική, το "ανοιχτό" UNAM θεωρείται όχι μόνο το καμάρι της χώρας αλλά και μια από τις βασικές κατακτήσεις της επανάστασης του 1910-17. Η συνταγματική αναθεώρηση του 1992, με την κατάργηση των διατάξεων περί δημόσιας δωρεάν ανώτατης παιδείας, αποτέλεσε (όπως και στην περίπτωση της αλλαγής του καθεστώτος της γης, που πυροδότησε την εξέγερση των Ζαπατίστας) το πρώτο βήμα για την έμπρακτη ανατροπή αυτών των κατακτήσεων.
Οι φοιτητές αντεπιτίθενται
Όμως οι φοιτητές του UNAM είχαν κι αυτοί πίσω τους μια αγωνιστική παράδοση δεκαετιών. Εκτός από το πασίγνωστο δημοκρατικό κίνημα του 1968 (που πνίγηκε στο αίμα ελέω Ολυμπιακών Αγώνων) και μια επανάληψή του -σε μικρότερη κλίμακα- το 1971, υπάρχει επίσης η μεγάλη κατάληψη της άνοιξης του 1987, όταν η κυβέρνηση Ντε λα Μαδρίδ υποχρεώθηκε να πάρει πίσω μια πρώτη δέσμη νεοφιλελεύθερων μέτρων. Παρά τη γνώριμη αποπολιτικοποίηση των τελευταίων χρόνων και το γεγονός ότι η πρυτανεία, φυλάγοντας τα ρούχα της, φρόντισε να διευκρινίσει πως το μέτρο αφορά μόνο τους μελλοντικούς φοιτητές, οι αντιδράσεις δεν άργησαν: προειδοποιητικές αποχές και πορείες σημειώνονται ήδη από τα τέλη Φλεβάρη, ενώ η τελική ψήφιση των μέτρων από ένα Πανεπιστημιακό Συμβούλιο που συνεδρίασε εν κρυπτώ, εκτός Πανεπιστημιούπολης και χωρίς να ειδοποιηθούν καν τα διαφωνούντα μέλη του, δεν ήταν δυνατό παρά να ρίξει λάδι στη φωτιά. Στις 20 Απριλίου, η απεργία διαρκείας και η κατάληψη του UNAM από χιλιάδες φοιτητές ήταν πια γεγονός. Τη διεύθυνση του κινήματος ανέλαβε ένα 120μελές Γενικό Απεργιακό Συμβούλιο (CGH), υπόλογο στις γενικές συνελεύσεις ΄ στη σχολή Μηχανικών στήθηκε ραδιοφωνικός σταθμός, ενώ εκατοντάδες "μπριγάδες" αναλάμβαναν καθημερινά τη διαφώτιση του κοινού σε σταθμούς του μετρό, λαϊκές γειτονιές, σχολεία και χώρους εργασίας.
Όπως θα περίμενε κανείς, οι αρχές έσπευσαν ευθύς εξαρχής να μιλήσουν για "υποκίνηση" των διαμαρτυρόμενων φοιτητών από τα κόμματα της αντιπολίτευσης, επικαλούμενες κάποιες "συνταρακτικές αποκαλύψεις" του φιλοκυβερνητικού τύπου για τις επαφές στελεχών του CGH με πολιτευτές του κεντροαριστερού PRD. Η εκδοχή αυτή θα υιοθετηθεί αρχικά ακόμη κι από διεθνή ειδησεογραφικά πρακτορεία: "Η πανεπιστημιακή κρίση ξέσπασε ενώ η εκστρατεία για τις προεδρικές εκλογές του Ιουλίου 2000 έχει ήδη δρομολογηθεί, και πολλοί αναλυτές εκτιμούν ότι η απεργία των φοιτητών μεταφέρει στο χώρο του πανεπιστημίου τον
ανταγωνισμό μεταξύ της αντιπολίτευσης και του [κυβερνώντος] PRI", διαβάζουμε λχ σε ανταπόκριση του Γαλλικού Πρακτορείου (24/4/99). Γρήγορα, ωστόσο, η ριζοσπαστικοποίηση του κινήματος (και η περιθωριοποίηση των φοιτητικών στελεχών του PRD, η παλιότερη γενιά των οποίων είχε ήδη προλάβει να μεταπηδήσει σε αδρά αμειβόμενα πόστα της -ελεγχόμενης απ' την αντιπολίτευση- δημαρχίας της πρωτεύουσας) θα διαψεύσει αυτά τα σενάρια. "Το PRD", δηλώνει στις 29 Οκτωβρίου ο υπουργός Εσωτερικών (& Δημόσιας Τάξης) Λαμπαστίδα, "δημιούργησε έναν
Φρανκεστάιν, και πια έχει χάσει τον έλεγχό του". Με τον καιρό, οι αρχές θα στρέψουν τα πυρά τους στην υποτιθέμενη διείσδυση αντάρτικων οργανώσεων στο Πανεπιστήμιο (βλ. σχετικά σε διπλανή στήλη).
Έτσι κι αλλιώς, πάντως, τα πολιτικά χαρακτηριστικά του κινήματος είναι προφανή, όπως πολιτικά φορτισμένη είναι και η μεταρρύθμιση που αυτό αντιπαλεύει. "Τα αιτήματα των απεργών για δωρεάν ανώτατη παιδεία δεν ήταν ακραία", αναγνωρίζουν χαρακτηριστικά οι N.Y.Times (20/1/2000). "Έρχονται όμως σε μετωπική αντίθεση με έναν καινούριο κόσμο κι ένα νέο Μεξικό, όπου οι συρρικνούμενες δημόσιες δαπάνες δεν μπορούν πια να προωθήσουν την κοινωνική κινητικότητα μέσω ενός πελώριου και γενναιόδωρου θεσμού, όπως το εθνικό πανεπιστήμιο". Απ' την πλευρά τους, οι καταληψίες δεν θα κρύψουν ούτε στο ελάχιστο τη διάθεσή τους για μετωπική αναμέτρηση με τις νεοφιλελεύθερες επιλογές. Στα μανιφέστα τους καταγγέλλουν την κυβέρνηση του Θεσμικού Επαναστατικού Κόμματος (PRI) ότι "μέσα στα τελευταία χρόνια έχει καταργήσει τα βασικότερα κοινωνικά δικαιώματα του μεξικάνικου λαού, όπως η κοινωνική ασφάλιση, οι υπηρεσίες δημόσιας υγείας, τα εργατικά δικαιώματα και η ιδιοκτησία της γης, προωθώντας σειρά ιδιωτικοποιήσεων" κι επιδιώκουν ανοιχτά μια πολιτική συμμαχιών με φορείς που κινούνται στο ίδιο μήκος κύματος -όπως το συνδικάτο των εργαζόμενων στον ηλεκτρισμό ή οι "λαϊκές οργανώσεις" των φτωχογειτονιών. Στις πορείες τους υψώνουν
πορτραίτα του Τσε, φορούν κουκούλες όπως οι Ζαπατίστας, ενώ μια από τις μεγαλύτερες και κρισιμότερες γενικές συνελεύσεις τους θα διεξαχθεί κάτω από τα πορτραίτα των Μαρξ, Ενγκελς και Λένιν. Στο (πολύ πιο καθοριστικό) επίπεδο των αιτημάτων, τέλος, δε διστάζουν να περάσουν από την άμυνα στην αντεπίθεση: εκτός από την κατάργηση των διδάκτρων και λοιπών αυξήσεων, η "πλατφόρμα των 6 σημείων" που υιοθετούν ζητά επίσης την άμεση ανάκληση των μεταρρυθμίσεων του 1997, την παύση κάθε δίωξης και τη "δημιουργία ενός μόνιμου χώρου διαλόγου κι επίλυσης των προβλημάτων του πανεπιστημίου" με δική τους συμμετοχή.
Χαφιέδες, ρουφιάνοι και δημοσιογράφοι
Απέναντί τους, οι εξεγερμένοι δεν θα βρουν τόσο την αστυνομία, καθώς η κυβέρνηση Σεντίγιο φροντίζει με κάθε τρόπο να αποφύγει (τουλάχιστον τους πρώτους μήνες) μια έστω και συμβολική αναπαραγωγή των εικόνων του 1968, όσο τους "αγανακτισμένους πολίτες" και τα ΜΜΕ. Οι πρώτοι θα κάνουν την εμφάνισή τους από τις πρώτες κιόλας μέρες, με τη μορφή των "νομοταγών" φοιτητών και γονέων που σπεύδουν να κινητοποιηθούν στο πλευρό (και από το μηχανισμό) της πρυτανείας ΄ φαινόμενο μειοψηφικό σε σχέση με τους καταληψίες, θα γνωρίσουν νέες μέρες δόξες στα τέλη Αυγούστου, ενόψει των εγγραφών για την καινούρια χρονιά. Στο πλευρό τους, άλλωστε, σπεύδουν να "αγωνιστούν" πολύ λιγότερο εμφανίσιμες προσωπικότητες: σε ουκ ολίγες περιπτώσεις, φοιτητές και δημοσιογράφοι θα αναγνωρίσουν ανάμεσα στους τραμπούκους -που εξορμούν για το σπάσιμο της μιας ή της άλλης κατάληψης- γνωστούς σεκιουριτάδες, μισθωτούς μπράβους του υπόκοσμου και μέλη παρακρατικών οργανώσεων. Την εικόνα συμπληρώνει η επιστράτευση της παλιάς καλής μεθόδου των εκφιβιστικών απαγωγών: "άγνωστοι" συλλαμβάνουν διαδοχικά διάφορα στελέχη του κινήματος, τα ξυλοκοπούν και τα απειλούν με δολοφονία ΄ στις περιπτώσεις των κοριτσιών, οι "συμβουλές" συνοδεύονται κατά κανόνα από βιασμό. Το γεγονός θα θεωρηθεί ωστόσο αμελητέο από τα περισσότερα ΜΜΕ, που προτιμούν να έπικεντρώσουν την προσοχή τους στο "χάος" και τις αντεγκλήσεις των φοιτητικών συνελεύσεων.
Τα τελευταία είναι άλλωστε ευθύς εξαρχής εχθρικά διατεθειμένα απέναντι στην "οπισθοδρομική" και "ακραία" φοιτητική εξέγερση. Ιδίως τα δυο ιδιωτικά τηλεοπτικά κανάλια (TV Azteca και Televisa), που -όπως ομολογεί και το, κάθε άλλο παρά φιλικό προς την κατάληψη
Ασοσιέιτεντ Πρες (15/8)- "παρουσιάζουν τους απεργούς φοιτητές σαν κλέφτες και βάνδαλους, και σχεδόν κάθε βράδι μεταδίδουν σχόλια γελοιοποίησής τους". Αγαπημένα θέματά τους, η διαρκής επαγγελία των επικείμενων παρεμβάσεων της "σιωπηρής πλειοψηφίας" και οι "βανδαλισμοί" των καταληψιών (που ακόμη και ο πρύτανης θα θεωρήσει, κατόπιν εορτής, "αμελητέους"): σε ένα χαρακτηριστικό κρεσέντο έμπνευσης, ο ρεπόρτερ της Televisa που κάλυπτε από ελικοπτέρου την αστυνομική εισβολή της 6ης Φεβρουαρίου, θα αποφανθεί από αέρος ότι "οι καταστροφές που έχουν προκληθεί στο εσωτερικό των κτιρίων είναι τρομαχτικές!"...
Αντιδρώντας σ' αυτό το εκ προοιμίου εχθρικό κλίμα, οι φοιτητές θα αποβάλλουν με αποφάσεις των γενικών συνελεύσεών τους τα κανάλια από τους χώρους της κατάληψης και, κατά κανόνα, δεν διάκεινται ιδιαίτερα φιλικά απέναντι στους δημοσιογράφους. Η αναμέτρηση κινήματος-ΜΜΕ θα κλιμακωθεί στις 14 Οκτωβρίου, όταν 800 φοιτητές πραγματοποιούν διαδήλωση έξω από το κτίριο της Televisa -για να δεχτούν την κτηνώδη επίθεση των ΜΑΤ, που αφήνει πάνω από 80 τραυματίες.
Προς την τελική αναμέτρηση
Παρά την εχθρική αντιμετώπισή του από τους διαμορφωτές της κοινής γνώμης, ωστόσο, το κίνημα δεν θα
αργήσει να σημειώσει τις πρώτες νίκες. Τον Ιούνιο οι πανεπιστημιακές αρχές αποφασίζουν η καταβολή των διδάκτρων να γίνει "εθελοντική" ΄ το Νοέμβριο ο πρύτανης Μπαρνές, που με την έπαρση και τον αυταρχισμό του είχε κάνει ό,τι μπορούσε για να
προκαλέσει την οργή των φοιτητών, παραιτείται και στη θέση του διορίζεται ο (πολύ πιο ευέλικτος) υπουργός Υγείας Ντε λα Φουέντε.
Το Δεκέμβριο η πρυτανεία αναγνωρίζει επίσημα ως συνομιλητή της το CGH, οι μεταξύ τους διαπραγματεύσεις όμως δεν πρόκειται να προχωρήσουν πέρα από τη συζήτηση επί του διαδικαστικού. Εκ των υστέρων είναι σαφές ότι, όπως επισημαίνει στη Jornada (7/2) η πανεπιστημιακός
Άνα Μαρία Αραχονές, "οι αρχές παρέτειναν εσκεμμένα την κατάληψη μέχρι να δημιουργηθεί μια ατμόσφαιρα εξάντλησης, κούρασης κι αντιπαράθεσης", έτσι ώστε η δυναμική εκκαθάριση της 'ανωμαλίας' "να καταστεί αποδεκτή από μεγάλο μέρος της κοινής γνώμης". Στις αρχές της καινούριας χρονιάς, η πρυτανεία θα
εξαγγείλει έτσι, ως πρόταση εξόδου από την κρίση, την παραπομπή όλων των ανοιχτών ζητημάτων σε ένα καταστατικό συνέδριο.
Η πρότασή της υπερψηφίζεται στις 20 Ιανουαρίου από ένα μη δεσμευτικό "δημοψήφισμα", για την επιτυχία του οποίου κινητοποιήθηκε όλος ο μηχανισμός του πανίσχυρου Υπουργείου Εσωτερικών. Νικητής στα σημεία, έχοντας αποσπάσει την υποστήριξη του 45% των φοιτητών και το 66% των διδασκόντων, ο πρύτανης καλεί στις 24 Ιανουαρίου την "πανεπιστημιακή κοινότητα" να ανακαταλάβει την Πανεπιστημιούπολη ΄ ύστερα από μια πρώτη δυναμική απόπειρα εκδίωξης των καταληψιών και την απόρριψη από το CGH ενός τελεσιγράφου που απαιτεί την άμεση συνθηκολόγησή τους, ο λόγος θα περάσει στη Δικαιοσύνη και τα ΜΑΤ. Τα ξημερώματα της 6ης Φεβρουαρίου, το UNAM καταλαμβάνεται εξ εφόδου.
Και μετά; Η θεαματική κατάλυση του Ασύλου και η εξαπόλυση ενός ανθρωποκυνηγητού ενάντια σε όλο το φοιτητικό κίνημα (εκτός από τους ήδη συλληφθέντες, ενεργοποιήθηκαν άλλα 300 εντάλματα σύλληψης για φακελωμένους καταληψίες, πολλοί από τους οποίους -οπαδοί της "μετριοπαθούς" τάσης- είχαν αποχωρήσει προ πολλού από το προσκήνιο) φαίνεται να πυροδοτεί τα δημοκρατικά ανακλαστικά ενός μεγάλου μέρους της κοινής γνώμης. Διωγμένα από το UNAM, τα υπολείμματα του Απεργιακού Συμβουλίου κατέφυγαν στο γειτονικό πανεπιστήμιο του Σοτσιμίλκο, ενώ οι διανοούμενοι που είχαν
καταγγείλει την "αδιαλλαξία" των φοιτητών σπεύδουν τώρα να ταχθούν στο πλευρό τους ενάντια στην "επιστροφή στο 1968". Ανατροπή των ώς τώρα δεδομένων ή τελευταίοι σπασμοί του προοδευτικού φάσματος της ακαδημαϊκής κοινότητας και των μαζικών οργανώσεων, μπροστά στην επέλαση των δυνάμεων της (νεοφιλελεύθερης) τάξης; Ο χρόνος θα δείξει...
(Ελευθεροτυπία, 20/2/2000)
www.iospress.gr ΣΥΝΕΧΕΙΑ ΣΤΟ ΔΕΥΤΕΡΟ ΜΕΡΟΣ |