ΣΤΡΑΤΟΠΕΔΑ ΠΡΟΣΦΥΓΩΝ ΣΤΗ ΝΕΑ ΕΕ
Ανθρώπινες ασπίδες στα σύνορα
ΠΡΩΤΟ ΜΕΡΟΣ
1. / 2.
Κατασκευαστικός οργασμός στα νέα εξωτερικά σύνορα της Ευρώπης. Με νέα στρατόπεδα
συγκέντρωσης επιχειρεί η ΕΕ των 25 να αντιμετωπίσει το κύμα προσφύγων που
δημιουργούν οι εισβολές και οι πόλεμοι. Για τη λύση της ειρήνης δεν μιλάει
κανείς.
Η ευφορία που συνόδευσε την τελετή διεύρυνσης της
Ευρωπαϊκής Ενωσης άφησε στη σκιά πολλές πλευρές της νέας πραγματικότητας που
ζούμε ως πολίτες της νέας αυτής υπερεθνικής οντότητας. Μια από αυτές τις αλλαγές
είναι το κτίσιμο στρατοπέδων συγκέντρωσης για τους πρόσφυγες σε όλο το μήκος των
νέων εξωτερικών συνόρων της ΕΕ. Χάρη στις μελέτες ειδικών επιστημόνων -όπως ο
Χέλμουτ Ντίτριχ του Ινστιτούτου Κοινωνικών Ερευνών του Αμβούργου- γνωρίζουμε
σήμερα ότι αυτά τα στρατόπεδα αποτελούν πρόπλασμα μιας νέας πολιτικής της ΕΕ
απέναντι στους πρόσφυγες και τους μετανάστες. Οι νέες χώρες χρησιμοποιούνται ως
κριός για την εφαρμογή αυτής της νέας πολιτικής.
- Στις 23 Σεπτεμβρίου του 2001, δύο βδομάδες πριν από την επίθεση των ΗΠΑ στο
Αφγανιστάν, το υπουργείο Εσωτερικών της Ουγγαρίας διέταξε τον εγκλεισμό όλων των
προσφύγων από το Αφγανιστάν που βρίσκονταν στη χώρα και είχαν υποβάλει αίτηση
χορήγησης ασύλου. Συγκεντρώθηκαν τελικά 812 Αφγανοί και κλείστηκαν στο
στρατόπεδο συγκέντρωσης της πόλης Ντέμπρετσεν, λίγα χιλιόμετρα από τα σύνορα με
τη Ρουμανία. Η ουγγρική αστυνομία συνόρων σφράγισε το στρατόπεδο και επέβαλε
στους πρόσφυγες απαγόρευση εξόδου. Σε προκήρυξή τους οι έγκλειστοι Αφγανοί
διαμαρτύρονταν για τις συνθήκες κράτησής τους: «Ελπίζαμε ότι η Ουγγαρία θα μας
προστάτευε, αλλά μας έριξαν στη φυλακή. Αποδράσαμε από τις φυλακές των Ταλιμπάν
και ζητούμε την ελευθερία μας!» Μετά από δυο βδομάδες ήρθε νέα διαταγή: όλοι οι
Αφγανοί θα μεταφέρονταν σε άλλο στρατόπεδο συγκέντρωσης, στο εσωτερικό της
χώρας, σε μια παλιά στρατιωτική βάση, κοντά στο χωριό Καλότσα. Αντέδρασαν όμως
οι κάτοικοι της περιοχής, με το επιχείρημα ότι είναι δίπλα και το μοναδικό
εργοστάσιο ατομικής ενέργειας της χώρας και η παρουσία των «επικίνδυνων» και
«ύποπτων» Αφγανών έβαζε σε μεγάλο κίνδυνο «μαζικής καταστροφής» όλη την περιοχή.
Η ουγγρική κυβέρνηση υποχρεώθηκε να αναδιπλωθεί και αναθεώρησε την απόφαση της
μετατόπισης των προσφύγων. Το στρατόπεδο των συνόρων συνέχισε να λειτουργεί.
Οπως αποδείχτηκε εκ των υστέρων, υπήρχαν και ντιρεκτίβες ευρωπαϊκές που
ευνοούσαν την παραμονή του στρατοπέδου στα σύνορα.
- Μια παρόμοια ιστορία συνέβη στην Πολωνία την ίδια περίοδο. Οι περισσότεροι
πρόσφυγες που φτάνουν στη χώρα και υποβάλλουν αίτηση για άσυλο -μετά από την
εξέτασή τους που διενεργείται στη Βαρσοβία- μεταφέρονται στην περιοχή Πόντλαχ,
δίπλα στα εξωτερικά σύνορα της ΕΕ προς την Λευκορωσία. Εκεί στο Πόντλαχ έχουν
στηθεί σχεδόν όλα τα στρατόπεδα συγκέντρωσης προσφύγων της χώρας. Την περιοχή
βαραίνει η μαύρη ανάμνηση τοποθεσιών όπως το Γιεντβάμπνε, όπου το καλοκαίρι του
1941 δολοφονήθηκε μαζικά ο εβραϊκός πληθυσμός από το γερμανικό στρατό και τους
ντόπιους συνεργάτες του. Η περιοχή είναι αραιοκατοικημένη και επί δεκαετίες
αποτελούσε το βασικό πεδίο ασκήσεων του πολωνικού στρατού. Οταν αποφασίστηκε να
τοποθετηθούν εκεί τα στρατόπεδα των προσφύγων, διαπιστώθηκε ότι η παρουσία του
στρατού είχε μείνει βαθιά χαραγμένη στο Πόντλαχ. Το έδαφος είναι γεμάτο
ναρκοπέδια, υπολείμματα πυρομαχικών και έχει υποστεί χημική μόλυνση. Το
Φεβρουάριο του 2003 αποφασίστηκε η μεταφορά 300 Τσετσένων προσφύγων στη
στρατιωτική βάση Τσέρβονι Μπορ που βρίσκεται σ’ αυτή την περιοχή. Οι συνθήκες
εγκλεισμού είναι άθλιες.
Τα δύο αυτά παραδείγματα δεν αποτελούν δυστυχώς εξαίρεση στον κανόνα ούτε
προκύπτουν από τον υπερβάλλοντα ζήλο των τοπικών γραφειοκρατιών ενόψει της
εισδοχής των δύο κρατών στην ΕΕ. Μάλλον μαρτυρούν την κατεύθυνση της νέας
ευρωπαϊκής πολιτικής στον τομέα του ασύλου και της μετανάστευσης.
- Η Πολωνία και η Ουγγαρία αποτελούν τις δύο πιο εναρμονισμένες με την ΕΕ χώρες
στον τομέα της μεταναστευτικής πολιτικής και στην αντιμετώπιση των προσφύγων.
Ηδη από το 1990 έχουν αρχίσει να συνεργάζονται με τις αρχές της ΕΕ για τη
διαμόρφωση μιας αποδεκτής πολιτικής.
- Η ΕΕ έχει θέσει υπό την άμεση καθοδήγησή της για την εξαετία 2001-2006 την
πολιτική χορήγησης ασύλου και ίδρυσης στρατοπέδων για τους πρόσφυγες στις υπό
ένταξη χώρες. Σε όλες τις σημαντικές υπηρεσίες των χωρών αυτών τοποθετήθηκαν
ειδικοί σύμβουλοι από την ΕΕ. Στην Ουγγαρία, για παράδειγμα, στάλθηκαν μέσα στο
2001 150 σύμβουλοι για τα ζητήματα ασύλου και εξωτερικών συνόρων. Η κατασκευή
των στρατοπέδων, ο εξοπλισμός των νέων εξωτερικών συνόρων και η μετατόπιση
στρατευμάτων ή αστυνομικών δυνάμεων προς τα σύνορα για να παίξουν το ρόλο
συνοριοφύλακα, χρηματοδοτήθηκε γενναία από την ΕΕ. Το πρόγραμμα PHARE (Pologne-Hongrie,
Assistance a la Restructuration Economique) είναι το κύριο εργαλείο αυτής της
χρηματοδότησης.
- Πριν από τις συλλήψεις και τον εγκλεισμό των προσφύγων στην Ουγγαρία και την
Πολωνία προηγήθηκαν καμπάνιες εναντίον των προσφυγικών κυμάτων από το Αφγανιστάν
και την Τσετσενία. Η επίσημη δικαιολογία είναι ότι στις σχετικές στατιστικές
εμφανίζονται οι πρόσφυγες από το Αφγανιστάν, το Ιράκ, την πρώην Γιουγκοσλαβία
και (από το 2003) την Τσετσενία, ως οι πολυπληθέστεροι πρόσφυγες σε όλες τις
χώρες της διεύρυνσης, αλλά και στο σύνολο των βιομηχανικών κρατών. Ομως -όπως
παρατηρεί ο Ντίτριχ- «πρέπει κανείς να διαβάζει με κριτικό μάτι αυτή τη
στατιστική». Δεν περιλαμβάνει τις σημαντικότερες μεταναστευτικές κινήσεις της
περιόδου, αλλά μόνο εκείνες που εμφανίζονται να έχουν τελικό προορισμό τις
μητροπόλεις της Δύσης. Οσο για τους πρόσφυγες που διαθέτουν την επίσημη
ιδιότητα, αυτοί είναι ένα ελάχιστο ποσοστό στο σύνολο όσων μετακινούνται. Αυτό
κυρίως που ενοχλεί τις αρχές της ΕΕ είναι ο αυξανόμενος αριθμός των προσφύγων οι
οποίοι δεν αναγνωρίζονται μεν, αλλά δεν είναι δυνατόν και να απελαθούν εν ψυχρώ
στη χώρα προέλευσής τους εξαιτίας της κατάστασης που επικρατεί εκεί. Με τη
δημιουργία των στρατοπέδων στα εξωτερικά σύνορα επιδιώκεται να δημιουργηθεί ένας
μηχανισμός που θα διαχωρίζει τους «χρήσιμους» μετανάστες από εκείνους που πρέπει
να απελαύνονται ή έστω να παραμένουν φυλακισμένοι μέχρι να γίνει δυνατή η
απέλασή τους.
Με δυο λόγια, οι έμπειρες υπηρεσίες της Πολωνίας και της Ουγγαρίας φυλάκισαν στα
εξωτερικά σύνορα της ΕΕ ειδικές κατηγορίες προσφύγων, σε συνεργασία και με τη
χρηματοδότηση των αρμόδιων ευρωπαϊκών θεσμών. Κατά σύμπτωση, όλοι οι
εγκλεισθέντες προέρχονταν από περιοχές της υδρογείου, όπου διεξάγουν πολέμους οι
μεγάλες δυνάμεις. Οπως διαπιστώνουμε σε διπλανή στήλη, το ίδιο συμβαίνει σε όλες
τις νέες χώρες. Η νέα εξωτερική περίμετρος της ΕΕ σημαδεύεται από μια σειρά νέα
στρατόπεδα συγκέντρωσης προσφύγων. Το περιβόητο «φρούριο της ΕΕ» αποκτά πλέον τα
ορατά οχυρά του.
Τι είναι τα στρατόπεδα των συνόρων;
Αν θέλει κανείς να διαπιστώσει τα χαρακτηριστικά του νέου καθεστώτος για τους
πρόσφυγες που σημαίνουν αυτά τα στρατόπεδα των συνόρων πρέπει να αναφερθεί στους
«νεωτερισμούς» που εισάγουν αυτά τα στρατόπεδα:
- Στα στρατόπεδα των νέων ευρωπαϊκών χωρών συγκεντρώνονται αλλοδαποί που ζητούν
άσυλο από όλη την έκταση των χωρών αυτών. Ο τελικός στόχος είναι να μαζευτούν
όλοι όσοι ζητούν άσυλο στα σύνορα. Αυτή η συγκέντρωση συνοδεύεται από την
απαγόρευση κυκλοφορίας των προσφύγων στην υπόλοιπη επικράτεια. Πρόκειται για ένα
μέτρο που περιορίζει ασφυκτικά τη δυνατότητα των προσφύγων να διεκδικήσουν
νόμιμα άσυλο και να ακολουθήσουν τους διεθνείς κανόνες στη χώρα εισόδου.
- Οσοι εγκλείονται σ' αυτά τα στρατόπεδα των συνόρων κινδυνεύουν να χάσουν ακόμα
και την προσωρινή ιδιότητα του πρόσφυγα αν δοκιμάσουν να απομακρυνθούν για ψώνια
ή για να συναντήσουν κάποιον συγγενή. Στις περιοχές αυτές η επιτήρηση έχει
ανατεθεί εξολοκλήρου στις δυνάμεις των συνοριοφυλάκων, οι οποίοι έχουν απόλυτες
δικαιοδοσίες και όταν συλλαμβάνουν φυγάδες τους απελαύνουν εντός 48 ωρών. Ο
συλλαμβανόμενος αλλοδαπός δεν έχει τη δυνατότητα να απευθυνθεί σε κάποια
δικαστική αρχή για να παραμείνει στη χώρα. Πρόκειται για τις περιβόητες «επαναπροωθήσεις»,
τις οποίες γνωρίζουμε και εμείς στην Ελλάδα, όπως και όλες οι «παλιές»
ευρωπαϊκές χώρες. Το σύστημα των επαναπροωθήσεων προϋποθέτει ότι η γειτονική
χώρα στην οποία επαναπροωθείται ο πρόσφυγας κρίνεται ως «ασφαλές τρίτο κράτος».
Οι νέες ευρωπαϊκές χώρες θεωρούν «ασφαλή τρίτα κράτη» όσα βρίσκονται στην
εξωτερική τους περίμετρο. Γιατί όχι; Μήπως και η Ελλάδα δεν θεωρεί «ασφαλή» την
Τουρκία για τους Κούρδους ή για τους Ιρακινούς;
- Το προσόν των στρατοπέδων αυτών είναι ότι βρίσκονται σε μεγάλη απόσταση από
την κοινή γνώμη της Δυτικής Ευρώπης και δεν κινδυνεύουν να διαταράξουν την ήσυχη
συνείδηση των ευαίσθητων Ευρωπαίων.
- Οι συλλήψεις στο Ντέμπρετσεν και το Τσέρβονι Μπορ διενεργήθηκαν χωρίς
νομοθετική κάλυψη. Πρόκειται για εφαρμογή παράνομων αστυνομικών μέτρων.
- Κανείς δεν είναι σήμερα σε θέση να πει πόσο στρατικοποιημένες είναι ήδη αυτές
οι περιοχές ή πόσο μπορεί να εξελιχθούν στο άμεσο μέλλον.
Με τη διαμόρφωση αυτού του κλοιού των στρατοπέδων συγκέντρωσης στα νέα εξωτερικά
σύνορα επιδιώκεται ο διπλός στόχος: αφενός να παρεμποδιστούν οι ανεπιθύμητοι
πρόσφυγες ή μετανάστες να διεισδύσουν στο ευρωπαϊκό έδαφος, αφετέρου όσοι το
αποτολμήσουν να νιώθουν την άμεση απειλή ότι κινδυνεύουν να επαναπροωθηθούν σε
γειτονικές χώρες με συνοπτικές διαδικασίες, διοικητικές ή αστυνομικές. Η
Λευκορωσία και η Ρουμανία που είναι δύο από τις χώρες της νέας εξωτερικής
περιμέτρου της ΕΕ δεν διαθέτουν καμιά νομοθεσία προστασίας προσφύγων. Γι' αυτό
το λόγο η επαναπροώθηση προς αυτές τις χώρες διενεργείται στα κρυφά. Ομως ήδη η
Γερμανία επιχειρεί να «λύσει» αυτό το πρόβλημα. Δεν προτείνει, βέβαια, τη
βελτίωση της σχετικής νομοθεσίας και πολιτικής που εφαρμόζεται στις χώρες αυτές,
αλλά την τροποποίηση της ευρωπαϊκής νομοθεσίας σε τρόπο που να θεωρούνται ακόμα
κι αυτές «ασφαλή τρίτα κράτη». Ευτυχώς ακόμα δεν έχει επικρατήσει η πρόταση αυτή
της Γερμανίας, χάρη στην αντίδραση ορισμένων άλλων κρατών, καθώς και της Υπάτης
Αρμοστείας του ΟΗΕ για τους πρόσφυγες.
Στις περισσότερες νέες ευρωπαϊκές χώρες δημιουργείται μια νέα νομοθεσία για το
άσυλο και τους μετανάστες. Η τάση που επικρατεί σ' αυτές τις νέες νομοθετικές
προβλέψεις είναι να υποβάλλουν οι πρόσφυγες την αίτησή τους για άσυλο ήδη στα
σύνορα και να τους μεταφέρουν στη συνέχεια οι συνοριοφύλακες στα στρατόπεδα της
περιοχής. Περιττό να σημειώσουμε εδώ ότι μ' αυτό τον τρόπο βάζουμε το λύκο να
φυλάει τα πρόβατα, διότι το πρώτο μέλημα των συνοριοφυλάκων είναι να φροντίζουν
για όσες περισσότερες επαναπροωθήσεις και βέβαια δεν είναι οι κατάλληλοι
υπάλληλοι για να κρίνουν τη βασιμότητα ενός αιτήματος ασύλου.
Η βρετανική πρωτοβουλία
Μόλις άρχισε η αμερικανοβρετανική εισβολή στο Ιράκ υποβλήθηκε από τη βρετανική
κυβέρνηση μια νέα ολοκληρωμένη πρόταση για τα στρατόπεδα προσφύγων στην ΕΕ. Η
πρόταση με τον μεγαλεπήβολο τίτλο «Ενα νέο όραμα για τους πρόσφυγες» προβλέπει
εκτός από κέντρα υποδοχής προσφύγων κοντά στις εμπόλεμες ζώνες, την ίδρυση των
λεγομένων Transit Processing Centers (TCP) έξω από τις πύλες της νέας ΕΕ. Σ'
αυτά τα «κέντρα μεταγωγών» θα συγκεντρώνονται όλοι οι αλλοδαποί που θα
υποβάλλουν αίτηση ασύλου. Τη διεύθυνση των TCP θα αναλάβει μια νέα υπηρεσία
προσφύγων της ΕΕ, σε συνεργασία με την Υπάτη Αρμοστεία του ΟΗΕ και τον Διεθνή
Οργανισμό Μετανάστευσης. Ο στόχος είναι να μεταφερθούν σ' αυτά τα περιφερειακά
στρατόπεδα όλοι οι πρόσφυγες της ΕΕ. Μ' άλλα λόγια, ο σκοπός της προτεινόμενης
αυτής πολιτικής είναι να μαζευτούν όλοι οι πρόσφυγες είτε σε στρατόπεδα κοντά
στη χώρα προέλευσής τους είτε στα εξωτερικά σύνορα της ΕΕ.
Η βρετανική πρόταση υποστηρίζει ότι μέχρι σήμερα η ΕΕ δεν έχει κατορθώσει να
αποκτήσει ενιαία πολιτική στα ζητήματα του ασύλου και της μετανάστευσης, αν
εξαιρεθούν οι κανόνες που αφορούν τη βίζα. Η δημιουργία ενός δακτυλίου
στρατοπέδων στα εξωτερικά σύνορα και η θέσπιση ενός ειδικού ευρωπαϊκού
μηχανισμού θα εξασφαλίσει -κατά τη βρετανική πρόταση- τους όρους αυτής της
ενιαίας πολιτικής. Από τη συνεργασία με τον ΟΗΕ και τον ΔΟΜ θα εξασφαλίζει αυτή
η πολιτική την απαιτούμενη νομιμοποίηση και θα αντικρούσει τις αιτιάσεις των
υπερασπιστών των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.
Οπως διαπιστώνουμε, η βρετανική πρόταση δεν κάνει τίποτα άλλο από το να
θεωρητικοποιεί αυτό που ήδη περιγράψαμε ως υπαρκτή τάση στην πολιτική
μετανάστευσης και ασύλου της διευρυμένης ΕΕ. Ομως η ωμότητα της πρότασης
προκάλεσε αντιδράσεις στο εσωτερικό της Ενωσης και η βρετανική πρωτοβουλία
ανακόπηκε. Η Υπάτη Αρμοστεία του ΟΗΕ επιχείρησε να τροποποιήσει ελαφρά την
πρόταση. Σε μια άτυπη συνάντηση του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου υπουργών Εσωτερικών
που πραγματοποιήθηκε στη Βέροια στις 28 Μαρτίου 2003 ο Υπατος Αρμοστής Ρούντ
Λούμπερς αποδέχτηκε τη δημιουργία «κλειστών κέντρων», αλλά για τους
«οικονομικούς μετανάστες». Τις απαντήσεις στο αίτημα ασύλου θα δίνουν επιτόπου
οι αρχές της ΕΕ και σε δεύτερο βαθμό θα εξετάζουν τις αιτήσεις οι αρμόδιοι του
ΟΗΕ. Η μόνη διαφορά των προτάσεων Λούμπερς από τη βρετανική έμπνευση ήταν ότι τα
στρατόπεδα θα πρέπει να βρίσκονται εντός των τειχών της ΕΕ και όχι έξω από τις
πύλες της.
Αυτές οι τοποθετήσεις των αρμοδίων του ΟΗΕ ακούστηκαν ευλόγως ως συνηγορία στον
περιορισμό των δικαιωμάτων των προσφύγων. Η συνάντηση της Βέροιας έμεινε στην
πρόσφατη πολιτική ιστορία ως μια συντονισμένη προσπάθεια να αναθεωρηθούν
κατακτήσεις πολλών δεκαετιών στον τομέα των δικαιωμάτων. Η Υπάτη Αρμοστεία του
ΟΗΕ βγήκε από την υπόθεση βαριά τραυματισμένη, διότι εμφανίστηκε ως συνένοχος σ'
αυτή την αναθεώρηση. Οπως γράφει το ίδιο το επίσημο περιοδικό της, «η βλάβη
υπήρξε μεγάλη. Οι ειδικοί, οι εκπρόσωποι κυβερνήσεων και τα μέσα ενημέρωσης -για
να μη μιλήσουμε καθόλου για την κοινή γνώμη- έχασαν εντελώς τον μπούσουλα ποιος
είχε κάνει ποια πρόταση. Σ' αυτή την πολιτική καταστροφή δεν υπήρξε κανείς
νικητής» («Refugees», 132, 3/03).
Η αντιπαράθεση για τον τρόπο χειρισμού του ζητήματος στο εσωτερικό της ΕΕ
διαπερνά τον ίδιο τον ΟΗΕ. Οι θέσεις του Ρουντ Λούμπερς διατυπώθηκαν ανοιχτά σε
ένα συμβούλιο υπουργών της ΕΕ στο Δουβλίνο στις 22 Ιανουαρίου 2004: «Ορισμένα
από τα μελλοντικά κράτη της ΕΕ διαθέτουν μέχρι σήμερα μόλις 15 έως 20 υπαλλήλους
που ασχολούνται με τις αιτήσεις παροχής ασύλου. Μετά τη διεύρυνση της ΕΕ τον
Μάιο πρέπει να περιμένουμε μια κατάρρευση του συστήματος παροχής ασύλου σ’ αυτές
τις χώρες. Γι' αυτό το λόγο η υπηρεσία προσφύγων του ΟΗΕ προτείνει τη δημιουργία
ενός κεντρικού συστήματος διαχείρισης των αιτήσεων ασύλου σε κέντρα της ΕΕ, αντί
για διαδικασίες χορήγησης ασύλου σε κάθε κράτος χωριστά. Σε κεντρικά σημεία
υποδοχής θα μπορούσε να ελέγχει τις αιτήσεις των νεοεισερχομένων ειδικευμένο
προσωπικό από όλες τις χώρες της ΕΕ» (Frankfurter Rundschau, 23/01/04).
Αυτό σημαίνει ότι παρά την παράκαμψη της βρετανικής ιδέας, η πρόταση για μια
ενιαία και ταχεία διαδικασία «χειρισμού» των προσφύγων σε στρατόπεδα ή «κέντρα»
των συνόρων παραμένει κυρίαρχη. Οσο για την «κατάρρευση του συστήματος παροχής
ασύλου», η πραγματικότητα δεν επιβεβαιώνει αυτά τα επιχειρήματα. Στη Λετονία,
για παράδειγμα, εργάζονται ήδη 800 (και όχι 15-20) υπάλληλοι στις αρμόδιες
υπηρεσίες προσφύγων και μετανάστευσης.
Οσο κι αν επιχειρείται να συσκοτιστεί, η ουσία της υπό διαμόρφωση νέας
ευρωπαϊκής πολιτικής απέναντι στο άσυλο δεν είναι άλλη παρά μια προσπάθεια να
εξορκιστεί η πηγή του προβλήματος, δηλαδή η μαζική φυγή πληθυσμών από εμπόλεμες
περιοχές. Η ίδρυση των νέων στρατοπέδων στην ευρωπαϊκή περίμετρο και η
προσπάθεια να αναλάβει μια ενιαία κεντρική διοίκηση την αντιμετώπιση του
προσφυγικού προβλήματος προετοιμάζει την ευρωπαϊκή κοινή γνώμη σε μια νέα
πολιτική με διαστάσεις ανοιχτής εχθρότητας κατά των προσφύγων. Τα στρατόπεδα των
συνόρων δεν έχουν βέβαια ακόμα μεγάλο ειδικό βάρος, αλλά η συστηματική επιμονή
στην κατασκευή τους ενισχύει τη βεβαιότητα ότι αποτελούν πρόπλασμα αυτής της
νέας ευρωπαϊκής πολιτικής. Αν δεν κατορθώσουν οι οργανώσεις ανθρωπίνων
δικαιωμάτων να αντιδράσουν αποτελεσματικά, πολύ γρήγορα θα βρισκόμαστε μπροστά
στο τετελεσμένο: τη λειτουργία δηλαδή στα όρια της νέας Ευρώπης ενός συστήματος
"απαρτχάιντ" για τους πρόσφυγες και τους μετανάστες, το οποίο θα λειτουργεί
εκτός των κεκτημένων ανθρώπινων δικαιωμάτων και με τους όρους που θα επιβάλει η
παγκόσμια στρατηγική των μεγάλων δυνάμεων.
(Ελευθεροτυπία, 11/7/2004)
www.iospress.gr ΣΥΝΕΧΕΙΑ ΣΤΟ ΔΕΥΤΕΡΟ ΜΕΡΟΣ |