Ο πόλεμος των γυναικών



Σημαίνει άλλα πράγματα ο πόλεμος για κάθε φύλο; Και ακόμη: είναι σε θέση οι γυναίκες, ως γυναίκες, να διατυπώσουν μια διαφορετική άποψη για τον πόλεμο και να ασκήσουν μια άλλη πολιτική για την αποτροπή του; Διαθέτουν, εντέλει, οι γυναίκες μια προνομιακή -έμφυτη ή, έστω, κοινωνικά προσδιορισμένη- σχέση με την ειρήνη, όπως διατείνονται τόσοι και τόσες που συνδέουν αυτόματα τη μητρική ιδιότητα με μια υποτιθέμενη αντιπολεμική προδιάθεση των γυναικών; Οσο κι αν μοιάζουν απλοϊκά, τα ερωτήματα αυτά ταλανίζουν περισσότερο από έναν αιώνα τα γυναικεία κινήματα και έχουν κατά καιρούς βρεθεί στο επίκεντρο σοβαρών αντιθέσεων στο εσωτερικό τους.
Είναι βέβαιο πως η φεμινιστική θεωρία και, κυρίως, η ιστοριογραφία έχουν τα τελευταία χρόνια αμφισβητήσει πειστικά πολλούς από τους μύθους που βρίσκονται πίσω από τις τρέχουσες αναλύσεις για τη σχέση κάθε φύλου με τον πόλεμο. Φαίνεται, ωστόσο, ότι η ρητορεία του πολέμου είναι πολύ πιο ισχυρή από τις απόπειρες για μια κριτική προσέγγιση των κυρίαρχων αντιλήψεων για τα φύλα. Δεν χρειάζεται να πάμε μακριά. Από την αρχή του πολέμου στη Γιουγκοσλαβία, η εγχώρια κριτική στο ΝΑΤΟ και τις ΗΠΑ περνά σε μεγάλο βαθμό μέσα από τη σεξιστική γελοιογράφηση των αντιπάλων: ομοφυλόφιλοι οι νατοϊκοί, άνανδροι οι βομβαρδισμοί, κακάσχημη, γριά και ανέραστη η Ολμπράιτ. Στην παγίδα πέφτουν από ό,τι φάνηκε και γυναίκες, πιστεύοντας ότι το φύλο της πολιτικού θα όφειλε να καθορίζει το φύλο της πολιτικής της. Στην πραγματικότητα, υιοθετούν κι αυτές το σεξιστικό υπόβαθρο του μιλιταριστικού λόγου, που ενισχύει τα στερεότυπα των φύλων, θεωρώντας αδιαμφισβήτητη τη διχοτομική πρόσληψη του "ανδρισμού" και της "θηλυκότητας". Στο κλίμα αυτό, η Μ. Ολμπράιτ δεν κρίνεται για τις πράξεις της, αλλά για την υποτιθέμενη προδοσία του φύλου της. "Δεν μπορεί, την ώρα που γεννούσε τα παιδιά της θα ήταν διαφορετική", σχολίαζε προ ημερών στη ραδιοφωνική της εκπομπή μια δημοσιογράφος, υποστηρίζοντας ότι οι γυναίκες στην εξουσία πρέπει να συμπεριφέρονται διαφορετικά από τους άνδρες συναδέλφους τους.

Δίκτυα συζήτησης


Ο πόλεμος, λοιπόν, στη Γιουγκοσλαβία έχει αναθερμάνει την παλιά συζήτηση. Πολλές είναι οι πρωτοβουλίες που αναλαμβάνονται διεθνώς -και στην Ελλάδα- από γυναικείες οργανώσεις, συχνά χωρίς να γίνεται προσπάθεια να αναλυθούν οι λόγοι που οδηγούν τις γυναίκες σε μια ξεχωριστή κινητοποίηση. Στις περισσότερες από αυτές τις δραστηριότητες, η σύνδεση των γυναικών ως μητέρων με την ειρήνη θεωρείται δεδομένη. Δεν είναι ακόμη άγνωστη η σχέση κάποιων από αυτές τις κινήσεις με συγκεκριμένες πολιτικές προτεραιότητες και ιεραρχήσεις, καθώς και με το ρόλο που επιφυλάσσουν τα κόμματα στις γυναίκες, μέλη και επιρροές τους. Στο περιθώριο, ωστόσο, αυτής της "αυτονόητης" εμπλοκής των γυναικών στην υπόθεση του πολέμου, οι νατοϊκοί βομβαρδισμοί έχουν δώσει την αφορμή για μια ενδιαφέρουσα ανταλλαγή απόψεων μεταξύ φεμινιστριών από πολλές ευρωπαϊκές χώρες που επιχειρούν να στοχαστούν με δικούς τους όρους τη στάση τους στη δύσκολη σημερινή συγκυρία.
Το φεμινιστικό αυτό δίκτυο οφείλει πολλά στις δυνατότητες που προσφέρει η ηλεκτρονική αλληλογραφία. Σε αδιάκοπη επαφή με τις γυναικείες ομάδες που συνεχίζουν θαρραλέα την αντιπολεμική τους δράση στο Βελιγράδι, φεμινίστριες από την Ευρώπη διακινούν από την αρχή του πολέμου πληροφορίες, στέλνουν μηνύματα αλληλεγγύης στα θύματά του, υπογράφουν εκκλήσεις και προσπαθούν να διατυπώσουν τη θέση τους -ή την αμηχανία τους- για το τι θα μπορούσε να σημάνει μια "γυναικεία πολιτική" κατά του πολέμου. Οι δυσκολίες της συζήτησης πολλές, καθώς οι βεβαιότητες έχουν από καιρό σχετικοποιηθεί. Στο κλίμα αυτό, η ζωντάνια του δικτύου οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στην ύπαρξη -και τις αντοχές- των γυναικών που παραμένουν ενεργές στη Γιουγκοσλαβία (Γυναίκες στα Μαύρα, Κέντρο γυναικών ενάντια στη σεξουαλική βία).

Το δικαίωμα στην αμηχανία

Από την πλούσια αυτή ανταλλαγή απόψεων επιλέγουμε ενδεικτικά τα κείμενα δύο φεμινιστριών με σημαντικό έργο, της Αγγλίδας Σίνθια Κόκμπερν (Cynthia Cockburn) και της Γαλλίδας Κριστίν Ντελφί (Christine Delphy). Ο λόγος της προτίμησης είναι απλός: οι δύο παρεμβάσεις μαρτυρούν την ποικιλία των σχετικών παρεμβάσεων, αλλά και την επιθυμία για διάλογο μεταξύ των διαφορετικών θέσεων.
Φεμινίστρια και αριστερή, συγγραφέας πολλών έργων γύρω από τη σχέση φύλου και τεχνολογίας, φύλου και εθνικής ταυτότητας, γυναικών και πολιτικών κομμάτων, η Σίνθια Κόκμπερν περιγράφει στις 15 Απριλίου τη δυσκολία της να εκφραστεί πολιτικά μέσα στην πόλωση που έχει προκαλέσει στην Αγγλία ο πόλεμος στη Γιουγκοσλαβία. Μέλος της αγγλικής ομάδας Γυναίκες στα Μαύρα, η Κόκμπερν επαναλαμβάνει στο κείμενό της τις γνωστές αντιπολεμικές αρχές των Γυναικών στα Μαύρα (σύνδεση του μιλιταρισμού με την ανδρική βία, υπεράσπιση της ειρήνης, πίστη στην πολυεθνική δημοκρατία), θεωρεί, ωστόσο, ότι οι γυναίκες πρέπει να προχωρήσουν τις επεξεργασίες τους πολύ πέρα από τις γενικόλογες αυτές διακηρύξεις. Αφορμή για τις σκέψεις της υπήρξε μια διαδήλωση στο Λονδίνο (11/4), κατά τη διάρκεια της οποίας η ίδια και η ομάδα της ένιωσαν άβολα τόσο με τους αντινατοϊκούς αριστερούς διοργανωτές όσο και με τους αντιδιαδηλωτές που συγκεντρώθηκαν σε γειτονικό χώρο για να υποστηρίξουν τους Κοσοβάρους πρόσφυγες: οι πρώτοι αποδείχθηκαν εξαιρετικά ανεκτικοί προς το καθεστώς Μιλόσεβιτς, οι δεύτεροι εξαιρετικά ευνοϊκοί προς τους νατοϊκούς βομβαρδισμούς.
Θυμίζοντας ότι στο Βελιγράδι οι Γυναίκες στα Μαύρα πάλεψαν για την ειρήνη και στις πιο δύσκολες στιγμές του σερβικού εθνικισμού, η Σίνθια Κόκμπερν διαμαρτύρεται για τον τρόπο που τίθεται σήμερα το δίλημμα στη χώρα της: αν είσαι εναντίον του ενός, είσαι υποχρεωτικά με τον άλλο. "Εδώ στο Λονδίνο δεν χρειάζεται να φοράμε μάσκα", υπογραμμίζει. "Μπορούμε να μιλούμε χωρίς φόβο κατά του ΝΑΤΟ και κατά του Μιλόσεβιτς. Αλλά αυτό δεν συνέβη στη διαδήλωση της 11ης Απριλίου. Λένε ότι το πρώτο θύμα του πολέμου είναι η αλήθεια. Αισθάνομαι ότι ένα ακόμη θύμα του είναι η επιθυμία να ζήσει κανείς αντιμετωπίζοντας κατάματα τις αντιφάσεις και τις αμφισημίες, να λέει κανείς την ίδια στιγμή όχι στην εθνοκάθαρση και όχι στους βομβαρδισμούς".
Αλλο θύμα του πολέμου, κατά την Αγγλίδα φεμινίστρια, είναι η δυνατότητα να πει κανείς ότι σε κάποια ερωτήματα δεν έχει βρει ακόμη μια πειστική απάντηση. Η η δυνατότητά του να υποστηρίξει πως η σκέψη του δεν εκφράζεται με ένα ναι ή ένα όχι, ότι δεν μπορεί να τη συνοψίσει σε ένα σύνθημα που να χωράει σε ένα πανό. "Εκείνο, όμως, που νιώθω ότι θέλω να κάνω", καταλήγει η Σίνθια Κόκμπερν, "είναι να συνεχίσω να ακούω τις γυναίκες που βρίσκονται στη Γιουγκοσλαβία, εκείνες που πραγματικά διακινδυνεύουν, και των οποίων την πολιτική κρίση ξέρουμε εδώ και οκτώ χρόνια ότι μπορούμε να εμπιστευόμαστε. Γιατί αυτό που μας υποδεικνύουν είναι σαφές: να συνεχίσουμε να μιλάμε, να αφήσουμε ανοιχτούς τους διαύλους της επικοινωνίας, να πιστέψουμε ότι μπορούμε να ζούμε όλοι και όλες μαζί, να αρνηθούμε τις πολεμικές λύσεις. Και, ταυτόχρονα, να επιλέξουμε έναν τρόπο δράσης που να γελοιοποιεί και να αντιστέκεται στο σεξισμό που συνοδεύει το μιλιταρισμό της κάθε πλευράς".

Στη ρίζα του προβλήματος


Σχολιάζοντας το κείμενο της Σίνθια Κόκμπερν, η Γαλλίδα κοινωνιολόγος και ριζοσπάστρια φεμινίστρια Κριστίν Ντελφί περιγράφει το κλίμα που καλλιεργείται από τα γαλλικά μέσα ενημέρωσης -τα οποία στην πλειοψηφία τους υποστηρίζουν τους νατοϊκούς βομβαρδισμούς- και υπογραμμίζει ότι βρισκόμαστε σήμερα σε μια τυπική κατάσταση πολέμου: ένας σωστός συλλογισμός οδηγείται αυτόματα σε ένα λανθασμένο συμπέρασμα. Το γεγονός, δηλαδή, ότι οι διαπραγματεύσεις απέτυχαν και ότι ο Μιλόσεβιτς είχε ξεκινήσει από καιρό την εθνοκάθαρση, δεν συνεπάγεται ότι ο πόλεμος ήταν η μοναδική εναλλακτική λύση.
Επιδιώκοντας να προχωρήσει τη συζήτηση σε πεδία που δεν έχουν ακόμη απασχολήσει τη φεμινιστική σκέψη, η Κριστίν Ντελφί αποτολμά στη συνέχεια μια ριζική κριτική στο ΝΑΤΟ, διαφωνώντας με την παραμονή των ευρωπαϊκών χωρών σε αυτό. "Θα επιθυμούσα", σημειώνει, "να δημιουργηθεί ένα φεμινιστικό δίκτυο που να ξεκινήσει μια εκστρατεία για να βγει η χώρα από το ΝΑΤΟ. Αλλά πρώτα από όλα, πρέπει να σταματήσουν οι βομβαρδισμοί: θα γυρίσουν τη Σερβία στη λίθινη εποχή, όπως έκαναν στο Ιράκ, αλλά τον πόλεμο και τις φρικαλεότητές του δεν θα τα αποτρέψουν".
Και καταλήγει: "Γνωρίζουμε ότι το τελευταίο πράγμα που θίγεται σε μια δικτατορία, ειδικά όταν αυτή δέχεται επίθεση, είναι ο στρατός. Ο λαός μπορεί να λιμοκτονεί στη Σερβία, αλλά πάντα θα υπάρχουν τα μέσα για περισσότερα τανκς και πολυβόλα".

 

 

Εκκληση προς τις κυβερνήσεις των χωρών του ΝΑΤΟ

Από το 1991 και εξής, οι Γυναίκες στα Μαύρα κατά του Πολέμου εργάστηκαν δραστήρια στο Βελιγράδι υπέρ της ειρήνης και κατά της βίας. Αρχή των Γυναικών στα Μαύρα υπήρξε πάντοτε η πάλη κατά κάθε μορφής βίας, πολέμου, μιλιταρισμού και εθνικισμού. Από το 1991, το μεγαλύτερο θύμα στο έδαφος της πρώην Γιουγκοσλαβίας στάθηκε ο άμαχος πληθυσμός. Το ίδιο συμβαίνει και τώρα. Οι αξίες που υποστηρίζουμε είναι η ζωή, η αλληλεγγύη και ο σεβασμός της διαφορετικότητας. Επί οκτώ ήδη χρόνια αναπτύσσουμε ένα δίκτυο ανταλλαγής και αλληλεγγύης κατά του πολέμου που περιλαμβάνει γυναίκες από όλες τις ηπείρους, στις οποίες συγκαταλέγονται προφανώς και γυναίκες από χώρες του ΝΑΤΟ.
Ως γυναικεία οργάνωση στρατευμένη από καιρό κατά του μιλιταρισμού, οπότε αντίθετη προς κάθε στρατιωτική επέμβαση, είμαστε εναντίον και της τρέχουσας στρατιωτικής επίθεσης του ΝΑΤΟ κατά της Γιουγκοσλαβίας. Ισαμε σήμερα, είχαμε πάντοτε τη στήριξη και την αλληλεγγύη των γυναικείων και φιλειρηνικών κινημάτων στην Ευρώπη και τις ΗΠΑ. Δυστυχώς, οι κυβερνήσεις των χωρών αυτών δεν έλαβαν υπόψη τους τις θέσεις των δικών τους κινημάτων ειρήνης, για να μη μιλήσουμε για το κίνημα ειρήνης στη Γιουγκοσλαβία.
Εμείς, οι Γυναίκες στα Μαύρα κατά του Πολέμου από το Βελιγράδι ζητούμε από τις κυβερνήσεις των χωρών-μελών του ΝΑΤΟ:
Να σταματήσουν αμέσως τους βομβαρδισμούς στο έδαφος της Γιουγκοσλαβίας.
Να προχωρήσουν σε ειρηνευτικές συνομιλίες και σε μια Διεθνή Διάσκεψη Ειρήνης για τα Βαλκάνια.
Να διευκολύνουν τους πρόσφυγες και όλους τους πληθυσμούς που εκδιώχθηκαν ή μετακινήθηκαν από το Κόσοβο να επιστρέψουν, εφόσον το επιθυμούν, στις εστίες τους ή να μεταβούν σε τρίτες χώρες.
Ζητούμε από τις Γυναίκες στα Μαύρα και όλες τις γυναικείες οργανώσεις ειρήνης να μεταφέρουν την έκκληση αυτή στις κυβερνήσεις τους. Τα ανθρώπινα δικαιώματα και η δημοκρατία δεν επιβάλλονται με βόμβες και όπλα, αλλά προωθούνται με διαπραγματεύσεις και ενίσχυση των δυνάμεων εκείνων που υποστηρίζουν σθεναρά τα ανθρώπινα δικαιώματα και τη δημοκρατία.

Γυναίκες στα Μαύρα κατά του Πολέμου
Βελιγράδι, 20 Απριλίου 1999
 



 

(Ελευθεροτυπία, 15/5/1999)

 

www.iospress.gr