ΤΟ ΤΑΜΠΟΥ ΤΗΣ ΚΡΕΑΤΟΦΑΓΙΑΣ


Η δίκη των χάμπουργκερ

1.  2.



Τελικά πόση "τρέλα" χωράει σε ένα μικρό βοδινό μπιφτέκι; Η μεγαλύτερη δίκη όλων των εποχών στη Μεγάλη Βρετανία απέφυγε να δώσει απάντηση στο ερώτημα, επιβεβαιώνοντας ότι το κοπάδι των ανθρώπων έχει προσβληθεί από την ανίατη νόσο των τρελών κρεατοφάγων.

Είναι κοινό μυστικό ότι η επιστημονική γνώση αλλά και τα μέτρα αντιμετώπισης της ασθένειας των "τρελών αγελάδων" (όπως ονομάζεται με ανατριχιαστικά ανθρωποκεντρικό τρόπο η σπογγώδης εγκεφαλοπάθεια των βοοειδών - "ΣΕΒ") περιορίζονται ασφυκτικά από τα τεράστια οικονομικά συμφέροντα που συνοδεύουν την παραγωγή και την κατανάλωση του μοσχαρίσιου κρέατος και των παραγώγων του. Όσοι έλεγχοι κι αν ανακοινώνονται, στο βάθος της υπόθεσης παραμένει ένα τεράστιο ερωτηματικό για την αποτελεσματικότητά τους. Σήμερα θεωρούνται υπεύθυνες οι ζωοτροφές και προτείνεται η αντικατάστασή τους. Όμως η λογική της αγροτικής και κτηνοτροφικής παραγωγής παραμένει. Αυτή είναι που μετέβαλε τις αγελάδες σε σαρκοβόρα ζώα, αυτή είναι που πειραματίζεται με την κλωνοποίηση των προβάτων, αυτή επιτάσσει τη γενετική μετάλλαξη των οργανισμών για εμπορικούς λόγους.

Όποιος αμφισβητήσει αυτή τη λογική της "μεγακτηνοτροφίας" είναι καταδικασμένος στο περιθώριο. Αν τολμήσει, μάλιστα, να διακηρύξει δημόσια την αντίρρησή του, κινδυνεύει να υποστεί και τις "νομικές συνέπειες" της απερισκεψίας του. Όμως καμιά φορά ο Γολιάθ δεν είναι τόσο άτρωτος. Ιδιαίτερα διδακτική είναι η ιστορία της δικαστικής διαμάχης ενός πολυεθνικού κολοσσού με μια μικρή και άσημη ομάδα οικολόγων. Η υπόθεση κατέληξε στη μεγαλύτερη δίκη όλων των εποχών στη Μεγάλη Βρετανία και ο επίλογός της αναμένεται το 2002 στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο.

Η ιστορία ξεκίνησε με μια καμπάνια της μικρής και άσημης οικολογικής κίνησης London Greenpeace (δεν είναι η γνωστή διεθνής οργάνωση), η οποία "τόλμησε" να θέσει στο στόχαστρό της τη μεγαλύτερη εταιρεία διάθεσης βοδινού και μοσχαρίσιου κρέατος σ' όλο τον κόσμο: την πολυεθνική ΜακΝτόναλντ. Το 1986 η London Greenpeace συνέταξε ένα ενημερωτικό φυλλάδιο με τίτλο "Τι τρέχει με τα ΜακΝτόναλντ;" και το διένειμε έξω από τα εστιατόρια της εταιρείας. Το φυλλάδιο περιείχε επικριτικά σχόλια για τη συμπεριφορά της εταιρείας απέναντι στα ζώα, την προώθηση ανθυγιεινών τροφών, την αρνητική επίδραση της βιομηχανίας φαστ φουντ στο περιβάλλον και την υπερεκμετάλλευση των υπαλλήλων της. Η αντίδραση της ΜακΝτόναλντ δεν ήταν άμεση. Δεν θεωρήθηκε ίσως σοβαρή απειλή για την υπόληψη της εταιρείας η μικρή ομάδα των "ρομαντικών". Όμως από το 1989 η πολυεθνική αναλαμβάνει δράση. Αποφασίζει να στείλει ιδιωτικούς ντετέκτιβ, οι οποίοι εισχωρούν ως "μέλη" στην οικολογική ομάδα και συλλέγουν πληροφορίες για πρόσωπα και πράγματα. Το Σεπτέμβριο του 1990 η ΜακΝτόναλντ τελικά ασκεί μήνυση για συκοφαντική δυσφήμηση διά του Τύπου σε πέντε μέλη της London Greenpeace. Οι τρεις από τους εναγόμενους, κάτω από την άμεση απειλή της καταδίκης σε τεράστια χρηματική αποζημίωση ζητούν συγγνώμη και μένουν μόνο δύο: ο ταχυδρόμος Ντέιβ Μόρις και η κηπουρός Ελεν Στιλ. Αυτοί οι δυο θα αντέξουν το βάρος μιας δίκης που κράτησε από τον Ιούνιο του 1994 ως τον Ιούνιο του 1997. Θα αναλάβουν, μάλιστα, μόνοι τους την νομική τους υπεράσπιση, απέναντι σε μια πολυπληθή ομάδα δικηγόρων της ΜακΝτόναλντ, η οποία είχε επικεφαλής τον ειδικευμένο σε υποθέσεις συκοφαντικής δυσφήμησης Ρίτσαρντ Ράμπτον. Λέγεται ότι η ημερήσια αμοιβή του κ. Ράμπτον υπερβαίνει τις 2.000 λίρες. Απέναντι σ' αυτή την πανίσχυρη νομική υποστήριξη, οι δύο οικολόγοι στηρίχθηκαν σε ένα πλατύ διεθνές κίνημα συμπαράστασης, το οποίο αντέστρεψε το κλίμα της δίκης από την πρώτη στιγμή.

Η τελική έκβαση της δίκης μπορεί να χαρακτηριστεί ως πύρρεια νίκη του πολυεθνικού κολοσσού. Ο δικαστής Μπελ δέχτηκε μεν ότι υπήρξε συκοφαντική δυσφήμηση, όμως δικαίωσε εν μέρει τους κατηγορούμενους, αποδεχόμενος ότι η εταιρεία "πράγματι επιδεικνύει σκληρότητα απέναντι στα ζώα", ότι "πράγματι η διαφήμιση που μιλάει για θρεπτική τροφή είναι παραπειστική" και ότι η εταιρεία όντως εκμεταλλεύεται την ευπιστία των παιδιών και καταβάλλει χαμηλούς μισθούς στους υπαλλήλους της. Η νομική περιπέτεια συνεχίστηκε στο εφετείο και θα φτάσει στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο, όμως το κίνημα συμπαράστασης έχει ήδη ξεπεράσει τα όρια μιας απλής νομικής και οικονομικής υποστήριξης. Η ιστοσελίδα της υπόθεσης είναι μια από τις πιο δημοφιλείς τοποθεσίες του Ιντερνετ, και περιλαμβάνει ειδήσεις και πληροφορίες για πολύ ευρύτερα ζητήματα διατροφής, υγιεινής, παραπειστικής διαφήμισης και σκληρότητας απέναντι στα ζώα. 

Το θέμα ταμπού

Εκείνο που κάνει τη δίκη αυτή τόσο επίκαιρη είναι η σύμπτωση της διεξαγωγής της κατά την εποχή που ξέσπασε το διατροφικό σκάνδαλο στη Μεγάλη Βρετανία. Ήταν, λοιπόν, απολύτως φυσικό να επιχειρήσουν οι κατηγορούμενοι να συμπεριλάβουν την υπόθεση της ΣΕΒ στην ακροαματική διαδικασία. Ήδη την τέταρτη μέρα της δίκης (1/7/1994) ο κατηγορούμενος Μόρις έθεσε το θέμα, κατά την εξέταση ως μάρτυρα του προέδρου της βρετανικής ΜακΝτόναλντ Πολ Πρέστον:

ΝΤΕΙΒ ΜΟΡΙΣ: Αν η McDonald Corporation διαισθανόταν ότι υφίσταται κάποιος κίνδυνος για το κοινό που θα φάει βοδινό σφαγμένο σ' αυτή τη χώρα ή οπουδήποτε αλλού είναι πιθανό να υπάρχουν τρελές αγελάδες, θα σταματούσε να πουλάει βοδινό κρέας;

ΠΟΛ ΠΡΕΣΤΟΝ: Αν πιστεύαμε ότι το βοδινό κρέας προκαλεί οποιοδήποτε κίνδυνο στους πολίτες όλου του κόσμου, να μείνετε ήσυχοι ότι δεν θα πουλούσαμε βοδινό. Δεν θα διακινδυνεύσουμε την υπόληψή μας με κανένα τρόπο. Δεν θα θέσουμε σε κίνδυνο τον κόσμο.

Ο διάλογος αυτός έμεινε ημιτελής. Αμέσως οι νομικοί σύμβουλοι των μηνυτών αντιλήφθηκαν ότι η συζήτηση γύρω από τη ΣΕΒ θα τους οδηγούσε στο στόχαστρο όλου του Τύπου. Ξεκίνησε, λοιπόν, μια πολυήμερη προσπάθεια να αποκλειστεί η σχετική συζήτηση, με το επιχείρημα ότι το επίδικο φυλλάδιο δεν αναφερόταν ρητά σε "σπογγώδη εγκεφαλοπάθεια" (ΣΕΒ). Προηγήθηκε ο μάρτυρας κατηγορίας Φερνάντο Γκομές Γκονζάλες, υπάλληλος της μητρικής ΜακΝτόναλντ, ο οποίος επιχείρησε στις 14 Δεκεμβρίου να αποσυνδέσει τη νόσο των "τρελών αγελάδων" (ΣΕΒ) από οποιοδήποτε κίνδυνο για τους ανθρώπους: "Η έρευνα αποδεικνύει ότι δεν υπάρχει άμεση σχέση ούτε κίνδυνος για τον άνθρωπο από την κατανάλωση κρέατος που προέρχεται από ζώο". Όμως η ειδησεογραφία της εποχής δεν επιβεβαίωνε τους επιστημονικούς ισχυρισμούς του μάρτυρα. Ο δικηγόρος της εταιρείας Ρίτσαρντ Ράμπτον στις 25 Ιανουαρίου 1995 υποβάλλει το αίτημα να εξαιρεθεί η επιχειρηματολογία που αφορά τη ΣΕΒ: "Εξοχότατε, το πρόβλημα της ΣΕΒ πρέπει να συσχετιστεί με τις διατυπώσεις που περιλαμβάνονται στο επίδικο φυλλάδιο". Για να υποστηρίξει την άποψή του, ο διαπρεπής νομικός διάβασε σχεδόν κατά λέξη το φυλλάδιο και ειδικά τις παραγράφους που αναφέρονται σε "ανθυγιεινό φαγητό", σε "ασθένειες" που προκαλούνται από τη συχνή χρήση του φαστ-φουντ και στις δηλητηριάσεις από την κατανάλωση κρέατος. 

Απαντώντας, ο δικαστής Μπελ παρατηρεί: "Αν σας κατάλαβα καλά, υποστηρίζετε ότι η ΣΕΒ δεν έχει καμιά σχέση με το φυλλάδιο. Όμως αν κάποιος βγει αύριο και δημοσιεύσει ένα φυλλάδιο, το οποίο συνδέει τη ΜακΝτόναλντ με τη ΣΕΒ, και η εταιρεία αποφασίσει να μηνύσει το συγγραφέα, τότε θα έπρεπε να γίνει συζήτηση. Όμως τώρα φαίνεται ότι δεν έχει καμιά σχέση με ένα φυλλάδιο που γράφτηκε στα μέσα της δεκαετίας του '80 και κυκλοφόρησε το 1989".

Μάταια ο κ. Μόρις επέμεινε ότι το πρόβλημα δεν είναι διαδικαστικό: "Όταν γράφουμε στο φυλλάδιο ότι το κρέας μπορεί να είναι δηλητηριώδες, αυτό εννοούμε. Αυτό εννοούμε στην παράγραφο 'το κρέας και η σχέση του με τις ασθένειες'". Ο δικαστής σπεύδει να τον σταματήσει: "Κρατήστε τις απόψεις σας. Δεν έχω καταλήξει ακόμα σ' αυτό το ζήτημα. Προς το παρόν δεν βλέπω αναφορά στη ΣΕΒ. Στο φυλλάδιο αναφέρεται δηλητηρίαση από το φαγητό, αλλά δεν βλέπω τη ΣΕΒ να αναφέρεται." Ο Μόρις διαμαρτύρεται: "Πώς επιτρέψατε να ερωτηθεί για το ζήτημα αυτό ο κ. Γκονζάλες από τον κ. Ράμπτον;" Ο δικαστής αγριεύει: "Δεν θα υπάρξει ούτε λέξη για τη ΣΕΒ, αν δεν πάρω απόφαση". Ο Μόρις αντιτείνει: "Ο κ. Ράμπτον επικαλείται μαρτυρίες που τον συμφέρουν και όταν εμείς επιχειρούμε να τον αντικρούσουμε με άλλα στοιχεία, τότε αυτός υποστηρίζει ότι το θέμα είναι άσχετο με την υπόθεση".

Την επόμενη μέρα, η Ελεν Στιλ εξετάζει ως μάρτυρα τον Ντέιβιντ Γουόκερ, εκπρόσωπο της McKey Foods, κύριου προμηθευτή βόειου και χοιρινού κρέατος της ΜακΝτόναλντ στη Βρετανία:

ΕΡΩΤΗΣΗ: Πριν από τους περιορισμούς που προκλήθηκαν από την υπόθεση της ΣΕΒ, είχε μήπως η ΜακΝτόναλντ κάποια πολιτική για να προληφθεί η διατροφή των βοοειδών με τα απορρίμματα των σφαγείων;

ΑΠΑΝΤΗΣΗ: Θα προτιμούσα να μην χρησιμοποιείτε τον όρο "απορρίμματα".

ΕΡΩΤΗΣΗ: Ποια τμήματα του ζώου χρησιμοποιείτε;

ΑΠΑΝΤΗΣΗ: Για να παρασκευάσεις ένα γεύμα με πρωτεϊνες θα χρησιμοποιήσεις τα εντόσθια, τον πρωκτό, το στομάχι, τις οπλές..."

Η υπόθεση έπαιρνε άσκημη τροπή. Με παρέμβασή του στην επόμενη συνεδρίαση (6 Φεβρουαρίου 1995), ο Ράμπτον υπενθύμισε στον δικαστή Μπελ ότι οφείλει να βγάλει κάποια απόφαση. Τελικά την επομένη (7 Φεβρουαρίου) ο δικαστής αποφαίνεται οριστικά: το ζήτημα της ΣΕΒ και των τρελών αγελάδων πρέπει να αποκλειστεί από τη δίκη. Κάθε σχετική αναφορά θα αγνοηθεί. 

Ένα ασφαλές "δηλητήριο"

H συνέχεια είναι γνωστή. Στις 20 Μαρτίου 1996 η βρετανική κυβέρνηση παραδέχεται τελικά ότι ο θάνατος τουλάχιστον 10 ανθρώπων που έπασχαν από το σύνδρομο Κρόιτσφελντ-Γιάκομπ συνδέεται πιθανότατα με την κατανάλωση προϊόντων βοδινού κρέατος, μολυσμένου από σπογγώδη εγκεφαλοπάθεια. Στις 24 Μαρτίου, η βρετανική ΜακΝτόναλντ υποχρεώνεται να ανακοινώσει κι αυτή ότι αποσύρει το βρετανικό βοδινό κρέας από τα μπιφτέκια της, επιμένοντας βέβαια ότι είναι υγιεινό: "Πιστεύουμε ότι το βρετανικό κρέας είναι ασφαλές. Εντούτοις δεν μπορούμε να αγνοήσουμε το γεγονός ότι πρόσφατες επίσημες ανακοινώσεις έχουν οδηγήσει τους καταναλωτές να χάσουν την εμπιστοσύνη τους στο βρετανικό βοδινό. Από την Πέμπτη 28 Μαρτίου θα πουλάμε χάμπουργκερ και μπιγκ-μακ παρασκευασμένα αποκλειστικά από μη βρετανικό βοδινό". 

Την ανακοίνωση αυτή σχολίασε, όπως ήταν φυσικό, η πλευρά των κατηγορουμένων: "Οι αλυσίδες των φαστ φουντ και η βιομηχανία βοείου κρέατος γενικότερα έκρυβαν το κεφάλι τους στην άμμο επί χρόνια ως προς το ζήτημα της ΣΕΒ. Συνέχιζαν να προωθούν και να κερδίζουν από την κατανάλωση του μοσχαρίσιου κρέατος και εξευτέλιζαν όσους τολμούσαν να υποδεικνύουν τους κινδύνους. Τώρα είναι υποχρεωμένοι να εγκαταλείψουν την ανεύθυνη στάση τους, εφόσον μάλιστα αντιμετωπίζουν το μποϊκοτάζ των καταναλωτών. Η ΜακΝτόναλντ διαφημίζει με ολοσέλιδες καταχωρίσεις στον Τύπο την απόφασή της να σταματήσει τη χρήση βρετανικού βοείου κρέατος, ενώ την ίδια στιγμή επιμένει ότι 'το βρετανικό βοδινό είναι ασφαλές'. Αυτό το αντιφατικό μήνυμα είναι απαράδεκτο. Τον Ιούνιο του 1994, την πρώτη βδομάδα της δίκης, προκαλέσαμε τον πρόεδρο της βρετανικής ΜακΝτόναλντ Πολ Πρέστον να αναφερθεί στο ζήτημα της απειλής από τη ΣΕΒ. Φαίνεται ότι ποτέ πριν αλλά ούτε και μετά από αυτή την ημερομηνία έγινε κανένας έλεγχος για ΣΕΒ από την εταιρεία στους βρετανούς προμηθευτές βοείου κρέατος. Ούτε ένας από τους 40 ελέγχους του βοείου κρέατος που αναφέρθηκαν στη δίκη δεν έχει σχέση με την ΣΕΒ". 

Κατά διαβολική σύμπτωση, τις ίδιες μέρες (26 Μαρτίου) καταθέτει ως μάρτυρας υπεράσπισης στη "δίκη των χάμπουργκερ" ο αμερικανός κτηνοτρόφος Χάουαρντ Λίμαν. Για την κατάθεσή του αναφερόμαστε σε διπλανή στήλη, αλλά σύμφωνα με την απόφαση του δικαστή Μπελ, ο Λίμαν δεν επιτρέπεται να μιλήσει για την ΣΕΒ. Έξω από το δικαστήριο, όμως, ο Λίμαν είναι αποκαλυπτικός. Είναι πεπεισμένος ότι μια ασθένεια του εγκεφάλου, παρόμοια με τη ΣΕΒ, έχει προσβάλει τα κοπάδια των ΗΠΑ. Ένα μυστήριο και θανατηφόρο σύνδρομο (Downer cow syndrom) σκοτώνει 100.000 φαινομενικά υγιείς αγελάδες κάθε χρόνο. Μεγάλο ποσοστό απ' αυτές τις νεκρές αγελάδες δίνεται ως τροφή στις άλλες αγελάδες. Όλα αυτά, όμως, κατά τον κ. Λίμαν μένουν άγνωστα, διότι "στις ΗΠΑ κυριαρχεί η άγνοια στην καλύτερη περίπτωση και στη χειρότερη η συγκάλυψη, όταν διακυβεύονται συμφέροντα μεγάλων εταιρειών". Οι αγελάδες με το σύνδρομο Downer δεν παρουσιάζουν συμπτώματα παρόμοια με εκείνες που πάσχουν από ΣΕΒ, αλλά επιστημονικές έρευνες στο Ουισκόνσιν έδειξαν ότι πίθηκοι που τράφηκαν με υπολείμματα αγελάδων χτυπημένων από το σύνδρομο Downer πέθαναν. Το κρίσιμο ζήτημα είναι ότι αγελάδες που τράφηκαν από μολυσμένα μυαλά πιθήκου πέθαναν κι αυτές μετά από δεκαοκτώ μήνες από εγκεφαλοπάθεια. Το συμπέρασμα του Λίμαν ήταν ότι υπάρχει κάποιας μορφής εγκεφαλοπάθεια στις αγελάδες των ΗΠΑ και ότι δεν πρέπει να μας καθησυχάζουν οι επίσημες ανακοινώσεις της αμερικανικής κυβέρνησης ότι από τις 2700 αγελάδες με σύνδρομο Downer που εξετάστηκαν καμιά δεν βρέθηκε να έχει προσβληθεί από ΣΕΒ. 

Τίποτα απ' όλα αυτά δεν επιτράπηκε, βεβαίως, να κατατεθεί στη δίκη. Όπως δεν επιτράπηκε να ολοκληρώσει την κατάθεσή της μια άλλη σημαντική μάρτυρας, η Μαρία-Λίζα Χόβι, χειρούργος κτηνίατρος με ειδίκευση στο κόκκινο κρέας. Τον Απρίλιο του 1994 η κυρία Χόβι εργαζόταν ως υπεύθυνη κτηνίατρος στην εταιρεία Αλεκ Τζάρετ στο Μπρίστολ. Πρόκειται για μια από τις εγκεκριμένες μονάδες εξαγωγής κρέατος, η οποία παράγει και μεγάλο μέρος των χάμπουργκερ που καταναλώνονται στη Βρετανία. Η ίδια περιέγραψε στην κατάθεσή της (Μάρτιος 1995, Φεβρουάριος 1996) τις άθλιες συνθήκες παραγωγής που επικρατούσαν σ' αυτό το διακεκριμένο, υποτίθεται, εργοστάσιο: "Παρά το γεγονός ότι το σφαγείο ήταν εγκεκριμένο από την Ευρωπαϊκή Ένωση, λειτουργούσε κάτω από συνθήκες που απέχουν πολύ από τις προδιαγραφές της ευρωπαϊκής νομοθεσίας, και αυτό το είχαν επιτρέψει οι Επιθεωρητές του υπουργείου Γεωργίας, υπό τον όρο να βελτιωθούν οι εγκαταστάσεις στο προσεχές μέλλον". Η σημαντικότερη, όμως, δήλωση της κυρίας Χόβι αφορούσε τους λόγους της απόλυσής της από το σφαγείο: "Η απόλυσή μου ήταν το αποκορύφωμα ισχυρών πιέσεων που μου ασκούσε ο εργοδότης μου και ο διευθυντής μου προκειμένου να υπογράψω βεβαιώσεις ότι τα βοοειδή του σφαγείου προέρχονταν από κοπάδια όπου δεν είχε σημειωθεί κρούσμα ΣΕΒ, χωρίς να διαθέτω τα απαραίτητα δικαιολογητικά, για να γίνει δυνατή η εξαγωγή τους στις άλλες χώρες της Ευρωπαϊκής Ενωσης". Περιττό να πούμε ότι και πάλι ίσχυσε η απόφαση του δικαστή Μπελ, ότι η "ΣΕΒ" είναι "εκτός θέματος". 

Λίγους μήνες αργότερα, στις 24 Οκτωβρίου 1996 μια βρετανική επιστημονική ομάδα ανακοινώνει ότι διαθέτει ισχυρά στοιχεία για τη σύνδεση της σπογγώδους εγκεφαλοπάθειας με το σύνδρομο Κρόιτσφελντ-Γιάκομπ. Τα νέα ευρήματα τεκμηριώνουν την υπόθεση ότι η σπογγώδης εγκεφαλοπάθεια διέσπασε το φράγμα μεταξύ των δύο ειδών (ανθρώπου και βοοειδών). Ο διατροφικός πανικός είχε μόλις αρχίσει.

(Ελευθεροτυπία, 10/12/2000)

 

www.iospress.gr                                   ΣΥΝΕΧΕΙΑ ΣΤΟ ΔΕΥΤΕΡΟ ΜΕΡΟΣ