Ο μπαμπούλας της ανταγωνιστικότητας

"Ζοφερό για τους εργαζόμενους διαγράφεται το 2006"
            
 («Εθνος», 18/5/2005)

Η οικονομία δεν είναι αντικειμενική. Το γνωρίζουν όλοι. Γι' αυτό εδώ και πολλά χρόνια οι σοβαροί επιστήμονες αναφέρονται περισσότερο στην πολιτική οικονομία, στην εφικτή οικονομία δηλαδή, γνωρίζοντας ότι πίσω από τους όποιους δείκτες υπάρχουν άνθρωποι με αντιτιθέμενα πραγματικά συμφέροντα και κοινωνικοπολιτικές συγκρούσεις που αυτές εντέλει καθορίζουν τις οικονομικές εξελίξεις.

Τούτη την εποχή έχει ενταθεί η επίθεση κατά του κόσμου της εργασίας πάντοτε εν ονόματι της χαμένης «ανταγωνιστικότητας» της «εθνικής οικονομίας». Τη μια μέρα μαθαίνουμε ότι ο τάδε διεθνής οίκος «μάς» κατατάσσει έξι θέσεις πιο κάτω μέσα σ' ένα χρόνο στη σχετική λίστα του, την άλλη ότι ο ΟΟΣΑ βρίσκει «γενναιόδωρο» το ελληνικό ασφαλιστικό σύστημα (το οποίο «επιβαρύνει» την οικονομία), την τρίτη μέρα εμφανίζεται το «Εθνικό Συμβούλιο Ανταγωνιστικότητας» να ζητά δραστικά μέτρα για την τόνωση της οικονομίας, όπως υποδεικνύουν παγίως οι εργοδοτικές ενώσεις κ.ο.κ.

Ολα αυτά εντάσσονται στην προπαγάνδα του νεοφιλελευθερισμού, χειραγωγούν τις λαϊκές τάξεις (που έχουν ουσιαστικά πάψει να έχουν λόγο στο δημόσιο χώρο), και καταλήγουν στην επιβολή των δήθεν αναπόφευκτων πολιτικών: μαζικές ιδιωτικοποιήσεις οικονομικών μονάδων, επίθεση στο (όποιο) «κοινωνικό κράτος» έχει απομείνει, εκποίηση δημόσιας γης, «αντιγραφειοκρατικές» διευκολύνσεις, φοροαπαλλαγές και επιδοτήσεις για το κεφάλαιο, και φυσικά περισσότερη «ευελιξία» στην αγορά εργασίας, «διευθέτηση» εργάσιμου χρόνου και έκπτωση των τιμών των υπερωριών, πάγωμα μισθών και συντάξεων, μέχρι να έρθουν οι καλύτερες μέρες για την «οικονομία μας».

Για να περάσει ο εκβιασμός του νεοφιλελευθερισμού απαιτείται η αποσιώπηση (ή έστω η αποσυσχέτιση) των άλλων δεδομένων της οικονομίας: 

**Τα εισοδήματα των 2/3 του ελληνικού πληθυσμού είναι χαμηλότερα κατά 25% από εκείνα των αντίστοιχων κοινωνικών στρωμάτων στις χώρες της ΟΝΕ. Οι δε κατώτατες αμοιβές και οι συντάξεις στην Ελλάδα (που αναφέρονται σε περίπου 700.000 πολίτες και καθορίζουν προς τα κάτω και τις υπόλοιπες κατηγορίες των εργαζομένων) είναι οι χαμηλότερες στη ζώνη της ΟΝΕ.

**Το δημόσιο έλλειμμα που φτάνει στο 6% του ΑΕΠ (και προφανώς απειλεί περαιτέρω τις όποιες δημόσιες υπηρεσίες και παροχές), κατά μεγάλο μέρος προέκυψε από το φέσι των 11 δισ. ευρώ της Ολυμπιάδας, αλλά και των συστηματικών εισφοροδιαφυγών, φοροδιαφυγών και φοροαπαλλαγών των επιχειρήσεων. Μόνο από τη συνειδητή ημιδιάλυση των ελεγκτικών μηχανισμών έπεσαν κατά 85,5% τα φορολογικά έσοδα (από τους βεβαιωμένους πρόσθετους φόρους) στο πρώτο 4μηνο του 2005, έναντι του προηγούμενου έτους. Ακόμα και η είσπραξη του ΦΠΑ από το κράτος περιορίζεται κατά 4-5%, σε σύγκριση με το 2004, παρά τη γνωστή αύξησή του που συνέβαλε στην εκτόξευση των τιμών και όξυνε τα φαινόμενα της φτώχειας στη χώρα.

Παράλληλα οι πληροφορίες για την αυξημένη κερδοφορία των επιχειρήσεων ελληνικών συμφερόντων δεν θεωρούνται θετικές ενδείξεις της ελληνικής «ανταγωνιστικότητας». Λόγου χάρη: 

**Τα 20 δισ. ευρώ που αποκομίζουν σε ετήσια βάση οι Ελληνες εφοπλιστές, κυρίως από τις μεταφορές πετρελαίου και προϊόντων που οφείλονται στην ραγδαία κινέζικη οικονομική ανάπτυξη.

**Από το κινέζικο «θαύμα» δεν θα μπορούσαν να λείψουν κι άλλοι Ελληνες επενδυτές. Κάπου πενήντα βιομηχανίες άνοιξαν εκεί εργοστάσια εξάγοντας κεφάλαια ύψους τουλάχιστον 100 εκατ. ευρώ. Συνεπώς κάμποσα από τα εισαγόμενα φτηνά «κινέζικα» προϊόντα προέρχονται απ' αυτές τις επιχειρήσεις. 

**Η θεαματική (και κερδοφόρα, βεβαίως) «διείσδυση» των ελληνικών επιχειρήσεων στα Βαλκάνια και την Ανατολική Ευρώπη που πολλαπλασιάστηκε τα τελευταία χρόνια: Μόνο στη Ρουμανία εκατοντάδες ελληνικές επιχειρήσεις έχουν εγκαταστήσει κεφάλαια περίπου 2 δισ. ευρώ. Με επενδύσεις 2 δισ. ευρώ οι τράπεζες αποκομίζουν ήδη από τους Βαλκάνιους γείτονές μας το 10% του συνολικού τους τζίρου, ενώ πρόσφατα μάθαμε ότι οι βιομηχανικές εξαγωγές σε Αλβανία, Σλοβενία, Κροατία, Βοσνία, Σερβία και ΠΓΔΜ έφτασαν το 2004 στο 1,3 δισ. ευρώ, δηλαδή τετραπλασιάστηκαν μέσα σε δέκα χρόνια.

Τώρα, για το πώς φτάσαμε να συζητάμε μέτρα εξόντωσης των εργαζομένων υπέρ ανταγωνιστικότητας, αντί για τον ελληνικό ιμπεριαλισμό, είναι μια άλλη πονεμένη ιστορία.

 

(Ελευθεροτυπία, 21/5/2005)

 

www.iospress.gr