Τα κοντά παντελόνια της αμάθειας
"Ηθος τυραννικόν, ήθος βάρβαρον"
(Ελισάβετ Μαρτινέγκου, «Αυτοβιογραφία», 1831)
«Εις τούτον τον καιρόν, δηλαδή τη 25 Μαρτίου 1821 την ημέραν του Ευαγγελισμού,
έρχεται ο ποτέ διδάσκαλός μου, Θεοδόσιος Δημάδης και μας κάμνει γνωστόν με
πολλήν του χαράν, πως οι Γραικοί ανήγειραν τα όπλα εναντίον των Οθωμανών [...].
Εγώ εις τα λόγια του άκουσα το αίμα μου να ζεσταίνη, επεθύμησα από καρδίας να
ήθελεν ημπορώ να ζωστώ άρματα, επεθύμησα από καρδίας να ήθελε ημπορώ να τρέξω
διά να δώσω βοήθειαν εις ανθρώπους, οπού δι' άλλο (καθώς εφαίνετο) δεν
επολεμούσαν, παρά διά θρησκείαν και διά πατρίδα, και διά εκείνην την ποθητήν
ελευθερίαν, η οποία καλώς μεταχειριζομένη, συνηθά να προξενή την αθανασίαν, την
δόξαν, την ευτυχίαν των λαών. Επεθύμησα, είπα, από καρδίας, αλλά εκοίταξα τους
τοίχους του σπητιού οπού με εκρατούσαν κλεισμένην, εκοίταξα τα μακρά φορέματα
της γυναικείας σκλαβίας και ενθυμήθηκα πως είμαι γυναίκα, και περιπλέον γυναίκα
Ζακυνθία και αναστέναξα [...]». 1
Με την ευκαιρία της εθνικής επετείου, η στήλη συνιστά ανεπιφύλακτα στον αδαή
κύριο Ζουράρι και σε όσους έσπευσαν να παπαγαλίσουν τις ναρκισσιστικές
ασυναρτησίες του να ρίξουν μια ματιά στην «Αυτοβιογραφία» της Ελισάβετ
Μαρτινέγκου, αυτής της «παγκοσμίως άγνωστης» κατά την άποψή τους πεζογράφου που
-πάλι κατά την άποψή τους- για λόγους «φεμινιστικής πολιτικής ορθότητας» κρίθηκε
σκόπιμο να συμπεριληφθεί στις σελίδες του βιβλίου της Στ' Δημοτικού, τρώγοντας
προφανώς τη θέση κάποιου άνδρα λογίου του γούστου τους. Θα βρεθούν μπροστά σε
ένα συναρπαστικό κείμενο που, παρόλο που έφτασε ως εμάς λογοκριμένο από το γιο
της, αποτελεί μοναδική μαρτυρία για την εποχή του. Με μια άλλη ευκαιρία, ας
πληροφορηθούν κάτι παραπάνω και για την Καλλιρρόη Παρρέν. Κακό δεν θα τους
κάνει. Δεν τα διδάχτηκαν αυτά τα ζητήματα στο σχολείο, κι έτσι δεν έχουν ιδέα
για τι ακριβώς μιλάνε - ή, μάλλον, για ποιο λόγο γελοιοποιούνται εμφανιζόμενοι
να αναμασούν αντιφεμινιστικά επιχειρήματα που θεωρούνταν παρωχημένα στα χρόνια
ήδη του Μεσοπολέμου.
Η εξόφθαλμη αμάθεια συνιστά, βέβαια, τη μία όψη του νομίσματος. Η άλλη, κατά
πολύ σοβαρότερη, αφορά την πρωτοφανή επίθεση που δέχθηκαν οι συγγραφείς του
βιβλίου επειδή διανοήθηκαν να ποικίλουν με μερικά γυναικεία ονόματα τον κατάλογο
των αξιομνημόνευτων ιστορικών προσώπων. Γιατί, όπως το ίδιο το βιβλίο της Στ'
Δημοτικού λειτούργησε προσχηματικά σε μια διαμάχη που ελάχιστη σχέση είχε με τα
περιεχόμενά του, έτσι και κάποιες αστοχίες των συγγραφέων του χρησιμοποιήθηκαν
ως πρόσχημα προκειμένου να αμφισβητηθεί η νομιμότητα κάθε απόπειρας να ενταχθούν
οι γυναίκες στην ιστορική αφήγηση. Είναι χαρακτηριστικό ότι πολλοί από τους
επικριτές του βιβλίου δεν αρκέστηκαν να απορρίψουν μετά βδελυγμίας την ιδέα να
μάθουν τα παιδιά για τη Δόμνα Βισβίζη, την Ολυμπία ντε Γκουζ, την Ελισάβετ
Μαρτινέγκου ή την Καλλιρρόη Παρρέν. Φρόντισαν να αντιπροτείνουν και την εθνωφελή
κατά τη γνώμη τους προσέγγιση του ζητήματος. Ουδεμία έκπληξη: κατάλληλες να
περιληφθούν στο βιβλίο της Ιστορίας παραμένουν εν έτει 2007 η Αγία Φιλοθέη και
οι Σουλιώτισσες, ενώ ο χορός του Ζαλόγγου συνεχίζει να κρατά τα πρωτεία,
προσφέροντας το επιθυμητό γυναικείο πρότυπο, καθώς τα κορίτσια πρέπει να
διδαχθούν στο σχολείο, σύμφωνα με τα λόγια γυναίκας βουλευτού της Ν.Δ., ότι «οι
γυναίκες δεν φοβούνται τον πόνο και τον θάνατο, αλλά την ατίμωση».
Πολύ πίσω μάς πήγε αυτή η υπόθεση του αποσυρμένου πλέον βιβλίου. Η προσπάθεια να
γίνουν κάποιες γυναίκες ορατές στα σχολικά εγχειρίδια Ιστορίας αντιμετωπίστηκε
ως κίνηση «κλειτοριδικής ορθότητας» (κατά μία από τις πολλές σχετικές
διατυπώσεις του Κ. Ζουράρι), υπαγορευμένη κι αυτή από τα σκοτεινά κέντρα της
παγκοσμιοποίησης. Να υποθέσουμε ότι τα εγκώμια στο φαλλό που αναπέμφθηκαν όλο
αυτό το διάστημα με αφορμή το βιβλίο, αλλά και οι σεξιστικές επιθέσεις που
δέχτηκε η υπεύθυνη της συγγραφικής του ομάδας, αποτελούν δείγμα γραφής ενός
υγιούς αντι-νατοκεμαλικού, αμιγώς αντιιμπεριαλιστικού, πνεύματος;
(*)
Το παράθεμα στην αρχή του σημειώματος προέρχεται από την «Αυτοβιογραφία» της
Ελισάβετ Μουτζάν-Μαρτινέγκου (1801-1832), Εισαγωγή Κ. Πορφύρη, Εκδόσεις Διγενής,
Αθήνα 1956, σ. 54.
(Ελευθεροτυπία, 26/10/2007)