Οι στρουθοκάμηλοι του
Πολεμικού Μουσείου
"Βαριές εκφράσεις, με πρωταγωνιστή τον υπουργό
Εξωτερικών"
(Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ, 30/1/99)
Η έρευνα του "Ιού" που δημοσιεύθηκε στο "Εψιλον" της περασμένης Κυριακής με
τίτλο "Οι αρχαιολάτρες πολιτεύονται" αναδεικνύει ένα νέο ρεύμα που κινείται στην
ελληνική κοινωνία. Περιγράφοντας το συνέδριο που οργανώθηκε στο Πολεμικό Μουσείο
με τίτλο "Η Αρχαιοελληνική Παράδοση στην Τρίτη Χιλιετία", διαπιστώναμε ότι η
συνύπαρξη ορισμένων σοβαρών επιστημόνων και μελετητών, σε ένα συνέδριο όπου τον
τόνο έδινε ο Πλεύρης και η παρέα του, απλώς παρέχει στήριγμα στα πολιτικά σχέδια
των ακροδεξιών πολιτευτών.
Δυστυχώς, απ' ό,τι φαίνεται, τους δυσαρεστήσαμε όλους. Παρόντες και μη, ομιλητές
και ακροατές, μας τηλεφώνησαν ή μας έστειλαν επιστολές για να διαμαρτυρηθούν ότι
τους αδικήσαμε. Κοινός παρονομαστής όλων, η (εκ των υστέρων) μετά βδελυγμίας
αποκήρυξη του φασισμού, του ναζισμού και του Πλεύρη. Οι μόνοι που δεν αντέδρασαν
ήταν ο ίδιος ο Πλεύρης, η διοίκηση του Πολεμικού Μουσείου, αλλά και ο πολιτικός
της προϊστάμενος υπουργός Εθνικής Αμυνας, Ακης Τσοχατζόπουλος.
Οι περισσότερες επιστολές είναι μακροσκελείς και έχουν δοθεί προς δημοσίευση
στην αντίστοιχη στήλη της "Κυριακάτικης Ελευθεροτυπίας". Παραθέτουμε, όμως, από
σήμερα ορισμένα αποσπάσματα, έτσι ώστε να δώσουμε την ευκαιρία σε όσους μας το
ζήτησαν να εξηγήσουν την παρουσία τους και να απαντήσουν στο εύγλωττο ερώτημα:
Τι είδους "επιστημονική" συζήτηση μπορεί να γίνει με τους ρατσιστές, τους
νεοναζί και τους "ουφολόγους";
Ξεκαθαρίζουμε από την αρχή ότι εμείς δεν αδικήσαμε κανέναν. Οσοι ήθελαν να
διαχωριστούν από το ναζιστικό παραλήρημα του "φίρερ", ακόμα κι αν τους
κορόιδεψαν οι διοργανωτές, θα μπορούσαν να κρατήσουν τη στάση του κ. Ιωάννη
Λουκά και της κυρίας Λίτσας Χατζοπούλου, οι οποίοι μόλις κατάλαβαν περί τίνος
πρόκειται, αποχώρησαν και κατήγγειλαν δημόσια το γεγονός. Να σημειώσουμε ακόμη
ότι με τηλεφώνημά του στην εφημερίδα διαφοροποιήθηκε επίσης ρητά και ο καθηγητής
Κ. Ρωμανός.
"Γιαουρτώστε τους"
Η πιο χαρακτηριστική τοποθέτηση είναι του καθηγητή κ. Νίκου Μαρκάτου. Θυμίζουμε
ότι ο τέως πρύτανης του ΕΜΠ κήρυξε την έναρξη του Συνεδρίου και ήταν ο πρώτος
ομιλητής. Ο ίδιος υποστηρίζει ότι έπεσε θύμα παραπλάνησης από τους διοργανωτές
-και δεν έχουμε λόγο να το αμφισβητήσουμε:
"Οπως σωστά γράφεις, πριν καιρό με επισκέφθηκαν στο γραφείο μου ένα
(συμπαθέστατο κατά τα άλλα) ζευγάρι, ο κύριος και η κυρία Στίνη, οι οποίοι μου
μίλησαν γι' αυτό το Συμπόσιο. Θεώρησα ότι επρόκειτο για επιστημονικό Συνέδριο
και εδήλωσα προφανώς αναρμόδιος. Με έπεισαν όμως ότι μια τεχνοκρατική ομιλία,
για τη θέση της Ελλάδας στο σύγχρονο κόσμο, δεν ήταν αντίθετη προς το πνεύμα του
Συνεδρίου. Επιπλέον, στο προκαταρκτικό πρόγραμμα που μου έστειλαν συμμετείχαν
γνωστά ονόματα του ακαδημαϊκού κόσμου, όπως ο κ. Τάσιος, η κα. Χατζοπούλου και
άλλοι. Τονίζω δε ότι σε αυτό το προκαταρκτικό πρόγραμμα που μου εστάλη δεν
αναφερόταν πουθενά το όνομα του κ. Πλεύρη! Καταλαβαίνετε την έκπληξή μου, αλλά
και την οργή μου, όταν το πρωί της έναρξης είδα στο πρόγραμμα που διανεμήθηκε να
περιλαμβάνεται ξαφνικά ο κ. Πλεύρης, γεγονός που με οδήγησε αμέσως σε έντονες
διαμαρτυρίες προς τους διοργανωτές."
Αυτές τις "έντονες διαμαρτυρίες" του κ. Μαρκάτου, εμείς, ως απλοί ακροατές, δεν
τις πήραμε είδηση. Νομίζουμε ότι ούτε και κανένας άλλος από το ακροατήριο.
Αντιθέτως, τον είδαμε στο βήμα του Πολεμικού Μουσείου, με την αφίσα που
προπαγάνδιζε την παρουσία του Πλεύρη ως "το κορυφαίο πνευματικό γεγονός του
1999". Βεβαίως δεν έμεινε και πολύ στο Συνέδριο ο κ. Μαρκάτος. Ομως η αποχώρησή
του έγινε "για προσωπικούς λόγους" και δεν πήρε καμιά διάσταση "εκνευρισμού" ή
"διαμαρτυρίας".
Μ' αυτό τον τρόπο δεν θα μάθουμε ποτέ τι θα έκανε ο κ. Μαρκάτος αν άκουγε τον
Πλεύρη. "Εάν ήμουν παρών ως το τέλος και γινόμουν μάρτυρας όλων όσων αναφέρατε,
θα είχα έρθει 'στα χέρια' με μερικούς τουλάχιστον από τους Συνέδρους, οι οποίοι
άλλωστε δεν τρέφουν και καμία συμπάθεια προς το πρόσωπό μου." Αξιοσημείωτη είναι
και η τελική πρόταση του κ. Μαρκάτου: "(Αυτές οι ιδέες) απαιτούν σε τελευταία
ανάλυση λιγότερο σοβαρή και περισσότερο χιουμοριστική αντιμετώπιση, ενίοτε δε
και "γιαούρτι" το οποίο (όπως πληροφορήθηκα) ο Αρειος Πάγος θεωρεί ως νόμιμη
πλέον ενέργεια, εάν υπάρχει σοβαρός λόγος!"
"Εγώ και ο Πλάτωνας"
Σε εντελώς διαφορετική κατεύθυνση κινείται ο καθηγητής Ανδρέας Παναγόπουλος.
Δημοσιεύουμε αυτούσια την επιστολή του, που απευθύνεται προς τον διευθυντή της
εφημερίδας, για να δείξουμε ότι δεν αισθάνεται καμιά ανάγκη να διαφοροποιηθεί.
Ούτε λέξη γι' αυτό που χαρακτηρίζει ο κ. Μαρκάτος "ιδέες επικίνδυνες έως
γελοίες":
"Η επίθεση του 'Ιού' (της νόσου και της ανευθυνότητας) δεν με πιάνει, γιατί έχω
κάνει αντί-βίωση (ο 'ιός' κάποτε είχε δίγαμμα στην αρχή, εξού το 'β') και έχω
ανοσία. Εσάς, όμως, και το λειτούργημά σας σάς πρόσβαλε, γιατί οι εναντίον μου
αιτιάσεις δείχνουν ότι δεν ήταν παρών, όταν μίλησα. Ισα-ίσα, συνέστησα προσοχή
από τη χλαμυδοπληξία και το ρατσισμό, παραπέμποντας στα 'idola tribus' (είδωλα
της φυλής) του Francis Bacon. Δεν είπα ποτέ ότι 'όλα τα είπαν και όλα τ'
ανακάλυψαν Ελληνες'. Αλλά πιστεύω, μαζί με τον Πλάτωνα (αν η Επινομίς του είναι
γνήσια, 987α) ότι 'Ο,τιπερ αν Ελληνες βαρβάρων παραλάβωσι, κάλλιον τούτο εις
τέλος απεργάζονται'. Δεν επαίνεσα κανέναν για τη συμβολή του στο 'μεγαλείο της
φυλής' - η προοδευτική μου ιδεολογία μού απαγορεύει κάτι τέτοιες 'κορώνες'. Οσο
για τις 'κοινοτοπίες αγοραίου εθνικισμού', θα ήταν ίσως ενδιαφέρον για τους
αναγνώστες σας να δημοσιεύσετε το κείμενό μου με την κριτική για το βιβλίο του
Χάντιγκτον σε σχέση με την Ελλάδα. Στο μεταξύ, πείτε στους 'φορείς' (του 'ιού')
να διαβάσουν τη συνέντευξη που μου πήραν για λογαριασμό της 'Ελευθεροτυπίας' οι
συνεργάτες σας Β.Κ.Καλαμαράς και Ολυμπία Λιάτσου, με τίτλο 'Οι αρχαίοι ημών
σύγχρονοι' (Χαραυγή ενός νέου ανθρωπισμού - Ο καθηγητής Ανδρέας Παναγόπουλος
τονίζει ότι η επιστροφή στο αρχαίο είναι μια επάνοδος στις μεγάλες αξίες του
παρελθόντος)."
Οχι μόνο είμαστε παρόντες κ. Παναγόπουλε, αλλά έχουμε καταγράψει και τους
έντονους διαξιφισμούς σας με τον κ. Λουκά. Και θυμόμαστε πολύ καλά ότι εκείνη τη
στιγμή, ο κ. Λουκάς αντελήφθη τι είδους Συνέδριο γινόταν και διαχώρισε τη θέση
του.
"Εγειρε η συνάντηση"
Ακόμα πιο έντονη είναι η αντίδραση του κ. Βερέττα, ο οποίος "αηδίασε" από το
δημοσίευμά μας. Αφού αναφέρει ότι είναι ιδεολόγος αντιχουντικός, και ότι εμείς
το αποκρύψαμε, επισημαίνει: "Δεν αναφέρατε πουθενά ότι στη διάρκεια του
Συμποσίου αρνήθηκα να καθίσω στην ίδια 'στρογγυλή τράπεζα' με τους νοσταλγούς
της χούντας κι ότι αποχώρησα επιδεικτικά, αντιλαμβανόμενος την τελευταία στιγμή,
όπως κι άλλοι καλοπροαίρετοι προσκεκλημένοι, προς τα πού έγερνε η όλη
συνάντηση".
Μα ακριβώς αυτό λέμε κι εμείς. Οτι οι -κατά τα άλλα- δημοκράτες συγγραφείς και
ερευνητές χειραγωγήθηκαν από τους ρατσιστές, αδιαμαρτύρητα. Ρητά αναφέρουμε στο
"Εψιλον" ότι ο κ. Βερέττας και ο κ. Ρασσιάς "προσπάθησαν να αποφύγουν τον Πλεύρη
με έμμεσο τρόπο". Ομως δυστυχώς αυτό δεν αρκεί. Διότι η αποχώρηση του κ. Βερέττα
"για προσωπικούς λόγους" είναι "επιδεικτική" μόνο στο μυαλό του. Οσο για το
παράπονό του, ότι δεν αναφέρουμε τα βιβλία του, θυμίζουμε ότι έχουμε συστήσει
επανειλημμένα τον - πράγματι αντιχουντικό- "Πολιτισμό των στρατοπέδων".
Ομως η αντιφασιστική τοποθέτηση δεν είναι ιδιότητα "κτηθείσα εν τω στρατεύματι".
Πώς άραγε εξηγεί ο κ. Βερέττας τον 5ο λόγο, για τον οποίο εισηγείται την
αναβίωση της Αρχαίας Ελληνικής Θρησκείας ("Η ανάγκη υπεράσπισης των κεκτημένων
εδαφών και διεκδίκησης των χαμένων");
Προς υπεράσπιση των κ. Βερέττα και Ρασσιά μας τηλεφώνησε και μας έγραψε η κα.
Μαρίνα Ψαράκη, η οποία υποστηρίζει ότι "ο αντιεξουσιαστής κ. Ρασσιάς και ο
προοδευτικός κ. Βερέττας μίλησαν για την προχριστιανική Ελλάδα, καθαρά, χωρίς
υπονοούμενο φασισμού ή ρατσισμού και αυτό δεν σας άρεσε." Για να τεκμηριώσει την
άποψή της γράφει ότι "ο κ. Βερέττας έλεγε μακριά από εμάς ο φασισμός και έφευγε
για να μην καθίσει δίπλα στον Κ. Πλεύρη, και ο κ. Ρασσιάς έκανε ερωτήσεις στον
Πλεύρη και τον έφερε σε δύσκολη θέση." Από το άρθρο η αναγνώστρια κατάλαβε ότι
βρισκόμαστε σε "βυζαντινά σκοτάδια" και γι' αυτό δεν "αγγίξαμε κανέναν που
μίλησε για Χριστιανισμό και για Βυζάντιο".
Οφείλουμε να μνημονεύσουμε και ορισμένες τηλεφωνικές παρεμβάσεις αναγνωστών. Ο
καθηγητής Βασίλειος Μπακούρος, ο οποίος μετείχε στο συνέδριο με την παρέμβαση "Ο
μεταβυζαντινός Αριστοτελισμός στην Εκπαίδευση του Τουρκοκρατούμενου Ελληνισμού",
μάς καταλογίζει το ακριβώς αντίθετο απ' ό,τι η κα. Ψαράκη. Υποστηρίζει ότι
είμαστε "εχθροί του Βυζαντίου" και ότι ταυτιζόμαστε με τους "αρχαιολάτρες".
Δικαίωμά του να πιστεύει ό,τι θέλει. Η ουσία είναι ότι κι αυτός δεν
διαφοροποιήθηκε πουθενά από το φασιστικό κλίμα.
Σημειώνουμε επίσης το τηλεφώνημα του δημοσιογράφου κ. Κ. Χούντα, ο οποίος μας
διευκρίνισε ότι κακώς έγραψαν οι διοργανωτές ότι ο ραδιοσταθμός "Ηρόδοτος"
υπήρξε χορηγός του Συνεδρίου. "Απλώς μεταδώσαμε δωρεάν ορισμένα διαφημιστικά
μηνύματα." Βεβαίως, ο σταθμός του είναι το βήμα όλων των αρχαιόπληκτων που
συμμετείχαν στο Συνέδριο και φιλοξενεί ως "σοβαρούς επιστήμονες" ακόμα και
προπαγανδιστές της χούντας και του ναζισμού, όπως ο Δ. Δημόπουλος.
Από την πλευρά του, ο εκδότης Οδυσσέας Χατζόπουλος συμμερίζεται τη γενική
τοποθέτηση του "Ιού", αλλά φοβάται μήπως υπάρξει παρεξήγηση από κάποιους
ανέτοιμους αναγνώστες: "Καταγράφοντας κανείς μεμονωμένα τη δράση των
προβοκατόρων της ιστορίας και της επιστήμης, μπορεί ίσως να δημιουργήσει σε
ορισμένους την εντύπωση ότι ανάλογης ποιότητας και περιεχομένου είναι οι ίδιοι
οι αρχαίοι συγγραφείς και το έργο τους, ή, αν όχι αυτό, ότι εν πάση περιπτώσει
σε ίδιο πλαίσιο αναφοράς κινούνται όλοι όσοι ασχολούνται με αυτούς." Κατανοητή η
ανησυχία του εκδότη του "Κάκτου", ο οποίος έχει ειδικευτεί, εδώ και 7 χρόνια,
στα κείμενα της Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας. Αλλά ακριβώς αυτός ήταν ο στόχος
του κειμένου μας. Να αναδείξουμε την απάτη, πίσω από την κάλπικη αρχαιολατρία.
Αφήσαμε για το τέλος τους διοργανωτές του Συνεδρίου. Εκ μέρους του περιοδικού
"Τρίτο Μάτι" και των εκδόσεων "Εσοπτρον" μας τηλεφώνησε η κυρία Στίνη για να
διαμαρτυρηθεί ότι δεν πήραμε συνέντευξη από τους εκδότες του περιοδικού. Φυσικά
δεν είναι δικό της θέμα από ποιον θα πάρουμε συνέντευξη. Εξάλλου τους ακούσαμε
και τους δυο συνεκδότες του περιοδικού στο Συνέδριο και καταγράψαμε αυτολεξεί
τις απόψεις τους. Το τρελό της ιστορίας είναι ότι η κυρία Στίνη μάς τηλεφώνησε
τρεις μέρες προτού εκδοθεί το "Εψιλον". Δεν είχε δηλαδή δει το κείμενο που
κατέκρινε. Είχε όμως -επί τέλους- καταλάβει ότι τα ονόματα των δυο δημοσιογράφων
που παρακολούθησαν επισήμως το συνέδριο (με καρτέλες και τα σχετικά)
αντιστοιχούσαν σε δυο συντάκτες του "Ιού". Οπως μάς είπε η ίδια, αν είχε
αντιληφθεί ότι είμαστε του "Ιού", δεν θα μας είχε επιτρέψει την είσοδο!
Και να σκεφτεί κανείς ότι για την ασφάλεια του Συνεδρίου φρόντιζαν δυο γνωστά
πρωτοπαλίκαρα της "Χρυσής Αυγής": Ο Γιαννόπουλος και ο Καραγιάννης.
(Ελευθεροτυπία, 13/2/1999)