Ο καταραμένος φόρος

"Η αναβάθμιση της ελληνικής αγοράς από αναδυομένη σε ώριμη, από τον οίκο Salomon Smith & Barney, ενίσχυσε την αισιοδοξία των επενδυτών"
        (FLASH 9.61, 6/10/1999)

Μπορεί να χάθηκαν ή να άλλαξαν χέρια μερικά τρισεκατομμύρια δρχ. τις προηγούμενες μέρες, στη διάρκεια του μίνι-κραχ, αλλά, όπως όλα δείχνουν, η Σοφοκλέους ξανά προς τη δόξα τραβά. "Ωριμη" πλέον η ελληνική χρηματαγορά, αναμένει νέους πακτωλούς χρήματος, ιδίως από τους διεθνείς κερδοσκόπους. Οσο κι αν η εξέλιξη αυτή ευνοεί (πέραν των τζογαδόρων) και τη δημοσιοοικονομική κατάσταση της χώρας (ήδη το εννιάμηνο Ιανουαρίου- Σεπτεμβρίου 1999 τα δημόσια έσοδα από το φόρο στις πωλήσεις μετοχών στο ΧΑΑ ανήλθαν σε 110 δισ. δρχ), η επιδείνωση των κοινωνικών μεγεθών συνεχίζεται. Η ψαλίδα των εισοδημάτων ανοίγει, η φτώχεια και η ανεργία καλπάζουν. Παγκοσμίως, η ξέφρενη κυκλοφορία και τα υπερκέρδη του κεφαλαίου κατά κανόνα αφήνουν πίσω τους συντρίμμια. Οι πλούσιοι γίνονται πλουσιότεροι και οι φτωχοί φτωχότεροι. Οι πρόσφατες κρίσεις στη Ν.Α Ασία ή στις χώρες του πρώην "υπαρκτού σοσιαλισμού" το επιβεβαιώνουν. Το ίδιο και οι "κοινωνίες των δύο τρίτων" του ανεπτυγμένου βορρά.
Τα παραπάνω ίσως να μην λένε τίποτα στους κυνικούς του "κόμματος του χρηματιστηρίου". Μπορεί να μην εμπνέουν ούτε καν τους ορκισμένους "αντιεκσυγχρονιστές" (που βυθίζονται όλο και πιο βαθιά στη νοσταλγική τους αυταρέσκεια), ωστόσο το σκάνδαλο παραμένει. Πάνω από δύο τρισ. δρχ έχουν εισρεύσει στο ελληνικό χρηματιστήριο από το εξωτερικό τους τελευταίους 8 μήνες. Σύμφωνα με την Εθνική Τράπεζα, το μεγαλύτερο μέρος αυτού του ογκώδους κεφαλαίου μπαινοβγαίνει στην ελληνική αγορά για μερικά 24ωρα, αποσπώντας αποδόσεις κατά μέσο όρο 8%! Οι επιδρομές αυτές θα πολλαπλασιαστούν το επόμενο διάστημα, οι θέσεις εργασίας, όμως, όχι. Οσο τα κέρδη των αεριτζήδων θα φουσκώνουν, τόσο το κοινωνικό κράτος θα καταρρέει.
Μια παλιά, απλή, αλλά ριζοσπαστική πρόταση επανέρχεται. Είναι ο φόρος Τόμπιν -που φέρει το όνομα του Νομπελίστα Αμερικανού οικονομολόγου James Tobin. Πρόκειται για ένα αμυντικό μέτρο της διεθνούς κοινωνίας απέναντι στις διευρυνόμενες ανισότητες που προκαλεί η ανεξέλεγκτη και ιλιγγιώδης κυκλοφορία των κεφαλαίων. Ηδη από το 1972 ο Τόμπιν είχε σκεφτεί να επιβληθεί ένας μικρός φόρος στην κίνηση των κεφαλαίων στις αγορές συναλλάγματος. Ετσι η πλήρης απελευθέρωση των αγορών -που τότε μόλις ξεκινούσε- δεν θα περιόριζε τη φορολογητέα ύλη των τοπικών οικονομιών, δεν θα συρρίκνωνε τις δημόσιες δαπάνες, το "κράτος πρόνοιας" σε τελευταία ανάλυση. Τα στοιχεία της Τράπεζας Διεθνών Συναλλαγών από το 1995 ήταν αποκαλυπτικά για την πορεία των πραγμάτων. Ο Τόμπιν μοιραία θα ξαναρχόταν στην επικαιρότητα. Οπως διαβάζουμε στο άρθρο του Χρ. Τριανταφύλλου (στο τ. Μαρτίου 1999 της έκδοσης του ΙΝΕ της ΓΣΕΕ) "στις αγορές συναλλάγματος ο όγκος των συναλλαγών έφτανε τα 1300 δισ. δολάρια ημερησίως, έναντι 18 δισ. στις αρχές του '70. Συγκριτικά, ο ετήσιος όγκος του διεθνούς εμπορίου σε αγαθά και υπηρεσίες δεν είναι παρά 4300 δισ. δολάρια. Επιπλέον, το 80% των συναλλαγών έχουν διάρκεια μικρότερη των επτά ημερών. Λιγότερο από το 3% του ημερήσιου όγκου στις αγορές συναλλάγματος αφορά συναλλαγές (πραγματικών) προϊόντων". Επομένως το 97% του κυκλοφορούντος διεθνώς κεφαλαίου, βολτάρει αποκλειστικά για κερδοσκοπικούς λόγους.
Ενας φόρος 0,1% σε κάθε συναλλαγή που πραγματοποιείται στις αγορές συναλλάγματος -σε κάθε μπαινοβγάλσιμο των κεφαλαίων από τη μία χώρα στην άλλη ή σε κάθε μετατροπή τους σε άλλο νόμισμα- θα απέφερε ετησίως κάπου 70 τρισ. δρχ. Το ποσό αυτό θα αρκούσε για να καλύψει δύο φορές την παγκόσμια φτώχεια.
Προφανώς, ο φόρος αυτός είναι "καταραμένος". Ολοι λίγο πολύ τον βρίσκουν λογικό και αναγκαίο, παρά τις συντονισμένες ωστόσο πιέσεις, κυρίως από τα εργατικά συνδικάτα και την Αριστερά, μόνο δύο κοινοβούλια (Καναδά και Φιλανδίας) τον έχουν αποδεχτεί. Στη χώρα μας είναι ζήτημα αν οι πολιτικοί μας εκπρόσωποι έχουν ακούσει γι' αυτόν.

(Ελευθεροτυπία, 9/10/1999)

 

www.iospress.gr