Ματωμένα Χριστούγεννα στο Τσιάπας
 


"Ο στρατός εγκαταστάθηκε στα χωριά των Ζαπατίστας"
       
("Ελευθεροτυπία" 5/1/98)

Επί τέσσερα χρόνια ήταν η "επανάσταση διά του Ιντερνετ", το πρότυπο ενός μεταμοντέρνου τρόπου άσκησης πολιτικής όπου οι μάζες, οι άνθρωποι ως υλική παρουσία και δραστηριότητα, υποκαθίστανται από την εικονική πραγματικότητα των ηλεκτρονικών sites. Αυτή τουλάχιστον ήταν η άποψη των ΜΜΕ για το κίνημα Ζαπατίστας κι αυτή η εικόνα προβλήθηκε στα πέρατα του κόσμου: το μόντεμ στη θέση του καλάσνικοφ, το e-mail αντί για τη διαδήλωση. Ύστερα ήρθε η σφαγή των 45 άοπλων ιθαγενών, παραμονές Χριστουγέννων, για να μας θυμίσει πως η πολιτική κι η επανάσταση εξακολουθούν, ευτυχώς ή δυστυχώς, να διεξάγονται με τις γνωστές, προαιώνιες μεθόδους...
Το γεγονός είναι λίγο-πολύ γνωστό: στις 22 Δεκεμβρίου, μερικές δεκάδες ένοπλοι της παρακρατικής οργάνωσης "Κόκκινο Χέρι" -μέλη του "Επαναστατικού Θεσμικού Κόμματος" (PRI) που κυβερνά το Μεξικό από το 1929- εισέβαλαν στο χωριό Ακτεάλ του Τσιάπας, δολοφονώντας εν ψυχρώ 21 γυναίκες, 15 παιδιά κι 9 άοπλους άντρες. Παρόλο που το μακελειό κράτησε ώρες και ο αστυνομικός σταθμός της περιοχής απέχει μόλις 200 μέτρα, οι αρχές έφτασαν επί τόπου μόνο στις 5μμ -έξι ολόκληρες ώρες μετά την έναρξη των πυροβολισμών. Πρώτο μέλημά τους ήταν η προσπάθεια να εξαφανίσουν τα "πλεονάζοντα" πτώματα, έτσι ώστε να συγκαλυφθεί η διάσταση του φονικού. Χάρη στην κινητοποίηση δημοσιογράφων και των τοπικών οργανώσεων για τα ανθρώπινα δικαιώματα, ωστόσο, το γεγονός έγινε γρήγορα γνωστό σε όλη του την έκταση.
Ούτως ή άλλως, μπορεί η σφαγή της 22ας Δεκεμβρίου να είναι η μαζικότερη μέχρι σήμερα από την εποχή της εξέγερσης του 1994, κάθε άλλο όμως παρά μεμονωμένο συμβάν αποτελεί. Σύμφωνα με τα στοιχεία που δημοσίευσε στις 31 Δεκεμβρίου η εφημερίδα La Jornada της μεξικανικής πρωτεύουσας, μέσα στο 1997 κάπου 500 άτομα βρήκαν το θάνατο σε 115 διαφορετικά "βίαια επεισόδια" σε διάφορα σημεία του Τσιάπας. Στη συντριπτική τους πλειοψηφία, πρόκειται για υποστηρικτές των Ζαπατίστας, μέλη ανεξάρτητων (από το κράτος) αγροτικών συνδικάτων και οπαδούς του "Δημοκρατικού Επαναστατικού Κόμματος" (PRD), του βασικού αντιπολιτευτικού κόμματος της κοινοβουλευτικής αριστεράς. Πρόκειται για έναν απολογισμό πραγματικά εντυπωσιακό, ιδιαίτερα αν συγκριθεί με το σχετικά περιορισμένο ανθρώπινο κόστος της ένοπλης εξέγερσης του Ζαπατιστικού Εθνικοαπελευθερωτικού Στρατού (EZLN) την πρωτοχρονιά του 1994: μόλις 135 νεκροί επισήμως, γύρω στους 400 σύμφωνα με τις ανεξάρτητες οργανώσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Κατά κάποιο τρόπο, η ιδιότυπη "ειρήνη" που επικρατεί στη νοτιότερη Πολιτεία του Μεξικού την τελευταία τετραετία έχει αποδειχθεί πολύ πιο αιματηρή από τον "πόλεμο" που προηγήθηκε.

Απολογισμός 4ετίας


Θυμίζουμε επί τροχάδην τις εξελίξεις αυτής της τετραετίας, που κατά κανόνα έχουν εκτοπιστεί στις στήλες του διεθνούς Τύπου από τη χαρισματική μορφή του subcomandante Μάρκος και την πρωτότυπη ρητορεία των ανκοινωθέντων του EZLN. Ύστερα από 12 μέρες πολέμου, η πίεση της κοινής γνώμης υποχρέωσε την κυβέρνηση του PRI να σταματήσει τις στρατιωτικές προσπάθειες για καταστολή της εξέγερσης και να ξεκινήσει διαπραγματεύσεις με τους Ζαπατίστας την άνοιξη του 1994. Οταν οι ιθαγενείς κοινότητες απορρίπτουν τις κυβερνητικές προτάσεις για κατάθεση των όπλων με αντάλλαγμα κάποιες αόριστες υποσχέσεις κοινωνικής βοήθειας, η νέα κυβέρνηση του PRI στέλνει το Φεβρουάριο του 1995 το στρατό να καταλάβει την "απελευθερωμένη ζώνη" του ΕZLN και να συλλάβει την ηγεσία των ανταρτών -χωρίς επιτυχία όσον αφορά το δεύτερο. Νέες διαδηλώσεις στα αστικά κέντρα θα επιβάλλουν για μίαν ακόμη φορά τον τερματισμό της επίθεσης και την έναρξη ενός δεύτερου γύρου διαπραγματεύσεων.
Στις 16 Φεβρουαρίου 1996, κυβέρνηση και Ζαπατίστας υπογράφουν μια συμφωνία για τα δικαιώματα των ιθαγενών κοινοτήτων όλης της χώρας· μέχρι σήμερα, ωστόσο, το περιεχόμενό της θα μείνει νεκρό γράμμα, καθώς η κυβέρνηση του Ερνέστο Σεντίγιο αρνείται πεισματικά να υιοθετήσει τις προτάσεις της διακομματικής Κοινοβουλευτικής Επιτροπής για Ομόνοια και Ειρήνευση (Cocopa) για την εφαρμογή της, επικαλούμενη τον κίνδυνο "βαλκανιοποίησης" της χώρας αν αναγνωριστούν θεσμικά τα δικαιώματα των ιθαγενών κοινοτήτων. Ενας δεύτερος γύρος διαπραγματεύσεων, επικεντρωμένος στο πολύ πιο ευαίσθητο ζήτημα "Δημοκρατία και Δικαιοσύνη", μποϋκοταρίστηκε στην πράξη από την κυβερνητική αντιπροσωπεία και ο σχετικός διάλογος ουσιαστικά δεν ξεκίνησε ποτέ.
Στο μεταξύ, οι ιθαγενείς ζώνες του Τσιάπας έχουν μετατραπεί σε πεδίο εφαρμογής ενός "πολέμου χαμηλής έντασης" κατά των εξεγερμένων κοινοτήτων. Πάνω από 30.000 στρατιώτες σταθμεύουν πλέον σε μόνιμη βάση στην Πολιτεία, από τους οποίους οι 25.000 είναι εγκαταστημένοι σε 40 βάσεις μέσα στην ίδια την επίμαχη ζώνη συνολικά, ένα 80% των ιθαγενών κοινοτήτων, που αποτελούν τη μαζική βάση του ΕΖLN, γειτονεύει πλέον με κάποιο στρατιωτικό καταυλισμό (La Jornada 12/2/97). Οι επιπτώσεις αυτής της παρουσίας ήταν ήδη προφανείς όταν επισκεφθήκαμε την περιοχή, το καλοκαίρι του 1996: καθημερινή τρομοκράτηση των κατοίκων από τις "διερχόμενες" περιπόλους, καταστροφή της σοδειάς, ξυλοδαρμοί με κάθε πρόφαση, βιασμοί, φόβος των χωρικών να πάνε στα χωράφια που απέχουν από τους οικισμούς τους.
Ταυτόχρονα, υπό το πρόσχημα των "αναπτυξιακών έργων", ολοκληρώνεται η υποδομή η αναγκαία για τη διεξαγωγή του αντιανταρτοπόλεμου: από τα 257 εκατομμύρια πέσος που δαπανήθηκαν την τελευταία τριετία για "κοινωνικά έργα" στη ζούγκλα Λακαντόνα -αποκαλύπτει η Jornada (4/10/97)- τα περισσότερα δόθηκαν για την κατασκευή δρόμων, έτσι ώστε τα οχήματα του στρατού να μπορούν να φτάνουν γρήγορα σχεδόν παντού στα Υψίπεδα δίπλα στην αποικιακή πρωτεύουσα του Σαν Κριστόμπαλ. Αντίθετα, η μερίδα του λέοντος των σχετικών κονδυλίων προορίζεται για τη στήριξη των προέδρων των κοινοτήτων που πρόσκεινται στο PRI. Σ' αυτούς τους τελευταίους, άλλωστε, έχει ανατεθεί ο πιο κρίσιμος ρόλος της αντεπαναστατικής στρατηγικής: η συγκρότηση των παρακρατικών οργανώσεων για την πάταξη της μαζικής βάσης των Ζαπατίστας.

Το παρακράτος

Από την άνοιξη του 1996, ένας έρπων εμφύλιος πόλεμος σαρώνει το βόρειο τμήμα του Τσιάπας -όπου βρίσκονται η ευφορότερη γη και τα περισσότερα τσιφλίκια της Πολιτείας- για να επεκταθεί σταδιακά προς νότον. Παρακρατικές οργανώσεις, με ονόματα όπως "Ειρήνη και Δικαιοσύνη", "Chinchulines" και "Αγιος Βαρθολομαίος των Πεδιάδων" επιτίθενται στους οικισμούς που θεωρούνται φιλικοί προς τον EZLN ή/και το PRD, καίνε τα σπίτια τους κι εξολοθρεύουν τις τοπικές ηγεσίες, οδηγώντας τους χωρικούς στην εσωτερική προσφυγιά.
Στις 14/9/1997, το περιοδικό Proceso εκτιμά ότι περίπου 30.000 ιθαγενείς έχουν εγκαταλείψει τα χωριά τους για να καταφύγουν είτε στις παρυφές των πόλεων είτε σε ισχυρότερα προπύργια των Ζαπατίστας. Το ίδιο έντυπο θα αποκαλύψει, λίγες μέρες μετά τη σφαγή στο Ακτεάλ, ότι η συγκρότηση αυτού του παρακράτους δεν είναι αυθόρμητο φαινόμενο ούτε έργο κάποιων "οπισθοδρομικών" τοπικών κέντρων εξουσίας, αλλά υλοποίηση μιας στρατηγικής που σχεδιάστηκε επίσημα από την ηγεσία του στρατού ήδη από τον Οκτώβριο του 1994.

Η ντιρεκτίβα

Η σχετική ντιρεκτίβα του Υπουργείου Αμύνης, εκτενή αποσπάσματα της οποίας δημοσιεύονται στο τεύχος της 4/1/98, είναι απολύτως σαφής. Βασικοί στόχοι της "ειρηνευτικής" προσπάθειας των κυβερνητικών δυνάμεων είναι "η καταστροφή της θέλησης του EZLN να αγωνιστεί" και, κυρίως, "το σπάσιμο της σχέσης υποστήριξης που υφίσταται ανάμεσα στον πληθυσμό και τους παραβάτες του νόμου" (δηλ. τους Ζαπατίστας). Εκτιμώντας ότι "ο αυτοονομαζόμενος EZLN, όπως κάθε μαοϊκή οργάνωση, συγκροτείται από μια πολιτική καθοδήγηση, τις ένοπλες δυνάμεις του και τις μαζικές οργανώσεις, που αποτελούν το θεμελιώδες και πιο σημαντικό μέρος της μαοϊκής στρατηγικής" και υπολογίζοντας τους μεν αντάρτες σε 4.784, τη δε μαζική τους βάση σε 200.000 άτομα, η ντιρεκτίβα προχωρεί σε οδηγίες για τη συγκρότηση του παρακράτους: "Να οργανωθούν μυστικά ορισμένοι τομείς του άμαχου πληθυσμού, όπως μικροϊδιοκτήτες αγελαδοτρόφοι ή άτομα που χαρακτηρίζονται από υψηλό εθνικό συναίσθημα, οι οποίοι θα απασχολούνται κατόπιν διαταγών με την υποστήριξη των επιχειρήσεών μας. (...) Η εκγύμναση και υποστήριξη των δυνάμεων αυτοάμυνας και άλλων παραστρατιωτικών οργανώσεων μπορεί να είναι η θεμελιώδης αρχή της κινητοποίησης του στρατού για τις στρατιωτικές κι αναπτυξιακές επιχειρήσεις. Σε περίπτωση που δεν υπάρχουν δυνάμεις αυτοάμυνας, είναι απαραίτητο να τις δημιουργήσουμε".
Οι εξελίξεις των τελευταίων εβδομάδων επιβεβαιώνουν τους φόβους ότι η σφαγή του Ακτεάλ, η πιο αποτρόπαιη μέχρι σήμερα εφαρμογή αυτής της στρατηγικής, δεν πρόκειται να μείνει χωρίς συνέχεια. Απαντώντας στη διεθνή κατακραυγή, η μεξικανική κυβέρνηση δήλωσε την πρόθεσή της να "επιβάλει την τάξη", εξισώνοντας θύτες και θύματα και ... αφοπλίζοντας τον EZLN. Από τα τέλη Δεκεμβρίου, ο στρατός εισβάλλει σχεδόν καθημερινά στις ζαπατιστικές κοινότητες. Επισήμως πρόκειται για εκστρατεία αφοπλισμού, που ούτως ή άλλως παραβιάζει την υφιστάμενη νομοθεσία του 1995 περί ειρηνευτικών διαπραγματεύσεων, στην πράξη όμως είναι ολοφάνερη η επιδίωξη μιας σύρραξης με τις δυνάμεις των ανταρτών για τη δρομολόγηση της Τελικής Λύσης. Αποφεύγοντας απ' την πλευρά τους την αναμέτρηση, οι Ζαπατίστας καλούν "όλες τις ανεξάρτητες κοινωνικές και πολιτικές οργανώσεις, τους πολίτες -άντρες κια γυναίκες- στο Μεξικό και σε όλο τον κόσμο να κινητοποιηθούν από κοινού για να εμποδίσουν τον πόλεμο". Στην Αθήνα, η διαδήλωση προς τη μεξικανική πρεσβεία έχει ήδη οριστεί για την ερχόμενη Τρίτη.

 

 

H Eπίθεση

Απ' ό,τι φαίνεται, η ομοσπονδιακή κυβέρνηση έχει πάρει την απόφαση να πληρώσει το πολιτικό κόστος, σε εθνικό και διεθνές επίπεδο, μιας ανοικτής στρατιωτικής επίθεσης εναντίον των Ζαπατίστας, ξεκινώντας με την πρόθεση κατάληψης του οικισμού της Λα Ρεαλιδάδ και με την αύξηση της στρατιωτικής παρουσίας στις κοινότητες που τόλμησαν να την αψηφήσουν. Στόχος είναι να εξευτελιστούν στρατιωτικά οι αντάρτες με την κατάληψη των στρατηγικών τους περιοχών και να στερέψουν τα κοινωνικά αποθέματα στα οποία στηρίζονται, για να σπάσει το ηθικό της κοινωνικής τους βάσης και να προετοιμαστεί το έδαφος για την τελική επίθεση.
Περισσότερο από ποτέ, είναι τώρα σαφές ότι η σφαγή του Ακτεάλ, πραγματοποιημένη από παραστρατιωτικά σώματα υπό την προστασία της ομοσπονδιακής και της τοπικής κυβέρνησης, αποτελούσε μέρος του επιθετικού σχεδίου που είχε προγραμματιστεί αρκετά πριν από τις 22 Δεκεμβρίου. Η ανάπαυλα που ακολούθησε τη διακοπή των διαπραγματεύσεων, εισήγαγε ένα νέο τύπο στρατιωτικής δράσης, αποσταθεροποιώντας το συσχετισμό δυνάμεων. Είδαμε έτσι τους τελευταίους μήνες -κι έχει τεκμηριωθεί μέχρι αηδίας- πως η κυβέρνηση έχει δημιουργήσει διάφορες ένοπλες παραστρατιωτικές ομάδες, με σκοπό να τις βάλει στο ίδιο σακούλι με τους εξεγερμένους και να χειριστεί κατά τα κέφια της την εκδοχή των "διακοινοτικών συρράξεων", έτσι ώστε να μπορέσει να εξυψωθεί σαν δικαστής υπεράνω όλων και, αργότερα, να προχωρήσει στο "γενικό αφοπλισμό".
Ομως, η σοβαρότατη απόφαση της επίλυσης ενός γιγαντιαίου κοινωνικού προβλήματος διά της στρατιωτικής και αστυνομικής οδού, οδηγεί ακόμα γρηγορότερα στη γενίκευση της σύγκρουσης. Θα έπρεπε να θυμίσουμε στην κυβέρνηση πως δεν είναι συνετό να ανοίγει κανείς το κουτί της Πανδώρας, καθώς και ότι η ανωτερότητα ισχύος και πόρων δεν διασφαλίζει την τακτική υπεροχή, ιδιαίτερα όταν ο εχθρός που επιχειρεί να νικήσει έχει δίκιο και ηθική ανωτερότητα.

Αντόνιο Γκαρσία ντε Λεόν
Μεξικανός ιστορικός, ειδικευμένος στην ιστορία του Τσιάπας
(La Jornada 4/1/1998)

 

(Ελευθεροτυπία, 10/1/1998)

 

www.iospress.gr