Η virtual ταπείνωση
"Δάκρυα για τα Ιμια"
(MEGA 31/1/99)
Χρειάστηκε να περάσουν τρία χρόνια από τον παραλίγο ελληνοτουρκικό πόλεμο του
1996 για να ζήσουμε το μετασχηματισμό των βιωμάτων σε μια συγκεκριμένη εκδοχή
της "εθνικής μας ιστορίας". Με την ευκαιρία της επετείου, τηλεοπτικά κανάλια και
λοιποί διαμορφωτές της κοινής γνώμης ανέλαβαν να μας θυμίσουν τα γεγονότα των
ημερών, επικεντρώνοντας την προσοχή τους στην υποστολή των σημαιών και τον
τραγικό θάνατο των τριών βαθμοφόρων, που χάθηκαν στο Αιγαίο ενώ άρχιζε η
εκτόνωση της κρίσης. Ο ΑΝΤ-1 φρόντισε μάλιστα να μας παραθέσει μια πλήρη
αναπαράσταση της μοιραίας πτήσης, εκτιμώντας προφανώς ότι η εικονική
πραγματικότητα των κομπιούτερ του μπορεί να αποδειχθεί συναισθηματικά πιο
αποτελεσματική από τα αυθεντικά ντοκουμέντα της εποχής. Λιγότερο ευφάνταστοι, οι
συνάδελφοί του της αντίπερα όχθης είχαν εικονογραφήσει τα δικά τους πολεμόχαρα
ρεπορτάζ τον Ιανουάριο του 1996 με κάποια παλιότερα ντοκιμαντέρ, παρουσιάζοντάς
τα σαν πλάνα από την κατάληψη της δίδυμης βραχονησίδας των Ιμίων.
Ας επιστρέψουμε ωστόσο στη βασική καινοτομία της φετινής χρονιάς: για πρώτη
φορά, η 31η Ιανουαρίου αναγορεύεται σε μια ιδιότυπη εθνική εορτή, άξια να
μνημονεύεται στα χρόνια που έρχονται. Για προφανείς λόγους, το νόημα της νέας
επετείου δε μπορεί παρά να είναι ένα και μοναδικό: αυτό που εξέφρασε με το
σαφέστερο δυνατό τρόπο ο προκαθήμενος της ελλαδικής εκκλησίας, όταν αποφάνθηκε
πανηγυρικά ότι "πριν από 3 χρόνια υπήρξε μια εθνική ταπείνωση σ' αυτό τον τόπο,
η οποία δεν πρέπει να επαναληφθεί άλλη φορά". Με άλλα λόγια, την επόμενη φορά
που η σύμπτωση δυο ταυτόχρονων εσωτερικών πολιτικών κρίσεων θα φέρει τις δυο
χώρες στα πρόθυρα της θερμής σύρραξης, όπως συνέβη το 1996, το λόγο πρέπει να
έχουν τα όπλα. Ο κ. Χριστόδουλος ήταν κι εδώ εξαιρετικά σαφής: οι 3 νεκροί,
εξήγησε, "δικαίωσαν τις προσδοκίες ενός προδομένου λαού, για την εθνική μας
αξιοπρέπεια". Αν και κάπως πιο συγκρατημένα στη φρασεολογία τους, τα ΜΜΕ δεν
αμφισβήτησαν πουθενά το ερμηνευτικό σχήμα. Οσο κατανοητή κι αν είναι η
ψυχολογική ανάγκη κάποιων χαροκαμένων γονέων να διαφοροποιήσουν τα αδικοχαμένα
παιδιά τους από το πλήθος των φαντάρων που σκοτώνονται κάθε χρόνο σε (βλακώδη
συνήθως) στρατιωτικά ατυχήματα, δεν ισχύει το ίδιο με τους δημοσιογράφους που
έσπευσαν να ενστερνιστούν την επιχειρηματολογία. Η εθνική κατάνυξη των
αφιερωμάτων ήταν άλλωστε τέτοια, ώστε ακόμη κι η πρόσφατη αποκάλυψη για το
στρατιώτη που σακατεύτηκε μέσα στο χάος του "προπολεμικού" πανικού των ημερών
(και τον οποίο η πατρίδα απαξίωσε να στείλει στο εξωτερικό για θεραπεία)
θεωρήθηκε σκόπιμο να μην περιληφθεί στις φετινές αναδρομές. Ούτε αναρωτήθηκε
κανείς βάσει ποιας λογικής ο θάνατος τριών νέων ανθρώπων έπρεπε να ξεπλυθεί με
το αίμα εκατοντάδων ή χιλιάδων άλλων...
Τα συμπεράσματα είναι προφανή. Είμαστε μάρτυρες μιας διαδικασίας ανακατασκευής
της συλλογικής μνήμης του ελληνικού λαού, ή καλύτερα της επισημοποίησης αυτής
της διαδικασίας. Πρόκειται για τη δεύτερη απόπειρα του είδους μέσα στην
τελευταία δεκαετία, ύστερα από τον ατυχή κατά φαντασίαν Μακεδονικό Αγώνα των
συλλαλητηρίων και των μυστικών κονδυλίων. Οι ανάγκες που υπαγορεύουν αυτή την
αλλαγή ανάγονται προφανώς στην αναζήτηση νέων σημείων αναφοράς, ικανών να
πείσουν τον πληθυσμό για τις "εθνικές προτεραιότητες" που οι εκάστοτε κρατούντες
υποδεικνύουν. Η τουρκική εισβολή του 1974 στην Κύπρο είναι τόσο αξεδιάλυτα
συνδεδεμένη με την τυχοδιωκτική επέμβαση των χουντικών εθνικιστών της Αθήνας στο
νησί, ώστε να μην προσφέρεται πλέον για πολιτική αξιοποίηση σύμφωνη με τα
κυρίαρχα ιδεολογήματα των καιρών μας. Η "εθνική ταπείνωση" των Ιμίων, αυτό το
σύγχρονο virtual "μαύρο 1897", μπορεί αντίθετα να μας καλεί -χωρίς πλεονάζουσες
πολιτικές επιπλοκές- να επαναλάβουμε την πολεμική εξόρμηση που ξεκίνησε από το
Σαραντάπορο για να καταλήξει στα αποκαΐδια της Σμύρνης. Επίσης εικονικά,
ελπίζουμε...
(Ελευθεροτυπία, 6/2/1999)