Μια μακάβρια κολοκυθιά για το Κόσοβο

"Ούτε ένας νεκρός δεν υπήρξε μέσα στο Πολυτεχνείο το 1973"
        (Δημήτρης Ρίζος, ΑΔΕΣΜΕΥΤΟΣ, 18/11/1999)

Επί δύο βδομάδες, ο Ελληνας αναγνώστης βομβαρδίζεται από δημοσιεύματα τα οποία υποστηρίζουν ότι τα θύματα μεταξύ των Αλβανών του Κοσόβου ήταν ελάχιστα, σχεδόν ανύπαρκτα, και ότι οι μαζικές εκκαθαρίσεις ήταν μύθος, κατασκευή της νατοϊκής προπαγάνδας. Η αρχή έγινε από το ΒΗΜΑ της 1ης Νοεμβρίου, το οποίο τιτλοφορεί το σχετικό ρεπορτάζ "Παραπληροφόρηση τα στοιχεία περί γενοκτονίας αλβανοφώνων" και στηρίζεται σε άρθρο των Sunday Times (31/10/99). Ακολούθησαν τα ΝΕΑ, στις 6 Νοεμβρίου, με την αναδημοσίευση ενός άρθρου του John Laughland από το περιοδικό Spectator: "Μύθος οι ομαδικοί τάφοι του Κοσόβου". Και λίγες μέρες αργότερα πρόσθεσε η ΑΥΓΗ τη δική της φωνή. Μεταφέροντας την ανακοίνωση της εισαγγελέως του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου Κάρλα Ντελ Πόντε, ότι μέχρι στιγμής έχουν ανασυρθεί "μόνο" 2.108 πτώματα σε ατομικούς και ομαδικούς τάφους, το άρθρο της εφημερίδας έφερε τον χαρακτηριστικό τίτλο "Καταρρέει η προπαγάνδα για δεκάδες χιλιάδες θύματα". Παρεμφερή ρεπορτάζ και ανάλογες φωνές συναντήσαμε σε όλο το φάσμα του έντυπου και του ηλεκτρονικού Τύπου.

Οι μισές αλήθειες του Spectator

Κοινός παρονομαστής σε όλα αυτά τα ρεπορτάζ είναι η αναφορά σε συγκεκριμένες δηλώσεις του υπουργού Αμυνας των ΗΠΑ τον περασμένο Μάιο: «Στις 16 Μαϊου, ο υπουργός Αμυνας των ΗΠΑ Γουίλιαμ Κοέν είχε δηλώσει ότι ο γιουγκοσλαβικός στρατός είχε σκοτώσει 100.000 Αλβανούς σε στρατεύσιμη ηλικία.» (ΝΕΑ- Spectator). Στην πραγματικότητα, αυτό που είχε δηλώσει ο Κοέν (στην εκπομπή του CBS "Face the Nation") είναι ότι «αγνοείται η τύχη 100.000 ανδρών σε στρατεύσιμη ηλικία» και πρόσθεσε ότι οι αναφορές μιλούν για εκτελέσεις 4.500 ανδρών στο Κόσοβο, αλλά «φοβάμαι ότι ο αριθμός είναι πολύ μεγαλύτερος». Σε όλες τις επίσημες νατοϊκές ανακοινώσεις της περιόδου εκείνης, οι αριθμοί είναι ανάλογοι: «100.000 αγνοούμενοι και 4.000 σκοτωμένοι» αναφέρονται σε δήλωση της 4ης Μαΐου. Και στο καθημερινό μπρίφινγκ του αμερικανικού υπουργείου, στις 17 Μαϊου ο Κένεθ Μπέικον ανέφερε: «Πιστεύουμε ότι οι μαζικές εκτελέσεις υπερβαίνουν τις 5.000. Οπως είπε χθες ο κ. Κοέν, φοβόμαστε ότι μπορεί να έχει σκοτωθεί ένα σημαντικό ποσοστό από τους 100.000 άνδρες σε στρατεύσιμη ηλικία που αγνοούνται. Δεν θα μάθουμε την τύχη αυτών των ανθρώπων, παρά μόνο μετά από μήνες ή και χρόνια.»
Το δεύτερο «στοιχείο» του Spectator που υιοθετείται από τον ελληνικό Τύπο είναι ότι «ο Τόνι Μπλερ υποστήριζε μάλιστα ότι ο αριθμός των θυμάτων πρέπει να είναι μεγαλύτερος». Στην πραγματικότητα, στο άρθρο του της 5ης Ιουνίου ο Μπλερ δεν ανέφερε κανέναν αριθμό. Απλώς υποστήριξε ότι, μόλις μπουν οι δυνάμεις του ΟΗΕ και οι δημοσιογράφοι στο Κόσοβο, θα ανακαλύψουν στοιχεία «φοβερών φρικαλεοτήτων και απίστευτης βαρβαρότητας.»
Ενα τρίτο στοιχείο που επικαλείται ο John Laughland στο Spectator είναι ότι «στις 11 Οκτωβρίου ο εκπρόσωπος του Διεθνούς Δικαστηρίου Εγκλημάτων Πολέμου στη Χάγη παραδέχθηκε ότι δεν βρέθηκε ούτε ένας ομαδικός τάφος.» Ο Πολ Ρίσλι διέψευσε αγανακτισμένος το δημοσίευμα, χαρακτηρίζοντας «καθίκι» (asshole) τον Laughland: «Ποτέ δεν είπα κάτι τέτοιο. Υπάρχουν τουλάχιστον 500 'σκηνές εγκλήματος' και πολλές απ' αυτές είναι ομαδικοί τάφοι.» (εφημερίδα Guardian, 3/11/99). Από τις 500 αυτές περιπτώσεις μόνο 150 έχουν διερευνηθεί μέχρι σήμερα και οι υπόλοιπες θα εξεταστούν την ερχόμενη άνοιξη, διότι δεν είναι δυνατόν να γίνονται εκταφές, όταν το έδαφος είναι παγωμένο.
Το τελευταίο επιχείρημα του Spectator, το οποίο αναδημοσιεύουν σύσσωμα τα ελληνικά μέσα ενημέρωσης είναι οι δηλώσεις ενός Ισπανού επιθεωρητή, ο οποίος αναφέρει ότι βρήκε «μόνο 187 πτώματα». Αλλά οι Ισπανοί ήταν μία μόνο από τις είκοσι ιατροδικαστικές ομάδες που στάλθηκαν στην περιοχή. Με δεδομένο ότι έχει ερευνηθεί μόνο το ένα τρίτο των περιπτώσεων (150 στις 500), ο αριθμός του Ισπανού είναι απολύτως συμβατός με έναν συνολικό αριθμό θυμάτων που μπορεί να εγγίζει τις 10.000.
Οι πρόσφατες, τέλος, δηλώσεις της Κάρλα Ντελ Πόντε για 2.108 θύματα αναφέρονται σε αναγνωρισμένα πτώματα και συνοδεύονται από την παρατήρηση ότι ο αριθμός αυτός αντιστοιχεί μόνο στο ένα τρίτο του συνόλου των τοποθεσιών, τις οποίες εξετάζουν οι απεσταλμένοι του Διεθνούς Δικαστηρίου.

Επάγγελμα βαλκανοφάγος

Ολα αυτά τα στοιχεία είναι προσιτά μέσω Ιντερνετ και θα μπορούσαν να τα ανακαλύψουν όσοι αντιγράφουν με τέτοια ευκολία τον κ. Laughland. Αλλά δεν ήταν ανάγκη καν να καταφύγουν σε όλη αυτή την αναδίφηση οι εφημερίδες και τα έντυπα. Θα ήταν αρκετό να θυμηθούν ποιο είναι τέλος πάντων αυτό το σοβαρό περιοδικό Spectator, στο οποίο βασίζονται για να αποφανθούν ότι δεν έγινε δα και τίποτα σπουδαίο εις βάρος των Κοσοβάρων. Εχουν περάσει μόλις επτά χρόνια από τον Αύγουστο του 1992, όταν αυτό το περιοδικό είχε ξεσηκώσει όλη τη χώρα με το αφιέρωμά του στην Ελλάδα. Θυμίζουμε ότι ο τίτλος του αφιερώματος ήταν «Φοβάμαι τους Ελληνες» και οι συντάκτες αποκαλούσαν την Ελλάδα «Νέο τραμπούκο των Βαλκανίων». Στο εξώφυλλο του τεύχους αυτού εμφανιζόταν ο Παρθενώνας σαν στρατόπεδο συγκέντρωσης με σκοπιές, πολυβόλα και συρματοπλέγματα, και η Αφροδίτη της Μήλου οπλισμένη με αυτόματο. Η δυσφήμηση της χώρας ήταν τέτοια, ώστε η κυβέρνηση Μητσοτάκη υποχρεώθηκε να ζητήσει ανασκευή, μέσω της ελληνικής πρεσβείας στο Λονδίνο. Αλλά και την προηγούμενη δεκαετία, το Spectator δεν έχανε την ευκαιρία να εμφανίσει την Ελλάδα ως τριτοκοσμικό άντρο τρομοκρατών και πηγή δεινών για την πολιτισμένη ανθρωπότητα.
Την εγκυρότητα του Spectator, δηλαδή, τη γνωρίζουμε πολύ καλά. Αλλά και το συγγραφέα του επίμαχου άρθρου δεν τον μαθαίνουμε σήμερα για πρώτη φορά. Ο κ. Laughland είναι χαρακτηριστικός εκπρόσωπος της ρατσιστικής βαλκανοφαγικής διάθεσης ορισμένων νεοφιλελεύθερων θινκ-τανκ. Οπαδός μιας σκληρής θατσερικής αντιευρωπαϊκής πολιτικής (το τελευταίο του βιβλίο επιγράφεται «Η αντιδημοκρατική προέλευση της ευρωπαϊκής ιδέας»), πασχίζει να συμπιέσει τους αριθμούς των θυμάτων στο Κόσοβο, μόνο και μόνο για να δικαιολογήσει την άρνησή του να υποστηριχθούν οι πρόσφυγες. Σε άρθρο του που δημοσιεύθηκε στους Times την εποχή της μεγάλης φυγής των Κοσοβάρων (6/5/99), ο Laughland υπήρξε αφοπλιστικά (και εμετικά) σαφής: «Η ανακοίνωση της βρετανικής κυβέρνησης ότι θα δέχεται 1.000 πρόσφυγες από το Κόσοβο κάθε βδομάδα είναι μια εξαιρετική είδηση για τους ηρωινομανείς της χώρας. (...) Οταν ανοίγουμε αυθόρμητα την καρδιά μας σ' αυτούς τους πρόσφυγες, ταυτόχρονα ανοίγουμε τη χώρα μας στο οργανωμένο έγκλημα.»

Η σιωπή των θυμάτων

Δυστυχώς αυτή η «κολοκυθιά» της πτωματολογίας συνοδεύει όλες τις πολεμικές, εθνικές και κοινωνικές συγκρούσεις. Αυτή τη στιγμή αναζητούνται (και αμφισβητούνται) ομαδικοί τάφοι σε όλο τον κόσμο. Πρώτα πρώτα στην ίδια τη Γιουγκοσλαβία, όπου ακόμα δεν γνωρίζουμε πόσοι σκοτώθηκαν, για παράδειγμα, στη Σρεμπρένιτσα, αλλά και στις περιοχές που έλεγχαν όλες οι άλλες εθνικές ομάδες. Παρόμοιες διαμάχες για τον ακριβή αριθμό των νεκρών ενός στρατού ή ενός καθεστώτος γίνονται σήμερα για τη Ινδονησία, την Αλγερία, τη Ρουάντα. Το φαινόμενο είναι παλιό, και είναι γνωστό ότι ακόμα και σήμερα ερίζουν οι πολιτικές παρατάξεις που πολέμησαν σε διαφορετικά στρατόπεδα στον ελληνικό εμφύλιο για την "πηγάδα του Μελιγαλά" ή για τη Μακρόνησο.
Από την εποχή που αποκαλύφθηκε η πλαστή σφαγή στην Τιμισοάρα, έχει αρχίσει να θεωρείται "νόμιμη" κάθε είδους αμφισβήτηση των σύγχρονων σφαγών σε όλα τα σημεία του πλανήτη. Ο λόγος που ποικίλλουν τόσο πολύ οι "αριθμοί" δεν πρέπει να αποδοθεί μόνο στους εκατέρωθεν προπαγανδιστικούς μηχανισμούς. Η αρχική δυσκολία οφείλεται στο γεγονός ότι τα θύματα συνήθως δεν έχουν τον τρόπο και την δυνατότητα της καταγραφής. Αντίθετα, οι δράστες διαθέτουν συνήθως το χρόνο και τη μέθοδο να καλύψουν τα ίχνη τους και να εξαφανίσουν τα πτώματα των θυμάτων. Οταν κάποιος φορέας (διεθνής οργανισμός, νέο καθεστώς, ιστορικός) αναλάβει να ερευνήσει κάποια σφαγή, αναγκαστικά θα στηριχθεί σε αδιασταύρωτες ατομικές μαρτυρίες, ακόμα και απλές φήμες. Είναι φυσικό ότι σε συνθήκες τρομοκράτησης ενός πληθυσμού, πολλές φορές τα στοιχεία διογκώνονται από στόμα σε στόμα. Και όταν κάποιες απ' αυτές τις φήμες αποδειχθούν ανακριβείς ή υπερβολικές, τότε σπεύδουν οι προπαγανδιστές της αντίπαλης πλευράς να αμφισβητήσουν το σύνολο της στρατιωτικής ή αστυνομικής βαρβαρότητας.
Υπάρχει ένα διεθνές παράδειγμα αυτού του μηχανισμού. Πρόκειται για την περίπτωση του Ολοκαυτώματος. Η παρέα των σύγχρονων αρνητών της γενοκτονίας στηρίζεται στο γεγονός ότι κάποια από τα αρχικά νούμερα που είχαν δοθεί για το σύνολο των "εκμηδενισμένων" Εβραίων στο Αουσβιτς αποδείχθηκαν υπερβολικά. Είναι χαρακτηριστικό ότι ακόμα και στην Ελλάδα, όπου αποδεδειγμένα "εκμηδενίστηκε" το συντριπτικό ποσοστό των εβραϊκών κοινοτήτων, βρίσκονται σήμερα οπαδοί των ιδεών του Φορισόν ή του Γκαροντί, με τα ίδια αριθμητικά, δηλαδή δήθεν αντικειμενικά επιχειρήματα.
Θέλουμε όμως να προσθέσουμε και μια σύγχρονη "ελληνική εμπειρία", για την οποία είμαστε σε θέση να γνωρίζουμε από πρώτο χέρι. Πόσοι, λοιπόν, ήταν οι νεκροί του Πολυτεχνείου; Πιστεύουμε ότι κανείς δεν είναι σε θέση να ξέρει. Φρόντισε η χούντα να καλύψει τα ίχνη του εγκλήματος και το καθεστώς της μεταπολίτευσης αρνήθηκε μια πραγματική έρευνα, διότι πάσχιζε να κρατήσει τον αριθμό των ενόχων σε μονοψήφιο αριθμό. Οι οικογένειες των θυμάτων σε πολλές περιπτώσεις συναίνεσαν στη συγκάλυψη, κάτω από την άμεση απειλή των οργάνων της χούντας. Το ίδιο παραπειστικά ήταν και τα ιατρικά πιστοποιητικά θανάτου που δόθηκαν από νοσοκομεία και γιατρούς. Εκείνες τις μέρες του Νοέμβρη του '73 ακούγονταν πράγματι αλληλοσυγκρουόμενες απόψεις για τον αριθμό των νεκρών. Κάποιες ανέβαζαν τον αριθμό των θυμάτων σε υπερβολικά ύψη. Οσοι βρισκόμαστε μέσα στο Πολυτεχνείο είδαμε νεκρούς, είδαμε τραυματίες, αλλά κανείς δεν μπορεί να ισχυριστεί ότι έχει συνολική εικόνα. Με τα διασταυρωμένα στοιχεία της μεταπολίτευσης ο αριθμός των νεκρών υπολογίζεται σε αρκετές δεκάδες. Μέχρι σήμερα, οι μόνοι που αμφισβητούσαν το έγκλημα ήταν οι ίδιοι οι χουντικοί και οι όψιμοι θαυμαστές τους. Να, λοιπόν, που η "αναθεώρηση" περνά και στη φωτισμένη δεξιά. Ο Δημήτρης Ρίζος γράφει τώρα για "2-3 θύματα από αδέσποτες σφαίρες" (ΑΔΕΣΜΕΥΤΟΣ, 18/11/99) Στο ίδιο κείμενο, σαν να ειρωνεύεται τους υπόλοιπους νεκρούς, μιλά για "ηρωική εξέγερση".
Φανταζόμαστε ότι σε δέκα χρόνια θα εξαφανιστούν ακόμα κι αυτοί οι 2-3 ενοχλητικοί νεκροί. Και όμως, ακόμα και τα ίδια τα όργανα της χούντας μιλούσαν επισήμως για 12 νεκρούς (επίσημη έκθεση του διευθυντή της αστυνομίας Λουκά Χριστολουκά). Αλλά είπαμε, το τελευταίο που ενδιαφέρει τους προπαγανδιστές, είναι η σχέση τους με την αλήθεια.

 

(Ελευθεροτυπία, 20/11/1999)

 

www.iospress.gr