Αθώοι πίσω απ' τα κάγκελα
 

"Μια παλιά ερημοκαταδίκη για επιταγή ταλαιπώρησε χτες την Αννα Βίσση και την... οδήγησε για λίγο στα κρατητήρια της οδού Ευελπίδων, αφού ο νόμος δεν κάνει εξαιρέσεις."
    
("Εθνος", 1/10/97)

Η διαπίστωση ότι τα μέσα ενημέρωσης εξαντλούν το ενδιαφέρον και την ευαισθησία τους κάθε φορά που "ταλαιπωρείται" κάποια "επώνυμη προσωπικότητα" αποτελεί μάλλον κοινοτοπία. Η πραγματικότητα του ποινικού και σωφρονιστικού συστήματος πρέπει να αναζητηθεί αλλού: στην εμπειρία των χιλιάδων "ανώνυμων" πολιτών που συχνά καλούνται να υποστούν τις σκληρές συνέπειες θεσμικών ρυθμίσεων και παγιωμένων νοοτροπιών, των οποίων η εφαρμογή αποδεικνύεται στην πράξη εξαιρετικά προβληματική. Η "προσωρινή κράτηση", σημείο-κλειδί της όλης λειτουργίας του συστήματος απονομής ποινικής δικαιοσύνης, συνιστά το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα: Σχεδόν ένας στους δύο προσωρινά κρατηθέντες το 1991 στερήθηκαν άδικα την ελευθερία τους. Και, σαν να μην έφτανε αυτό, εκείνοι που εντέλει κρίθηκαν αθώοι δεν αποζημιώθηκαν ποτέ, παρά το γεγονός ότι παρέμειναν προφυλακισμένοι κατά μέσο όρο επί 230 ημέρες.
Οι επισημάνσεις αυτές περιλαμβάνονται στην ανέκδοτη μεταπτυχιακή εργασία των Κωνσταντίνου Καραγιάννη και Παναγιώτη Παπαϊωάννου, με τίτλο "1991: Η προσωρινή κράτηση στην πράξη. Μελέτη επί των προσωρινά κρατηθέντων στο Σωφρονιστικό Κατάστημα των Φυλακών Κορυδαλλού κατά τη διάρκεια ενός έτους", η οποία ολοκληρώθηκε τον Μάρτιο του 1997 (Τομέας Ποινικών Επιστημών της Νομικής Σχολής της Αθήνας). Βασισμένοι στα επίσημα στοιχεία που περιλαμβάνονται στο "βιβλίο υποδίκων" των φυλακών Κορυδαλλού, οι δύο ερευνητές μπόρεσαν να προσεγγίσουν μια κατάσταση που, αν και νεφελωδώς γνωστή από καιρό, δεν είχε ακόμη μεταφραστεί σε συγκεκριμένους αριθμούς.
Είναι αλήθεια ότι η σχετική νομοθεσία έχει βελτιωθεί από το 1991, τη χρονιά δηλαδή που αποτέλεσε τη βάση της έρευνας. Πιο συγκεκριμένα, από το 1981 έως το 1996 έχουν σημειωθεί αλλεπάλληλες νομοθετικές μεταβολές: Ο νόμος 1128/81 όριζε ως προϋποθέσεις επιβολής της προσωρινής κράτησης τη δίωξη για κακούργημα ή πλημμέλημα για το οποίο προβλέπεται φυλάκιση τουλάχιστον τριών μηνών, τη διαπίστωση αποχρωσών ενδείξεων ενοχής και την κρίση είτε ότι ο κατηγορούμενος είναι επικίνδυνος για τη δημόσια ασφάλεια ή ύποπτος φυγής, είτε ότι με την προσωρινή κράτησή του θα αποτραπεί η τέλεση νέων αδικημάτων.
Δεκατρία χρόνια αργότερα, ο νόμος 2207/94 όρισε ότι προσωρινή κράτηση διατάσσεται για κακουργήματα ή πλημμελήματα, για τα οποία προβλέπεται ποινή φυλάκισης τουλάχιστον ενός έτους, ενώ ο νόμος 2408/96 προχώρησε ένα ακόμη βήμα, καταργώντας την προσωρινή κράτηση για όλα τα πλημμελήματα. Οι αλλαγές ωστόσο αυτές δεν μειώνουν τη σημασία ερευνών που αναφέρονται στην αμέσως προηγούμενη περίοδο του ισχύοντος νομοθετικού καθεστώτος. Πέρα από την προφανή συγκριτική τους αξία, έρευνες αυτού του τύπου υποδεικνύουν και τα προβλήματα που κρύβουν και οι τρέχουσες -βελτιωμένες- ρυθμίσεις. Είναι πολύ πιθανό, για παράδειγμα, αρκετοί από τους κατηγορουμένους για κάποιο έγκλημα να κατηγορούνται σήμερα όχι με τη βασική πλημμεληματική μορφή του, αλλά με τη διακεκριμένη κακουργηματική, μόνο και μόνο για να επιτευχθεί η προσωρινή τους κράτηση.

Η στατιστική


Σύμφωνα λοιπόν με τα στοιχεία που αναγράφονται στο "βιβλίο υποδίκων" των ανδρικών φυλακών Κορυδαλλού, το 1991 προφυλακίστηκαν 1489 άτομα. Για 1110 από αυτά υπάρχουν πληροφορίες για την κατάληξη της προσωρινής κράτησής τους, ενώ για τα υπόλοιπα 379 δεν υπάρχουν πληροφορίες που να φωτίζουν τι ακριβώς συνέβη στη συνέχεια (οι περισσότεροι μεταφέρθηκαν σε άλλες φυλακές). Τα 1110 άτομα αποτέλεσαν το ωφέλιμο δείγμα της έρευνας και διακρίνονται σε τέσσερις βασικές κατηγορίες:
1. Καταδικασθέντες: Από τα 1110 άτομα του δείγματος καταδικάστηκαν τελικά μόνο τα 569, ποσοστό δηλαδή 51,26%. Στην κατηγορία αυτή κατατάσσονται εκείνοι που καταδικάστηκαν σε ποινή στερητική τής ελευθερίας ανώτερη από το χρόνο της προσωρινής κράτησης και επέστρεψαν στις φυλακές, όχι ως υπόδικοι αλλά ως κατάδικοι για να εκτίσουν το υπόλοιπο της ποινής τους. "Το ποσοστό των προσωρινά κρατηθέντων που τελικά καταδικάσθηκαν κρίνεται μικρό και φανερώνει δυσλειτουργία του θεσμού της προσωρινής κράτησης κατά την εφαρμογή του", σημειώνουν οι δύο ερευνητές. "Σχεδόν ένας στους δύο προσωρινά κρατηθέντες υποβλήθηκε σε στέρηση της ελευθερίας του, ενώ μεταγενέστερα κρίνεται για διάφορους λόγους, είτε στο στάδιο της προδικασίας (εγγύηση, αντικατάσταση με περιοριστικούς όρους κ.λπ.) είτε μετά τη δικαστική απόφαση (μετατροπή, αναστολή της ποινής κ.λπ.) ότι αυτό δεν ήταν αναγκαίο".
2. Μεταφερθέντες: 334 άτομα, δηλαδή το 22,43% του δείγματος, εξακολουθούσαν 18 μήνες μετά την εισαγωγή τους στις φυλακές Κορυδαλλού να αναγράφονται ως "μεταγέντες σε άλλη φυλακή".
3. Αθωωθέντες: Στο σύνολο των 1110 ατόμων βρέθηκαν 55 περιπτώσεις προσωρινά κρατηθέντων, οι οποίοι τελικά αθωώθηκαν από το δικαστήριο. "Το ποσοστό των προσωρινά κρατηθέντων που τελικά αθωώθηκαν, δηλαδή 4,96% επί του ωφελίμου δείγματος, κρίνεται αρκετά μεγάλο", αναφέρουν οι Κ. Καραγιάννης και Π. Παπαϊωάννου. "Σχεδόν πέντε στους εκατό κρατήθηκαν προσωρινά, ενώ ήταν αθώοι. Αλλά και τα μεγέθη που αφορούν τη διάρκεια της προσωρινής κράτησης είναι υπερβολικά και συνθέτουν μια απογοητευτική εικόνα του συστήματος ποινικής δικαιοσύνης της χώρας μας, όσον αφορά την ταχεία έξοδο των αθώων, που εμπλέκονται άδικα στα γρανάζια του και υποβάλλονται σε στέρηση της ελευθερίας τους διά του θεσμού της προσωρινής κράτησης". Επτάμισι μήνες είναι ο μέσος όρος της προσωρινής κράτησης των αθώων, ενώ για τους αλλοδαπούς είναι κατά ένα μήνα μεγαλύτερος απ' ό,τι για τους Ελληνες.
4. Ειδικές περιπτώσεις: Στην κατηγορία αυτή κατατάσσονται
α) εκείνοι των οποίων η προσωρινή κράτηση σταματά επειδή λήγει το ανώτατο όριό της (σχεδόν τρεις στις εκατό περιπτώσεις).
β) εκείνοι που καταδικάζονται σε ποινή ίση με το διανυθέντα χρόνο προσωρινής κράτησης, είτε σε ποινή που δέχεται αναστολή ή έφεση με ανασταλτικό χαρακτήρα.
γ) εκείνοι των οποίων η προσωρινή κράτηση αντικαθίσταται με εγγύηση, με περιοριστικούς όρους ή με νοσηλεία στο ψυχιατρείο.
δ) εκείνοι που κρίνονται τελικά "ατιμώρητοι" ή διατάσσεται η εισαγωγή του σε κέντρο αποτοξίνωσης. Είναι πασίγνωστα τα προβλήματα που προκαλεί ο εγκλεισμός στη φυλακή σε άτομα που χρειάζονται πολύ διαφορετική μεταχείριση.

Χωρίς αποζημίωση

Από την απλή και μόνον ανάγνωση των παραπάνω επίσημων στοιχείων προκύπτει ότι η προσωρινή κράτηση κατά την περίοδο που ερευνήθηκε διατασσόταν με ευκολία μεγαλύτερη από τη δέουσα. Συνοψίζουμε: Το 4,96% του δείγματος αποδείχθηκαν αθώοι, ενώ το 42,61% κρίθηκε τελικά ότι δεν έπρεπε να έχει στερηθεί την ελευθερία του. Η διάρκεια της προσωρινής κράτησης υπήρξε εξαιρετικά υψηλή: 230 ημέρες κατά μέσο όρο, ενώ σε πολλές περιπτώσεις ξεπερνούσε τον ένα χρόνο.
"Το οδυνηρότερο όμως από τα ευρήματα", καταλήγουν οι δύο ερευνητές, "δεν είναι στην πραγματικότητα νέο. Στη χώρα μας μένουν επί δεκαετίες ανενεργές οι διατάξεις περί αποζημιώσεως των αδίκως προσωρινά κρατηθέντων ή καταδικασθέντων. Η παρούσα έρευνα δεν έχει να προσθέσει κάποιο καινούριο επιχείρημα, αφού δεν τίθεται καν κάποιο νομικό ζήτημα, παρά μια πεισματική άρνηση εφαρμογής από τα δικαστήρια των άρθρων 533-545 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας, αλλά να παραθέσει αριθμητικά δεδομένα για το χρόνο κράτησης των αδίκως προσωρινώς κρατηθέντων, τα οποία κάνουν πιο απτό το μέγεθος της αδικίας. Σύμφωνα λοιπόν με αυτά, ένα ποσοστό 4,96% των προσωρινά κρατηθέντων αθωώνεται, αφού στερηθούν την ελευθερία τους κατά μέσο όρο για 230 ημέρες και, κατά ποσοστό 30,8% πάνω από ένα έτος. Αυτοί δεν θα αποζημιωθούν ποτέ".
 

 

(Ελευθεροτυπία, 4/10/1997)

 

www.iospress.gr