Η εναλλαγή της εναλλαγής
 

"Δεν αλλάζουν οι ευρωβουλευτές του ΣΥΝ"
    
(Αυγή, 1/4/97)

Δύσκολοι οι καιροί για τις γυναίκες των κομμάτων. Σε πείσμα του τρέχοντος μύθου, σύμφωνα με τον οποίο οι πολίτες θηλυκού γένους βρίσκουν πλέον ανεμπόδιστα την κομματική θέση που τους αρμόζει, η εκπροσώπηση του γυναικείου φύλου σε όργανα και αξιώματα συνεχίζει να είναι μάλλον απελπιστική. Οι αντιστάσεις στη γυναικεία παρουσία παραμένουν ισχυρές, μαρτυρώντας σε κάθε ευκαιρία πόσο υποκριτική είναι η γενικευμένη υιοθέτηση ενός ισονομιστικού λόγου πρόθυμου ανά πάσα στιγμή να κάνει τον (κομματικό) γάιδαρο αεροπλάνο. Δύο νέα κρούσματα έρχονται να επιβεβαιώσουν τη μακροημέρευση αγκυλώσεων που τα κόμματα ισχυρίζονται ότι ανήκουν ανεπιστρεπτί στο παρελθόν. Δεν είναι τα πρώτα ούτε τα μόνα. Είναι απλώς τα πιο πρόσφατα.
Κρούσμα πρώτο: Στο άρθρο 5 (παρ.3) του ισχύοντος καταστατικού της Νέας Δημοκρατίας ορίζεται ότι "οι γυναίκες μέλη του κόμματος συμμετέχουν στις διοικήσεις όλων των συλλογικών οργάνων τουλάχιστον κατά 20%". Το ίδιο ποσοστό επανέρχεται και στο άρθρο 25, το οποίο ρυθμίζει αντίστοιχη γυναικεία συμμετοχή στις κομματικές γραμματείες. Με άλλα λόγια, οι νεοδημοκράτες έχουν από καιρό ψηφίσει (οπότε αποδεχθεί) ποσόστωση 20%. Τι συνέβη όμως στο τελευταίο συνέδριο για την ανάδειξη του νέου αρχηγού; Οταν φάνηκε ότι η νέα Κεντρική Επιτροπή (σύνολο 151 άτομα) διαθέτει ελάχιστες γυναίκες (το 6,7%), κανείς δεν έδειξε να απασχολείται με εκείνα που προβλέπει το καταστατικό. Οπως όμως μας αποκάλυψε γυναικείο στέλεχος του κόμματος, που έχει ασχοληθεί με το ζήτημα, αμέσως μετά την ανακοίνωση των αποτελεσμάτων της ψηφοφορίας υποβλήθηκαν δέκα ενστάσεις από γυναίκες, που θα έμπαιναν στην Κεντρική Επιτροπή αν ίσχυε το μέτρο της ποσόστωσης. Και οι δέκα αυτές ενστάσεις απορρίφθηκαν: η αρμόδια για το ζήτημα Οργανωτική Επιτροπή αποφάνθηκε κατά πλειοψηφία ότι το άρθρο του καταστατικού δεν μπορεί να εφαρμοστεί στην προκειμένη περίπτωση, καθώς δεν αφορά την Κεντρική Επιτροπή, η οποία "είναι μεν συλλογικό όργανο, αλλά δεν ασκεί διοίκηση"(!). Οι αυτονόητες αντιρρήσεις που διατυπώθηκαν δεν είχαν καλύτερη τύχη από τις ενστάσεις.

Η περίπτωση του ΣΥΝ

Κρούσμα δεύτερο: Εδώ και τρία χρόνια, ο Συνασπισμός πήρε μια πολύ συγκεκριμένη απόφαση. Ηταν αρχές Απριλίου του 1994 και η Κεντρική Πολιτική Επιτροπή του κόμματος συζητούσε τη συγκρότηση του ευρωψηφοδελτίου ενόψει των εκλογών του Ιουνίου. Ακούστηκαν τότε διάφορες προτάσεις για τις ρυθμίσεις που θα μπορούσαν να εξασφαλίσουν τον "ριζοσπαστικό, αριστερό, οικολογικό και φεμινιστικό χαρακτήρα του κόμματος", καθώς και το "χαρακτήρα συνεργασίας και συμμαχιών" που το κόμμα επιθυμούσε να δώσει στο ευρωψηφοδέλτιό του. Η τελική απόφαση (52 υπέρ, 12 κατά, 19 λευκά και 1 αποχή) προέβλεπε τα εξής: "Στόχος του κόμματος οι δύο ευρωβουλευτές. Εάν εκλεγούν και οι δύο, εναλλάσσονται με τους συμμάχους και τις γυναίκες. Εάν εκλεγεί ένας, δεν ισχύει καμία εναλλαγή. Η κατάταξη στο ψηφοδέλτιο μεταξύ κομματικών και συμμάχων να γίνει με τρόπο ώστε να εξασφαλιστεί σε όλη τη διάρκεια της θητείας η παρουσία κομματικού ευρωβουλευτή στο Ευρωκοινοβούλιο". Ακολούθησε εσωκομματικό δημοψήφισμα για την ακριβή σειρά των ονομάτων στη λίστα, τα αποτελέσματα του οποίου κοινοποιήθηκαν στις 21 Απριλίου: πρώτος ο Αλέκος Αλαβάνος, δεύτερος ο Μιχάλης Παπαγιαννάκης, τρίτη η Φωτεινή Σιάνου.
Ο καιρός πέρασε και τον Ιανουάριο του 1997 συμπληρώθηκε η μισή θητεία της τρέχουσας Ευρωβουλής. Ηρθε επομένως η ώρα να εφαρμοστεί η απόφαση για εναλλαγή. Κι αφού θέμα "συμμάχων" δεν υφίσταται, εκείνο που εκκρεμούσε πλέον ήταν η κατάληψη της μίας έδρας από γυναίκα. Καθώς όμως τίποτε δεν μαρτυρούσε ότι η ηγεσία θυμόταν ακόμη τις δεσμεύσεις της, το Τμήμα Γυναικών του κόμματος ανέλαβε να ανακινήσει το ζήτημα. Ξεκίνησε με μια πρώτη ανταλλαγή επιστολών με την Πολιτική Γραμματεία και στη συνέχεια έδωσε στη δημοσιότητα τις θέσεις του, σύμφωνα με τις οποίες το κόμμα ήταν υποχρεωμένο να προχωρήσει στην εναλλαγή και να δώσει στη Φωτεινή Σιάνου την έδρα που της ανήκει. Μεταξύ άλλων, το κείμενο ανέφερε και τα εξής: "Κάθε 'πρακτική' ή 'ερμηνεία' σχετικά με την απόφαση αποτελεί νόθευση του αποτελέσματος του δημοψηφίσματος, γιατί είναι φανερό ότι, αν ήταν άλλοι οι όροι του, θα ήταν άλλη και η προτεραιότητα των επιλογών μας και ως εκ τούτου και της σειράς των ονομάτων στη 'λίστα'. Αν δεν υλοποιηθεί η απόφαση, είναι εύλογο ότι κάποιοι/κάποιες θα πιστέψουμε ότι εξαπατηθήκαμε" (Αυγή, 23/2/97).
Υστερα από αλλεπάλληλες καθυστερήσεις, το θέμα απασχόλησε την Κεντρική Πολιτική Επιτροπή (ΚΠΕ) στις 29 Μαρτίου. Κατά τη συζήτηση, ο Νίκος Κωνσταντόπουλος εισηγήθηκε να μην ισχύσει η εναλλαγή και ζήτησε από τους ευρωβουλευτές να θέσουν στη διάθεση της ΚΠΕ τις παραιτήσεις τους και από τη Φωτεινή Σιάνου και τις γυναίκες να αποσύρουν το αίτημά τους. Από την πλευρά τους, οι δύο ευρωβουλευτές τάχθηκαν κατά της εναλλαγής και έθεσαν στη διάθεση της ΚΠΕ την παραίτησή τους. (Σε επικοινωνία μας μαζί του, ο Αλέκος Αλαβάνος διευκρίνισε ότι υποστήριξε τις απόψεις του, υπέβαλε την παραίτησή του και δεν έχει να δηλώσει τίποτα). Το Τμήμα Γυναικών και η Φωτεινή Σιάνου επέμειναν μέχρι τέλους, αλλά το αίτημά τους δεν έγινε δεκτό. Η ψηφοφορία που ακολούθησε αποφάσισε κατά της εναλλαγής (51 υπέρ, 31 κατά, 9 λευκά και μία αποχή). Η ΚΠΕ αναλάμβανε έτσι την πολιτική ευθύνη για την αθέτηση μιας ρητής της δέσμευσης.
Στα ίχνη της ίδιας παράδοσης

Είναι σαφές ότι τα δύο παραδείγματα που αναφέρθηκαν δεν είναι τα μοναδικά. Τα κόμματα ακολουθούν τα τελευταία χρόνια παρεμφερή τακτική σε ό,τι αφορά την υιοθέτηση "θετικών δράσεων" για τις γυναίκες-μέλη τους: όταν το ζήτημα τους φαίνεται μακρινό, τα κόμματα δείχνουν πρόθυμα να ψηφίσουν ρυθμίσεις που θα ευνοήσουν τη γυναικεία εκπροσώπηση. Οταν όμως φτάσει η κρίσιμη ώρα, τότε αναζητούν επιχειρήματα που να δικαιολογούν την καταστρατήγηση των ειλημμένων αποφάσεων. Οσο για τις γυναίκες, αυτές εκπαιδεύονται από χρόνια στο αέναο "είπα ξείπα" της κομματικής τους ηγεσίας...
Εύγλωττο είναι και το παράδειγμα του ΠΑΣΟΚ: Κατά την περσινή 8 του Μάρτη, ο πρωθυπουργός δήλωνε κατά τον πλέον σαφή τρόπο ότι η ποσόστωση πρέπει να γίνει δεκτή, διότι όχι μόνο δεν δημιουργεί διάκριση, αλλά καταργεί μια προϋπάρχουσα διάκριση κατά των γυναικών (6/3/96). Δεν πέρασαν τρείς μήνες και ενόψει του κρίσιμου συνεδρίου, η πανελλαδική συνδιάσκεψη γυναικών του κόμματος ζητούσε να γίνουν πράξη οι διακηρύξεις. Αξίζει να θυμηθούμε την αντίδραση του γραμματέα Σκανδαλίδη: "Να μην μπει ως θέμα σ' αυτό το συνέδριο, που έχει να συζητήσει πολλά και ίσως διακωμωδηθεί από κάποιους και καεί σαν χαρτί, μετά όμως, οι γυναίκες να ετοιμάσουν μια δυνατή πολιτική εισήγηση, που να εξηγούν τις θέσεις τους και στο (μεθ)επόμενο συνέδριο όλοι μαζί κι εγώ να ζητήσουμε όχι μόνο το 30% που ζητάτε τώρα, αλλά και το 50%" (7/6/96).
Οι "θετικές δράσεις" υπέρ των γυναικών δεν είναι απλή υπόθεση και διχάζουν διεθνώς τα φεμινιστικά κινήματα και τις γυναίκες των κομμάτων. Τόσο οι ποσοστώσεις, όσο και η πιο σύγχρονη εκδοχή τους, η ισάριθμη εκπροσώπηση ανδρών και γυναικών σε όλους τους θεσμούς, έχουν προκαλέσει μια εξαιρετικά ενδιαφέρουσα διαμάχη, όπου πολλές φορές η θεωρητική προσέγγιση δοκιμάζεται σκληρά από την επώδυνη πρακτική εμπειρία. Αλλά και η εναλλαγή των βουλευτών, όπως δίδαξε η ιστορία των γερμανών Πράσινων, δεν είναι τόσο απλή υπόθεση όσο αρχικά θεωρήθηκε. Μόνο που τόσο η ισάριθμη εκπροσώπηση όσο και η εναλλαγή προτάθηκαν ως εναλλακτικές πολιτικές κουλτούρες, ικανές να επαναπροσδιορίσουν την ιεραρχική σχέση ηγεσίας/βάσης και ανδρών/γυναικών. Η ελληνική περίπτωση δεν εντάσσεται στην κατηγορία αυτή ούτε ως γελοιογραφία της. Προτού ευαγγελιστούν εναλλακτικές πολιτικές κουλτούρες, οι εγχώριοι σχηματισμοί έχουν να υπερβούν την εσωτερικευμένη υποτίμηση των ίδιων τους των γυναικών.

 

 

Ηθικά και πολιτικά διλήμματα

Η απόφαση της Κεντρικής Πολιτικής Επιτροπής (ΚΠΕ) του ΣΥΝ (29/3/97) περί μη εναλλαγής των ευρωβουλευτών δεν έχει ουσιαστική ηθική και πολιτική νομιμοποίηση. Διότι αναίρεσε απόφαση περί εναλλαγής, η οποία είχε μεν ληφθεί από ομοιόβαθμο όργανο, την ΚΠΕ, στις 1/4/94, αλλά είχε ισχυροποιηθεί από το αποτέλεσμα του εσωκομματικού δημοψηφίσματος για τη σειρά στην ευρωλίστα. Το κομματικό σώμα, μετά τον Α. Αλαβάνο και τον Μ. Παπαγιαννάκη, κατέταξε τρίτη τη Φ. Σιάνου, ακριβώς διότι διά της εναλλαγής έδινε τη δυνατότητα της γυναικείας παρουσίας στο Ευρωκοινοβούλιο. Αλλωστε, η εναλλαγή εξέφραζε την κουλτούρα και φιλοσοφία του χώρου, που αντιλαμβάνεται τα αξιώματα όχι ως σκοπό, αλλά ως μέσον.
Δυστυχώς, η πρόσφατη απόφαση της ΚΠΕ έθεσε ισχυρά ηθικά και πολιτικά διλήμματα στις συνειδήσεις. Οι μετά την απόφαση αντιδράσεις δείχνουν ότι ο κόσμος του ΣΥΝ αξιολογεί την αξιοπιστία ως σημαντικότατη ηθική και πολιτική αρχή και θεωρεί ότι η απόφαση αυτή εξέθεσε το χώρο.
Και κάτι ακόμα: Η απόφαση έδειξε ότι οι ανδροκρατικές ηγεσίες των κομμάτων θέτουν όρια στις διεκδικήσεις των γυναικών για ίση συμμετοχή στα όργανα και τα αξιώματα. Φαίνεται, εν προκειμένω, ότι θεωρήθηκε too much η παρουσία στην Ευρωβουλή αφού η ΚΠΕ έχει ποσοστό γυναικών γύρω στο 35% και η κοινοβουλευτική ομάδα 30%.


Σούλα Παναρέτου

 

 

 

(Ελευθεροτυπία, 3/5/1997)

 

www.iospress.gr