Η δεύτερη νίκη του Σκόμπι


"Στου Μακρυγιάννη ανατίναξαν τον Γοργοπόταμο"
            ("Εξουσία", 4/12/2000)


Η επίσημη συμμετοχή της Ν.Δ. (με τον άνθρωπό της και το στεφάνι της) στο φετινό μνημόσυνο για τους πεσόντες χωροφύλακες στου Μακρυγιάννη, λίγες μόλις ημέρες μετά την πολυδιαφημισμένη παρουσία του αρχηγού της στον Γοργοπόταμο, θεωρήθηκε ένας ακόμη κρίκος στην αλυσίδα των ακροδεξιών παρεκκλίσεων του κόμματος που διεκδικεί την εκπροσώπηση του "μεσαίου χώρου". Την προσέγγιση συμμερίστηκαν ο φιλοκυβερνητικός Τύπος, ο "Ριζοσπάστης" και η "Αυγή" σε μια σπάνια νεκρανάσταση του ξεθωριασμένου πλέον κλίματος εθνικής συμφιλίωσης. Και ουδείς έδωσε σημασία στη "νηφάλια" επιχειρηματολογία του Προκόπη Παυλόπουλου ("τιμήσαμε τη μνήμη ανθρώπων που ως δημόσιοι λειτουργοί υπερασπίστηκαν τη νομιμότητα") ή στην πληροφορία ότι η Κεντρική Επιτροπή του κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης είχε από καιρό αποφασίσει τους τρόπους με τους οποίους θα τιμά στο εξής τα (δικά της) θύματα του Εμφυλίου.

Μελετημένη, λοιπόν, κίνηση και όχι ακροδεξιό ολίσθημα υπήρξε η παρουσία της Ν.Δ. στου Μακρυγιάννη. Και μάλιστα συμπληρωματική των αρχηγικών διακηρύξεων στον Γοργοπόταμο. Με την ενιαία αυτή στάση της, η Ν.Δ., μακριά από τις παλινωδίες του πρόσφατου παρελθόντος, μεταφράζει σε πολιτική πρακτική την εκδοχή της για την ιστορία της κρίσιμης δεκαετίας του '40: Η πολιτικά αδιαφοροποίητη Αντίσταση κατά των κατακτητών (εξ ου και ο Γοργοπόταμος) έδωσε τη σκυτάλη, αμέσως μετά τον πόλεμο, στον ηρωικό αγώνα των εκπροσώπων της νομιμότητας κατά της ξενοκίνητης κομμουνιστικής επιβουλής και των ντόπιων πρακτόρων της (εξ ου και το μνημόσυνο στου Μακρυγιάννη). 

Πρόκειται, ασφαλώς, για ένα σημαδιακό επεισόδιο στη διαδικασία αναθεώρησης της σύγχρονης ιστορίας που βρίσκεται εδώ και καιρό σε εξέλιξη, υπερβαίνοντας κατά πολύ τα όρια του κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Ούτως ή άλλως, από τη Μεταπολίτευση ως σήμερα η ιστορία της δεκαετίας του '40 αντιμετωπίστηκε πάντοτε με όρους πολιτικής συγκυρίας: το ΠΑΣΟΚ επί χρόνια έκοβε και έραβε το ΕΑΜ στα μέτρα του, ενώ η κυβέρνηση Τζαννετάκη εμφανίστηκε ως ενσάρκωση του πνεύματος Εθνικής Συμφιλίωσης. Οι νέοι καιροί επιτρέπουν, αν δεν επιτάσσουν, μια νέα ανάγνωση της ιστορίας, όπου ο Εμφύλιος διατηρεί την εξευγενισμένη ονομασία του, αλλά ανακτά τα υπόλοιπα χαρακτηριστικά ενός σιχαμερού "συμμοριτοπολέμου". Στο κλίμα αυτό, οι αριστεροί έχουν κληθεί από καιρό να ξεκαθαρίσουν μια και καλή ότι δεν θα προτιμούσαν να είχε βρεθεί η Ελλάδα στην πλευρά του "Παραπετάσματος" - και πολλοί από αυτούς το έχουν ήδη πράξει, αδύναμοι να αντιληφθούν ότι το αναδρομικό ρητορικό ερώτημα ακυρώνει την ιστορική εμπειρία ευρύτατων στρωμάτων του ελληνικού πληθυσμού. "Όπως και να το δει κανείς", έγραφε χαρακτηριστικά ο Ι. Κ. Πρετεντέρης προλογίζοντας το φιλόδοξο αφιέρωμα του "Βήματος" για τα πενήντα χρόνια από τον Εμφύλιο, "μια Ελλάδα υπό τον Πλαστήρα, τον Παπάγο και τον Καραμανλή, έστω με ισχυρή δόση Βαν Φλιτ και Φρειδερίκης, είναι απείρως προτιμότερη εκδοχή από μια Ελλάδα υπό τον Ζαχαριάδη, τον Γούσια, τον Ιωαννίδη και τον Μπαρτζιώτα" (17/10/1999). Ο επιφανειακά στέρεος συλλογισμός απονομιμοποιεί εκ των υστέρων τη στράτευση στην εαμική ουτοπία και ανοίγει το δρόμο στη σιωπηρή αποκατάσταση κάθε μορφής δωσιλογισμού. 

Στην ελληνική, ωστόσο, περίπτωση η αναθεώρηση της ιστορίας αφορά λιγότερο την επιστημονική συζήτηση και περισσότερο την πολιτική πράξη. Έτσι, η Ν.Δ. δεν είναι μόνη στη συνάντησή της με τους αμετακίνητους χουντικούς που χρόνια τώρα δίνουν τη σφραγίδα τους στις περιβόητες γιορτές του μίσους. Συμπλέει με το πολυσυλλεκτικό ρεύμα της νέας εθνικοφροσύνης που, διαπερνώντας τις περίφημες διαχωριστικές γραμμές, έχει από καιρό βάλει στο στόχαστρο (και) την πρόσφατη ιστορία του τόπου, έτοιμο να "κατανοήσει" τα δίκια των "συκοφαντημένων προμάχων του ελεύθερου κόσμου". Η αμυντική στάση της Αριστεράς απέναντι στη νέα αυτή συγκυρία, η ανημπόρια της να αντιμετωπίσει κριτικά αλλά και να υπερασπίσει το όραμά της, σηματοδοτεί και την τελειωτική της ήττα.

   (Ελευθεροτυπία, 9/12/2000)

www.iospress.gr