Η αγελάδα που κλαίει



"Τρελές αγελάδες: Προειδοποιήσεις μεγάλης επιδημίας στην Ευρώπη"
                            ("Το Βήμα", 23/11/2000)



Και εκεί που οι εγχώριοι σαρκοφάγοι σχεδίαζαν τους τρόπους και τις μεθόδους να παρακάμψουν την κοινοτική νομοθεσία για να μη στερηθούν το παραδοσιακό κοκορέτσι, λες και ο ουρανός έπεσε στο κεφάλι τους. Ούτε σπληνάντερο, ούτε κεφαλάκι, ούτε μπριζολίσιο κόκαλο, ούτε καν t-bone steak! Ακόμα και τα άλλα κρέατα πρέπει πλέον να τα τρώμε με προφυλακτικό.

Ο θόρυβος είναι εύλογος, αλλά τα συμπεράσματα που βγαίνουν από τη σχετική συζήτηση δεν μας οδηγούν έξω από το φαύλο κύκλο του πανικού, ο οποίος μας υποχρεώνει στο τέλος να σηκώσουμε τα χέρια, δηλώνοντας την πλήρη αδυναμία μας.

Σε όλη αυτή την αμήχανη συζήτηση, εκείνοι που δεν έχουν λόγο είναι τα ίδια τα πρώτα θύματα της επιδημίας: τα εκατομμύρια γελάδια που, αφού τα υποχρέωσαν να τρώνε τα νεκρά αδέρφια τους, μετατρέποντάς τα όχι απλά σε σαρκοφάγα, αλλά σε κανίβαλους, στη συνέχεια τα δυσφήμησαν κολλώντας τους τη ρετσινιά του "τρελού" και τέλος τα οδήγησαν -για "προληπτικούς λόγους"- σε μια απίστευτη εκατόμβη, ένα πραγματικό ολοκαύτωμα, όπου "εξολοθρεύτηκαν" εκατομμύρια ζώα, χωρίς να έχουν αρρωστήσει, απλώς δεν ήταν πλέον εμπορεύσιμο είδος.

Καταρρέει έτσι ο μύθος ότι η σύγχρονη μεγακτηνοτροφία έχει πάρει όλες τις απαραίτητες προφυλάξεις για να αποφύγει την αδικαιολόγητη βαρβαρότητα εναντίον των ζώων. Μέχρι πριν λίγα χρόνια είχαμε αρχίσει να πιστεύουμε ότι η τήρηση των κοινοτικών οδηγιών για τις συνθήκες κράτησης, μεταφοράς, αναπαραγωγής και σφαγής των ζώων θα οδηγούσε και τη χώρα μας σε μια πιο "πολιτισμένη" κτηνοτροφία. Τώρα αποκαλύπτεται ότι όσο πιο ανεπτυγμένη κτηνοτροφία διαθέτει μια χώρα, τόσο το χειρότερο. Μπορεί να εφαρμόζονται ορισμένες λιγότερο σκληρές μέθοδοι θανάτωσης των ζώων με αναισθησία, ή να διαθέτουν τα ζώα λίγο μεγαλύτερα κλουβιά, αλλά παράλληλα έχουμε τις ορμόνες, τις διοξίνες, τα κρεατάλευρα, την εξοντωτική υπερτροφία και τη βίαιη αναπαραγωγή.

Όλα αυτά συμβαίνουν στις πιο αναπτυγμένες κοινωνίες, εκεί που αναπτύσσεται παράλληλα μια πρακτική ζωοφιλία, η οποία σε ορισμένες χώρες παίρνει και τη μορφή της απόλυτης υστερίας. Για να ξεπεράσουν την εσωτερική αντίφαση, οι κοινωνίες αυτές έχουν κατατάξει τα ζώα σε δυο κατηγορίες. Στην πρώτη εντάσσουν τα κατοικίδια και τα άγρια ζώα που κινδυνεύουν με εξαφάνιση. Αυτά δικαιούνται κάθε προστασίας και έχουν καταγραμμένα δικαιώματα. Για τη σωτηρία ενός πληγωμένου αγριμιού, ένα σύγχρονο κράτος μπορεί να δαπανήσει ένα σημαντικό κονδύλι. Στη δεύτερη κατηγορία εντάσσουν τα ζώα της οργανωμένης κτηνοτροφίας. Αυτά δεν θεωρούνται "ζώα", με τη νομική έννοια που δεν θεωρούνταν "άνθρωποι" οι δούλοι της αρχαιότητας. Τα ζώα αυτά, εφόσον η τελική τους κατάληξη είναι η σφαγή, θεωρούνται απολύτως αναλώσιμα, και το μόνο που μας απασχολεί είναι μη μας κολλήσουν καμιά αρρώστια. Για να ξεπεραστεί αυτή η σύγχρονη σχιζοφρενική αντιμετώπιση των ζώων, η βιομηχανία τροφίμων τείνει να εξαφανίσει τα ζωικά χαρακτηριστικά από τα προϊόντα της (φιλέτα, κιμάδες, τυποποιημένες τροφές). 

Ζούμε, λοιπόν, στην κοινωνία που επαγγέλλεται την απελευθέρωση του Γουίλι, αλλά παραμένει ασυγκίνητη στο κλάμα της "καλής μας αγελάδας" που δεν βόσκει πλέον στη λιακάδα, αλλά τρώει τα σκοτωμένα αδέλφια της περιμένοντας τη σφαγή της, κάτω από τραγικές συνθήκες. 

Όσο συμβαίνει αυτό, όσο δηλαδή αναπτύσσεται η μεγακτηνοτροφία με τα γνωστά χαρακτηριστικά, κανένα μέτρο στα σύνορα και κανένας εκ των υστέρων έλεγχος δεν μπορεί να εξασφαλίσει την υγιεινή διατροφή του ανθρώπου.

Κατά έναν παράδοξο τρόπο, η διατροφική ασφάλεια του σύγχρονου ανθρώπου συνδέεται με την ανάδειξη των δικαιωμάτων και αυτής της δεύτερης κατηγορίας ζώων. Εδώ, βέβαια, αγγίζουμε το θέμα-ταμπού της ανθρώπινης σαρκοφαγίας.

   (Ελευθεροτυπία, 25/11/2000)

www.iospress.gr