Η νέα μάχη στου Μακρυγιάννη
«Στροφή 180 μοιρών για το νέο μουσείο»
(«ΤΑ ΝΕΑ», 24/3/2004)
Τελικά η Δεξιά δεν θα δώσει νέα «μάχη» στου Μακρυγιάννη, μετά από εξήντα χρόνια. Μετά από ολιγοήμερη αμήχανη σιωπή, ο υφυπουργός Πολιτισμού Πέτρος Τατούλης αποκήρυξε τις «αιρετικές» του αντιπολιτευτικές θέσεις και προσχώρησε στην άποψη των προκατόχων του. Αποδέχτηκε τη θέση Μακρυγιάννη για την ανέγερση του νέου
Μουσείου της Ακρόπολης και έδωσε εντολή στις υπηρεσίες του υπουργείου να αμυνθούν στις διώξεις που προκλήθηκαν (και) από τις δικές του μηνυτήριες αναφορές. Ο προπαγανδιστικός μηχανισμός που έχει στηθεί γύρω από την υπόθεση αυτή εδώ και είκοσι χρόνια κέρδισε μια ακόμα μάχη. Και σπεύδουν τώρα -εκ των υστέρων- να τα μαζέψουν και οι φιλοκυβερνητικές εφημερίδες που είχαν φροντίσει να συνταχθούν με τις αρχικές θέσεις του νέου υφυπουργού.
Το αστείο είναι ότι όσο κυβερνούσε το ΠΑΣΟΚ, μας έλεγαν ότι το μουσείο ήταν το όραμα ζωής της Μελίνας. Μόλις κέρδισε τις εκλογές η Νέα Δημοκρατία, ξαφνικά οι υπεύθυνοι του έργου θυμήθηκαν ότι η έμπνευση πρέπει να αποδοθεί στον Κωνσταντίνο Καραμανλή. «Η θέση για την ανέγερση του νέου Μουσείου Ακροπόλεως είχε ορισθεί από τον αείμνηστο Κωνσταντίνο Καραμανλή και πρόκειται για μια άκρως εύστοχη επιλογή. Το ξέρει αυτό η Νέα Δημοκρατία; Το θυμάται;», αναρωτιέται ο Χαράλαμπος Μπούρας, καθηγητής στο ΕΜΠ και μέλος του Κεντρικού Αρχαιολογικού Συμβουλίου (ΚΑΣ). Το γεγονός αυτό (δηλαδή την πατρότητα της ιδέας) υπενθυμίζει και μάλιστα από τις στήλες της «Αυγής» και ο πολιτικός μηχανικός Κώστας Ζάμπας, ο οποίος επιμελείται την αναστήλωση των μνημείων της Ακρόπολης. Το μήνυμα προς τον «ανιψιό» είναι σαφές: δεν σου ζητάμε να ακολουθήσεις τη «σοσιαλίστρια θεατρίνα», αλλά τον «εθνάρχη συγγενή» σου. Η επιλογή «Μακρυγιάννη» δεν είναι έργο του αμαρτωλού ΠΑΣΟΚ, αλλά της παλιάς καλής Νέας Δημοκρατίας.
Είναι αλήθεια ότι ο Καραμανλής είχε υποδείξει τη θέση αυτή για κάποιου είδους εκμετάλλευση από την Αρχαιολογική Υπηρεσία, αλλά τότε που «χωροθετούσε» κατά το δοκούν ο ιδρυτής της Νέας Δημοκρατίας δεν είχαν ακόμα ανακαλυφτεί τα σημαντικότατα αρχαία, τα οποία έκρυβε ο χώρος αυτός.
Αν δεν υπήρχαν οι αντιδράσεις αυτών που ο κ. Βενιζέλος αποκαλεί «ερασιτέχνες με εμμονές», το Μουσείο θα τα είχε καταστρέψει ήδη από τον δεύτερο διαγωνισμό του 1990. Τις πραγματικές προθέσεις των επίδοξων κατασκευαστών του νέου μουσείου απέναντι στις αρχαιότητες που ανακαλύφτηκαν στη θέση Μακρυγιάννη προδίδει η πρόσφατη δήλωση του Μπερνάρ Τσουμί: «Ο ίδιος ο Παρθενώνας χτίστηκε στη θέση ενός μικρότερου ναού. Οι πόλεις είναι χτισμένες κατά στρώματα. Σε αντίθετη περίπτωση, θα ζούσαμε σε ένα ινδιάνικο χωριό και όχι στη Νέα Υόρκη» («Ντέιλι Τέλεγκραφ», 14/3/04).
Οσο για τη σύνδεση της δημιουργίας του νέου μουσείου με το αίτημα της επιστροφής των Μαρμάρων του Παρθενώνα, πρόκειται για ανοιχτή παραπλάνηση. Η ελληνική κυβέρνηση έχει προ πολλού λησμονήσει το αρχικό αίτημα της Μελίνας, να επιστραφούν τα κλεμμένα της αποικιοκρατίας. Μιλάνε τώρα για «δανεισμό», για «συνεργασία» με το Βρετανικό Μουσείο, για μια προσωρινή έκθεση, κλπ.
Κακά τα ψέματα. Ολη η υπόθεση αυτή έχει αντιμετωπιστεί από τις διαδοχικές κυβερνήσεις ως προπαγανδιστικό χαρτί για εσωτερική κατανάλωση. Για την καθυστέρηση των τριάντα χρόνων και την κατασπατάληση πολλών χρημάτων δεν ευθύνονται βέβαια όσοι διαφωνούν, ούτε το Συμβούλιο της Επικρατείας, το οποίο επιμένει να εφαρμόζει το νόμο. Ευθύνονται όσοι διοργάνωσαν αρχιτεκτονικούς διαγωνισμούς με λανθασμένες προδιαγραφές, όσοι στηρίχτηκαν στην αυθαιρεσία της εξουσίας τους και αψήφησαν την παγκόσμια κατακραυγή, όσοι πίεσαν την Αρχαιολογική Υπηρεσία να συμβιβαστεί με την ιδέα της «περιορισμένης» καταστροφής αρχαιοτήτων.
(Ελευθεροτυπία, 27/3/2004)