ΤΟ ΕΠΙΣΗΜΟ ΚΥΝΗΓΙ ΤΩΝ ΜΕΤΑΝΑΣΤΩΝ
Η θεσμική Νέα Μηχανιώνα
ΠΡΩΤΟ ΜΕΡΟΣ
1. / 2.
Ο ετήσιος καβγάς για τη σημαία καλύπτει τη σκλήρυνση της κυβερνητικής πολιτικής
στη νομιμοποίηση των μεταναστών. Μάρτυρες, τα άχρηστα, βγαλμένα με αίμα,
χαρτιά και τα σχολεία που κλείνουν τις πόρτες τους στα μεταναστόπουλα.
Τις προάλλες ήρθαν για μια ακόμα φορά στην επιφάνεια, με έντονο και πολιτικοποιημένο μάλιστα τρόπο, τα κρούσματα του ρατσισμού «από τα κάτω». Οι
πρωτοβουλίες των αγανακτισμένων νοικοκυραίων των «τοπικών κοινωνιών» της
περιφέρειας και του δήμου της Θεσσαλονίκης τροφοδότησαν την υπερπατριωτική
ρητορεία βορειοελλαδιτών αρχόντων και άλλων βουλευτών της συντηρητικής
παράταξης, ενισχύοντας ωστόσο (πάλι για εθνικοχριστιανικούς λόγους) ανάλογες,
συγκροτημένες, ήδη, τάσεις και στον κεντρώο χώρο.
Ενώ όμως τα κυβερνητικά στελέχη καταδίκαζαν τις ρατσιστικές πρακτικές, όπως
ήταν υποχρεωμένα και θεσμικά να το πράξουν, τα think tanks της δεξιάς ανέβαζαν
κι άλλο τους τόνους, κραυγάζοντας ότι όπου να 'ναι θα ελληνοποιηθούν
εκατοντάδες χιλιάδες ξένοι εισβολείς («Αδ. Τύπος» (Ρίζου), 27/10, «Καθημερινή»,
24/10, και «Ελ. Τύπος», 24/10), επιβεβαιώνοντας δηλαδή ότι το δημαγωγικό
ψάρεμα στα θολά νερά της διάχυτης ξενοφοβίας μετατρέπεται σε κεντρικό και
κρίσιμο στοιχείο της επερχόμενης εκλογικής αναμέτρησης.
Αλλά το ζήτημα του ρατσισμού στην Ελλάδα δεν θα κριθεί από τους κυβερνητικούς
ρήτορες και τα θεωρητικά επιχειρήματα. Εκτός από τη διαπιστωμένη
αποθάρρυνση των παιδιών των μεταναστών να παρακολουθήσουν το δημόσιο
σχολείο, ήδη εκατοντάδες χιλιάδες εργαζόμενων μεταναστών περνούν και πάλι,
άθελά τους, στην παρανομία.
Ποια καλύτερη ευκαιρία για τους δημαγωγούς της «καθαρότητας του έθνους», που
θα απαιτήσουν, νομότυπα, νέα πογκρόμ εναντίον των ξένων εργατών και χέρι χέρι
με τις ειδικές δυνάμεις της τάξεως θα βγουν στο κυνήγι κεφαλών, πυροδοτώντας
καταστάσεις Κου Κλουξ Κλαν στις ελληνικές πόλεις και την ύπαιθρο;
Σε ομηρία
Η παράταση που είχε προσφέρει το ελληνικό κράτος στον εαυτό του, ώστε οι αναποτελεσματικές (θεσμικά και πρακτικά) υπηρεσίες του να καταφέρουν να εκδώσουν τις άδειες παραμονής όσων μεταναστών μπόρεσαν με τα χίλια ζόρια να
καταθέσουν (για μια ακόμη φορά) έως το τέλος του περασμένου Ιουνίου τα
δεκάδες δικαιολογητικά, έληξε την Πέμπτη (31/10).
Σύμφωνα με όσα αισιόδοξα στοιχεία διοχετεύει το ίδιο το υπουργείο Εσωτερικών,
οι άδειες εργασίας και παραμονής που έχουν παραδοθεί στους δικαιούχους ώς
ετούτη την ώρα δεν ξεπερνούν τις 250.000 εκ των οποίων πολλές δόθηκαν
«ληγμένες», και πολλές χιλιάδες άλλες άδειες πρόκειται να εκπνεύσουν σε λίγες
εβδομάδες. Γεγονός που σημαίνει ότι εκ των πραγμάτων απαιτείται ένας νέος
συνολικός γύρος ανανεώσεων αδειών εργασίας και παραμονής (με νέα χαρτιά, κι
άλλα παράβολα, μεταφράσεις, ουρές, διαμεσολαβητές κ.ο.κ.), μέχρι τελικής
εξοντώσεως των μεταναστών.
Κάπου 200.000 άλλοι μετανάστες, παρ' ότι έχουν καταθέσει τα χαρτιά τους -πριν 4
μήνες και έως ένα χρόνο νωρίτερα-, δεν έχουν ακόμα λάβει τις «κάρτες»
παραμονής τους. Αυτοί οι άνθρωποι κυκλοφορούν με ένα χαρτάκι με αριθμό
πρωτοκόλλου ότι έχουν καταθέσει τα δικαιολογητικά τους και επιβιώνουν με
εξαιρετικά μειωμένα δικαιώματα (μετακίνηση στις πατρίδες τους, κοινωνική
ασφάλιση, στέγαση, αναζήτηση εργασίας κ.λπ.).
Οι λόγοι γι' αυτή τη σαδιστική συμπεριφορά των κρατικών υπηρεσιών απέναντι σε
έντιμους μεροκαματιάρηδες μόνο εν μέρει μπορούν να αναζητηθούν στα γνωστά
γραφειοκρατικά προβλήματα του ελληνικού Δημοσίου.
Μια ματιά στις εκθέσεις του Συνηγόρου του Πολίτη και στη σχετική του
αλληλογραφία με τα «συναρμόδια» υπουργεία και τις υπηρεσίες που ταλαιπωρούν
μετανάστες αρκεί για να διαπιστωθεί ότι το «χάος» είναι προϊόν μιας κοντόφθαλμης
πολιτικής επιλογής, η οποία με τη σειρά της εμπνέεται (και κρύβεται) πίσω από τις
κλιμακούμενες επιλογές της Ε.Ε. για την «Ευρώπη-Φρούριο».
Ολοι οι νόμοι που ψηφίστηκαν τα τελευταία χρόνια, όπως και όλες εκείνες οι
αντιφατικές, δήθεν ερμηνευτικές, εγκύκλιοι για την παραμονή των μεταναστών στη
χώρα μας -παρά τα φιλάνθρωπα λόγια των εισηγητών τους- στην ουσία παράγουν
ένα σύστημα προσωρινότητας, ανασφάλειας, ομηρίας και εν τέλει παρανομίας,
βάσει του οποίου επιτυγχάνεται η πιο άγρια εκμετάλλευση των ξένων
εργαζομένων.
Παρ' όλα αυτά οι περισσότεροι μετανάστες οργανώνονται και παλεύουν με το κεφάλι ψηλά για την ισότιμη ενσωμάτωσή τους στην ελληνική κοινωνία. Παίρνοντας
το δρόμο της ξενιτιάς άφησαν πίσω τους πολέμους, καταστροφές, εξαθλίωση και
καθεστώτα βίας, συνθήκες που δύσκολα θα βελτιωθούν ώστε να επιστρέψουν με
ασφάλεια στον τόπο τους. Αρα οι περισσότεροι θα μείνουν μαζί μας. Ας το
χωνέψουμε.
Φθηνοί αιμοδότες
Πρόσφατα πληροφορηθήκαμε επισήμως ότι 500.000 μετανάστες αιμοδοτούν το
ΙΚΑ (με την πληρωμή των ενσήμων τους κυρίως από την τσέπη τους, όπως τους υποχρεώνει ο νόμος, που βεβαίως δεν κυνηγά τα αφεντικά τους για την εκτεταμένη
εισφοροδιαφυγή).
Πάνω από 200.000 μετανάστες τροφοδοτούν με τις καταθέσεις τους το τραπεζικό
σύστημα, και πολλές χιλιάδες είναι ενταγμένοι άμεσα (με τον προσωπικό τους
ΑΦΜ) στο φορολογικό σύστημα. Η δε συμμετοχή τους στην έμμεση φορολόγηση
(ως καταναλωτές προϊόντων διαβίωσης και υπηρεσιών) είναι ακριβώς ισοδύναμη
με αυτή των αντίστοιχων κοινωνικών στρωμάτων του ντόπιου πληθυσμού.
Αν σε όλη αυτή την οικονομική στήριξη που δίνουν στον κρατικό προϋπολογισμό
αθροίσουμε και τα δισεκατομμύρια που καταθέτουν -με τα υπέρογκα παράβολα, τα
μεταφραστικά έξοδα κ.ο.κ.- σε κάθε «ευκαιρία νομιμοποίησης», τότε προκύπτει και
θέμα ανταποδοτικότητας (που θα έλεγαν και οι νεοφιλελεύθεροι).
Αλλά η βασική παράμετρος της παρουσίας των αλλοδαπών εργαζομένων είναι η αναμφίβολη συμβολή τους στην παραγωγικότητα και την ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας.
Οσο κι αν σκούζουν οι απατεώνες της εθνικοφροσύνης για το αντίθετο, δεν πάνε
και πολλά χρόνια από τότε που επίσημοι οργανισμοί και ανώτατοι
πολιτικοί παράγοντες (από το ΔΝΤ έως τα οικονομικά επιμελητήρια, τη ΓΣΕΕ, τους
τραπεζίτες, τις εργοδοτικές ενώσεις και τους υπουργούς) ομολογούσαν ότι, χωρίς
τη συμμετοχή των μεταναστών, η ελληνική οικονομία ούτε στην ΟΝΕ θα είχε
ενταχθεί ούτε το ασφαλιστικό ζήτημα θα μπορούσε να αντιμετωπίσει.
Σοβαρές σχετικές μελέτες επιβεβαιώνουν ότι οι μετανάστες δεν υποκατάστησαν θέσεις εργασίας ελλήνων εργαζομένων, δεδομένου ότι η απασχόλησή τους στον
αγροτικό τομέα δημιούργησε πολλαπλασιαστικά αποτελέσματα στην απασχόληση
ελλήνων αγροτών, ενώ στο βιομηχανικό και τον κατασκευαστικό τομέα, ιδίως στα
«μεγάλα έργα», είναι πασίγνωστο ότι εργάζονται ως ανειδίκευτοι και αμείβονται με
μικρότερο του κατώτατου μεροκάματου, χωρίς υπερωρίες, σαββατοκυριακάτικα
και νυχτερινά, με μειωμένο έως ανύπαρκτο ασφαλιστικό κόστος, υπέρ των κερδών
των επιχειρήσεων.
Επομένως, εκείνο που προέχει σήμερα είναι η ουσιαστική και άμεση αλλαγή του
συστήματος νομιμοποίησης των μεταναστών, όπως το ζητούν κόμματα, το Ελληνικό Κοινωνικό Φόρουμ, μεταναστευτικές, αντιρατσιστικές οργανώσεις και οι
νομικοί (του Συνηγόρου του Πολίτη συμπεριλαμβανομένου) που γνωρίζουν και
μελετούν την άδικη, αντισυνταγματική, αδιέξοδη και επικίνδυνη πραγματικότητα.
1. Να παραταθεί η διαδικασία νομιμοποίησης ώστε να καταθέσουν τα δικαιολογητικά τους όσοι αποκλείστηκαν έως τώρα, χωρίς δική τους ευθύνη, και να
επιστρέψουν οι μετανάστες που τους απαγορεύεται αυθαίρετα η είσοδος στη
χώρα.
2. Να ενοποιηθούν οι άδειες εργασίας και παραμονής σε ένα χαρτί με μίνιμουμ
τριετή ισχύ και πενταετή ή επ' αόριστον για όσους διαμένουν επί 5 χρόνια ή πάνω
από δέκα χρόνια, αντίστοιχα, στη χώρα. Ετσι θα ελαττωθεί αυτομάτως ο συνεχής
γραφειοκρατικός λαβύρινθος και η ανασφάλεια των μεταναστών.
3. Να καταργηθεί το παράβολο των 150 ευρώ και να απλοποιηθούν οι διαδικασίες
και τα απίθανα χαρτιά που έχουν ήδη κατατεθεί από τους μετανάστες μία και δύο
φορές και τους τα ξαναζητούν.
4. Να αποσυνδεθεί η νομιμοποίηση των μεταναστών από την υποχρέωση συλλογής 150 ενσήμων και να σταματήσει να πληρώνει ο μετανάστης τμήμα των
ενσήμων που δεν μπορεί να εξασφαλίσει από τους εργοδότες.
5. Με βάση την αρχή της χρηστής διοίκησης, ως ημερομηνία έναρξης ισχύος της
άδειας παραμονής να τίθεται εκείνη της απόφασης για τη χορήγησή της και όχι η
ημερομηνία λήξης της προηγούμενης, που ξέχασαν σε ένα ντουλάπι οι «αρμόδιοι».
6. Να προχωρήσουν και να απλοποιηθούν οι διαδικασίες οικογενειακής συνένωσης και να προστατευτούν τα δικαιώματα παραμονής των παιδιών των μεταναστών μετά την ενηλικίωσή τους.
7. Να ανανεώνεται η άδεια παραμονής, χωρίς περιπέτειες, όταν αλλάζει ο σκοπός
της παραμονής (εργάτης, σπουδαστής, ελεύθερος επαγγελματίας).
8. Να επανέλθουν στη νομιμότητα κατηγορίες αλλοδαπών που έχασαν το δικαίωμα παραμονής εξαιτίας προβλημάτων της διαδικασίας νομιμοποίησης ή δικαιώθηκαν από δικαστήριο για διοικητικές ή δικαστικές απελάσεις που υπέστησαν παλαιότερα.
9. Να δίνεται άδεια παραμονής σε όσους λαμβάνουν σύνταξη από ελληνικό κύριο
ασφαλιστικό φορέα.
10. Οσοι στερούνται διαβατηρίου ή δεν μπορούν να το ανανεώσουν για λόγους ανωτέρας βίας (πολιτικοί πρόσφυγες, ανιθαγενείς κ.ά.) να μπορούν να αποκτήσουν άδεια παραμονής.
Και «σχολείο-φρούριο»
Στο κλίμα της όλο και πιο δαιδαλώδους γραφειοκρατικής αντιμετώπισης των μεταναστών, έμελλε φέτος να προστεθεί και η σκλήρυνση των μηχανισμών υποδοχής των παιδιών τους στα δημόσια σχολεία της χώρας.
Αξίζει να σταθούμε στο σημείο αυτό, καθώς, παρά τις συχνά αντιφατικές ή/και
αναποτελεσματικές σχετικές πρωτοβουλίες και πρακτικές των αρμόδιων φορέων,
το υπουργείο Παιδείας είχε κατά καιρούς δεσμευτεί ρητά ότι όλα ανεξαιρέτως τα
παιδιά των μεταναστών μπορούν «χωρίς προϋποθέσεις νομιμότητας των γονιών
τους» να εγγραφούν σε οποιοδήποτε ελληνικό σχολείο (βλ. ενδεικτικά τις
δηλώσεις του τότε υπουργού Παιδείας Γιώργου
Παπανδρέου, 19/6/1995).
Παρά τις θετικές αυτές εξαγγελίες, η διαδικασία εγγραφής των «ξένων» μαθητών
στο σχολείο είχε εξαρχής να υπερπηδήσει σειρά τυπικών δυσχερειών όσο και
«άτυπων» εμποδίων, τα οποία δεν ήταν δυνατό να αναιρεθούν με την έκδοση
μερικών καλοπροαίρετων «διορθωτικών» εγκυκλίων.
Ετσι, τα τελευταία χρόνια πυκνές υπήρξαν οι καταγγελίες για άρνηση εγγραφής
«ξένων» παιδιών σε σχολεία, ενώ κάποια στιγμή έγινε γνωστή και η ύπουλη διαδικασία που οδηγεί στην υπερσυγκέντρωση αλλοδαπών μαθητών σε ορισμένα
δημοτικά σχολεία του κέντρου της Αθήνας: οι μετανάστες αποθαρρύνονταν να
υποβάλουν αίτηση εγγραφής των παιδιών τους στα γειτονικά τους σχολεία και
οδηγούνταν μαζικά σε συγκεκριμένες σχολικές μονάδες, οι οποίες σταδιακά
υποβαθμίζονταν και εγκαταλείπονταν από τον εγχώριο μαθητικό πληθυσμό (βλ.
«Ιός» 5/11/2000).
Ούτως εχόντων των πραγμάτων, η αδιανόητη στάση των συνασπισμένων
οικογενειών της Νέας Μηχανιώνας δεν αποτελεί παρά μια κραυγαλέα εκδοχή της
συνήθως περισσότερο υπόγειας εχθρότητας με την οποία αντιμετωπίζονται συχνά
τα παιδιά των μεταναστών στο ελληνικό σχολείο.
Σε μεγάλο βαθμό προσχηματικός, ο καβγάς για τη σημαία δύσκολα καλύπτει τη
δυσφορία που συμμερίζονται ευρύτατες κοινωνικές ομάδες για το γεγονός ότι όλο
και περισσότερα παιδιά μεταναστών, διεκδικώντας το αυτονόητο δικαίωμα στη
μόρφωση, μοιράζονται σήμερα τα ίδια θρανία με τα «δικά μας παιδιά».
Δεν έχει νόημα να επαναλάβουμε εδώ την από καιρό διατυπωμένη θέση της στήλης για την ανάγκη να καταργηθούν άμεσα οι μαθητικές παρελάσεις, το θλιβερό
αυτό μιλιταριστικό κατάλοιπο άλλων εποχών που κάθε χρόνο τέτοια εποχή έρχεται
να τινάξει στον αέρα μερικές από τις στοιχειωδέστερες αρχές του σύγχρονου
σχολείου. Ούτε να αντικρούσουμε για μια ακόμη φορά την τελετουργική πλέον
ετήσια κινδυνολογία που με αφορμή την Ημέρα των Πολυτέκνων (26/10) αντλεί
επιχειρήματα για το «δημογραφικό εφιάλτη» της χώρας από την ετήσια αύξηση των
αλλοδαπών μαθητών στα δημοτικά σχολεία της πρωτεύουσας. Η επέτειος της
28ης Οκτωβρίου έχει εξελιχθεί τα τελευταία χρόνια σε ημέρα θρήνου για τη χαμένη
«εθνική ομοιογένεια» της χώρας...
Οπως είναι αναμενόμενο, τα διαθέσιμα στοιχεία υποδεικνύουν μια σταθερή αύξηση
του αριθμού των αλλοδαπών μαθητών στις δύο πρώτες βαθμίδες της εκπαίδευσης. Αν, για παράδειγμα, το 1995-1996 οι αλλοδαποί μαθητές της πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης ανέρχονταν σε 10.634 και οι παλιννοστούντες σε
19.559 (σύνολο 30.193), το 2001-2002 οι αλλοδαποί έφτασαν τις 40.653, ενώ οι
παλιννοστούντες μειώθηκαν στους 17.918 (σύνολο 58.621).
Σύμφωνα με στοιχεία του υπουργείου Παιδείας, το σύνολο των αλλοδαπών και παλιννοστούντων μαθητών για τη χρονιά που πέρασε (2002-2003) ήταν 67.149 στα δημοτικά σχολεία, 33.385 στα γυμνάσια και 18.497 στα λύκεια και ΤΕΕ της χώρας.
Η νέα αυτή πραγματικότητα του ελληνικού σχολείου καθιστά απαραίτητη τη συζήτηση για τα περιεχόμενα και τις στοχεύσεις της διαπολιτισμικής εκπαίδευσης,
εφόσον τόσο η μικρή εγχώρια προϊστορία του θεσμού όσο και η πολύχρονη
εμπειρία άλλων χωρών υποδοχής μεταναστών έχουν να διδάξουν πολλά για τις
δυσκολίες, τα αδιέξοδα, ακόμη και τις παγίδες που κρύβει η μετάβαση από το
μονοπολιτισμικό μοντέλο εκπαίδευσης σε άλλα, περισσότερο ευαίσθητα στην
πολιτισμική διαφορά, εκπαιδευτικά προγράμματα.
Ο προβληματισμός αυτός ωστόσο περιορίζεται σε ένα στενό κύκλο ειδικών, καθώς τα προβλήματα που θέτει η διαπολιτισμική εκπαίδευση έρχονται να αμφισβητήσουν βαθιά ριζωμένες νοοτροπίες και αγκυλώσεις. Ιδιαίτερα χαρακτηριστικά είναι από την άποψη αυτή τα ευρήματα πρόσφατης έρευνας της
UNICEF, σύμφωνα με την οποία οι μαθητές αποδεικνύονται περισσότερο ανεκτικοί
από τους γονείς τους στην παρουσία αλλοδαπών παιδιών στο σχολείο τους, μια
διαφορά στάσης που μειώνεται όσο οι ίδιοι οι μαθητές μεγαλώνουν και δέχονται
ισχυρότερες επιδράσεις από το περιβάλλον τους («Η Εποχή» 26/10/2003).
Μια κατάπτυστη εγκύκλιος
Την ώρα που η διαπολιτισμική εκπαίδευση θα όφειλε να αποτελεί ένα από τα σοβαρότερα μελήματα του υπουργείου Παιδείας, πληθαίνουν οι ενδείξεις ότι κάποιοι αρμόδιοι παράγοντες απεργάζονται την «αποψίλωση» των σχολείων από
τους αλλοδαπούς μαθητές τους. Τον κώδωνα του κινδύνου ήρθε κατ' αρχάς να
κρούσει μια καταγγελία της γνωστής στη στήλη ομάδας εκπαιδευτικών «Τα πίσω
θρανία», οι οποίοι συνεχίζουν να παραδίδουν δωρεάν μαθήματα σε ενήλικους
μετανάστες στα γραφεία του Δικτύου Κοινωνικής Υποστήριξης Προσφύγων και
Μεταναστών (Τσαμαδού 13α).
* Η καταγγελία αφορούσε εγκύκλιο του υπουργείου Εσωτερικών απευθυνόμενη
στο υπουργείο Παιδείας, η οποία ζητούσε να μην εγγράφονται στα σχολεία παιδιά
αλλοδαπών που δεν διαθέτουν «ισχυρό διαβατήριο και άδεια διαμονής σε ισχύ». Η
εγκύκλιος διοχετεύτηκε μέσω της Διεύθυνσης Ιδιωτικής Εκπαίδευσης στις
Περιφερειακές Διευθύνσεις Πρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης, ενώ
παραμένουν άγνωστες οι σχετικές προφορικές εντολές που δόθηκαν
ενδεχομένως στους υπευθύνους των σχολείων (Βλ. «Αυγή» 2/10 και «Κ.Ε.»
5/10).
Το ζήτημα «πάγωσε» μετά την αποκάλυψη, τα αρμόδια υπουργεία έσπευσαν να νίψουν τας χείρας των, ωστόσο δεν είναι σαφές ποια ακριβώς στάση πρόκειται να
κρατούν στο μέλλον οι διευθύνσεις των σχολείων, όταν βρεθούν αντιμέτωπες με το
«πρόβλημα» της εγγραφής αλλοδαπών μαθητών των οποίων οι γονείς δεν
διαθέτουν χαρτιά που να αποδεικνύουν τη νόμιμη παραμονή τους στη χώρα.
* Μια δεύτερη καταγγελία προερχόμενη και πάλι από τον εκπαιδευτικό χώρο αφορά τη συστηματική συρρίκνωση των τάξεων υποδοχής για τους αλλοδαπούς μαθητές. Θυμίζουμε επί τροχάδην ότι οι τάξεις υποδοχής και τα φροντιστηριακά
τμήματα υπήρξαν ένας θεσμός που υιοθετήθηκε τη δεκαετία του '80 για τα παιδιά
των παλιννοστούντων και στη συνέχεια, με αλλεπάλληλες υπουργικές αποφάσεις
και νομοθετικές ρυθμίσεις, εξελίχθηκε, τουλάχιστον στα χαρτιά, σε βασικό
μηχανισμό υποδοχής των αλλοδαπών μαθητών στις δύο πρώτες εκπαιδευτικές
βαθμίδες.
Σύμφωνα με δηλώσεις του προέδρου της Διδασκαλικής Ομοσπονδίας Δημήτρη Μπράτη, οι τάξεις υποδοχής καταργούνται στην πράξη, καθώς οι δάσκαλοι που τις
στελέχωναν καλούνται ήδη να καλύψουν τα πολλά κενά των «κανονικών» τάξεων
(«Εθνος» 26/10).
Θέσαμε το ζήτημα στον Δημήτρη Παπαϊωάννου, ειδικό γραμματέα του υπουργείου
Παιδείας, ο οποίος μας απάντησε ότι 400 ήταν οι θέσεις ενισχυτικής διδασκαλίας
στην Αττική και 400 παραμένουν. Τόνισε ακόμη ότι δεν γνωρίζει αν συμβαίνουν
παρατυπίες, καθώς και ότι δεν υπάρχει καμία αλλαγή πολιτικής.
Καμία αλλαγή πολιτικής, μήπως όμως αλλαγή της πραγματικότητας;
Οι δάσκαλοι της ομάδας «Τα πίσω θρανία» έχουν διαφορετική εντύπωση για όσα
ζουν καθημερινά στη δουλειά τους: «Με προφορικές εντολές, οι προϊστάμενοι,
κατόπιν σύστασης του περιφερειάρχη Αττικής για κάλυψη των κενών των σχολείων
χωρίς προσλήψεις αναπληρωτών, αποφάσισαν την αναστολή της λειτουργίας των
τάξεων υποδοχής, των τμημάτων ένταξης στη συνέχεια, και, γενικά, όποιων
τμημάτων θεωρούν ότι η αναστολή τους δεν παρακωλύει την εύρυθμη λειτουργία
του σχολείου (φροντιστηριακών τμημάτων, ενισχυτικής διδασκαλίας κ.ο.κ.)»,
σημειώνουν. Και εξηγούν ότι οι δάσκαλοι των τάξεων υποδοχής υποχρεώνονται
«για το καλό της υπηρεσίας» να καλύψουν τα κενά που θα κάλυπταν
αναπληρωτές. «Στις περιπτώσεις που συνάδελφοι αρνήθηκαν να εγκαταλείψουν τη
θέση τους», συνεχίζουν, «πήραν εγγράφως την εντολή που τους αποδείκνυε ότι ο
αυταρχισμός έχει μπει για τα καλά στα σχολεία».
Και ενώ οι ιθύνοντες του ΥΠΕΠΘ αρνούνται να αποκαλύψουν πόσες από τις 422
τάξεις υποδοχής έχουν κλείσει στο νομό Αττικής, «έξι και πλέον χρόνια από την
ψήφιση νόμου για τη διαπολιτισμική εκπαίδευση δεν έχουν ακόμα εκπονηθεί βιβλία
γραμμένα ειδικά για αλλοδαπούς μαθητές, τη στιγμή μάλιστα που μεγάλα
προγράμματα με κονδύλια της Ε.Ε. προορίζονται για τη συγγραφή βιβλίων που
τουλάχιστον θα σέβονταν το πολιτισμικό υπόβαθρο αυτών των μαθητών».
Στο κλίμα αυτό, οι δάσκαλοι ζητούν την άμεση ανάκληση των ρατσιστικών εντολών
του υπουργείου και την άμεση επαναλειτουργία και στήριξη των τάξεων υποδοχής,
που ήρθε πια ο καιρός να μετατραπούν σε τάξεις πραγματικής αποδοχής των
«άλλων» παιδιών.
(Ελευθεροτυπία, 2/11/2003)
www.iospress.gr ΣΥΝΕΧΕΙΑ ΣΤΟ ΔΕΥΤΕΡΟ ΜΕΡΟΣ |