ΜΕΤΑΠΟΛΕΜΙΚΗ ΑΥΣΤΡΙΑ

Αυστρία: το Άνσλους με τις ΗΠΑ

1.   2.   3.



Το «φαινόμενο Χάιντερ» προκάλεσε οδυνηρή έκπληξη σε όσους είχαν συνδυάσει την Αυστρία με ειδυλλιακές εικόνες χειμερινού τουρισμού ή είχαν πιστέψει στη διακηρυγμένη αρχή της ουδετερότητας της χώρας. Η «αποναζιστικοποίηση» της χώρας ποτέ δεν ολοκληρώθηκε, με ευθύνη των νικητών του Β΄ παγκόσμιου πολέμου.


Έξι χρόνια μετά την αποκάλυψη της μυστικής παρακρατικής οργάνωσης του ΝΑΤΟ που έγινε γνωστή με το όνομα Γκλάντιο, και αφού πια είχε καταλαγιάσει το σκάνδαλο που συντάραξε όλη την Ευρώπη, οι πολίτες της Αυστρίας πληροφορήθηκαν ότι και η δική τους χώρα δεν αποτελούσε εξαίρεση. Στο δικό της έδαφος υπήρχαν ακόμα και τότε, στις αρχές του 1996, 79 μυστικά οπλοστάσια, έτοιμα για να χρησιμοποιηθούν εναντίον του «ερυθρού κινδύνου» - ο οποίος βέβαια είχε εκλείψει οριστικά και αμετάκλητα, μετά τη διάλυση του σοβιετικού στρατοπέδου. 

Όταν τον Οκτώβριο του 1990 ο Ιταλός πρωθυπουργός Αντρεότι παραδεχόταν από το βήμα του ιταλικού κοινοβουλίου με τον πλέον επίσημο τρόπο, ότι η Γκλάντιο είχε πανευρωπαϊκή εξάπλωση και ότι αποτελούσε απλώς την ιταλική εκδοχή του δικτύου stay behind, όλες οι χώρες επιχείρησαν να αντιμετωπίσουν κάπως το θέμα. Ακόμα και στην Ελλάδα έγιναν κάποιες ελάχιστες αναφορές για την «Κόκκινη Προβιά». Μόνο η Αυστρία παρέμεινε αδρανής, παρά το γεγονός ότι ο Αντρεότι είχε ρητά αναφερθεί και στην Αυστρία, όταν έκανε την επίσημη αποκάλυψη-παραδοχή.

Στις 20 Ιανουαρίου 1996, και ενώ υποτίθεται ότι ολόκληρο το δίκτυο αποτελούσε πλέον παρελθόν, η αμερικανική εφημερίδα Boston Globe δημοσίευε την είδηση ότι στο έδαφος της «ουδέτερης Αυστρίας» φιλοξενούνται ακόμα τα μυστικά οπλοστάσια που είχε οργανώσει η CIA, σε συνεργασία με τη CIC (Counter Intelligence Corps, η αντικατασκοπία του αμερικανικού στρατού) στην πρώτη φάση του ψυχρού πολέμου (1951-55). Η πληροφορία προερχόταν από ένα ανώνυμο στέλεχος της CIA, και η πηγή ήταν ο ίδιος ο νέος διευθυντής της αμερικανικής μυστικής υπηρεσίας Τζον Ντόιτς. 

Ο μηχανισμός της λήθης

Την επαύριο της αποκάλυψης η αμερικανίδα πρέσβειρα στη Βιέννη επισκέφθηκε τους κυβερνητικούς αξιωματούχους και τους παρέδωσε τα σχέδια με τα σημεία που βρίσκονταν τα κρησφύγετα. Ο τότε εκπρόσωπος του Στέιτ Ντιπάρτμεντ Νίκολας Μπερνς ζήτησε συγγνώμη για το γεγονός ότι οι αμερικανικές κυβερνήσεις δεν είχαν ενημερώσει σχετικά τους αυστριακούς ομολόγους τους: «Το λάθος μας ήταν ότι οι διαδοχικές κυβερνήσεις από την εποχή του Αϊζενχάουερ είχαν αποφασίσει να μη μιλήσουν με την αυστριακή κυβέρνηση γι’ αυτό το θέμα.» 

Μετά την αποκάλυψη και το σκάνδαλο, ακολούθησε η απόλυτη σιωπή. Η αυστριακή κυβέρνηση ανέθεσε σε μια επιτροπή ιστορικών να αναλύσει το θέμα, αποφασίζοντας προκαταβολικά ότι πρόκειται για ένα ζήτημα του παρελθόντος. Μοναδικό αντικείμενο της επιτροπής ήταν η διερεύνηση του αν με τον τρόπο αυτό παραβιάστηκε η εθνική κυριαρχία της χώρας από τις ΗΠΑ. Θεωρήθηκε εξαρχής ειλικρινής η δήλωση των Αμερικάνων ότι καμιά αυστριακή αρχή δεν είχε σχέση με τα οπλοστάσια. Ο μόνος που επέμενε ότι «οι Αυστριακοί γνώριζαν» ήταν ο εκδότης Φριτς Μόλντεν. Λίγο αργότερα τον επιβεβαίωσε και ο παλιός διευθυντής της CIA Ρίτσαρντ Χελμς, ο οποίος πρόσθεσε ότι η αυστριακή κυβέρνηση όχι μόνο γνώριζε την ύπαρξη των μυστικών οπλοστασίων, αλλά είχε πλήρη ενημέρωση και για την επιχείρηση stay behind.

Η υπόθεση συνδέεται με τον τρόπο που έγινε ο επανεξοπλισμός της Αυστρίας από τους Αμερικάνους. Το πρώτο βήμα ήταν η δημιουργία της περίφημης B-Gendarmerie, ενός σώματος από 10.000 άνδρες, το οποίο διατηρήθηκε έως το 1954 με αμερικανική χρηματοδότηση, εξοπλισμό και οργάνωση.

Το δεύτερο βήμα έγινε με την ανάθεση από τους Αμερικάνους στον Φραντς Ολαχ της δημιουργίας ενός παραστρατιωτικού σώματος, για την αντιμετώπιση μιας ενδεχόμενης σοβιετικής εισβολής. Ο Ολαχ ήταν ανώτερο στέλεχος του σοσιαλιστικού κόμματος και ηγέτης του συνδικάτου των οικοδόμων. Με τους Αμερικάνους συνδέθηκε το 1950, όταν κατέστειλε βίαια με τους οπαδούς του τις μεγάλες εργατικές απεργίες του Οκτωβρίου. Με πρόσχημα τις απεργίες αυτές ο Ολαχ δημιούργησε μια «Οργάνωση για την αποτροπή κάθε απόπειρας για εξέγερση ή γενική απεργία». Στο πλαίσιο αυτής της οργάνωσης, εξόπλισε μια παραστρατιωτική ομάδα από 2.000 δικούς του.


Μόλις το 1964 εδέησε το Σοσιαλιστικό Κόμμα να διαγράψει τον Ολαχ και εκείνος ίδρυσε το Δημοκρατικό Προοδευτικό Κόμμα (DFP), το οποίο αποτέλεσε πόλο συσπείρωσης των ακροδεξιών. Στις αρχές της δεκαετίας του ’60 ο Ολαχ ενίσχυσε τους Ελευθερόφρονες του FPO (δηλαδή το σημερινό κόμμα του Χάιντερ) με ένα εκατομμύριο σελίνια για τον εκλογικό αγώνα. Το 1969 πρότεινε στο FPO ανοιχτή συνεργασία. Αλλά και με τους πιο «δραστήριους» νεοναζί ανέπτυσσε σχέσεις ο Ολαχ. Οπως αποδείχθηκε το 1966 στη δίκη των νεοναζί Εμάνουελ Κούμπαρτ και Χάνες Φαλκ, οι οποίοι βρέθηκαν ένοχοι για έκρηξη βόμβας στο κέντρο της Βιέννης, ήταν και οι δύο στελέχη του κόμματος του Ολαχ. Φυσικά ο ίδιος αρνήθηκε να δηλώσει το παραμικρό, μετά τις αποκαλύψεις του 1996. «Υπάρχουν ορισμένα ζητήματα σε ένα κράτος, για τα οποία δεν πρέπει να γίνεται λόγος», απάντησε στους δημοσιογράφους. 

Το τρίτο και αποφασιστικότερο βήμα των Αμερικάνων για τον επανεξοπλισμό της Αυστρίας ήταν βέβαια η επιχείρηση stay behind, η οποία στην Αυστρία είχε το κωδικό όνομα Pilgrim και αργότερα Pilgrim-Dog. Επρόκειτο για την εφαρμογή της απόφασης NSC 10/2 που πήρε το αμερικανικό Συμβούλιο Ασφαλείας στις 18 Ιουνίου 1948. Μέχρι τότε οι ΗΠΑ περιορίζονταν στη συλλογή πληροφοριών για τους ενδεχόμενους εχθρούς. Με την απόφαση αυτή οι μυστικές υπηρεσίες εξουσιοδοτούνταν να παίρνουν μέτρα «προπαγάνδας, σαμποτάζ και καταστροφών» αλλά και «ανατροπής εχθρικών καθεστώτων και υποστήριξης παράνομων αντιστασιακών οργανώσεων, οργανώσεων ανταρτών και φυγάδων, καθώς και ενίσχυση εγχώριων αντικομμουνιστικών στοιχείων σε απειλούμενες χώρες του ελεύθερου κόσμου.» Σ’ αυτό το πλαίσιο η Αυστρία έπαιζε σημαντικό ρόλο. Τα οπλοστάσια θα χρησιμοποιούνταν σε περίπτωση σοβιετικής εισβολής από δίκτυα πρακτόρων για την υποστήριξη της δράσης αλεξιπτωτιστών και ειδικών μονάδων. Η παραστρατιωτική εκπαίδευση των μυημένων Αυστριακών είχε το κωδικό όνομα “easeful” και είχε ανατεθεί σε έμπειρους πράκτορες των Ες-Ες και της Βέρμαχτ. 

Οι φίλοι των Αμερικάνων

Η περίεργη αυτή ιστορία του αυστριακού stay behind παραμένει ακατανόητη αν δεν ληφθεί υπόψη και το είδος των ανθρώπων που στελέχωσαν το δίκτυο αυτό. Πολύ γρήγορα οι Αμερικάνοι διαπίστωσαν ότι πρέπει να συνεργαστούν με τους ειδικευμένους αντικομμουνιστές του ναζιστικού καθεστώτος, προκειμένου να αντιμετωπίσουν τον κίνδυνο επέκτασης του «ερυθρού μιάσματος». 

Ο Τόμας Μπέρνχαρντ έχει περιγράψει με μεγάλη οξύτητα την περίοδο εκείνη και την «αξιοποίηση» των στελεχών του ναζιστικού καθεστώτος από τις συμμαχικές δυνάμεις κατοχής. Στην «Αυτοβιογραφία» του αναφέρεται ακόμα και στις ιδεολογικές διαστάσεις αυτής της μετάβασης και εντοπίζει τον ενιαίο αντικομμουνιστικό πυρήνα της: «Στο οικοτροφείο και στη γερμανική Ρώμη, όπως περιέγραψαν με οξυδέρκεια το Ζάλτσμπουργκ, διαπαιδαγωγούμασταν αρχικά στο όνομα του Αδόλφου Χίτλερ μέχρις αφανισμού και καθημερινά μέχρι θανάτου, και έπειτα, μετά τον πόλεμο, στο όνομα του Ιησού Χριστού, και ο εθνικοσοσιαλισμός είχε τότε σ’ όλους αυτούς τους νέους την ίδια ολέθρια επίδραση όπως τώρα ο Καθολικισμός.» (σελ. 99)

Βέβαια οι συνθήκες της εποχής απαιτούσαν την τήρηση κάποιων προσχημάτων. Η αξιοποίηση αφορούσε κυρίως τις μυστικές υπηρεσίες και τις παραστρατιωτικές οργανώσεις. Πρόσωπο κλειδί για τη διασύνδεση των αμερικανικών μυστικών υπηρεσιών με τα στελέχη του εθνικοσοσιαλισμού υπήρξε ο Βίλχελμ Χετλ, για τον οποίο γίνεται λόγος σε διπλανές στήλες. Αλλά όπως αποδεικνύεται από τα ίδια τα αμερικανικά αρχεία, τα οποία έρχονται σήμερα στο φως, στο επιτελείο της CIC στη Βιέννη ανήκαν ένας τομεάρχης των SD (της ναζιστικής Ασφάλειας, δηλαδή), ένας αξιωματικός των SD, ένας ταξίαρχος των Ες-Ες και ένα ανώτερο στέλεχος της Γκεστάπο. Τα αρχεία αυτά δημοσιεύθηκαν το 1988 από το αμερικανικό Γραφείο Ειδικών Ερευνών (OSI), αλλά τα ονόματα των πρακτόρων παραμένουν απόρρητα. Ομολογείται πάντως καθαρά ότι η CIC φρόντιζε εγκαίρως να αποσπάσει από τα χέρια της στρατιωτικής δικαιοσύνης τους εγκληματίες πολέμου που θεωρούσε χρήσιμους για τη δική της δράση.

Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση του Καρλ Κοβάρικ, ο οποίος μαζί με τον σύντροφό του (στο ναζιστικό κόμμα) Εριχ Κερνμάγιερ τροφοδοτούσε τη δεκαετία του ’50 με φανατικά στελέχη των Ες-Ες και της Βέρμαχτ την παράνομη οργάνωση του Ολαχ. Ο Κοβάρικ υπήρξε αρχηγός της χιτλερικής νεολαίας στην Αυστρία ήδη το 1934. Κατά το αποτυχημένο ναζιστικό πραξικόπημα του Ιουλίου 1934 συνελήφθη και στη συνέχεια διέφυγε στη Γερμανία. Από εκεί οργάνωσε την παράνομη δομή της χιτλερικής νεολαίας. Μετά το λεγόμενο «Ανσλους» (την προσάρτηση, δηλαδή, της Αυστρίας από την ναζιστική Γερμανία), ο Κοβάρικ επέστρεψε θριαμβευτής στη Βιέννη. Υπήρξε πρωταγωνιστής στη βιεννέζικη «νύχτα των κρυστάλλων» τον Νοέμβριο του 1938, δηλαδή στο πογκρόμ εναντίον των εβραίων της πόλης. Κατά τη διάρκεια του πολέμου, ο Κοβάρικ «υπηρέτησε» στα δολοφονικά Βάφεν Ες-Ες. 

Αμέσως μετά τη λήξη του πολέμου η μυστική υπηρεσία του αμερικανικού στρατού CIC πλησίασε τον Κοβάρικ και του ανέθεσε υπηρεσία. Παράλληλα, όμως, ο Κοβάρικ έκανε και πολιτική καριέρα. Υπήρξε συνιδρυτής του ακροδεξιού κόμματος VdU, προδρόμου του FPO και αργότερα υπήρξε στέλεχος στο ίδιο το FPO. Μέχρι το τέλος ο Κοβάρικ προωθούσε όπως μπορούσε τις ρατσιστικές του ιδέες. Η τελευταία (αποτυχημένη) του προσπάθεια ήταν το 1975 να ιδρύσει μια ένωση Αυστρίας-(ρατσιστικής) Ροδεσίας. Ο Κοβάρικ πέθανε, αλλά άφησε την πολιτική κληρονομιά στο γιο του, ο οποίος είναι στενός συνεργάτης του Χάιντερ και βουλευτής του FPO. 

Ο Κοβάρικ υπήρξε επιφανές στέλεχος της «Παγκόσμιας Αντικομμουνιστικής Ενωσης» (WACL), μιας διεθνούς οργάνωσης που χρηματοδοτούσε η αμερικανική κυβέρνηση. Η δράση της οργάνωσης επεκτάθηκε επί Ρίγκαν με στόχο τη χρηματοδότηση δεξιών αντάρτικων ομάδων στη Λατινική Αμερική. Επικεφαλής του ευρωπαϊκού τμήματος της WACL υπήρξε και πάλι ένας Αυστριακός: ο Βίλχελμ Λάντιγκ, ο οποίος είχε μια ανάλογη πολιτική διαδρομή. Υπήρξε ένας από τους πρώτους υποστηρικτές του Χίτλερ στην Αυστρία και υποχρεώθηκε κι αυτός να διαφύγει στη Γερμανία το 1934. Προσχώρησε στα SD και στα Βάφεν Ες-Ες και επέστρεψε μετά τό Ανσλους για να αναλάβει δράση στην πατρίδα του. Μετά το 1945 ο Λάντιγκ αναδείχθηκε σε κεντρική μορφή του μεταπολεμικού φασισμού. Δεν αρκέστηκε στη συνεργασία με το FPO. Επαιξε ιδιαίτερο ρόλο στην προπαγάνδιση των απόψεων όσων αρνούνται το Ολοκαύτωμα, εκδίδοντας τη λεγόμενη «Ευρωπαϊκή Αλληλογραφία», για να φιλοξενεί τα κείμενα του Φορισόν και άλλων «αναθεωρητών» της Ιστορίας. Μικρή λεπτομέρεια: το 1994, το βιεννέζικο περιοδικό Falter αποκάλυψε ότι η εκδοτική επιχείρηση του Λάντιγκ μεταβιβάστηκε στον Χέλμουτ Κοβάρικ, δηλαδή τον γιο του Καρλ. 

Ναζιστές εισαγωγής

Σα να μην τους έφταναν οι εγχώριοι, οι Αμερικάνοι έκαναν και εισαγωγή ναζιστών στην Αυστρία. Στα αμερικανικά αρχεία αναφέρεται -χωρίς να κατονομάζεται- ένας Ρουμάνος φασίστας, ανώτερο στέλεχος της Σιδηράς Φρουράς, ο οποίος οργάνωσε ένα δίκτυο πληροφοριών το 1946 για λογαριασμό της CIC. Ακόμα πιο εξωφρενική είναι η περίπτωση του Φλαμανδού Ρόμπερτ Γιαν Βέρμπελεν, ο οποίος καταδικάστηκε ερήμην σε θάνατο το 1947 ως εγκληματίας πολέμου, από δικαστήριο των Βρυξελλών, είχε όμως προλάβει να διαφύγει στην Αυστρία, όπου τον υποδέχθηκε θερμά η CIC. Οι Αμερικάνοι φρόντισαν να του δώσουν νέο όνομα (Πέτερ Μάγιερ) και την αυστριακή υπηκοότητα. Μέχρι το 1956, ο Βέρμπελεν δούλεψε για την CIC με το ψευδώνυμο Χέρμπερτ στη Βιέννη, εισπράττοντας το γενναιόδωρο για την εποχή ποσό των 200 δολαρίων το μήνα. Στην ομάδα του συμμετείχαν πέντε εξέχοντες ναζί: δύο αξιωματικοί των Ες-Ες, δύο στελέχη του ναζιστικού κόμματος και ένα ηγετικό στέλεχος της χιτλερικής νεολαίας. 

Η κύρια δραστηριότητα της ομάδας του Βέρμπελεν ήταν να παρακολουθεί τις δραστηριότητες του ισχυρού τότε Κομμουνιστικού Κόμματος Αυστρίας (KPO). Επρόκειτο για τη μυστική επιχείρηση Newton. Ο λόγος που τα χάλασε η CIC με τον Βέρμπελεν το 1957 είναι ότι οι Αμερικανοί ανακάλυψαν πως ο πράκτοράς τους πουλούσε πληροφορίες και σε άλλες μυστικές υπηρεσίες δυτικών κρατών. Όμως, ούτε το παρελθόν του εγκληματία πολέμου ούτε η εξάρτησή του από την CIC, εμπόδισαν την αυστριακή αστυνομία να τον θεωρεί πολύτιμο συνεργάτη. Όταν ο πράκτορας τελικά συνελήφθη το 1962 με βάση την καταδίκη που εκκρεμούσε εις βάρος του, αποδείχθηκε ότι όλο αυτό το διάστημα υπήρξε ένας από τους καλύτερους πληροφοριοδότες της αυστριακής αστυνομίας. Με εντολές άνωθεν αφέθηκε ελεύθερος. Μια νέα δίκη του Βέρμπελεν, το 1965, κατέληξε στην απαλλαγή του.

Εφόσον είχε πλέον «καεί» ως πράκτορας, ο Βέρμπελεν μεταβλήθηκε σε ανοιχτό πολιτικό παράγοντα της αυστριακής ακροδεξιάς. Από το 1979 έγινε τακτικός ομιλητής σε συγκεντρώσεις του FPO και του επίσης φιλοναζιστικού NPD (το οποίο τέθηκε εκτός νόμου το 1988). 

Αυτή η στρατολόγηση των εθνικοσοσιαλιστών από τις μυστικές υπηρεσίες των δυτικών χωρών δεν σταμάτησε λοιπόν να επηρεάζει την πολιτική ζωή της χώρας. Οι οργανώσεις που στήθηκαν τις δεκαετίες του ’50 και του ’60 με την ανοχή ή την ενθάρρυνση των δυτικών οδηγούν κατευθείαν στη σημερινή νεοναζιστική σκηνή. Το 1995 συνελήφθη ο εγκέφαλος των τρομοκρατικών επιθέσεων με ρατσιστικά κίνητρα που είχαν συγκλονίσει τη χώρα από το 1992. Στο κρησφύγετό του ανακαλύφθηκαν μεγάλες ποσότητες οπλισμού και εκρηκτικών. Όλα τα στοιχεία οδηγούν στο συμπέρασμα ότι τα υλικά προέρχονται από το οπλοστάσιο της Γκλάντιο. 

Υπάρχει, λοιπόν, ένα λεπτό νήμα που συνδέει την ανολοκλήρωτη αποναζιστικοποίηση της Αυστρίας με τις σημερινές εξελίξεις. Περισσότερο από κάθε άλλη χώρα, τα στελέχη του ναζιστικού καθεστώτος θεωρήθηκαν πολύτιμοι σύμμαχοι και βοηθοί του ΝΑΤΟ και των ΗΠΑ. Οι παρατηρήσεις αυτές είναι χρήσιμες για την κατανόηση της δύναμης που απέκτησε το κόμμα του Χάιντερ. Δεν αρκεί, ασφαλώς, ο χαρισματικός ηγέτης, και ο λαϊκισμός που ξεχειλίζει για να γίνει ένα ρατσιστικό κόμμα από τη μια μέρα στην άλλη κόμμα εξουσίας. Από την άλλη μεριά, οι ίδιες παρατηρήσεις εξηγούν και την επιφυλακτικότητα που αισθάνονται ορισμένοι δημοκράτες Αυστριακοί απέναντι στην επιχείρηση «εκδημοκρατισμού» που επιχειρείται από το εξωτερικό. Πώς να το κάνουμε; Δεν είναι δυνατόν να αναθέσουν και πάλι στους ίδιους μηχανισμούς τη δεύτερη «αποναζιστικοποίησή» τους! 

(Ελευθεροτυπία, 27/2/2000)

 

www.iospress.gr                                   ΣΥΝΕΧΕΙΑ ΣΤΟ ΔΕΥΤΕΡΟ ΜΕΡΟΣ