Η ΔΟΛΟΦΟΝΙΑ ΕΝΟΣ ΜΕΤΑΝΑΣΤΗ ΚΑΙ Ο ΡΟΛΟΣ ΤΗΣ ΕΛ.ΑΣ.
 

Το κόστος μιας ζωής

 

Πόσο κοστίζει για την ελληνική αστυνομία η ζωή ενός μετανάστη; Ο Λ. Μπερντελίμα από την Αλβανία έχασε τη ζωή του το καλοκαίρι των Ολυμπιακών Αγώνων σε μια υπόθεση στην οποία εμπλέκεται, σύμφωνα με καταγγελίες, και αστυνομικός. Αποτέλεσμα; Η προανακριτική διαδικασία... διήρκεσε δυόμισι ολόκληρα χρόνια. 

 


Το καλοκαίρι του 2004 ένας οικονομικός μετανάστης από την Αλβανία έχασε τη ζωή του επειδή είχε την ατυχία να βρεθεί στο δρόμο κάποιων εγχώριων νταήδων.

Τρία χρόνια μετά, εκφράζεται η ανησυχία ότι η στυγερή δολοφονία δεν πρόκειται να διαλευκανθεί και ότι οι δράστες δεν πρόκειται να τιμωρηθούν: οι φίλοι του θύματος και αυτόπτες μάρτυρες του επεισοδίου φοβούνται να καταθέσουν, ο ένας από τους δράστες δεν έχει ακόμη εντοπιστεί, ενώ η υποψία της συγκάλυψης βαρύνει ήδη την ελληνική αστυνομία.

Ας προσπαθήσουμε να ανασυστήσουμε τα γεγονότα, όπως προκύπτουν από τις αφηγήσεις των αυτόπτων μαρτύρων και όπως -και όσο- μπορούν να αποκρυπτογραφηθούν από την πορεία μιας εξαιρετικά αργόσυρτης προανακριτικής διαδικασίας:

*Το μεσημέρι της 11ης Αυγούστου 2004, τρεις μετανάστες από την Αλβανία, ο Λουάν Μπερντελίμα, ο Ι. Σ. και ο Β. Ντ., κάθονται σε ένα τραπέζι έξω από πιτσαρία στην περιοχή Αμπελοκήπων, πολύ κοντά στο κτίριο της ΓΑΔΑ στη λεωφόρο Αλεξάνδρας.

*Λίγο αργότερα, ο ένας από τους τρεις φίλους, ο Λουάν Μπερντελίμα, 36 ετών, θα μεταφερθεί με ασθενοφόρο του ΕΚΑΒ στο νοσοκομείο ΚΑΤ βαρύτατα τραυματισμένος, σχεδόν ετοιμοθάνατος.

*Διαπιστώνοντας την κρισιμότητα της κατάστασής του, οι γιατροί του ΚΑΤ τον τοποθετούν σε Μονάδα Εντατικής Θεραπείας του νοσοκομείου.

*Εκεί, ο Μπερντελίμα θα παραμείνει υποστηριζόμενος μηχανικά έως τις 25 Αυγούστου, 13.20' το μεσημέρι, οπότε θα χάσει τη μάχη με τη ζωή.

Ενας θάνατος, μια μήνυση

Σύμφωνα με την ιατρική γνωμάτευση (18 Αυγούστου), «ο ασθενής εισήχθη στη Νευροχειρουργική Κλινική στις 11 Αυγούστου πάσχων από κρανιοεγκεφαλική κάκωση συνεπεία αναφερόμενου ξυλοδαρμού. Υποβλήθηκε σε αξονική τομογραφία εγκεφάλου, η οποία ανέδειξε επισκληρίδιο αιμάτωμα δεξιά, θλάση δεξιά μετωπιαία, διάχυτο οίδημα και μετατραυματική υπαραχνοειδή αιμορραγία. Ο ασθενής διασωληνώθηκε, τοποθετήθηκε καθετήρας μέτρησης ενδοκρανίου πιέσεως και διακομίσθηκε στη Μονάδα Εντατικής Θεραπείας στις 12 Αυγούστου».

*Λίγες ημέρες αργότερα, στις 24 Αυγούστου, οι υπεύθυνοι της Μονάδας Εντατικής Θεραπείας σημειώνουν ότι «ο ασθενής Μπερντελίμα Λουάν εισήχθη στη ΜΕΘ Β' μετά από αναφερόμενο ξυλοδαρμό στις 12.08.04 διασωληνωμένος από το Τμήμα Επειγόντων Περιστατικών», καθώς και ότι «παραμένει σε βαριά κατάσταση, διασωληνωμένος σε καταστολή και μηχανική υποστήριξη της αναπνοής».

*Σε «κρανιοεγκεφαλική κάκωση με εκτεταμένο μικρού πάχους υποσκληρίδιο αιμάτωμα μέτωπο-κρόταφο-βρεγματικά, θλάση μετωπιαίου λοβού, υπαραχνοειδή αιμορραγία και κάταγμα κάτω γνάθου» αναφέρεται και η «Αναγγελία Θανάτου», με την οποία ο υπεύθυνος της μονάδας θα ζητήσει στις 26 Αυγούστου από τις αρμόδιες αρχές τη διενέργεια νεκροψίας-νεκροτομής για τη διαπίστωση της αιτίας του θανάτου του Λουάν Μπερντελίμα.

*Την επομένη, 27 Αυγούστου, διενεργείται η νεκροψία, σύμφωνα με την οποία η αιτία θανάτου υπήρξαν «βαριές κρανιοεγκεφαλικές θλαστικές κακώσεις». «Φέρεται ως ανθρωποκτονία», συμπληρώνει στην έκθεσή του ο ιατροδικαστής.

*Στις 26 Αυγούστου, ημέρα του θανάτου του Λουάν Μπερντελίμα, ο Β. Ντ., ο ένας από τους δύο φίλους του και αυτόπτες μάρτυρες του επεισοδίου που του στοίχισε τη ζωή, καταθέτει μήνυση κατά του Ι. Λ. και κατά ενός ακόμη ατόμου, αγνώστων στοιχείων, άμεσου συνεργού του πρώτου.

*Στη μήνυση περιλαμβάνεται μια πρώτη εξιστόρηση των γεγονότων που οδήγησαν στη δολοφονία του Λουάν Μπερντελίμα. Σύμφωνα με την αφήγηση του Β. Ντ., οι τρεις μετανάστες κάθονταν το απομεσήμερο της 11ης Αυγούστου σε πιτσαρία των Αμπελοκήπων, όταν ένα νεαρό ζευγάρι βγήκε από την πολυκατοικία και πέρασε μπροστά τους. Ο άνδρας, ο οποίος είναι ο πρώτος μηνυόμενος, θεώρησε ότι η παρέα τον κοίταξε περίεργα την κοπέλα και τον ίδιο και τους ζήτησε το λόγο με υβριστικό τρόπο.

Η παρουσία αστυνομικών

Εκείνοι αντέκρουσαν τον ισχυρισμό του και ο νεαρός έφυγε απειλώντας τους ότι θα τους κάνει να μετανιώσουν που πάτησαν το πόδι τους στην Ελλάδα. Οι τρεις φίλοι θεώρησαν το επεισόδιο λήξαν και συνέχισαν την κουβέντα τους. Λίγο αργότερα, ο Λουάν πετάχτηκε στο περίπτερο για τσιγάρα.

*Την ώρα που επέστρεφε εμφανίστηκαν ξαφνικά μπροστά του ο πρώτος μηνυόμενος, ο άνδρας που είχε διαπληκτιστεί με τους μετανάστες, καθώς και ένας άλλος άνδρας τεραστίων διαστάσεων που επέβαινε σε μοτοσικλέτα μεγάλου κυβισμού. Ο δεύτερος αυτός άνδρας φορούσε αλεξίσφαιρο γιλέκο με γραμμένη τη λέξη Police και μπλε μπλούζα όμοια με εκείνη των αστυνομικών, στο μανίκι του δε, έφερε σήμα παρόμοιο με εκείνο της αστυνομίας.

*Οι δύο επιτέθηκαν στον Λουάν Μπερντελίμα και ο μοτοσικλετιστής τον χτύπησε από πίσω στο κεφάλι, ενώ ο άλλος τον έβριζε με χυδαίο τρόπο. Ο Μπερντελίμα έπεσε αναίσθητος στο οδόστρωμα που πλημμύρισε αίμα, ενώ οι δύο εξαφανίστηκαν προτού προλάβει κανείς να αντιδράσει.

Οπως σημειώνει στη μήνυσή του ο Β. Ντ., οι φίλοι του νεκρού πλέον Μπερντελίμα πληροφορήθηκαν ότι ο πρώτος μηνυόμενος και ο συνεργός του είναι μπράβοι και πουλάνε προστασία σε καταστήματα και οίκους ανοχής, ο πρώτος μάλιστα δημιουργεί με το παραμικρό ανάλογες καταστάσεις.

Είναι ήδη προφανές ότι το επεισόδιο που οδήγησε στο θάνατο ενός ανθρώπου έγινε ορατό στις αρμόδιες αρχές χάρη στη μήνυση που κατέθεσε ο Β. Ντ. αμέσως μόλις ο βαρύτατα τραυματισμένος φίλος του έχασε τη μάχη με τη ζωή. Ετσι, στις 26 Αυγούστου ανατίθεται στο Τμήμα Ασφαλείας Κηφισιάς η διενέργεια προκαταρκτικής εξέτασης «προκειμένου, πλην των άλλων, να διαπιστωθούν τα πλήρη στοιχεία ταυτότητας των μηνυομένων».

Η διαδικασία που θα ακολουθηθεί θα αποδειχθεί αργή και σε μεγάλο βαθμό αναποτελεσματική, παρά το γεγονός ότι οι πρώτες μαρτυρικές καταθέσεις επιβεβαιώνουν στα βασικά της σημεία την αφήγηση του Β. Ντ.

Καθώς τα στοιχεία του πρώτου από τους μηνυόμενους, του Ι. Λ., ήταν δεδομένα (διέμενε στην πολυκατοικία στο ισόγειο της οποίας βρίσκεται η πιτσαρία και ήταν γνωστός σε μάρτυρες), το ζήτημα ήταν να εντοπιστεί ο φερόμενος ως συνεργός του.

Ευθύς εξαρχής, στην υπόθεση θα εμπλακούν ως μάρτυρες και ορισμένοι αστυνομικοί: ένας συνοριοφύλακας, ο οποίος την ώρα του επεισοδίου εκτελούσε υπηρεσία ως σκοπός στο Αστυνομικό Μέγαρο της Αλεξάνδρας, δηλώνει ότι πληροφορήθηκε τα γεγονότα από συνάδελφό του, οδηγό ανώτατου αξιωματικού, που του είπε ότι υπήρξε αυτόπτης μάρτυρας του επεισοδίου, συγκράτησε μάλιστα τον αριθμό της μοτοσικλέτας του δράστη. Σύμφωνα με την κατάθεσή του, ο συνοριοφύλακας έσπευσε και ο ίδιος στο σημείο που του υπέδειξε ο συνάδελφός του και διαπίστωσε ότι βρίσκονταν ήδη εκεί και άλλοι ένστολοι αστυνομικοί.

Από την πλευρά του, ο αστυνομικός που δηλώνει αυτόπτης μάρτυρας των γεγονότων κατέθεσε ότι είναι οδηγός ανώτατου στελέχους της αστυνομίας και ότι την ώρα που άφηνε την ιδιωτική του μηχανή στο πάρκινγκ δίπλα στο Αστυνομικό Μέγαρο για να παραλάβει το υπηρεσιακό αυτοκίνητο είδε σε απόσταση λίγων μέτρων έναν τριαντάχρονο γεροδεμένο άνδρα με μπεζ μπλούζα και σκούρο παντελόνι πάνω σε μηχανή να συνομιλεί με έναν άλλον, επίσης γεροδεμένο, άνδρα που φορούσε αθλητική μπλούζα.

Εκείνη τη στιγμή πέρασε μπροστά τους ένας Αλβανός. Ο δεύτερος άνδρας του είπε κάτι, ενώ ο πρώτος κατέβηκε από τη μηχανή και τον χτύπησε με γροθιά στο πρόσωπο. Το θύμα έπεσε στο έδαφος και χτύπησε το κεφάλι του στο οδόστρωμα. Ο αστυνομικός ισχυρίζεται ακόμη ότι έτρεξε κοντά τους, αλλά ο άνδρας που χτύπησε τον Αλβανό ανέβηκε στη μηχανή του και εξαφανίστηκε, όπως τον προέτρεπε και ο φίλος του.

Πλησιάζοντας, ο αστυνομικός ρώτησε τον άνδρα με την αθλητική μπλούζα γιατί χτύπησαν το θύμα κι εκείνος του είπε με άγριο ύφος: «Είδες να τον χτυπάμε;». Στη συνέχεια, ο αστυνομικός διατείνεται ότι, βλέποντας ότι ο Αλβανός ήταν σε άσχημη κατάσταση έφυγε για να ειδοποιήσει του γιατρούς που βρίσκονταν στο Αστυνομικό Μέγαρο, αλλά και για να σημειώσει τον αριθμό της μοτοσικλέτας στην οποία επέβαινε ο δράστης.

Την ώρα που έφευγε είδε ότι είχε μαζευτεί κόσμος, καθώς και ότι είχαν φτάσει και άλλοι αστυνομικοί. Τη στιγμή εκείνη ήρθε και το ΕΚΑΒ και έτσι θεώρησε ότι θα είχε ειδοποιηθεί και η αστυνομία. Ο ίδιος κατευθύνθηκε προς το Αστυνομικό Μέγαρο όπου ενημέρωσε το σκοπό και σημείωσε τον αριθμό της μοτοσικλέτας στο βιβλίο της σκοπιάς.

Ο τρόμος των μαρτύρων

Από τα αρχικά αυτά δεδομένα της υπόθεσης είναι ήδη σαφές ότι, παρά τη σοβαρότητα του επεισοδίου, και παρά το γεγονός ότι όλοι οι παρόντες αντιλήφθηκαν αμέσως ότι η κατάσταση του θύματος ήταν ήδη απελπιστική, κανείς από τους παρευρισκόμενους αστυνομικούς δεν θεώρησε σκόπιμο να ασχοληθεί με τους δράστες, να τους ζητήσει έστω τα στοιχεία τους. Εκτός αυτού, σύντομα θα αποδεικνυόταν ότι ο αριθμός κυκλοφορίας της μοτοσικλέτας που σημείωσε ο αστυνομικός ήταν λανθασμένος, οπότε δεν ήταν δυνατό να οδηγήσει στον εντοπισμό του δράστη, ενώ από τις καταθέσεις των συγγενών τόσο του θύματος όσο και των δύο φίλων του θα γίνει τους επόμενους μήνες φανερό ότι οι δύο βασικοί αυτόπτες μάρτυρες βρίσκονταν πλέον στην Αλβανία φοβούμενοι για τη ζωή τους.

Σύμφωνα με τις καταθέσεις αυτές, ο ένας από τους δύο αλβανούς μάρτυρες, ο Ι. Σ., είχε δεχθεί απειλές από δύο άτομα που τον κυνήγησαν στο μετρό. Τα άτομα αυτά παρουσιάστηκαν ως αστυνομικοί. Είναι χαρακτηριστικό ότι στις ίδιες αυτές καταθέσεις συγγενικών προσώπων, οι δύο βασικοί μάρτυρες εμφανίζονται να μη συμφωνούν ως προς το κατά πόσον ο δράστης ήταν αστυνομικός.

Επίσης, σε κατάθεσή του που έδωσε στις αρχές του 2005 στην Κακαβιά, ο μηνυτής Β. Ντ. φέρεται να ανασκευάζει την αρχική περιγραφή του δράστη και να αποδίδει στο φίλο του Ι. Σ. τη θέση ότι ο νταής με τη μοτοσικλέτα ήταν αστυνομικός.

Οπως και να έχει, γεγονός είναι ότι οι δύο βασικοί μάρτυρες της υπόθεσης φοβούνται για τη ζωή τους. Ο ένας από αυτούς αρνήθηκε ακόμη και να μιλήσει στο τηλέφωνο με συγγενή πρώτου βαθμού του θύματος, ενώ το ίδιο συμπέρασμα προκύπτει και από την κατά πολύ μεταγενέστερη σχετική ενημέρωση των ελληνικών από τις αλβανικές αρχές (Βλ. σε διπλανή στήλη την πρόσφατη δήλωση των δύο βασικών μαρτύρων.)

Στο κλίμα αυτό, η προανακριτική διαδικασία συνέχισε να κωλυσιεργεί ανεπίτρεπτα. Ο καιρός περνούσε και κομβικά σημεία της υπόθεσης παρέμεναν αδιερεύνητα: σημαντικοί μάρτυρες δεν είχαν αναζητηθεί, οι τηλεφωνικές επαφές του Ι. Λ. την ημέρα της δολοφονίας δεν είχαν ελεγχθεί, ακόμη και η κοπέλα που τον συνόδευε και προκάλεσε, υποτίθεται, τα σχόλια της παρέας των μεταναστών δεν είχε ακόμη εντοπιστεί.

Παρακολουθώντας την υπόθεση στην εξέλιξή της, αποκομίζει κανείς τη βεβαιότητα ότι αν δεν είχε υπάρξει η μήνυση του φίλου του θύματος, η δολοφονία του άτυχου μετανάστη θα είχε περάσει κυριολεκτικά απαρατήρητη. Παράδοξη διαπίστωση, τη στιγμή που αστυνομικοί δηλώνουν παρόντες στο τραγικό συμβάν, ενώ συνάδελφός τους εμφανίζεται σύμφωνα με ορισμένες καταθέσεις να εμπλέκεται άμεσα στη δολοφονική επίθεση κατά του Λουάν Μπερντελίμα. Σε αστυνομικούς αποδίδουν το θάνατο του μετανάστη και αλβανικές εφημερίδες εκείνων των ημερών.

Ευθύνες στην αστυνομία

Στο διάστημα αυτό, η ηγεσία της αστυνομίας δεν έκρινε ότι όφειλε έστω να εκδώσει κάποια ανακοίνωση.

Αντίδραση δεν υπήρξε από την πλευρά της ούτε όταν η Διεθνής Αμνηστία περιέλαβε σχετική καταγγελία στην έκθεσή της προς την Επιτροπή Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του ΟΗΕ: κατά τις τοποθετήσεις της ελληνικής αντιπροσωπείας που ακολούθησαν τον Μάρτιο του 2005, δεν υπήρξε αντίκρουση της συγκεκριμένης καταγγελίας, σε αντίθεση με άλλες αντίστοιχες καταγγελίες της Διεθνούς Αμνηστίας και του Ελληνικού Παρατηρητηρίου των Συμφωνιών του Ελσίνκι (ΕΠΣΕ).

*Ενα σχεδόν χρόνο μετά τη δολοφονία του Λουάν Μπερντελίμα, η υπόθεση φτάνει στη δημοσιότητα με δύο ρεπορτάζ του Κ. Χατζίδη στο «Βήμα» (24 και 30.7.2005). Στα δημοσιεύματα απαριθμούνταν οι ασύγγνωστες παραλείψεις της ΕΛ.ΑΣ. κατά τη διερεύνηση της υπόθεσης και υποστηριζόταν ότι αστυνομικοί αποδίδουν σε άνωθεν παρέμβαση την υποτονική ενασχόλησή τους με το θέμα.

Για επιτάχυνση των διαδικασιών μιλούσε στο δεύτερο, κατά σειρά, δημοσίευμα ο αρχηγός της ΕΛ.ΑΣ., εμφανιζόταν, ωστόσο, βέβαιος ότι «δεν προκύπτει καμία συμμετοχή αστυνομικού». «Προφανώς υπήρξε παρανόηση», προεξοφλούσε ο κ. Γ. Αγγελάκος, «καθώς στο σημείο της συμπλοκής λίγο μετά έσπευσε ειδικός φρουρός, ο οποίος εκείνη τη στιγμή βρισκόταν στο κτίριο της ΓΑΔΑ».

*Με επιστολή του προς τον τότε υπουργό Δημόσιας Τάξης Γ. Βουλγαράκη το Ελληνικό Παρατηρητήριο των Συμφωνιών του Ελσίνκι (ΕΠΣΕ), το οποίο στο μεταξύ είχε αναλάβει τη νομική εκπροσώπηση των συγγενών του Λουάν Μπερντελίμα, εξέφραζε την ίδια εποχή απορία για το γεγονός ότι τόσον καιρό μετά τα τραγικά γεγονότα η υπόθεση βρισκόταν ακόμη στο στάδιο της προανάκρισης από το Τμήμα Εγκλημάτων κατά Ζωής της ΓΑΔΑ και ζητούσε την άμεση παραπομπή του φακέλου στην εισαγγελία προκειμένου να ανατεθεί η ανάκριση σε δικαστικό «με δεδομένη την καταγγελλόμενη εμπλοκή αστυνομικού και του υπουργείου» (24.7.2005).

*Ανάλογου περιεχομένου επιστολή απηύθυνε την ίδια ημέρα το ΕΠΣΕ στον εισαγγελέα, καλώντας τον να ζητήσει από το Τμήμα Εγκλημάτων κατά Ζωής να παραπέμψει αμέσως το φάκελο στην εισαγγελία. Στην επιστολή αυτή, το ΕΠΣΕ ζητούσε ακόμη να προβλεφθεί η εξέταση των αυτοπτών μαρτύρων στην Αλβανία, «με δεδομένο το φόβο τους να έρθουν στην Ελλάδα να καταθέσουν, δεδομένου πως καταγγέλλουν ότι κυνηγήθηκαν από αστυνομικούς μετά την επίθεση σε βάρος του θύματος».

*Μολαταύτα, η προανακριτική διαδικασία δεν επρόκειτο να ολοκληρωθεί σύντομα: επί ενάμιση ακόμη χρόνο η υπόθεση θα παραμείνει στα χέρια της αστυνομίας, η οποία θα μεταβιβάσει τη δικογραφία στην εισαγγελία στα τέλη 2006, δυόμισι δηλαδή σχεδόν χρόνια μετά την τέλεση των υπό διερεύνηση κακουργημάτων.

Από τη δικογραφία προκύπτει ότι η πρόοδος που είχε να επιδείξει η μακρόχρονη προανάκριση υπήρξε μηδαμινή: ενώ οι έρευνες έρχονταν να επιβεβαιώσουν τους βασικούς ισχυρισμούς της αρχικής μήνυσης του Β. Ντ., ο ένας από τους δύο κατηγορουμένους παρέμενε άγνωστος, η κοπέλα που συνόδευε τον άλλο κατηγορούμενο, τον Ι. Λ., την ημέρα της επίθεσης κατά του Λουάν Μπερντελίμα δεν είχε ακόμη εντοπιστεί, ενώ η καθυστερημένη άρση του απορρήτου των τηλεφωνικών συνδέσεων που είχε χρησιμοποιήσει εκείνη την ημέρα ο Ι. Λ. δεν είχε οδηγήσει σε ενδελεχή έρευνα των προσώπων με τα οποία είχε επικοινωνήσει.

Να σημειωθεί ότι στο έγγραφο που η υποδιεύθυνση Δίωξης Εγκλημάτων κατά Ζωής απευθύνει προς την εισαγγελία γίνεται ρητή μνεία του φόβου των δύο βασικών αυτοπτών μαρτύρων, ενώ δεν υπάρχει νύξη για την καταγγελλόμενη εμπλοκή αστυνομικού στην υπόθεση.

*Από τη στιγμή που η υπόθεση φεύγει από τα χέρια της αστυνομίας, η ανάκριση αρχίζει να κινείται με ταχύτερους ρυθμούς: καλούνται να καταθέσουν πρόσωπα που είχαν συνομιλήσει τηλεφωνικά με τον Ι. Λ. την ημέρα του συμβάντος, εντοπίζεται η κοπέλα που τον συνόδευε κ.ο.κ.

*Στο μεταξύ, στον Ι. Λ., στον οποίο έχει πλέον ασκηθεί ποινική δίωξη για «τις πράξεις της ανθρωποκτονίας με πρόθεση σε ήρεμη ψυχική κατάσταση του δράστη και για ηθική αυτουργία στην ανωτέρω πράξη», επιβάλλεται από τον περασμένο Απρίλιο ο περιοριστικός όρος της απαγόρευσης εξόδου από τη χώρα. Ο Ι. Λ. κατηγορείται ότι στις 11 Αυγούστου 2004 προκάλεσε σε άγνωστο συγκατηγορούμενό του την απόφαση να σκοτώσει τον Λουάν Μπερντελίμα με τον οποίο ο ίδιος ο Ι. Λ. είχε λίγη ώρα πριν φραστικό επεισόδιο. Ο Ι. Λ., από την πλευρά του, αρνείται την κατηγορία αποσυνδέοντας τη λογομαχία που είχε με την παρέα των Αλβανών από τη δολοφονία του Μπερντελίμα και διαψεύδοντας τον αστυνομικό ο οποίος διατείνεται ότι υπήρξε αυτόπτης μάρτυρας των γεγονότων.

Ο χρόνος που χάθηκε

Για τον πολύτιμο καιρό που χάθηκε κατά την προανακριτική διαδικασία ζητήσαμε τη γνώμη του Π. Δημητρά, εκπροσώπου του ΕΠΣΕ που έχει αναλάβει τη νομική αρωγή των συγγενών του θύματος:

«Ολος ο χειρισμός της δικογραφίας, βασικά από την αστυνομία, επί δυόμισι χρόνια σε μια υπόθεση όπου ο βασικός κατηγορούμενος είναι αστυνομικός και όπου δημόσια καταγγέλθηκε ότι ο υπουργός Δημόσιας Τάξης διέταξε την επιβράδυνση της ανάκρισης, δημιουργεί την εντύπωση ότι έγινε προσπάθεια συγκάλυψης της υπόθεσης», υποστηρίζει ο κ. Δημητράς.

«Δεδομένου δε ότι έχουν περάσει τρία χρόνια από το γεγονός, όπου με βάση τη νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρώπινων Δικαιωμάτων θα έπρεπε να είχαμε ήδη αμετάκλητη απόφαση, ενώ εδώ δεν έχουμε ακόμη φτάσει σε παραπομπή σε δίκη, θα προσφύγουμε από τώρα στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρώπινων Δικαιωμάτων κατά της Ελλάδας. Παράλληλα, με μηνυτήριες αναφορές θα ζητήσουμε την πειθαρχική και ποινική δίωξη των αστυνομικών που δεν προχώρησαν σε αυτεπάγγελτες προανακρίσεις μετά τον βαρύτατο τραυματισμό του θύματος που έγινε μπροστά στα μάτια τους και το θάνατό του που τους γνωστοποίησε το ΚΑΤ».
 



«Κάλεσε αστυνομικό»

Βασικοί αυτόπτες μάρτυρες της δολοφονίας του Λουάν Μπερντελίμα, οι δύο φίλοι του θύματος αρνούνται να έρθουν στην Ελλάδα προκειμένου να καταθέσουν για τα γεγονότα της 11ης Αυγούστου 2004. Παρόλο που ο ένας από αυτούς είχε το κουράγιο να υποβάλει μήνυση κατά των δολοφόνων του Μπερντελίμα, πολύ σύντομα οι δύο μετανάστες εξαφανίστηκαν κάπου στην Αλβανία, φοβούμενοι για τη ζωή τους. Οπως προκύπτει από μαρτυρικές καταθέσεις, οι άνθρωποι αυτοί απειλήθηκαν λίγες ημέρες μετά το θάνατο του ομοεθνούς τους από άτομα που εμφανίστηκαν ως αστυνομικοί. Τον περασμένο, ωστόσο, Μάιο, οι δύο αυτόπτες μάρτυρες συνυπέγραψαν δήλωση, στην οποία, επιβεβαιώνοντας το περιεχόμενο της αρχικής μήνυσης, αποδίδουν σε αστυνομικό τη δολοφονία:

«Οι κάτωθι υπογεγραμμένοι Β. Ντ. του Ν. και Ι. Σ. του Ντ. δηλώνουμε τα εξής: Καθόμασταν τρεις φίλοι σε ένα μπαρ (πιτσαρία) και πίναμε ένα ποτήρι μπίρα. Ημασταν ο νεκρός πλέον σήμερα Λουάν Μπερντελίμα του Σεφίτ, ο Ι. Σ. και ο Β. Ντ. Την ώρα που πίναμε ένα ποτήρι, από την πολυκατοικία στο ισόγειο της οποίας βρίσκεται η πιτσαρία βγήκε ένα ζευγάρι, άνδρας και γυναίκα, και ασυναίσθητα κοιτάξαμε προς την πλευρά τους. Αφού έκαναν μερικά βήματα, ο νεαρός γύρισε και μας μίλησε, ρωτώντας μας γιατί κοιτάζουμε. Υστερα έφυγαν και οι δύο.

Στο μεταξύ, ο Λουάν Μπερντελίμα πήγε στο σπίτι του Β. για να βρει κάτι να φάει. Ο Ι. και ο Β. παραμείναμε στο τραπέζι. Αφού έφυγε ο Λουάν, το ζευγάρι γύρισε πίσω. Ο άνδρας πήγε τη γυναίκα στο σπίτι, επέστρεψε και κάθισε στο τραπέζι μας. Του προσφέραμε ένα ποτό, αλλά αρνήθηκε. Στη συνέχεια σηκώθηκε και πήγε στο σπίτι. Οταν ο άνδρας πήγε σπίτι, από έρευνές μας πληροφορηθήκαμε ότι τηλεφώνησε σε κάποιο γνωστό του, έναν αστυνομικό, που δουλεύει σαν φρουρός.

Οι έρευνές μας έδειξαν ότι ο άνδρας, ο οποίος ονομάζεται Ι. Λ., και ο οποίος ήρθε και κάθισε στο τραπέζι μας, έμενε με μια κοπέλα από την Ανατολή. Τίποτα δεν ήταν καταχωρημένο στο όνομά του, ούτε το σπίτι ούτε το τηλέφωνο ούτε τίποτα άλλο, αλλά όλα ήταν στο όνομα της ξένης κοπέλας από την Ανατολή. Αφού κάλεσε τον φίλο του τον αστυνομικό, ο άνδρας περίμενε στο σπίτι. Ο αστυνομικός ήρθε με μια μαύρη μοτοσικλέτα μάρκας Καβασάκι και περίμενε απέναντί μας. Ο κ. Λ. κατέβηκε κάτω και διαπληκτίστηκε με τον ιδιοκτήτη της πιτσαρίας ζητώντας του το λόγο που σερβίρει Αλβανούς. Εκείνη τη στιγμή ο Λουάν επέστρεψε από το σπίτι του Β. και ρώτησε τον άνδρα που έβριζε γιατί φώναζε και μας έβριζε: "Σε παρακαλώ, άφησέ μας ήσυχους στις έγνοιες μας", του είπε. Στο μεταξύ, ο αστυνομικός που βρισκόταν απέναντί μας (αυτός στον οποίο είχε τηλεφωνήσει ο κ. Λ.) πλησίασε στα κλεφτά και τον χτύπησε από πίσω στο σαγόνι, με μεγάλη δύναμη. Ο Λουάν έπεσε κάτω στο έδαφος αναίσθητος. Η ιατροδικαστική εξέταση έδειξε ότι χτυπήθηκε στο κεφάλι και σε άλλα σημεία του σώματός του. Αφού τον χτύπησε, ο αστυνομικός έφυγε γρήγορα, και το ίδιο έκανε και ο κ. Λ. Στο μεταξύ, ο ιδιοκτήτης της πιτσαρίας κάλεσε ένα ασθενοφόρο. Ολα αυτά συνέβησαν δέκα μέτρα μακριά από τον μεγαλύτερο αστυνομικό σταθμό της Αθήνας, στη λεωφόρο Αλεξάνδρας. Ενώ περιμέναμε το ασθενοφόρο, ένα αυτοκίνητο της αστυνομίας πέρασε και έριξε μια ματιά. Ο αστυνομικός που χτύπησε τον Λουάν ήταν μέσα σ' αυτό, και κοιτούσε σε ποια κατάσταση βρισκόταν ο Λουάν. Ηρθε το ασθενοφόρο και μετέφερε τον Λουάν στο νοσοκομείο ΚΑΤ.

Σχετικά με ό,τι ακολούθησε μπορεί κανείς να συμβουλευτεί τα έγγραφα του νοσοκομείου και της ιατροδικαστικής εξέτασης.

Εμείς οι υπογραφόμενοι Β. Ντ. και Ι. Σ. επιβεβαιώνουμε όσα δηλώσαμε ανωτέρω και αναλαμβάνουμε τη σχετική νομική ευθύνη».



ΔΙΑΒΑΣΤΕ

«Ο δρόμος για την Ομόνοια»
(Συλλογικό έργο, εκδόσεις «Καστανιώτη», Αθήνα 2005)
Συλλογή κειμένων γνωστών λογοτεχνών και δημοσιογράφων με θέμα την καταγγελία των πολλών και ποικίλων μορφών του εγχώριου ρατσισμού. Τα έσοδα της έκδοσης διατίθενται για ενίσχυση των θυμάτων των δολοφονικών επιθέσεων του ρατσιστή πιστολέρο Π. Καζάκου.
 

Κ. Χατζίδη
«Σκοτώνουν (Αλβανό) και δεν πληρώνουν!»
και «Η δυστυχία τού να είσαι μετανάστης...» («Το Βήμα», 24 και 30 Ιουλίου 2005)
Εναν χρόνο μετά τη δολοφονία του Λουάν Μπερντελίμα, καταγγέλλεται ότι η ΕΛ.ΑΣ. ξεκίνησε σχετική έρευνα υπό την πίεση της Διεθνούς Αμνηστίας με μεγάλη καθυστέρηση και αποκαλύπτονται πληροφορίες για άνωθεν συγκάλυψη της υπόθεσης.




ΔΕΙΤΕ

«Ισότιμος» (2005, Ιλι Πέπο)
Ντοκιμαντέρ παραγωγής της Αλβανικής Επιτροπής Ελσίνκι (μεταφράστηκε στα ελληνικά ως «Ισιος»).
Το φιλμ, το οποίο «κόπηκε» από το αφιέρωμα με τίτλο «Ημέρες Αλβανόφωνου Κινηματογράφου» περιλαμβάνει, μεταξύ άλλων, αφηγήσεις Ελλήνων και Αλβανών για τις δυσκολίες αλλά και την καχυποψία που αντιμετωπίζουν οι αλβανοί μετανάστες στην Ελλάδα. Βλ. σχετικά το δημοσίευμα του «Ιού» με τίτλο «Το ανεπιθύμητο ντοκιμαντέρ», 10 Ιουνίου 2007.



ΕΠΙΣΚΕΦΘΕΙΤΕ

http://diavatirio.net
Διαδικτυακό περιοδικό για μετανάστες από τον Ελληνοαλβανικό Σύνδεσμο Φιλίας «Σωκράτης». Πληροφορίες και ειδήσεις που ενδιαφέρουν τους μετανάστες -και όχι μόνον αυτούς.

 

 

 

Ελευθεροτυπία, 8/7/2007

 

www.iospress.gr