Ποίον σε έπος φύγεν έρκος οδόντων;
"Να σπάσει του Σημίτη ο τσαμπουκάς"
(σύνθημα -και- της απεργίας των εκπαιδευτικών)
Η απεργία των εκπαιδευτικών υποτίθεται ότι έχει αποσπάσει τη συμπάθεια -ή
τουλάχιστον την κατανόηση- ορισμένων δύσπιστων, προς τους πάσης φύσεως απεργούς,
λειτουργών της καθημερινής ενημέρωσης. Οσο όμως οι εβδομάδες περνούν και οι
εκπαιδευτικοί δείχνουν να αντέχουν, την "κατανόηση" διαδέχεται η αδιόρατη αλλά
συστηματική υπονόμευση των κινητοποιήσεών τους: καλά και άγια τα αιτήματα των
εκπαιδευτικών -ακούμε εδώ και ημέρες- αλλά είναι δυνατόν να ανεχθούμε
χουλιγκανισμούς από εκείνους στους οποίους έχουμε εμπιστευθεί το μέλλον των
τρυφερών βλαστών μας; Είναι δυνατόν, καθηγητές άνθρωποι, να σπρώχνονται κάθε
τρεις και λίγο με τα ΜΑΤ, να σμπαραλιάζουν τη βιτρίνα της Πολιτιστικής
Πρωτεύουσας, να εκστομίζουν λέξεις που θα έπρεπε να απουσιάζουν από το λεξιλόγιό
τους;
Γενικευμένη κρίση καθωσπρεπισμού; Απόηχος ενός εγχώριου κύματος "πολιτικής
ορθότητας"; Πολύ αμφιβάλλουμε. Μάλλον ένας απλός και αποτελεσματικός τρόπος για
να αρθεί η κοινωνική νομιμοποίηση μιας απεργίας, που δύσκολα θα μπορούσε να
χαρακτηρισθεί ευθέως άκαιρη, άδικη ή επιζήμια. Τα κανάλια εξάντλησαν πια την
ευαισθησία τους: κάλεσαν κάμποσους δασκάλους και καθηγητές στα "παράθυρα των
οκτώμισι" και τους ζήτησαν να εκθέσουν με ανατριχιαστικές λεπτομέρειες τις
στρατηγικές της οικογενειακής τους επιβίωσης. Τηλεοπτικές και ραδιοφωνικές
εκπομπές, καθώς και αρκετές στήλες εφημερίδων αισθάνονται πλέον την υπομονή τους
να εγγίζει τα όριά της: σαν πολύ δεν κρατάει αυτό το ιδιότυπο "προλεταριοποιημένο"
δημοσιοϋπαλληλικό στρώμα, που βάλθηκε να δείξει ότι κάποιες συλλογικότητες είναι
ακόμη δυνατές στους δύσκολους καιρούς μας; Ανασύρονται λοιπόν τα πιο
αποστειρωμένα στερεότυπα του καθηγητή και της καθηγήτριας και οι απεργοί, άνδρες
και γυναίκες με σάρκα και οστά, καλούνται να μετρηθούν μαζί τους: Να διεκδικούν
τα δίκαια αιτήματά τους, αλλά να μη τα βάζουν πάνω από τα παιδιά. Να παλεύουν
για βελτίωση της θέσης τους, αλλά να μην κλείνουν τους δρόμους. Να
διαμαρτύρονται, αλλά κόσμια. Να μην αντιδρούν βίαια όταν γεύονται τα γκλομπ
εκεί, έξω από του Μαξίμου. Και, κυρίως, να μετράνε τα λόγια τους. Δεν νοείται
"πνευματικοί άνθρωποι" να αφήνουν τα ανακλαστικά τους ελεύθερα στη θέα των ΜΑΤ
και να κραυγάζουν "μπάτσοι, γουρούνια, δολοφόνοι", γιατί τότε δεν τους χωρίζει
τίποτε από τους λοιπούς "οχλοκράτες" της σειράς.
"Παρακολουθούσα στο δελτίο ειδήσεων την εξής σκηνή", έγραφε προ ημερών ο Ι.Κ.
Πρετεντέρης. "Εκπαιδευτικοί είναι συγκεντρωμένοι μπροστά στο υπουργείο Παιδείας.
Κάποιος φωνάζει από την 'ντουντούκα' και οι άλλοι απαντούν. Γίνεται ο εξής
διάλογος: -Αντέχουμε; -Ναιαιαι! -Θα τους σπάσουμε τον τσαμπουκά; -Ναιαιαι!" (Το
Βήμα, 9.2.97). Και λοιπόν; Γιατί αίφνης τόσο πολλοί -και από τόσο διαφορετικές
οπτικές γωνίες- είναι πρόθυμοι να αποφανθούν ποιες πολιτικές συμπεριφορές και
ποια συνθήματα προσιδιάζουν στους απεργούς εκπαιδευτικούς και ποιες όχι; Και
γιατί ξαφνικά τόσο πολλοί απαιτούν από τους καθηγητές να απολογηθούν γιατί δεν
κατόρθωσαν να ανακαλύψουν, αυτοί που θα έπρεπε να αποτελούν παράδειγμα προς
μίμηση για τους εκάστοτε φωνασκούντες, πώς να απεργούν χωρίς να χάνουν τα παιδιά
μαθήματα, πώς να διαδηλώνουν χωρίς να δημιουργούν κυκλοφοριακό πρόβλημα και πώς
να φωνάζουν συνθήματα χωρίς να θυμίζουν άλλες διαμαρτυρόμενες κοινωνικές
κατηγορίες;
Επισήμως, αυτό που ζητείται από τους εκπαιδευτικούς είναι το ανέφικτο: ένας νέος
απεργιακός κώδικας, που δεν θα παραπέμπει στην τρέχουσα έννοια της απεργίας.
Στην ουσία, εκείνο που επιδιώκεται είναι η δυσφήμηση και η απαξίωση μιας
απεργίας που πολλοί δεν περίμεναν τόσο ανθεκτική. "Βάλτε τον Ψυχάρη να κάνει
λιτανεία, αλλιώς δεν σταματάει αυτή η απεργία", που φώναξαν και οι καθηγητές,
αυτοί που αδίκως κατηγορήθηκαν για έλλειψη "πνευματικότητας", αλλά αποδείχθηκαν
-αν μη τι άλλο- πνευματώδεις.
(Ελευθεροτυπία, 15/2/1997)