Νόμοι και παιδονόμοι


"Η επανάσταση των γονέων"
        ("Η Καθημερινή", 13/1/99)

Οι εικόνες θυμίζουν πλάνα του '91: οι μαθητές από τη μια, οι ομάδες κρούσης από την άλλη και στη μέση τα κάγκελα. Υπάρχουν, ωστόσο, και σημαντικές διαφορές που δεν πρέπει να περάσουν απαρατήρητες. Τότε ήταν οι ομάδες των "αγανακτισμένων πολιτών" που προσπαθούσαν να ανακαταλάβουν τα σχολεία. Τώρα, την επιχείρηση κατευθύνουν οι "αγανακτισμένοι γονείς", άνθρωποι που, όπως μας λένε, έφτασαν στα όρια της ανοχής τους και αποφάσισαν να πάρουν την κατάσταση στα χέρια τους. Τότε, η επίθεση γινόταν στο όνομα της κοινωνίας και ήταν ο περιβόητος "κοινωνικός αυτοματισμός" που έφερνε τους αφρισμένους ενηλίκους στις πόρτες των σχολείων. Τώρα, το γιουρούσι οργανώνεται -και εκτελείται- στο όνομα της οικογένειας: οι γονείς αναλαμβάνουν να επαναφέρουν τα παιδιά τους στην τάξη, ανακαλύπτοντας την κρυφή γοητεία των όπλων, που η σύγχρονη παιδαγωγική τούς είχε στερήσει εδώ και δεκαετίες. Ξαναβρίσκουν έτσι τη χαρά του μαλλιοτραβήγματος και δοκιμάζουν, για πρώτη ίσως φορά, τη λυτρωτική δύναμη του χαστουκιού. Η κοινωνικοπολιτική αντιπαράθεση μετατρέπεται σε "χάσμα γενεών", σε μια υπόθεση που πρέπει να λυθεί με τους όρους με τους οποίους διευθετούνται οι εσωοικογενειακές αντιδικίες.
Να εξηγηθούμε: οι γονείς δεν ένιωσαν ξαφνικά βαριά την ευθύνη και δεν αποφάσισαν μόνοι τους να πάρουν το νόμο (του Αρσένη) στα χέρια τους. Τα νέα τους καθήκοντα σχεδιάστηκαν πολύ κεντρικά και περιγράφηκαν από τα πλέον επίσημα χείλη, όταν τα άλλα μέσα αποδείχθηκαν ανίκανα να σταματήσουν τις μαθητικές κινητοποιήσεις. Στο σχέδιο αυτό, οι γονείς νομιμοποιούνται να καταφύγουν σε μεθοδολογίες που θα ξεσήκωναν σάλο αν υιοθετούνταν από τους λοιπούς εμπλεκόμενους. Υπεράνω πάσης υποψίας, αφού "σε κάθε περίπτωση, όλοι θέλουν το καλό των παιδιών τους" ("Τα Νέα", 13/1), οι γονείς δικαιολογούντα, πάνω στην ιερή τους οργή να βρίσουν, να χειροδικήσουν, να καταδικάσουν απερίφραστα το διάλογο. Μπορούν, κυρίως, να χρησιμοποιηθούν σε ρόλο παρακρατικού μηχανισμού. Πάντα για το καλό των παιδιών τους.
Η εξέλιξη ετοιμαζόταν από καιρό. Να μην υποτιμήσουμε την προαναγγελία της από τον πάντοτε καλά ενημερωμένο Γιάννη Πρετεντέρη, που έγκαιρα αποκάλυψε από τη στήλη του στο "Βήμα" ότι κομματικός μηχανισμός, βουλευτές, τοπική αυτοδιοίκηση και σύλλογοι γονέων κινητοποιούνταν μέσα στις γιορτές με στόχο "να εκδηλωθεί πλέον μια 'κοινωνική πίεση' υπέρ της εξομάλυνσης" (3/1). Σοβαρότερη υπήρξε, όμως, η προετοιμασία της "επανάστασης των γονιών" από εκείνους που, θέλοντας να στηρίξουν τον αμφισβητούμενο νόμο, κατέφυγαν στο εύκολο -και ανακριβές- επιχείρημα της άγνοιας των μαθητών, της ανωριμότητάς τους, της αναρμοδιότητάς τους εντέλει να κρίνουν αυτά που τους μέλλονται. Τον τόνο έδινε επί μήνες το αρμόδιο υπουργείο με την καραμέλα της "παραπληροφόρησης", ενώ η στάση αυτή επικυρώθηκε με τον πιο ρητό τρόπο από τον πρωθυπουργό στη συζήτηση της Βουλής: μέθυσοι και ακατάρτιστοι οι καθηγητές, παρασυρμένα τα παιδιά, εύκολη λεία κομμάτων που "εκτρέφουν τη νοοτροπία του χαβαλέ". Μοναδική λύση η συμμόρφωση των πάντων, κυρίως των παιδιών, στους νόμους της πολιτείας. Τα παιδιά, λοιπόν, δεν φταίνε, παρασύρονται. Κι αφού υπουργοί, εισαγγελείς και αστυνόμοι απέτυχαν να τα συνετίσουν, ας αφυπνιστεί επιτέλους ο κοιμισμένος γίγαντας: η ελληνική οικογένεια.
Στην προσπάθεια επιβολής του "εκσυγχρονιστικού" της νόμου, η κυβέρνηση ανατρέχει στα πιο απαρχαιωμένα ανακλαστικά μιας κοινωνίας, που καλείται αίφνης να γυρίσει στη δεκαετία του '60 και να ανασύρει από τη συλλογική της μνήμη τις πρακτικές του νόμου 4.000. Καλλιεργείται έτσι ένας γενικευμένος "εκσυγχρονιστικός" πατερναλισμός, που αποτελεί τη σημερινή εκδοχή του "Ξύλου που βγήκε από τον Παράδεισο": νυν, τέως και δυνάμει γονείς μαθητών (ολόκληρος ο πληθυσμός της χώρας), αναγορεύονται σε ειδική κοινωνική κατηγορία, που θίγεται από τις μαθητικές κινητοποιήσεις και νομιμοποιείται να αρχίσει τα παιδιά στα χαστούκια.

(Ελευθεροτυπία, 16/1/1999)

 

www.iospress.gr