Το μυστικό των αλβανικών πυραμίδων
"Το ΔΝΤ και η Διεθνής Τράπεζα εξέφρασαν την ανησυχία τους για την άνθηση
των πυραμίδων στην Αλβανία"
(Γαλλικό Πρακτορείο, 17/1/97)
Ο ρόλος των πυραμιδικών σχημάτων στην έκρηξη της λαϊκής εξέγερσης στην Αλβανία
θεωρείται από τους πάντες αυτονόητος. Η διαπίστωση ωστόσο της σημασίας που είχε
η κατάρρευση των παρατραπεζών στην έκρηξη της οργής του αλβανικού λαού
συνοδεύεται από μια εξίσου "αυτονόητη" πεποίθηση: ότι οι διαβόητες πυραμίδες
συνιστούν εγχώριο προϊόν μιας καθυστερημένης κοινωνίας, η διάδοσή τους πρέπει να
αποδοθεί στην ευπιστία του συγκεκριμένου λαού και η άνθησή τους στη διαφθορά των
πολιτικών της χώρας. Αλλοτε ρητές και κάποτε συγκαλυμμένες, οι απόψεις αυτές
κυκλοφορούν εδώ και καιρό ευρύτατα, διεκδικώντας μάλιστα το ρόλο αναλυτικού
εργαλείου για την κατανόηση των εξελίξεων.
Στη "φυλετική" αυτή προσέγγιση των γεγονότων είναι περιττό να αντιπαραθέσει
κανείς την πασίγνωστη διάδοση αντίστοιχων πυραμιδικών σχημάτων σε άλλες
βαλκανικές χώρες. Εκείνο που ασφαλώς έχει μεγαλύτερο ενδιαφέρον είναι ο άγνωστος
ρόλος του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου στην άνθηση των αλβανικών πυραμίδων και
η άρνησή του -ή, εν πάση περιπτώσει, η αμέλειά του- να προστατεύσει εγκαίρως
τους Αλβανούς καταθέτες. Μία σύντομη ματιά στο χρονικό της ανάμειξης του
διεθνούς οργανισμού στη θεσμική θωράκιση της Αλβανίας από τον κίνδυνο των
παρατραπεζών, αρκεί για να σχετικοποιηθεί η άποψη περί των "αφελών" Αλβανών που,
ιδία ευθύνη, έπεσαν στα νύχια των επιτήδειων. Πράγματι, το ΔΝΤ όχι μόνον δεν
φρόντισε να εξασφαλίσει τους Αλβανούς που εμπιστεύθηκαν στις παρατράπεζες τον
ιδρώτα μιας ολόκληρης ζωής, αλλά προώθησε την κατάργηση κάποιων παλαιότερων
νομοθετικών ρυθμίσεων, που θα μπορούσαν να τους προστατεύσουν.
Ας δούμε πώς: Το 1992, η αλβανική Βουλή ενέκρινε νόμο για τη λειτουργία του
τραπεζικού συστήματος της χώρας. Η Κεντρική Τράπεζα της Αλβανίας αναλάμβανε την
εποπτεία των εμπορικών τραπεζών, ανεξάρτητα αν επρόκειτο για πραγματικές
τράπεζες ή για "ιδρύματα" και εταιρείες που ασχολούνταν καθ' οιονδήποτε τρόπο με
τραπεζικές επιχειρήσεις. Το άρθρο 28 του νόμου (N. 7560/1992) όριζε μάλιστα ότι
η Κεντρική Τράπεζα μπορούσε να επιβάλει ορισμένες υποχρεώσεις στις επιχειρήσεις
αυτές, όπως για παράδειγμα να τις αναγκάσει να διατηρούν ένα αποθεματικό
κεφάλαιο στην ίδια την Κεντρική Τράπεζα, ώστε να είναι σε θέση να καλύψουν τους
καταθέτες τους σε περίπτωση χρεοκοπίας.
Δύο χρόνια αργότερα, συζητώντας το νόμο περί χρεωκοπίας, η αλβανική Βουλή
βρισκόταν και πάλι μπροστά στο πρόβλημα των παρατραπεζών (N. 8017/1995). Σύμφωνα
με στοιχεία που έχει συγκεντρώσει ο Γερμανός καθηγητής Ιδιωτικού Δικαίου Φ.
Μίντσελ, το προτεινόμενο νομοσχέδιο, έργο ενός ξένου εμπειρογνώμονα, περιλάμβανε
ειδικό άρθρο για τις πάσης φύσεως "τράπεζες" που λειτουργούσαν ήδη στη χώρα.
Διαφορετική ήταν ωστόσο η γνώμη των ειδικών του ΔΝΤ και με την πίεσή τους
απαλείφθηκε η ρύθμιση που εξομοίωνε τις τράπεζες με τις λοιπές επιχειρήσεις,
δίνοντας στους πιστωτές το δικαίωμα να ζητήσουν την παύση των εργασιών μιας υπό
κατάρρευση τράπεζας. Ο εμπειρογνώμονας που είχε συντάξει το νομοσχέδιο
διαμαρτυρήθηκε τότε έντονα, υπογραμμίζοντας ότι οι καταθέτες παρέμεναν
απροστάτευτοι και προειδοποιώντας για την αναταραχή που θα ακολουθούσε την
ενδεχόμενη πτώχευση των ποικιλώνυμων τραπεζών.
Πού να ακούσουν οι κοντόφθαλμοι ειδικοί του ΔΝΤ; Τον Φεβρουάριο του 1996, η
αλβανική Βουλή ψήφισε νέο νόμο για το τραπεζικό σύστημα (N. 8075/1996). Ο νόμος
που παρουσιάστηκε τότε στους βουλευτές ήταν γραμμένος σε μια ακατανόητη τεχνική
γλώσσα, προδίδοντας, κατά τον καθηγητή Μίντσελ, την επί λέξει μετάφρασή του από
το αγγλικό πρωτότυπο, έργο των ειδικών του ΔΝΤ. Ο νέος νόμος διατηρούσε την
εποπτεία της Κεντρικής Τράπεζας επί των διαφόρων "τραπεζών", καταργούσε όμως
όσες ρυθμίσεις επέτρεπαν στην Κεντρική Τράπεζα να απαιτεί εγγυήσεις και
αποθεματικά από τις "πυραμίδες" που υπόσχονταν στους καταθέτες τους υπέρογκους
τόκους...
(Ελευθεροτυπία, 15/3/1997)