Τα άπλυτα της φιλίας
"Τουρκία και Ελλάδα μπαίνουν σε μια 'νέα εποχή' με συμφωνίες"
(Los Angeles Times 21.1.2000)
Περίεργα πράγματα συμβαίνουν τον τελευταίο καιρό με τις τύχες της νεόκοπης "ελληνοτουρκικής φιλίας". Δεν εννοούμε τη διαχείριση αυτής της τελευταίας από προσωπικότητες με αρκετά βεβαρημένο παρελθόν όσον αφορά την υπόθαλψη της έντασης ανάμεσα στους δύο λαούς σε προηγούμενες περιόδους, ούτε τις συνακόλουθες αντιφάσεις και φαιδρότητες, στο δημοσιογραφικό ιδίως επίπεδο. Το πρόβλημα, δυστυχώς, βρίσκεται στην ουσία -για την ακρίβεια, σε κάποιες ουσιαστικότατες πτυχές- της νέας αυτής ελληνοτουρκικής συνεννόησης. Αναφερόμαστε, συγκεκριμένα, στη σημαντικότερη από τις διμερείς συμφωνίες που την περασμένη εβδομάδα υπογράφηκαν στην
Άγκυρα μεταξύ των δύο κυβερνήσεων, "για την πάταξη του εγκλήματος, ειδικά της τρομοκρατίας, της παράνομης διακίνησης ναρκωτικών και της παράνομης μετανάστευσης". Το κείμενο της "αντιτρομοκρατικής" αυτής συμφωνίας δεν έχει δοθεί επίσημα στη δημοσιότητα΄ το προσχέδιό του, όμως, διέρρευσε στο "Βήμα" (19/12/99), ενώ υπάρχει και μια επίσημη "σύνοψη" του περιεχομένου του από την Υπηρεσία Ενημέρωσης του ΥΠΕΞ, που ουσιαστικά επιβεβαιώνει το δημοσίευμα. Μπορούμε, λοιπόν, να μιλήσουμε με αρκετή βεβαιότητα για την πτυχή εκείνη της "ελληνοτουρκικής φιλίας" που ακούει στο όνομα αστυνομική συνεργασία και η οποία, για ευνόητους λόγους, δεν προβλήθηκε ιδιαίτερα από τα ΜΜΕ.
Κεντρικός ιστός της συμφωνίας είναι η συγκρότηση ενός μηχανισμού "ανταλλαγής πληροφοριών" ανάμεσα στις υπηρεσίες ασφαλείας των δύο χωρών, τόσο για ζητήματα του καθαρά ποινικού δικαίου (διακίνηση ναρκωτικών, ξέπλυμα χρημάτων, κ.λπ.) όσο και για πολιτικά αδικήματα όπως η "τρομοκρατία": σύμφωνα, συγκεκριμένα, με το άρθρο 3 της συμφωνίας, οι δυο χώρες "ανταλλάσσουν πληροφορίες και στοιχεία για άτομα ή ομάδες που είναι αναμεμειγμένα σε τρομοκρατικές πράξεις, τρομοκρατικές δραστηριότητες και τεχνικές", "εκτιμούν από κοινού τις άμεσα εμφανιζόμενες τρομοκρατικές απειλές" και "παίρνουν αποτελεσματικά μέτρα για να προλαμβάνουν τρομοκρατικές δραστηριότητες και εγκλήματα εναντίον της ασφαλείας του άλλου Μέρους". Δεν χρειάζεται και πολλή φαντασία για να αναρωτηθεί κανείς ποιες θα είναι οι άμεσες συνέπειες αυτής της ρύθμισης στη ζωή των Τούρκων και Κούρδων πολιτικών προσφύγων στη χώρα μας (οι οποίοι θεωρούνται συλλήβδην "τρομοκράτες" από τις τουρκικές αρχές) - και ιδιαίτερα εκείνων που δεν είχαν αναπτύξει στο παρελθόν κάποιες (προστατευτικές γι' αυτούς) σχέσεις με τις ελληνικές υπηρεσίες ασφαλείας...
Κάποιες άλλες διατάξεις της συμφωνίας είναι δύσκολο να τις πάρει κανείς στα σοβαρά: παρόλη τη σαφή πρόβλεψη για "ανταλλαγή ειδικών και σχεδιασμό κοινών μαθημάτων εκπαίδευσης στην εξειδικευμένη ανάκριση και τεχνικές ενεργειών στους διάφορους σχετικούς τομείς" (άρθρο 4β), δύσκολα μπορούμε να φανταστούμε την ΕΛΑΣ να δέχεται μαθήματα ανάκρισης υπόπτων από τους (άκρως "αποδοτικούς" σ' αυτό τον τομέα) τούρκους συναδέλφους της...
Η καθοριστικότερη, ωστόσο, διάταξη -και αυτή που, χωρίς την παραμικρή αμφιβολία, θα εφαρμοστεί αμέσως και στη μεγαλύτερη δυνατή έκταση- δεν αφορά πολίτες των δυο συμβαλλόμενων μερών, αλλά τα "συνήθη θύματα": τους (λαθρο)μετανάστες από τρίτα κράτη, που τα παίζουν όλα για όλα για να περάσουν μέσω Τουρκίας στη χώρα μας. Σύμφωνα με το άρθρο 8 της συμφωνίας, η κάθε πλευρά είναι υποχρεωμένη να δέχεται στο εξής πολίτες τρίτων κρατών που χρησιμοποίησαν το έδαφός της για να περάσουν λαθραία στο έδαφος της άλλης' σύμφωνα με το διευκρινιστικό κείμενο του ΥΠΕΞ, η διάταξη αυτή "αποτελεί ανέλπιστη παραχώρηση της τουρκικής πλευράς στον αγώνα εναντίον της λαθρομετανάστευσης", καθώς "εξασφαλίζει από ελληνικής πλευράς την ρύθμιση, έστω και μεταβατικά, του προβλήματος της λαθρομετανάστευσης".
Είναι προφανές ότι βρέθηκε η λύση για να μην ξεμείνουμε, σε τούτους τους χαρούμενους καιρούς, ούτε εμείς ούτε αυτοί από εχθρούς...
(Ελευθεροτυπία, 29/1/2000)