ΓΙΑΤΙ ΚΑΙΓΟΝΤΑΙ ΟΙ ΚΑΜΕΡΕΣ

 

Το νέο 1-1-4
 

Τι γίνεται όταν αυτοί που έχουν αναλάβει την επιβολή του νόμου και της τάξης γράφουν στα παλιά τους τ' άρβυλα τους νόμους, τις ατομικές ελευθερίες, τις ανεξάρτητες αρχές αλλά και τις δικαστικές αποφάσεις; Το άρθρο 120 του συντάγματός μας -το πάλαι ποτέ 114- μάς προσφέρει μια σαφή απάντηση.

 

Ποιος κυβερνά αυτόν τον τόπο; Το ερώτημα αποδίδεται, ως γνωστόν, στον Κωνσταντίνο Καραμανλή τον πρεσβύτερο, την επαύριο της δολοφονίας του Γρηγόρη Λαμπράκη. Το παρακράτος που ο ίδιος δημιούργησε πέντε χρόνια πιο πριν, με τη μορφή μιας «αφανούς επιτροπής» επιφορτισμένης με την πάση θυσία πάταξη του «κομμουνιστικού κινδύνου», μόλις είχε δείξει μέχρι πού μπορεί να φτάσει -κι ο «εθνάρχης» ετοιμαζόταν να το σκάσει στο Παρίσι, για να αποφύγει τις συνέπειες.

Παρόμοιο ερώτημα δεν φαίνεται, βέβαια, να διατυπώνεται από τον Κ. Καραμανλή το νεότερο. Το σκάνδαλο των υποκλοπών, που η ίδια η κυβέρνησή του αποκάλυψε πανηγυρικά πριν από δέκα μήνες, κουκουλώθηκε εσπευσμένα τη στιγμή που στο βάθος του τούνελ διαφάνηκαν ο ίδιος ο πρωθυπουργός και οι συνεννοήσεις της Ντόρας Μπακογιάννη με τη γνωστή μας κυρία Τάουνσεντ. 

Θα μπορούσε, βέβαια, να ισχυριστεί κανείς ότι το Vodafone-gate δεν ήταν παρά ένα στιγμιαίο αδίκημα, προϊόν της αγχώδους προσπάθειας των προολυμπιακών κυβερνήσεων να συμμορφωθούν όπως όπως με όποια επιταγή «ασφαλείας» τούς υπαγόρευε το καθεστώς μόνιμου εκβιασμού κάτω από το οποίο διατελούσε η χώρα την εποχή των Αγώνων του 2004. 

Δυστυχώς, τα πράγματα δεν είναι καθόλου έτσι. Το διαπιστώνουμε από την αντιμετώπιση που η κυβέρνηση Καραμανλή επιφυλάσσει στο δεύτερο μεγάλο σκάνδαλο που σχετίζεται με τους μηχανισμούς «ασφαλείας» που στήθηκαν στη χώρα μας ελέω Ολυμπιάδας. Κι εδώ δεν υπάρχουν ούτε «σκιές» ούτε άλλοι μυστηριώδεις παίκτες. Μόνη της η κυβέρνηση κάνει παιχνίδι, γράφοντας στα παλιά της τα παπούτσια κάθε θεσμό της συντεταγμένης πολιτείας που επιχειρεί να θέσει κάποια όρια στην παραβίαση της ιδιωτικής σφαίρας των πολιτών. 

Αναφερόμαστε φυσικά στις 293 κάμερες κλειστού κυκλώματος τηλεόρασης (CCTV) που στήθηκαν στην Αθήνα το 2004, στο πλαίσιο του συστήματος ασφαλείας C4I, και στις 49 κάμερες της ΕΛ.ΑΣ. που προϋπήρχαν και συνδέθηκαν με αυτό. Πρόκειται για ένα σύστημα παρακολούθησης που έχει τη δυνατότητα να καταγράφει ό,τι συμβαίνει μέχρι και σε απόσταση 2 χιλιομέτρων, «ακούγοντας» ταυτόχρονα ό,τι λέγεται σε απροσδιόριστη απόσταση. 

Από την Ολυμπιάδα...

**Η εγκατάσταση αυτού του πανοπτικού μηχανισμού νομιμοποιήθηκε το Μάιο του 2004 από την Αρχή Προστασίας Προσωπικών Δεδομένων σε προσωρινή βάση (για το διάστημα 1.7.-4.10.2004), με το σκεπτικό ότι «η ανάγκη για ασφαλή και επιτυχή τέλεση των Ολυμπιακών Αγώνων» είχε «προτεραιότητα» απέναντι στις όποιες επιφυλάξεις για την προστασία της ιδιωτικότητας των πολιτών. 

Ακόμη και τότε, ωστόσο, η Αρχή έθεσε μια σειρά όρους για τη λειτουργία των μηχανημάτων: οι κάμερες έπρεπε να «βλέπουν» μόνο σε ανοιχτούς χώρους (να μην κάνουν λήψεις από τις εισόδους ή από το εσωτερικό των σπιτιών) και να μην καταγράφουν τις συνομιλίες περιοίκων και περαστικών, οι πολίτες να προειδοποιούνται με πινακίδες για την επιτήρηση του χώρου, τα δε «δεδομένα» που θα συγκεντρώνονταν μ' αυτό τον τρόπο από τις υπηρεσίες ασφαλείας έπρεπε να καταστρέφονται μόλις περάσουν 7 μέρες.

**Ολα αυτά δεν ήταν, φυσικά, παρά ένα απλό φύλλο συκής. Στην έκθεσή της για το 2004 η ίδια η Αρχή παραδέχεται χωρίς περιστροφές (σ. 45) ότι «κατά την εκτέλεση των ελέγχων» του συστήματος «διαπιστώθηκε απόκλιση από τους ανωτέρω όρους, όπως έλλειψη πινακίδων ενημέρωσης και επιλογή ακατάλληλων ως προς το σκοπό επεξεργασίας, θέσεων εγκατάστασης συσκευών λήψης εικόνων». Υστερά από παρεμβάσεις της, η ΕΛ.ΑΣ. «ανταποκρίθηκε σε σχέση με την ανάρτηση ενημερωτικών πινακίδων». Εκανε όμως την πάπια όσον αφορά τις «ακατάλληλες» θέσεις των καμερών - που είναι και το σημαντικότερο.

**Με τους Ολυμπιακούς ν' ανήκουν πλέον στην ιστορία, οι διωκτικές αρχές προχώρησαν στα αναγκαία βήματα για την πανηγυρική μονιμοποίηση του συστήματος. Απέφυγαν, ωστόσο, να γνωστοποιήσουν επισήμως τις αληθινές τους προθέσεις. Το αρχικό αίτημά τους προς την Αρχή Προστασίας Προσωπικών Δεδομένων (4.10.2004) αφορούσε μονάχα το πολιτικά αθώο ζήτημα της αξιοποίησης των καμερών για τη «ρύθμιση της κυκλοφορίας». 

**Παρά τις αντιδράσεις μιας πλειάδας φορέων και των κομμάτων της αριστεράς, η Αρχή έδωσε στις 24 Νοεμβρίου το οκέι για 6 μήνες, επιβάλλοντας -ξανά- κάποιους όρους: ακινητοποίηση των καμερών, αφαίρεση των μικροφώνων, αποκλειστική πρόσβαση της Τροχαίας κι όχι άλλων υπηρεσιών της ΕΛ.ΑΣ. στα δεδομένα, απαγόρευση διαβίβασης δεδομένων σε τρίτους, καταστροφή των αρχείων μετά από 7 μέρες, απαγόρευση της λειτουργίας των καμερών εν ώρα διαδηλώσεων ή άλλων συναθροίσεων, απαγόρευση της χρησιμοποίησής τους για τη «διαπίστωση παραβατικών πράξεων άλλων από εκείνες που σχετίζονται με τη διαχείριση της κυκλοφορίας». 

...στις «συναθροίσεις»

Η απόφαση απαγόρευε, τέλος, τη «λειτουργία καμερών που είναι εγκαταστημένες σε δρόμους περιορισμένης κυκλοφορίας, πλατείες, πάρκα, πεζοδρόμους και χώρους συνάθροισης πολιτών (π.χ. εισόδους θεάτρων)», απαριθμώντας «ενδεικτικά» 32 τέτοιες κάμερες που έπρεπε να ξηλωθούν. 

**Ηταν προφανές ότι η «κουτοπονηριά» του κ. Βουλγαράκη (έκφραση που χρησιμοποίησε ο συνταγματολόγος Νίκος Αλιβιζάτος) πέτυχε μεν να κρατήσει σε λειτουργία τις κάμερες όχι όμως και να νομιμοποιήσει πλήρως τη χρήση τους. Ως εκ τούτου, έξι μήνες αργότερα το αίτημα της ΕΛ.ΑΣ. προς την Αρχή διευρύνεται (24.5.05): 

Εκτός από τον «πρωτογενή σκοπό» της ρύθμισης του κυκλοφοριακού, οι κάμερες καλούνται τώρα να εξυπηρετήσουν και τον «δευτερογενή σκοπό» της «ειδικής πρόληψης κι εξιχνίασης σοβαρών αξιόποινων πράξεων κατά τη διάρκεια συγκεντρώσεων ή συναθροίσεων» και την «προστασία ευπαθών κτιρίων (δημοσίων κτιρίων, πρεσβειών κ.λπ.)» από τους διαδηλωτές, με την «καταγραφή και διαβίβαση στις αστυνομικές, εισαγγελικές και δικαστικές αρχές» των σχετικών στοιχείων. 

* Σε τεχνικό επίπεδο, η ΕΛ.ΑΣ. ζητά την «άρση της απαγόρευσης που αφορά την οπτική γωνία λήψης» των πλάνων (ώστε να παρακολουθεί ακόμη και το εσωτερικό σπιτιών) και να έχουν πρόσβαση όχι μόνο η Τροχαία αλλά και άλλες υπηρεσίες.

* Παρ' όλο που τα σχετικά δημοσιεύματα του αστυνομικού ρεπορτάζ προεξοφλούσαν τη σχετική άδεια (π.χ. «Ε» 15.6.05 και «Απογευματινή» 28.7.05) και η κυβερνητική επιτροπή ενέκρινε νομοσχέδιο για την πλήρη επανενεργοποίηση του συστήματος όπως επί Ολυμπιακών (7.6.05), τελικά η Αρχή Προστασίας Προσωπικών Δεδομένων αρνήθηκε να δώσει τη σχετική εξουσιοδότηση, περιοριζόμενη στην ανανέωση της προηγούμενης άδειας για τη ρύθμιση της κυκλοφορίας (12.8.05). 

* Το υπουργείο Δημόσιας Τάξης προσέφυγε στο Συμβούλιο Επικρατείας, ζητώντας να απαλλαγεί από κάθε σχετικό περιορισμό όσον αφορά την ηλεκτρονική εποπτεία των δημόσιων χώρων (11.10.05). Σύμφωνα με το χουντικής έμπνευσης σκεπτικό της προσφυγής, όπως αυτό δημοσιεύθηκε στον αθηναϊκό τύπο, η «ασφάλεια» και η (υποτιθέμενη) «προστασία της ζωής» των πολιτών από την ΕΛ.ΑΣ. υπερτερούν «πρωταρχικώς έναντι παντός άλλου αγαθού» -των ατομικών ελευθεριών και δικαιωμάτων συμπεριλαμβανομένων... 

* Η εκδίκαση της υπόθεσης έχει προγραματιστεί για τα μέσα Ιανουαρίου. Η αρχική εισήγηση, πάντως, φαινόταν ν' αποδέχεται τη σολομώντεια λύση της Αρχής: ναι στις κάμερες για «ρύθμιση της κυκλοφορίας», όχι στην άμεση αξιοποίησή τους για φακέλωμα των διαδηλωτών («Ε» 3.5.06). Οσο για τις 32 κάμερες που η Αρχή είχε ζητήσει από το 2004 το ξήλωμά τους, αυτές, σύμφωνα με απόφαση του Τμήματος Αναστολών του ΣτΕ (8.5.06) παρέμειναν στις θέσεις τους χωρίς -επισήμως- να επιτρέπεται να λειτουργούν μέχρις ότου η ολομέλεια του δικαστηρίου αποφασίσει για την τύχη τους.


* Ολοι αυτοί οι περιορισμοί υφίστανται, όμως, στα χαρτιά -και μόνο σ' αυτά: Οταν στις 12 και 24 του περασμένου Μαΐου η Αρχή έκανε ξαφνικούς ελέγχους στο Θάλαμο Ελέγχου Παρακολούθησης & Ελέγχου Κυκλοφορίας (ΘΕΠΕΚ) της ΓΑΔΑ, διαπίστωσε ότι οι όροι που είχε επιβάλει για τη λειτουργία του συστήματος είχαν κανονικότατα γραφτεί στα υπηρεσιακά άρβυλα των ασφαλιτών: όχι μόνο δεν είχε εγκατασταθεί το προβλεπόμενο «λογισμικό απόκρυψης» στις 49 κάμερες που προϋπήρχαν του C4I και «ο χρόνος τήρησης των λαμβανομένων εικόνων υπερέβαινε τις 7 ημέρες», αλλά και 13 από τις 32 «σβηστές» κάμερες λειτουργούσαν κανονικότατα! 

Σοκαρισμένη από το κουρέλιασμα της αξιοπιστίας της, η Αρχή έσπευσε να επιβάλει στην ΕΛ.ΑΣ. το συγκλονιστικό πρόστιμο των... 3.000 ευρώ! 

Ο «πατριωτισμός των Ελλήνων»

Οσο για τον καθ' ύλην αρμόδιο υπουργό, αυτός είχε ήδη ξεκαθαρίσει τη θέση του: «Το κράτος έχει ξοδέψει πολλά χρήματα για να αγοράσει αυτά τα μηχανήματα και δεν είμαι τόσο γενναιόδωρος ώστε να τα πετάξω» («Βήμα» 23.5.06). Μπορούμε να είμαστε σίγουροι για την τύχη που οι «ζαρντινιέρες» του επιφυλάσσουν και στην κανονική απόφαση του ΣτΕ, όποια κι αν είναι τελικά αυτή.

Απέναντι σ' αυτό το απροκάλυπτο κουρέλιασμα κάθε νομιμότητας από κυβέρνηση και διωκτικές αρχές, μοναδική απάντηση δεν είναι άλλη από την ενεργοποίηση του ακροτελεύτιου άρθρου 120 του Συντάγματος - του ιστορικού 114 της προδικτατορικής περιόδου: «Η τήρηση του Συντάγματος επαφίεται στον πατριωτισμό των Ελλήνων, που δικαιούνται και υποχρεούνται να αντιστέκονται με κάθε μέσο εναντίον οποιουδήποτε επιχειρεί να το καταλύσει με τη βία». 

Αυτή η αντίσταση ήδη έχει πάρει πολλές μορφές. Από τους δικαστικούς αγώνες έγκριτων νομικών και άλλων ενεργών πολιτών της «Δημοκρατικής Συσπείρωσης για τις Λαϊκές Ελευθερίες» μέχρι πιο δυναμικές πρακτικές: σκέπασμα των καμερών με μαύρες κουκούλες (όπως έκανε το ΠΑΜΕ στις κάμερες της Ομόνοιας στις 2.7.04 και στο Περιστέρι στις 3.9.04), ξήλωμα των καλωδίων τους (όπως έκανε η δημοτική παράταξη του ΚΚΕ σε 26 σημεία της Θεσσαλονίκης στις 12.6.03), «τύφλωμα» των φακών τους με σπρέι (ΠΑΜΕ σε Ομόνοια-Πατήσια [3.9.04] και Πειραιά [8.9.04]), γκρέμισμα των στύλων (Αντιεξουσιαστική Κίνηση στη Θεσσαλονίκη 15.11.05, ΠΑΜΕ στη Φιλελλήνων 1.6.06).

Τη ριζικότερη απάντηση στη λειτουργία των καμερών την έχουν δώσει, ωστόσο, άτομα και συλλογικότητες του αντιεξουσιαστικού χώρου, με μια εκτεταμένη εκστρατεία καταστροφής της υποδομής του «ηλεκτρονικού χαφιεδισμού». Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία της ΕΛ.ΑΣ., μέχρι τα τέλη Νοεμβρίου 2006 είχαν καταστραφεί μ' αυτό τον τρόπο 180 κάμερες (ή ΚΑΦΑΟ) σε σύνολο 542. 

Δείγματα αυτής της καμπάνιας στο «επικοινωνιακό» επίπεδο (αφίσες, γκράφιτι κ.λπ.) παραθέτουμε στην εικονογράφηση του παρόντος άρθρου. 

Η σχετική εκστρατεία επενδύεται, όπως είναι φυσικό, με ένα ευρύτερο πολιτικοϊδεολογικό σκεπτικό -στην ουσία, όμως, όπως ακριβώς έγινε και με τις κάθε λογής λενινιστικές αντιστασιακές ομάδες επί χούντας, οι «εξτρεμιστές» έχουν αναλάβει να σώσουν την τιμή της -τύποις- φιλελεύθερης κοινωνίας μας από τους -εξίσου τύποις- φύλακες των θεσμών της. Παραβιάζοντας, φυσικά, την αντισυνταγματική «νομιμότητα» του μεταολυμπιακού μας κράτους, με τον ίδιο τρόπο που οι προπάτορές τους του 1-1-4 έσπαζαν στο πεζοδρόμιο τη «νομιμότητα» της μετεμφυλιακής αστυνομοκρατίας, των γκοτζαμάνηδων και των πιστοποιητικών κοινωνικών φρονημάτων...

Τα κόμματα της αντιπολίτευσης οφείλουν, ως εκ τούτου, να προτείνουν στη Βουλή την αμνήστευση όλων αυτών των «αδικημάτων» που ανάγονται στη συνταγματικά διατεταγμένη προστασία του δημοκρατικού πολιτεύματός μας από την προκλητική αυθαιρεσία του σκληρού πυρήνα των μηχανισμών ασφαλείας, δεσμευόμενα έτσι πανηγυρικά για τη μελλοντική στάση τους στο ζήτημα. Ο δε δημοκράτης πρόεδρος της Δημοκρατίας, μαζί με τους αγωνιστές του αντιδικτατορικού αγώνα, να καλέσει συμβολικά στη φετινή «Γιορτή της Δημοκρατίας» όσους έχουν διωχθεί με την κατηγορία της συμμετοχής σε καταστροφή κάμερας. Δεν νομίζουμε πως θα πάνε. Το κρίσιμο μήνυμα θα έχει, όμως, δοθεί.




Η προαναγγελία του Μεγάλου Αδελφού

Για να πούμε και του στραβού το δίκιο, η ηγεσία της Ελληνικής Αστυνομίας ουδέποτε έκρυψε ότι πρόθεσή της ήταν να αξιοποιήσει στο διηνεκές τα συστήματα παρακολούθησης που προμηθεύτηκε ελέω Ολυμπιάδας. Το διαπιστώνουμε π.χ. από τις επίσημες αφίσες που τύπωσε για την «επικοινωνιακή» προβολή της συμβολής της στους Αγώνες, και που μπορεί κανείς να δει μέχρι και σήμερα στην ιστοσελίδα του υπουργείου Δημόσιας Τάξης. 

Σε μια απ' αυτές, κάτω από το σύνθημα «Ασφάλεια για τους Αγώνες και για μετά», η εικόνα αστυνομικών που παρακολουθούν τις εκατοντάδες οθόνες του C4I συνοδεύεται από τη διαβεβαίωση πως «με τη λήξη των Ολυμπιακών Αγώνων η Ελληνική Αστυνομία θα διαθέτει ακόμη μεγαλύτερη εμπειρία, τεχνογνωσία, σύγχρονο εξοπλισμό και άρτια εκπαιδευμένο προσωπικό», με αποτέλεσμα να «αρχίζει μια νέα εποχή με περισσότερη ασφάλεια για όλους». Δεν μπορεί κανείς να ισχυριστεί ότι δεν μας είχαν προειδοποιήσει! 

* Το ίδιο ισχύει και για την επίσημη αλληλογραφία της ΕΛ.ΑΣ. με τις αρμόδιες αρχές. Ηδη από τις 26.2.2004, κατά την επίσημη ενημέρωση της Αρχής Προστασίας Προσωπικών Δεδομένων για τον σκοπό του όλου προγράμματος, η Διεύθυνση Ασφάλειας Ολυμπιακών Αγώνων (ΔΑΟΑ) «διευκρίνιζε» ότι «οι 293 κάμερες οι οποίες θα τοποθετηθούν στο οδικό δίκτυο της Αττικής πρόκειται να χρησιμοποιούνται και μετά τη λήξη της Επιχειρησιακής Φάσης των Ολυμπιακών Αγώνων». 

* Από δημοσίευμα της «Athens News» (16.8.02) που επικαλείται στο βιβλίο του ο καθηγητής Μηνάς Σαματάς γνωρίζουμε άλλωστε πως η εγκατάσταση αυτού του πανοπτικού συστήματος επιτήρησης όλων των δημόσιων χώρων του κέντρου της πρωτεύουσας αποτελούσε εισήγηση των βρετανικών υπηρεσιών ασφαλείας που ανέλαβαν τη χειραγώγηση της ΕΛ.ΑΣ. την επαύριο της δολοφονίας του Σόντερς. Η έκθεση που υποβλήθηκε από τη Σκότλαντ Γιαρντ ανέφερε επί λέξει ότι «υπάρχουν ιδιωτικά συστήματα κλειστών κυκλωμάτων τηλεόρασης στην Αθήνα, μαζί με άλλα "επίσημα συστήματα", π.χ. "διαχείρισης της κυκλοφορίας". Η ΕΛ.ΑΣ. πρέπει να δημιουργήσει μια αντιτρομοκρατική βάση δεδομένων από κλειστά κυκλώματα τηλεόρασης, στις ίδιες γραμμές με τη Βάση Δεδομένων IRIS του Λονδίνου [...] και να αναμειχθεί άμεσα στο σχεδιασμό και το στήσιμο των κλειστών κυκλωμάτων τηλεόρασης που θα εισαχθούν στην Αθήνα για τους Ολυμπιακούς Αγώνες του 2004» («Surveillance in Greece», σ. 104-5). Στόχος του μέτρου, πάντα κατά την έκθεση, θα ήταν «η καταγραφή των κινήσεων του κοινού». Τα εισαγωγικά στον χαρακτηρισμό των καμερών σαν «διαχείρισης της κυκλοφορίας» ανήκουν στην ίδια τη βρετανική υπηρεσία.

* Η προσεχής εγκατάσταση του συστήματος γνωστοποιήθηκε δημόσια την 1η Σεπτεμβρίου 2000, με πρωτοσέλιδο άρθρο των «Νέων» που υπέγραφε ο αστυνομικός συντάκτης Κώστας Χατζίδης. Ως στόχος του μέτρου αναφερόταν εκεί «η αποτελεσματικότερη αστυνόμευση, η καλύτερη ρύθμιση της κυκλοφορίας και κυρίως η αντιμετώπιση πιθανών τρομοκρατικών ενεργειών». Οσο για τους Ολυμπιακούς, αυτοί -κατά το δημοσίευμα- προσέφεραν απλώς την ευκαιρία: απελευθέρωσαν τα σχετικά κονδύλια κι «επιτρέπουν στους στρατηγούς της ΕΛ.ΑΣ. να τρίβουν τα χέρια τους από χαρά και να μιλούν για τη δική τους "αγορά του αιώνα"».




ΔΙΑΒΑΣΤΕ

Minas Samatas
«Surveillance in Greece. From anticommunist to consumer surveillance»
(Ν. Υόρκη 2004, εκδ. Pella). 
Η παρακολούθηση των πολιτών στη μεταπολεμική Ελλάδα ή η μετάβαση από το μετεμφυλιακό «κράτος των εθνικοφρόνων» στη σύγχρονη επιτήρηση από κάθε λογής μηχανισμούς, δημόσιους και «ιδιωτικούς». Ειδική -αλλά περιορισμένη- αναφορά στο κίνημα κατά των «καμερών κλειστού κυκλώματος».

Νίκος Αλιβιζάτος
«Οι κουτοπονηριές για τις κάμερες»
(«Τα Νέα», 27.9.2004). 
Προειδοποίηση του γνωστού συνταγματολόγου κι αντιπροέδρου της Ελληνικής Ενωσης για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου για τη «μεταολυμπιακή» χρήση των καμερών. Απαίτηση άμεσης απόσυρσής τους από τους δρόμους της πρωτεύουσας.
 


ΕΠΙΣΚΕΦΘΕΙΤΕ

Αρχή Προστασίας Προσωπικών Δεδομένων
Ο δικτυακός τόπος της καθ' ύλην αρμόδιας ανεξάρτητης αρχής περιέχει όλες τις αποφάσεις τις σχετικές με τις κάμερες «κλειστού κυκλώματος». 

Υπουργείο Δημόσιας Τάξης
Το επίσημο σάιτ του ΥΔΤ περιλαμβάνει μεταξύ άλλων και τη συλλογή αφισών που εξέδωσε για «επικοινωνιακούς λόγους» την εποχή της Ολυμπιάδας. Εκεί πληροφορούμαστε ότι οι κάμερες του C4I ήρθαν «για τους Αγώνες και για μετά» -κι ας λένε ό,τι θέλουν οι ανεξάρτητες αρχές και το ΣτΕ. Ενδιαφέρων επίσης είναι ο ρόλος που επιφυλάσσεται στην ΑΠΠΔ (ιστοσελίδα: «Ολυμπιακοί Αγώνες 2004 - Ερωτήματα για την Ασφάλεια»): «Η καταγραφή [από τις κάμερες] τυχόν αξιόποινων πράξεων αξιολογείται από τις Διωκτικές Αρχές και τη Δικαιοσύνη, ενώ η Αρχή Προστασίας Προσωπικών Δεδομένων εξασφαλίζει ότι η ανθρώπινη αξιοπρέπεια, η ιδιωτική ζωή και η ελεύθερη ανάπτυξη της προσωπικότητας προστατεύεται και δεν παραβιάζεται από τη λειτουργία των κλειστών κυκλωμάτων τηλεόρασης».


 

 

Ελευθεροτυπία, 6/1/2007

 

www.iospress.gr