ΕΝΑ ΧΡΟΝΟ ΜΕΤΑ ΤΟΥΣ ΤΑΛΙΜΠΑΝ

 

Η δικαίωση της μπούρκας

1. / 2.   

Αφού τις "απελευθέρωσε", η Δύση έπαψε να ασχολείται με τις γυναίκες του Αφγανιστάν. Ποιος έχει πια όρεξη να αναρωτηθεί τι απέγιναν οι μπούρκες;  
 

Τις γυναίκες χρησιμοποιεί και πάλι ο Τζόρτζ Μπους προκειμένου να αντλήσει ένα ακόμη "επιχείρημα" για την επίθεση εναντίον του Ιράκ. "Πρέπει να γίνουν σεβαστά τα δικαιώματα των γυναικών στη Μέση Ανατολή", υποστήριξε σε ομιλία του στα Ηνωμένα Εθνη, προειδοποιώντας τον Σαντάμ Χουσεΐν ότι η Δύση δεν σκοπεύει να αδιαφορήσει για την τύχη των γυναικών της χώρας του.

Ουδεμία σημασία αν οι γυναίκες του Ιράκ αντιμετωπίζουν προβλήματα που δεν έχουν παρά μακρινή σχέση με τη "θεαματική" καταπίεση των γυναικών του Αφγανιστάν που λειτούργησε ως βασικό άλλοθι για την εισβολή των Αμερικανών και των συμμάχων τους στη μακρινή χώρα. Ούτως ή άλλως, από τον 19ο αιώνα, ο λόγος των αποικιοκρατών άντλησε πολύ συχνά τη νομιμοποίησή του από τη θέση των γυναικών στις χώρες που όφειλαν -και για το λόγο αυτό- να "εκπολιτιστούν" το συντομότερο δυνατό, έστω και με την πειθώ των όπλων. 

Στην περίπτωση ωστόσο του Αφγανιστάν, η χρήση των γυναικών για τη δικαιολόγηση των πολιτικών και στρατιωτικών επιλογών του λεγόμενου δυτικού κόσμου ξεπέρασε κάθε προηγούμενο. Είναι προφανές ότι οι ακραίες μορφές της καταπίεσης των γυναικών την εποχή της τυραννίας των Ταλιμπάν βοήθησαν τους εισβολείς του Αφγανιστάν να εξασφαλίσουν τη συναίνεση ευρέων τμημάτων της διεθνούς "κοινής γνώμης" στις πολεμικές επιχειρήσεις τους. Μόνο που πολύ γρήγορα έμελλε να φανεί πόσο υποκριτικό υπήρξε το ενδιαφέρον για τις "αόρατες" γυναίκες με την ολόσωμη καλύπτρα. Εφτασε μια απ' αυτές να ανασηκώσει την μπούρκα και να κοιτάξει το φακό με γυμνό το πρόσωπο για να θεωρηθεί το ζήτημα λήξαν: σε διάγγελμά της, η Λόρα Μπους έσπευδε την ίδια στιγμή να κηρύξει την "απελευθέρωση" των αφγανών γυναικών "χάρη στις αμερικανικές στρατιωτικές επιτυχίες", ενώ έγκυρα αμερικανικά μέσα ενημέρωσης δεν δίσταζαν να ενημερώσουν το κοινό τους ότι σε διάφορες περιοχές του Αφγανιστάν "οι γυναίκες ρίχνουν στην πυρά τις μπούρκες τους" (βλ. "Ιός" 24/11/2001). 

Πιστεύαμε τότε πως οι γυναίκες της χώρας, μέσα από την απεικόνισή τους, θα συνέχιζαν ακόμη για πολύ να τροφοδοτούν τα ρεπορτάζ για την πορεία των εξελίξεων. "Βασικός νομιμοποιητικός μύθος της εκστρατείας των δυτικών δυνάμεων εναντίον της χώρας τους", σημειώναμε, "οι Αφγανές καλούνται σήμερα να προσφέρουν με τα ακάλυπτα πρόσωπά τους την απόδειξη για τις καλές προθέσεις των ξένων εισβολέων και τη σωστή επιλογή των εγχώριων συμμάχων τους" (στο ίδιο). Κάναμε λάθος. Οι γυναίκες του Αφγανιστάν εξαφανίστηκαν από τις τηλεοπτικές μας οθόνες με την ίδια ευκολία με την οποία τις κατέκλυσαν όταν χρειάστηκε να στηρίξουν, ερήμην τους, σχεδιασμούς που θα τις χρησιμοποιούσαν ως πρόσχημα. Ισως γιατί, αν συνέχιζαν να εμφανίζονται, θα βλέπαμε ότι παραμένουν κρυμμένες κάτω από τη μισητή μπούρκα. Κι αν οι δημοσιογράφοι ενδιαφέρονταν ακόμη να τις ρωτήσουν γιατί, τότε θα μαθαίναμε ότι οι ελέω Μπους "απελευθερωμένες" γυναίκες του Αφγανιστάν συνεχίζουν να καλύπτονται από φόβο. Το φόβο που τους προκαλούν οι σημερινοί τους κυρίαρχοι, αυτοί που η Δύση έχρισε κατάλληλους να απαλλάξουν τη χώρα από τους Ταλιμπάν. 

Ελπίδες και διαψεύσεις

Οταν πέρσι τέτοια εποχή το Φεμινιστικό Κέντρο υποδεχόταν στην Αθήνα τη Μάριαμ Ράουι, τη νεαρή εκπρόσωπο της RAWA (της Επαναστατικής Ενωσης Γυναικών του Αφγανιστάν), δεν ήταν λίγοι εκείνοι (και εκείνες) που αντιμετώπισαν με σκεπτικισμό τις θέσεις των αφγανών φεμινιστριών, οι οποίες, εκτός όλων των άλλων, υπήρξαν και οι μόνες που είχαν τα κότσια να αντισταθούν στην απόλυτη τρομοκρατία των Ταλιμπάν. Ενοχλούσε, απ' ό,τι φάνηκε, η άποψη της RAWA ότι η Βόρεια Συμμαχία αποτελείται από τους ίδιους εκείνους πολέμαρχους που αιματοκύλησαν το Αφγανιστάν επί μία πενταετία πριν από την επικράτηση των Ταλιμπάν και, κυρίως, η βεβαιότητα της οργάνωσης ότι η θέση των γυναικών δεν πρόκειται να βελτιωθεί όσο οι τύχες της χώρας θα βρίσκονται στα χέρια κάποιων φονταμενταλιστών. 

Ετσι, η επίσημη επίσκεψη στην Αθήνα της γιατρού Σίμα Σαμάρ, υπουργού Γυναικείων Υποθέσεων και αντιπροέδρου της προσωρινής κυβέρνησης, έμελλε τον περασμένο Μάρτιο να εκληφθεί από αρκετές πλευρές ως μια θετική απάντηση στον δογματικό "αρνητισμό" της RAWA: δίχως να παραγνωρίζει τις δυσκολίες, η αφγανή υπουργός παρουσίασε μια θετική εκδοχή των εξελίξεων στο Αφγανιστάν, δηλώνοντας την πίστη της στην πορεία εκδημοκρατισμού της χώρας και υποστηρίζοντας, όχι χωρίς αντιφάσεις, ότι με τη βοήθεια της Ευρωπαϊκής Ενωσης και των Ηνωμένων Εθνών η θέση των γυναικών γνωρίζει ήδη αισθητή βελτίωση.

Ενα χρόνο μετά, είμαστε σε θέση να γνωρίζουμε ότι η αισιοδοξία της Σίμα Σαμάρ υπήρξε αβάσιμη και ότι οι γυναίκες της RAWA είχαν για μια ακόμη φορά δίκιο. Με τη διαφορά ότι στο διάστημα αυτό, η ελλιπής πληροφόρηση -κοινώς η αδιαφορία- για τις γυναίκες του Αφγανιστάν θα δημιουργούσε την εσφαλμένη πεποίθηση ότι τα προβλήματα οδηγούνται προς τη λύση τους - κι αυτό επειδή οι Αφγανές έπαψαν να απασχολούν την καθημερινή τηλεοπτική ειδησεογραφία. Ενδεικτικό παράδειγμα η τύχη της ίδιας της τόσο δημοφιλούς στη Δύση Σίμα Σαμάρ, η οποία σύντομα θα δοκίμαζε στο πετσί της τα όρια του συστήματος που επέλεξε να στηρίξει.

Δεν είχε περάσει πολύς καιρός από τις δηλώσεις της στο δίκτυο ABC, σύμφωνα με τις οποίες οι γυναίκες του Αφγανιστάν γύρισαν στις δουλειές τους, ότι τα κορίτσια πηγαίνουν πια στο σχολείο και ότι οι Αφγανές θα συμμετάσχουν ισότιμα στην επιλογή των εκπροσώπων για τη Λόγια Ζίργκα, όταν η υπουργός, η οποία ανήκει στην εθνότητα των Χαζάρων, δέχθηκε μια σκληρή επίθεση από έντυπο του ισλαμικού κόμματος Ζαμιάτ-ε-Ισλαμί: το σχετικό δημοσίευμα υποστήριζε ότι η Σίμα Σαμάρ δήλωσε σε συνέντευξή της σε εφημερίδα του Καναδά ότι δεν πιστεύει στον ισλαμικό νόμο (τη σαρία). Παρά την άμεση διάψευση του άρθρου, η υπουργός κλήθηκε στις 22 του περασμένου Ιουνίου να απολογηθεί σε δικαστήριο της Καμπούλ, το οποίο την απάλλαξε προσωρινά "λόγω έλλειψης επαρκών στοιχείων". 

Το έναυσμα είχε δοθεί για να ξεκινήσει μια συντονισμένη εκστρατεία εναντίον της "αφγανικής θηλυκής εκδοχής του Σαλμάν Ρουσντί". Στο κλίμα αυτό, ο πρόεδρος Χαμίντ Καρζάι αποφάσιζε τον περασμένο Ιούνιο να απομακρύνει την υπουργό από το πόστο της, ισχυριζόμενος στο CNN ότι "η Σίμα Σαμάρ επέλεξε να αφήσει το υπουργείο προκειμένου να αναλάβει την προεδρία της Επιτροπής για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου". Την ίδια ωστόσο στιγμή, η Σίμα Σαμάρ ομολογούσε στο Ασοσιέιτεντ Πρες ότι δεν μπορεί να συνεχίσει το έργο της επειδή φοβάται για τη ζωή της, καθώς έχει απέναντί της το πανίσχυρο ισλαμικό κόμμα. Αποκάλυπτε επίσης ότι έχει δεχθεί επανειλημμένα απειλές και ότι τον τελευταίο καιρό είχε υποχρεωθεί να εγκαταλείψει το σπίτι της και να καταφύγει στο γραφείο της, όπου αισθανόταν κάπως πιο ασφαλής. Οι επιθέσεις εναντίον της τέως υπουργού εντάθηκαν τις επόμενες ημέρες κατά τις συνεδριάσεις της Λόγια Ζίργκα (του ανώτατου συμβουλίου το οποίο θα όριζε τη νέα μεταβατική κυβέρνηση), ενώ μεταξύ των εκπροσώπων κυκλοφόρησε ένα κείμενο που ζητούσε την παραδειγματική τιμωρία της για προδοσία του Ισλάμ. Διόλου τυχαία, η μεταβατική κυβέρνηση, η οποία προέκυψε ύστερα από σκληρά παζάρια μεταξύ των πανίσχυρων πολέμαρχων που λυμαίνονται τις επαρχίες της χώρας, δεν περιλάμβανε πια υπουργείο Γυναικείων Υποθέσεων. 

Ανασφάλεια και τρόμος

Το ίδιο διάστημα, η RAWA συνέχιζε με το γνώριμο πάθος της το έργο που είχε ξεκινήσει την εποχή της παντοδυναμίας των Ταλιμπάν, τόσο στο εσωτερικό του Αφγανιστάν όσο και στα στρατόπεδα προσφύγων του Πακιστάν: σχολεία για κορίτσια και αγόρια, ιατρεία και νοσοκομεία, διδασκαλία κάποιας τέχνης στις ανεπάγγελτες γυναίκες, κυρίως τις αμέτρητες χήρες των αλλεπάλληλων πολέμων, προσπάθεια βοήθειας των εξίσου πολλών γυναικών που βρήκαν στην πορνεία τη μοναδική διέξοδο επιβίωσης των ίδιων και των παιδιών τους κ.ο.κ. 

Θα υπέθετε κανείς πως, στις νέες συνθήκες, οι γυναίκες της RAWA θα είχαν τη δυνατότητα να εγκαταλείψουν την παρανομία στην οποία τις είχαν καταδικάσει τόσο οι Ταλιμπάν όσο και οι προκάτοχοί τους μουτζαχεντίν. Οπως μας εξηγούν όμως οι ίδιες, το κλίμα απέχει ακόμη πολύ από το να θεωρηθεί ασφαλές για τις δραστηριότητές τους, αλλά και για τις σκληρά αντιφονταμενταλιστικές θέσεις τους. Κρατούν έτσι ακόμη τα ψευδώνυμα που χρησιμοποιούσαν την εποχή των Ταλιμπάν και με αυτά υπογράφουν άρθρα και συνεντεύξεις τους στα διεθνή μέσα ενημέρωσης. 

"Η Δύση μπορεί να θεωρεί τη Βόρεια Συμμαχία καλύτερη από τους Ταλιμπάν, αλλά οι γυναίκες του Αφγανιστάν βλέπουν τα πράγματα διαφορετικά", σημείωνε η Μάριαμ Ράουι, η κοπέλα που γνωρίσαμε στην Αθήνα, σε κείμενό της στον "Γκάρντιαν" στις 7 του περασμένου Μαρτίου. "Στα 1992, όταν μέλη της Συμμαχίας μπήκαν στην Καμπούλ και σε άλλες μεγάλες πόλεις, ακολούθησε όργιο δολοφονιών, βιασμών, βασανιστηρίων και πλιάτσικου. Μόνο στην Καμπούλ σκότωσαν 50.000 ανθρώπους. Εμείς στη RAWA πιστεύουμε πως οι άνθρωποι αυτοί δεν άλλαξαν. Δεχόμαστε ήδη πολλές πληροφορίες για βιασμούς, απαγωγές και λεηλασίες σε ολόκληρη τη χώρα. Βιάστηκαν πολύ όσοι στη Δύση έσπευσαν να μιλήσουν για απελευθέρωση των γυναικών του Αφγανιστάν. Οι Αφγανές ζουν μέσα στο φόβο. Γι' αυτό και δεν έχουν βγάλει την μπούρκα". 

Καθώς η ενημέρωση που προέρχεται από τις γυναίκες της RAWA κινδυνεύει πάντοτε να θεωρηθεί "υπερβολική" ή "ακραία", αξίζει να σημειωθεί ότι πανομοιότυπες πληροφορίες μετέδωσαν συχνά τη χρονιά που πέρασε τα υπεράνω υποψίας διεθνή πρακτορεία - αρκεί να είχε κανείς την υπομονή να τις αναζητήσει στα "ψιλά" της καθημερινής τους ειδησεογραφίας: δασκάλες που γίνονταν στόχος επίθεσης με οξύ, συλλήψεις γυναικών που θεωρήθηκαν ντυμένες απρεπώς, κάψιμο σχολείων και κυνήγι των μαθητριών, πλήρης διαχωρισμός των φύλων στο δημόσιο χώρο, φυλακές γεμάτες ανήλικα κορίτσια που αρνήθηκαν να τα παντρέψουν με το ζόρι ή που το έσκασαν από ένα σύζυγο που τις βασάνιζε συστηματικά. Πρόσφατα ακόμη, η Δύση μάθαινε ότι το ανώτατο δικαστήριο του Αφγανιστάν αποφάσισε την απόλυση της δικαστού Μαρζέγια Μπαζίλ, επειδή κατά τη συνάντησή της με το ζεύγος Μπους στην Ουάσιγκτον φωτογραφήθηκε με ακάλυπτο κεφάλι. 

Ούτως ή άλλως, οι εκθέσεις διεθνών οργανισμών για την παραβίαση των ανθρώπινων δικαιωμάτων στο Αφγανιστάν ήρθαν, λίγο μόλις καιρό μετά την πτώση του καθεστώτος των Ταλιμπάν, να επιβεβαιώσουν τις εκτιμήσεις της RAWA. Χαρακτηριστική είναι από την άποψη αυτή η έκθεση του Παρατηρητηρίου Ανθρώπινων Δικαιωμάτων που δόθηκε στη δημοσιότητα στις 9 του περασμένου Μαΐου. Την εποχή εκείνη, την ώρα που ο δυτικός κόσμος πανηγύριζε την "απελευθέρωση" των γυναικών του Αφγανιστάν και τα δυτικά μέσα ενημέρωσης πρόβαλλαν διαρκώς τις ίδιες φωτογραφίες γυναικών με ακάλυπτο το κεφάλι, η έκθεση του Παρατηρητηρίου σημείωνε ότι τόσο στην Καμπούλ όσο και σε άλλες πόλεις οι Αφγανές αρνούνται να βγάλουν την μπούρκα, επειδή "φοβούνται τους άνδρες με τα όπλα". Παρά τις όποιες βελτιώσεις στη ζωή τους (δυνατότητα να πηγαίνουν στο σχολείο, καλύτερη πρόσβαση στις υπηρεσίες υγείας, κάπως μεγαλύτερες πιθανότητες επαγγελματικής απασχόλησης), οι γυναίκες συνέχιζαν να αισθάνονται ευάλωτες στην ανδρική βία και για το λόγο αυτό προτιμούσαν να παραμένουν σιωπηλές και "αθέατες". Οταν μάλιστα ρωτήθηκαν σχετικά, όλες οι Αφγανές που πήραν μέρος στην έρευνα δήλωσαν ότι δεν θυμούνται καμιά περίοδο της ζωής τους που να μην αισθάνονταν φόβο. Τα δεδομένα αυτά συμπλήρωναν στοιχεία για αμέτρητα κρούσματα σεξουαλικής βίας και ομαδικών βιασμών στο Μαζάρ-ι-Σαρίφ, στο βόρειο τμήμα της χώρας.

Ταλιμπάν νέας κοπής

Μήπως, όμως, τα πράγματα βελτιώθηκαν από τότε και γι' αυτό δεν ασχολείται πια σχεδόν κανείς με τις γυναίκες του Αφγανιστάν; Είναι προφανές ότι η απόσυρση του ενδιαφέροντος των διεθνών μέσων ενημέρωσης από το Αφγανιστάν και η μετατόπισή του σε πιο "επίκαιρα" σημεία του πλανήτη καταδίκασαν στη λήθη ένα ζήτημα που πριν από λίγο μόλις καιρό λειτουργούσε ως άλλοθι για την πολεμική επιχείρηση της Δύσης κατά των Ταλιμπάν. Γιατί και πάλι δεν είναι μόνο η RAWA που επιμένει να μας ενημερώνει ότι η ζωή των γυναικών του Αφγανιστάν συνεχίζει να κυριαρχείται από την ανασφάλεια και το φόβο. Σε αντίστοιχα συμπεράσματα καταλήγουν και οι εκθέσεις των διεθνών ανθρωπιστικών οργανώσεων, μόνο που τώρα πια κανείς δεν προθυμοποιείται να τις ακούσει.

"Οι περισσότερες γυναίκες δεν νιώθουν ασφαλείς όταν βρίσκονται έξω από το σπίτι, παρά το γεγονός ότι η κυβέρνηση της Καμπούλ έχει άρει τους νομικούς περιορισμούς των κινήσεών τους", διαβάζουμε σε πρόσφατη ανακοίνωση σειράς μη κυβερνητικών οργανώσεων, μεταξύ των οποίων η Διεθνής Αμνηστία, η Παναφγανική Ενωση Γυναικών, ο Σύλλογος Αφγανών Γυναικών Δικαστών, ο Σύλλογος Αφγανών Γυναικών Δικηγόρων και Επαγγελματιών κ.ά. "Οι γυναίκες αντιμετωπίζουν συχνά επιθέσεις σε δημόσιους χώρους, γεγονός που εμποδίζει την πρόσβασή τους στην εκπαίδευση, τις υπηρεσίες υγείας, τη δουλειά και τη διασκέδαση. Η οικιακή βία είναι ευρύτατα διαδεδομένη και δεν υπάρχουν δομές υποδοχής των κακοποιημένων γυναικών. Παρά την επίσημη απαγόρευση, γονείς παντρεύουν κοριτσάκια εννέα χρονών χωρίς να φοβούνται ότι θα αντιμετωπίσουν αντίδραση από τις αρχές" (18/12/2002). 

Περισσότερο λεπτομερειακή, η εκτενής έκθεση με τίτλο "Θέλουμε να ζήσουμε σαν ανθρώπινα όντα. Καταπίεση των γυναικών και των κοριτσιών στο Δυτικό Αφγανιστάν" που δόθηκε προ ημερών στη δημοσιότητα, μεταφέρει μια ζοφερή εικόνα της καθημερινότητας που έχουν να αντιμετωπίσουν οι "απελευθερωμένες" γυναίκες της πολύπαθης χώρας. Βασισμένη σε στοιχεία που προέρχονται από επιτόπια έρευνα, καθώς και από 120 συνεντεύξεις με πολίτες, γυναίκες και άνδρες, από την Καμπούλ και τη Χεράτ, η νέα αυτή έκθεση του Παρατηρητηρίου Ανθρώπινων Δικαιωμάτων υποστηρίζει ότι οι συνθήκες στις οποίες είναι καταδικασμένες να ζουν οι γυναίκες του Αφγανιστάν εμφανίζουν συνεχή επιδείνωση, η οποία κατά το δεύτερο μισό του 2002 έχει πάρει μορφές που θα επικροτούσαν και οι πιο φανατικοί οπαδοί των Ταλιμπάν.

Επικεντρωμένη κατά κύριο λόγο στην πόλη Χεράτ και την ομώνυμή της επαρχία, η έκθεση έρχεται να επιβεβαιώσει με τον πλέον επίσημο τρόπο τους φόβους που διατύπωσαν εγκαίρως οι γυναίκες της RAWA για το χαρακτήρα της αφγανικής "μεταπολίτευσης". Η "παλινόρθωση" του Ισμαήλ Χαν, ενός ισχυρού πολέμαρχου που αναδείχθηκε την εποχή των μουτζαχεντίν (1992-1995), σημαδεύει τη μετάβαση των πολιτών της Χεράτ, μιας πόλης με ιδιαίτερα φιλελεύθερη παράδοση, σε έναν τρόπο ζωής επώδυνο και για τα δύο φύλα, αλλά κυριολεκτικά αφόρητο για τις γυναίκες: Παρόλο που έχει επιτραπεί η εκπαίδευση των κοριτσιών, και παρά το γεγονός ότι οι γυναίκες μπορούν πλέον να βγαίνουν από το σπίτι τους χωρίς τη συνοδεία ενός συγγενούς πρώτου βαθμού (μαχράμ) και να ασκούν ορισμένα επαγγέλματα, οι γυναίκες της Χεράτ βρίσκονται αντιμέτωπες με έναν αυστηρό κώδικα συμπεριφοράς που ορίζει πώς πρέπει να κινούνται, σε ποιους δημόσιους χώρους έχουν δικαίωμα να βρεθούν, πότε, πώς και γιατί μπορούν να μιλήσουν σε έναν άνδρα, πώς ακριβώς να ντυθούν κ.ο.κ. 

Βασισμένος σε αλλεπάλληλα διατάγματα του ίδιου του Ισμαήλ Χαν, ο κώδικας αυτός γίνεται όλο και πιο πολύπλοκος, προκειμένου να συρρικνώσει τα ελάχιστα περιθώρια ελευθερίας των γυναικών και να οδηγήσει στον απόλυτο διαχωρισμό των φύλων στους δημόσιους χώρους. Η τήρησή του έχει ανατεθεί στις αρμόδιες αστυνομικές υπηρεσίες, αλλά και σε ομάδες επιλεγμένων αγοριών, που είναι εξουσιοδοτημένα να σταματούν τις γυναίκες στο δρόμο και, αν κρίνουν ότι κάτι δεν πάει καλά, να τις οδηγούν στο αστυνομικό τμήμα ή στο νοσοκομείο για γυναικολογικό έλεγχο (βλ. διπλανή στήλη). Αντίστοιχες έφοδοι πραγματοποιούνται και στην Καμπούλ, η οποία θεωρείται παράδεισος, όταν συγκρίνεται με ό,τι συμβαίνει στις επαρχίες. Ετσι, οι γυναίκες νιώθουν παγιδευμένες και ανήμπορες να αμυνθούν, με αποτέλεσμα να βγαίνουν όλο και λιγότερο από το σπίτι τους, φροντίζοντας τότε να εμφανίζονται καλυμμένες από την κορυφή ως τα νύχια και να φορούν παπούτσια που δεν κάνουν τον παραμικρό θόρυβο. Πρόσφατα, το τηλεοπτικό δίκτυο της Χεράτ υποχρεώθηκε να σκεπάζει το πρόσωπο των γυναικών στα ξένα προγράμματα με μια λευκή ταινία. Στο κλίμα αυτό, οι πωλητές μπούρκας δηλώνουν ιδιαίτερα ικανοποιημένοι από τις εξελίξεις: "Οι πωλήσεις πάνε μια χαρά", δήλωνε ένας από αυτούς σε εκπρόσωπο του Παρατηρητηρίου Ανθρώπινων Δικαιωμάτων τον περασμένο Σεπτέμβριο. "Πουλάμε περισσότερες μπούρκες από ό,τι στην αρχή της χρονιάς, και σαφώς περισσότερες απ' ό,τι τον καιρό των Ταλιμπάν. Τώρα, βλέπεις, οι γυναίκες βγαίνουν πιο πολύ έξω και χρειάζονται περισσότερες μπούρκες, κυρίως οι μαθήτριες".

(Ελευθεροτυπία, 11/1/2003)

 

www.iospress.gr                                  ΣΥΝΕΧΕΙΑ ΣΤΟ ΔΕΥΤΕΡΟ ΜΕΡΟΣ