Ο Καρδινάλιος του κ. Χριστόδουλου


«Hellas Europe Orthodoxy»
                    (Κεντρικό σύνθημα της λαοσύναξης της Τετάρτης) 


Με έκπληξη όσοι παρακολούθησαν το συλλαλητήριο της Τετάρτης διαπίστωσαν ότι η επιχειρηματολογία και τα συνθήματα του κ. Χριστόδουλου απέκτησαν «ευρωπαϊκή» διάσταση. Ακόμα και η εξέδρα που φιλοξένησε την Ιεραρχία σημαδευόταν από το πρωτοφανές σύνθημα «Ελλάς Ευρώπη Ορθοδοξία». Οι κακόπιστοι φαντάστηκαν ότι πρόκειται για έναν πολιτικό ελιγμό, προκειμένου να διασκεδαστούν οι εντυπώσεις από τις πρόσφατες αντιευρωπαϊκές δηλώσεις του Αρχιεπισκόπου. Θα ήταν πράγματι άκομψο, τη μέρα που η συντριπτική πλειοψηφία του πολιτικού κόσμου και του Τύπου θριαμβολογούσε για την είσοδο της χώρας στην ΟΝΕ, να μη διεκδικήσει και η Εκκλησία το δικό της μερίδιο. Άλλωστε ο κ. Χριστόδουλος μας έχει συνηθίσει να φάσκει και να αντιφάσκει, όπως κάθε συνεπής δημεγέρτης. Όμως η φιλοευρωπαϊκή στροφή του κ. Χριστόδουλου είναι κάτι σημαντικότερο και βαθύτερο. Μας το αποκάλυψε ο ίδιος στη σημαντική μηνιαία εκπομπή του στο ραδιοσταθμό της Εκκλησίας στις 11 Ιουνίου. Ο Αρχιεπίσκοπος πιστεύει ότι τα προβλήματα μεταξύ κράτους και εκκλησίας στην Ελλάδα είναι παρόμοια με αυτά που αντιμετωπίζουν οι εκκλησίες και στα υπόλοιπα κράτη της Δύσης. Ο ίδιος, λοιπόν, αισθάνεται αλληλέγγυος με την ηγεσία του καθολικισμού!

Ελλάς Ευρώπη Καθολικισμός;

Με τα δικά του λόγια: «Και στην Ευρώπη έγινε το ίδιο πράγμα. Και στην Ευρώπη έγινε ένας τρόπον τινά αποχριστιανισμός των κρατών. Ένας αποχριστιανισμός, ο οποίος καθιερώθηκε σιγά-σιγά και εκεί πέρα και είναι κάτι για το οποίο αγωνίζονται -πρέπει να πω- οι εκκλησίες και μάλιστα η ρωμαιοκαθολική εκκλησία. Αγωνίζεται δηλαδή πολύ σκληρά για να αποτρέψει αυτόν τον αποχριστιανισμό». Πρόκειται για μια σπάνια και ειλικρινή παραδοχή. Ότι, δηλαδή, η καθολική εκκλησία πρωτοπορεί στον «καλό αγώνα». Ο θαυμασμός του Αρχιεπισκόπου επικεντρώνεται σε ένα επιφανές στέλεχος του Ρωμαιοκαθολικισμού: «Το 1995, σε ένα διεθνές συνέδριο, ο Γάλλος Καρδινάλιος Πολ Πουπάρ, ο οποίος είναι πρόεδρος του Ποντιφικίου Συμβουλίου για τον Πολιτισμό, είπε ότι σε ορισμένες χώρες της Ευρώπης υπάρχει μια ευτυχής συνύπαρξη πολιτείας και εκκλησίας, αλλά σε άλλες χώρες υπάρχει αυτό που ονόμασε 'συστηματική αχρησία'. Δηλαδή έχουν απωθήσει τις εκκλησίες στο περιθώριο. Είναι μια σκόπιμη άρνηση των θρησκευτικών κοινοτήτων ώστε να μην ασκούν καμιά επιρροή στο λαό και την κοινωνία. Αυτό, όπως σημειώνει ο Καρδινάλιος Πουπάρ, μπορεί να το αντιληφθεί ευκολότερα κανένας στις αγγλοσαξονικές χώρες, όπου το κράτος εκεί θέλει να παρουσιάζεται ως ο αμερόληπτος παρατηρητής, αλλά στην πραγματικότητα -λέει ο Πουπάρ- αυτό είναι μια παγίδα για τη σύγχρονη νεοτερική δημοκρατία». 

Στην ίδια εκπομπή ο κ. Χριστόδουλος αποκάλυψε ότι η καθολική εκκλησία της Γαλλίας τον ενέπνευσε και για την επιλογή των μορφών του αγώνα: «Πριν δέκα χρόνια κατέβηκαν στο Παρίσι σε διαδήλωση δύο εκατομμύρια κόσμος. Ξέρετε τι θα πει δύο εκατομμύρια κόσμος; Γέμισε το Παρίσι, η Place de la Concorde όπως λέγεται, δηλαδή η πλατεία Ομονοίας γέμισε κόσμο και κοσμάκη. Γιατί; Διαμαρτύρονταν κατά της γαλλικής κυβερνήσεως για κάποια μέτρα που είχαν παρθεί σε βάρος των σχολείων της Εκκλησίας. Και βεβαίως η φωνή του λαού ήταν οργή του Θεού και τελικά η κυβέρνηση υπεχώρησε μπροστά στην πίεση αυτή τη λαϊκή». Αυτά έλεγε ο κ. Χριστόδουλος όταν σχεδίαζε το πρώτο συλλαλητήριο. 

Το καθολικό μας πρότυπο

Αλλά ποιος είναι ο Καρδινάλιος Πουπάρ που αποτελεί το δυτικό πρότυπο του κ. Χριστόδουλου. Πρόκειται για έναν μορφωμένο κληρικό, υπεύθυνο «Πολιτισμού» του Βατικανού. Στην ουσία ο κ. Πουπάρ έχει στα χέρια του την καθολική προπαγάνδα και έχει συγγράψει αρκετά εκλαϊκευτικά βιβλία για τον καθολικισμό (Λεξικό Θρησκειών, Ο Πάπας, Το Βατικανό, κλπ). Η πιο γνωστή του όμως προσφορά στη σύγχρονη σκέψη είναι η «αποκατάσταση» του Γαλιλαίου. Ο Πουπάρ υπήρξε επικεφαλής της επιτροπής που είχε συγκροτήσει ο Πάπας το 1981 για να μελετήσει τη σύγκρουση οπαδών του Πτολεμαίου και οπαδών του Κοπέρνικου κατά τον 16ο και τον 17ο αιώνα, με γνωστότερο θύμα τον Γαλιλαίο και την επιστημονική αλήθεια. Χρειάστηκαν έντεκα χρόνια μελέτης για να καταφέρει ο Πουπάρ να συντάξει την εισήγησή του προς τον Πάπα και να πετύχει το ακατόρθωτο: αποκατέστησε τον Γαλιλαίο χωρίς να θίξει το αλάθητο του Πάπα. Η επιτροπή του αποφάνθηκε ότι το δικαστήριο των Καρδιναλίων που καταδίκασε τον Γαλιλαίο δεν είχε το βάρος ενός κανονικού παπικού δικαστηρίου, επομένως μπορεί να ακυρωθεί, χωρίς να πειραχθεί η ιερότητα του Πάπα. Το κωμικοτραγικό είναι ότι η επιτροπή Πουπάρ ρίχνει ευθύνες και στον Γαλιλαίο, επειδή «δεν κατόρθωσε να αποδείξει πλήρως τη διπλή κίνηση της γης… χρειάστηκε να περάσουν 150 χρόνια για να υπάρξει πλήρης απόδειξη».

Πρέπει να αναγνωρίσουμε ότι πολύ συχνά ο Πουπάρ αναφέρεται σε εκείνους τους Πατέρες της Εκκλησίας που προτιμούν και οι δικοί μας Ιεράρχες (Άγιο Γρηγόριο Νύσσης, Άγιο Αθανάσιο, Άγιο Βασίλειο), πράγμα που διευκολύνει τη δογματική προσέγγιση. Αλλά αυτή είναι και η δουλειά του, να προσεγγίζει δηλαδή τους ετερόδοξους και τους άθεους. Ίσως αυτό που εμπνέει περισσότερο τον κ. Χριστόδουλο στη δράση του Καρδιναλίου είναι η προσπάθεια του Πουπάρ να προσεταιριστεί τους κάθε λογής οπαδούς του σύγχρονου ανορθολογισμού: μυστικιστές και «αιρετικούς» κάθε λογής. Ο Πουπάρ δεν έχει ψευδαισθήσεις: «Αυτό που ορισμένοι αποκαλούν επιστροφή του θρησκευτικού συναισθήματος δεν είναι καθόλου επιστροφή στη χριστιανική πίστη, αλλά αντίθετα πρόκειται για μια νοσταλγία επιστροφής προς τα πίσω, μια οπισθοχώρηση προς τον παγανισμό». Ο στόχος, λοιπόν, του Πουπάρ είναι να καταγράψει πλήρως αυτές τις ομάδες και να διακρίνει ποιες απ' αυτές μπορούν να προσηλυτιστούν στον καθολικισμό (L' eglise devant les nouvelles formes de religiosite et le neopaganisme, διάλεξη στη Νις, 1/4/98). 

Για τις μεθόδους του προσηλυτισμού ο κ. Πουπάρ δεν μασάει τα λόγια του. Στη διάλεξή του περί «ανεκτικότητας» αναφέρει ορισμένα αποσπάσματα από την Καινή και την Παλαιά Διαθήκη για να αποδείξει ότι και ο Ιησούς και ο Θεός δεν είναι «ανεκτικοί» ορισμένες φορές και να σχετικοποιήσει έτσι το σύγχρονο αυτό δημοκρατικό αίτημα (De la tolerance au respect mutuel, 17/12/98). 

Φυσικά ο κ. Πουπάρ έχει την ευστροφία να μην ταυτίζεται με τις πιο σκοταδιστικές πλευρές του εκκλησιαστικού φανατισμού, όπως κάνουν οι δικοί μας Ιεράρχες. Το χειμώνα που πέρασε, το Βατικανό οργάνωσε το πρώτο του κινηματογραφικό φεστιβάλ. Μεταξύ των ταινιών που επιλέχθηκαν ήταν και το «Ερωτευμένος Ιησούς» (Jesus in love), στο οποίο ο Ιησούς εμφανίζεται να φλερτάρει τη Μαρία (συνώνυμη της μητέρας του και αδελφή της Μάρθας και του Λαζάρου). Υπάρχει και σκηνή φιλιού στο μάγουλο της Μάρθας (την παίζει η Ζακλίν Μπισέ), ικανή να ξεσηκώσει τον κ. Χριστόδουλο, τον κ. Καρατζαφέρη και τον κ. Ζουράρι. Όμως ο Πουπάρ δήλωσε ότι η ταινία επιλέχθηκε επειδή το περιεχόμενό της στηρίζεται σε ηθικές και πνευματικές αξίες. Ευτυχώς που δεν υπάρχει ΕΛΚΙΣ στην Ιταλία. 

Ο Πάπας ή οι καθολικοί;

Δυστυχώς η αγάπη του κ. Χριστόδουλου προς τον Καρδινάλιο Πουπάρ δεν σημαίνει κανένα άνοιγμα της ελληνικής εκκλησίας προς τους ετερόδοξους αδελφούς της. Στην ίδια ραδιοφωνική εκπομπή που εξήρε τη δράση του Πουπάρ, ο κ. Χριστόδουλος εξαπέλυσε επίθεση εναντίον των Ελλήνων καθολικών, επειδή τολμούν να μη θέλουν την αναγραφή του θρησκεύματος στις ταυτότητες: «Με την ευκαιρία θέλω να εκφράσω το παράπονό μου για την ελληνική ρωμαιοκαθολική εκκλησία, η οποία έχει συνταχθεί με αυτούς που επιδιώκουν αυτόν τον αποχριστιανισμό και με όσα διαβάζουμε στα έντυπα της ρωμαιοκαθολικής εκκλησίας πειθόμεθα ότι αυτή τη στιγμή και αυτή ακόμη επιδιώκει τον αποχριστιανισμό τρόπον τινά, εν αντιθέσει με τον Καρδινάλιο Πουπάρ, ο οποίος προσπαθεί να ξαναφέρει την εκκλησία και τον Χριστό στο προσκήνιο της επικαιρότητος στις χώρες της Δύσεως. Είναι πραγματικά ανεξήγητη αυτή η συμπεριφορά των Ελλήνων καθολικών, οι οποίοι προκειμένου να κάνουν κακό στην ορθόδοξη εκκλησία και να την κατεβάσουν από το υψηλόν βάθρον εις το οποίον ευρίσκεται, δέχονται να γίνουν όλα αυτά, έστω και αν διακινδυνεύσει το μείζον, το οποίον είναι ο χριστιανικός χαρακτήρας της κοινωνίας και του έθνους. (…) Τους παρακαλώ να εγκαταλείψουν αυτές τις φανατικές και μισαλλόδοξες απόψεις, τις οποίες έχουν και ως προς τις ταυτότητες, που δεν θέλουν την αναγραφή του θρησκεύματος, διότι τάχα αυτό είναι αιτία για διακρίσεις σε βάρος της». 

Μ' άλλα λόγια, ο κ. Χριστόδουλος αρνείται στους ετερόδοξους Έλληνες το δικαίωμα να απαλλαγούν από τις διακρίσεις που συνοδεύουν το «σταμπάρισμά» τους. Τους καταγγέλλει ως «φανατικούς και μισαλλόδοξους» μόνο και μόνο επειδή επιβεβαιώνουν την ύπαρξη διακρίσεων εις βάρος θρησκευτικών μειονοτήτων στην Ελλάδα. Το «ευρωπαϊκό» άνοιγμα, λοιπόν, της κεφαλής της ελληνικής εκκλησίας δεν σημαίνει καθόλου ανεκτική αντιμετώπιση του «διαφορετικού» στο εσωτερικό της χώρας, αλλά απλώς δημόσιες σχέσεις με την ηγεσία του Βατικανού και ιδεολογική συνεργασία με τους ομοϊδεάτες Καρδιναλίους. 


Ποιος είναι ο Καρδινάλιος Πουπάρ;

Ο σημερινός πρόεδρος του Ποντιφικίου Συμβουλίου για τον Πολιτισμό Καρδινάλιος Πολ Πουπάρ γεννήθηκε στις 30 Αυγούστου 1930 στην Μπουζίλ της Γαλλίας. Χειροτονήθηκε τον Δεκέμβριο του 1954 και τοποθετήθηκε από τον Πάπα Πίο ΧΙΙ στο υπουργείο Εξωτερικών του Βατικανού το 1959. Ο επόμενος Πάπας Ιωάννης ΧΧΙΙΙ τον έστειλε πίσω στη Γαλλία, επικεφαλής του Καθολικού Ινστιτούτου στο Παρίσι. Εκεί υπηρέτησε έως το Φεβρουάριο του 1979, οπότε ο Πάπας Ιωάννης Παύλος ΙΙ τον όρισε βοηθό επίσκοπο στο Παρίσι. Ανακλήθηκε σύντομα στη Ρώμη για να αναλάβει τη Γραμματεία στο Συμβούλιο των Μη-Πιστών. Το 1980 ο Ιωάννης Παύλος ΙΙ τον τοποθέτησε στην προεδρεία του νέου Ποντιφικίου Συμβουλίου για τον Πολιτισμό. Το 1985 πήρε τον τίτλο του καρδιναλίου και προβιβάστηκε στη θέση του προέδρου του νέου συμβουλίου που πρόκυψε από τη συγχώνευση των δυο συμβουλίων που αναφέρθηκαν. Τη θέση αυτή διατηρεί μέχρι σήμερα. Παράλληλα ο Πουπάρ ασχολείται με τα Συμβούλια για τον Ευαγγελισμό των Λαών, για την Καθολική Εκπαίδευση και το Διάλογο μεταξύ Θρησκειών.

(Ελευθεροτυπία, 24/6/2000)

www.iospress.gr