Παλιά τους τέχνη...
"'Τυφλοί' και αγριότεροι οι νέοι τρομοκράτες"
(«ΑΠΟΓΕΥΜΑΤΙΝΗ», 4/1/2005)
Δεν είναι η πρώτη φορά που συναντάμε τέτοιο προπαγανδιστικό κύμα από την πλευρά των συντηρητικών δυνάμεων αλλά αυτή τη φορά το κακό παράγινε. Πριν ακόμα διαμορφωθεί μια σοβαρή εικόνα για τα κίνητρα και τους δράστες της αποτρόπαιας δολοφονίας του ειδικού φρουρού, τα ξημερώματα της 31ης Δεκεμβρίου στην Κηφισιά, άρχισε ο σχετικός επικοινωνιακός πόλεμος κατά όλων όσοι αμφισβητούν με τον ένα ή τον άλλο τρόπο τα ανδραγαθήματα των κατασταλτικών μηχανισμών.
Με τη μέθοδο του τσουβαλιάσματος διαφορετικών, ή και αντιδιαμετρικά αντίθετων πρακτικών και απόψεων, «αστυνομικές πηγές» και εξ επαγγέλματος κυνηγοί «αιρετικών» βάλθηκαν να πείσουν την κοινή γνώμη ότι η ΕΛΑΣ πολιορκείται από ένα «ενιαίο μέτωπο» που συμπεριλαμβάνει στους κόλπους του τρομοκράτες, αντιεξουσιαστές, κινήματα νεολαίας, αριστερούς διαδηλωτές, ίσως και όσους ασκούν σκληρή κριτική στον θεσμοποιημένο αυταρχισμό: «Υψηλόβαθμοι αξιωματικοί εκφράζουν φόβους ότι ενδέχεται η συγκεκριμένη δολοφονία να αποτελεί τμήμα μιας γενικής επίθεσης που εκτιμάται ότι έχει εξαπολυθεί από τον εξτρεμιστικό χώρο κατά της ΕΛΑΣ. Η επίθεση αυτή εκφράζεται με τη βομβιστική επίθεση κατά του λεωφορείου των ΜΑΤ, κατά των Αστυνομικών Τμημάτων Καλλιθέας, Αγίου Παντελεήμονα και Νέας Χαλκηδόνας με εκρηκτικούς και εμπρηστικούς μηχανισμούς αλλά και με συνεχείς πυρπολήσεις συστημάτων με κάμερες της ΕΛΑΣ», σημειώνει το «ΒΗΜΑ» (4/1/2005), μπλέκοντας συνειδητά πραγματικά με ανύπαρκτα γεγονότα.
Η δυναμική διαμαρτυρία την παραμονή των Χριστουγέννων περίπου 100 νέων στο τμήμα του Αγ. Παντελεήμονα-Αχαρνών, αστυνομικοί του οποίου αποδεδειγμένα βασάνισαν Αφγανούς πρόσφυγες, κατατάσσεται στις «βομβιστικές ενέργειες». Και οι πάμπολλες διαδηλώσεις των τελευταίων μηνών εναντίον των καμερών-χαφιέδων εγγράφεται στους σχεδιασμούς του «αντάρτικου πόλης»! Πανομοιότυπα «ρεπορτάζ» επαναλαμβάνονται και από άλλα ΜΜΕ, για να φτάσουμε και στις τερατολογίες περί «συμμορίας με τα μαύρα» (σ.σ. αναφορά στο black block του αντιπαγκοσμιοποιητικού κινήματος), δηλαδή σε «άτομα του αναρχικού χώρου που μέχρι στιγμής έχουν κάνει ληστείες τραπεζών με συνολική λεία 500.000...» («Βραδυνή», 5/1).
Αυτή η απαξιωτική (και εκφοβιστική) ταξινόμηση των αντιπάλων δεν αποτελεί καινοτομία. Είναι προϊόν του δοκιμασμένου ολοκληρωτικού δόγματος μεγαλύτερων ή μικρότερων κέντρων εξουσίας. «Οποιοι δεν είναι μαζί μας είναι εναντίον μας» και επομένως μπορούμε να αυθαιρετούμε όσο, όποτε, κι όπου θέλουμε, φιμώνοντας πριν απ' όλα τις κριτικές φωνές. Ενοχοποιώντας κάθε αμφισβήτηση.
Πριν από λίγα χρόνια ωστόσο, πριν από την αποφράδα 11η Σεπτεμβρίου, όταν τα δημοκρατικά ρεφλέξ του Τύπου και της κοινωνίας ήσαν ζωηρότερα, είχε δημιουργηθεί μέγα πολιτικό σκάνδαλο με μια ανάλογη μεθόδευση.
Τα «ΝΕΑ» (16/6/2000) είχαν δημοσιεύσει μια επίσημη λίστα των αμερικανικών υπηρεσιών ασφαλείας προς το Κογκρέσο για την «τρομοκρατία» στη χώρα μας, όπου οι διαδηλώσεις του ΚΚΕ έξω από τις ΝΑΤΟϊκές βάσεις τοποθετήθηκαν στο ίδιο «εγκληματικό» πλαίσιο με τις πράξεις ένοπλων οργανώσεων (δολοφονίες, βόμβες κ.λπ.).
Θα είμαστε οι τελευταίοι που θα αποφεύγαμε να παραδεχτούμε ότι στην Ιστορία των πολιτικών και των κοινωνικών αγώνων πράγματι εμφανίζεται (σε μεγαλύτερες ή μικρότερες δόσεις) η πολιτική βία της μιας ή της άλλης μορφής, με τα μύρια όσα προβλήματά της. Αυτή η έκνομη και μειοψηφική βία κατά κανόνα αυτοπροσδιορίζεται ως η αιχμή ενός ρεύματος απόδοσης δικαιοσύνης, ιδίως εκεί όπου η ανελευθερία, η αδικία και η ανισότητα ευδοκιμούν. Αλλοτε «τιμωρείται» παραδειγματικά ένα ασύδοτο αφεντικό, άλλοτε χτυπιέται ένας στόχος της ιμπεριαλιστικής πολεμικής μηχανής κ.ο.κ.
Φανταστείτε όμως την κατάντια μας, αν παύαμε να ελέγχουμε την εξουσία στο όνομα της διαφοράς μας με τέτοιες επιλογές βίας. Είναι ποτέ δυνατόν να αποσιωπούμε σήμερα, εν ονόματι της «τάξεως και της ασφαλείας», τα εγκλήματα συγκεκριμένων αστυνομικών του Αγ. Παντελεήμονα κατά των Αφγανών προσφύγων, φτάνοντας στο σημείο να κατηγορούμε λ.χ. ως «ηθικούς αυτουργούς» επιθέσεων κατά της ΕΛΑΣ το «Mega», την «Ελευθεροτυπία» ή τη «Διεθνή Αμνηστία» που τα δημοσιοποίησαν;
(Ελευθεροτυπία, 8/1/2005)