Πατρίς, θρησκεία, κλειδαρότρυπα   

"Ρωτήστε τους πώς ζουν στο δικό τους σπίτι, αν έχουν νόμιμη γυναίκα"
        (Αρχιεπίσκοπος Χριστόδουλος, 13/12/1999)

Την περασμένη εβδομάδα διατυπώσαμε τη θέση μας για τις πολυσυζητημένες εκπομπές του Μάκη Τριανταφυλλόπουλου: πρόκειται για την ακραία εκδοχή της κυρίαρχης αυτή τη στιγμή δημοσιογραφικής συνταγής που από καιρό καθορίζει τα εγχώρια τηλεοπτικά ήθη - και όχι μόνον αυτά. Αν επανερχόμαστε, είναι γιατί η διαμάχη μεταξύ "οπαδών" και "πολεμίων" του είδους διαθέτει και κάποιες όψεις που παραμένουν ασχολίαστες, καθώς -από ό,τι φαίνεται- κινούνται στο χώρο του αυτονόητου.

Η σοβαρότερη από τις κρυφές αυτές πτυχές της υπόθεσης αφορά την επιβίωση κάποιων αρχαϊκών αντιλήψεων για τους ρόλους των φύλων, οι οποίες αποδεικνύονται για μια ακόμη φορά εξαιρετικά ανθεκτικές στο χρόνο. Δεν πρόκειται απλώς για τον φυσικό αποκλεισμό των πολιτών γένους θηλυκού από την όλη συζήτηση, εννοείται με τις απαραίτητες όσο και ευεξήγητες εξαιρέσεις (μία τέως γραμματέα ισότητας που βρέθηκε να συμφωνεί με τις απόψεις του Τριανταφυλλόπουλου, την πρόεδρο του σωματείου των εκδιδομένων και ελάχιστες δημοσιογράφους, κυρίως εκείνες που κρατούν κάποια τηλεοπτική στήλη). Εχουμε πια εθιστεί στην ως διά μαγείας εξαφάνιση του ενός φύλου από τα τηλεοπτικά στούντιο κάθε φορά που το παιχνίδι χοντραίνει, είτε πρόκειται για τη συμφωνία του Ελσίνκι είτε για την κρεβατοκάμαρα ενός τραγουδιστή. Στις ανδρικές τηλεοπτικές κουβέντες με αντικείμενο τα λεγόμενα κοινωνικά θέματα, οι γυναίκες είναι συνήθως απούσες ως συνομιλήτριες, αλλά πανταχού παρούσες ως θύματα: θύματα, μαζί με τα παιδιά, της ανδρικής ασυδοσίας από την οποία αναλαμβάνουν να τις προστατέψουν κάποιοι αγαθοί πατριάρχες.

Υπερβολή; Αρκεί να παρακολουθήσουμε το ηθικολογικό παραλήρημα των ημερών για να διαπιστώσουμε ότι η πίστη στη γυναικεία αδυναμία, δηλαδή κατωτερότητα, συνιστά το αόρατο νήμα που συνδέει τους λόγους τηλεοπτικών ρητόρων που κατά τα λοιπά εμφανίζονται έτοιμοι να αλληλοσπαραχθούν για το αν ο Τριανταφυλλόπουλος είναι για Πούλιντζερ ή για τα σίδερα. Ενιωσαν όλοι ξαφνικά σοβαροί οικογενειάρχες και ανήσυχοι πατεράδες, υπεύθυνοι για τα "γυναικόπαιδα" που έχουν στη δικαιοδοσία τους και, μέσω αυτών, για όλα τα παιδιά και τις γυναίκες του τόπου. Και τι δεν ακούμε αυτές τις ημέρες κατά τη διάρκεια της ανταλλαγής διαξιφισμών που διερευνούν, υποτίθεται, τα όρια μεταξύ δημόσιου και ιδιωτικού βίου: ο ένας περιφέρεται από κανάλι σε κανάλι δηλώνοντας πως θα σκότωνε τον Κορκολή αν είχε σηκώσει τα μάτια στη δική του κόρη, άλλος επικροτεί τις εκπομπές τύπου Τριανταφυλλόπουλου γιατί "προστατεύουν τις γυναίκες και τα παιδιά", ένας τρίτος κυκλοφορεί στις συχνότητες καταγγέλλοντας τους γονείς που μεγαλώνουν παιδιά στην ηλικία της εφηβείας και τους επιτρέπουν ακόμη να κυκλοφορούν ελεύθερα. Από κοντά και ο αρχιεπίσκοπος, έτοιμος να κατακεραυνώσει εκείνους που δεν έχουν περάσει στεφάνι. Ηρθε και η δήλωση Κορκολή ότι μια "γυναίκα από σπίτι" ήθελε κι αυτός και μας αποτέλειωσε.

Σώσαμε την πατρίδα, θυμηθήκαμε κατόπιν τη θρησκεία, έφτασε φαίνεται η ώρα της οικογένειας. Η επίκληση της οικογένειας, και κυρίως της τόσο στενά συνυφασμένης με αυτήν τιμής, διευκολύνει τους τηλεοπτικούς αστέρες που αναδείχθηκαν χάρη στις "καυτές κασέτες" να συντάσσονται και με τις πιο ακραίες δημοσιογραφικές πρακτικές, προσφέροντάς τους την απαραίτητη νομιμοποίηση ακόμη και για την προβολή κλεμμένου πορνογραφικού υλικού: όλα επιτρέπονται, εφόσον στοχεύουν στην προστασία της οικογένειας και των ευάλωτων μελών της. Ούτως ή άλλως, οι συνομιλητές συμμερίζονται την άποψη ότι η σωστή οικογένεια είναι σκληρά ιεραρχημένη, με τα φύλα και τις γενιές σε αυστηρά προκαθορισμένους ρόλους: οι γυναίκες σιωπηλές, τα παιδιά δεμένα και οι άνδρες επιφορτισμένοι (και) με τη διαφύλαξη της οικογενειακής (τους) τιμής. Αυτό μας λένε εκείνοι που ανέλαβαν εργολαβικά την ανάλυση της πολύκροτης υπόθεσης. Κι ας διατείνονται ότι μιλάνε για τη δημοσιογραφική δεοντολογία, το ποινικό δίκαιο ή την ηθική των άλλων.

(Ελευθεροτυπία, 18/12/1999)

 

www.iospress.gr