Τάγματα εφόδου στην Αλεξάνδρας

  

"Αναζητεί αυτόπτες μάρτυρες για τον ξυλοδαρμό του από μαϊμού-αστυνομικούς"

 ("Ελευθεροτυπία", 25/9/2000)

 Σαββατόβραδο, 23 Σεπτεμβρίου. Πριν μια βδομάδα, δηλαδή. Στις 11:30 περίπου, ο 29χρονος Σπύρος Κάμπας, υπάλληλος του εκδοτικού οίκου "Βιβλιοφιλία", έχοντας σχολάσει από την έκθεση βιβλίου του Πεδίου του Άρεως, θα περάσει με τη μοτοσικλέτα του από το σπίτι του -εκεί κοντά- για να πάρει ένα ζεστό ρούχο και να συνεχίσει τη βραδιά του. Λίγα λεπτά αργότερα, στη δεξιά λωρίδα του ρεύματος ανόδου της Λεωφόρου Αλεξάνδρας, θα σταματήσει στο (κόκκινο) φανάρι της διασταύρωσης με τη Σπύρου Τρικούπη - σε μια από τις εισόδους των Εξαρχείων, δηλαδή. Εκεί δέχεται την επίθεση δύο άγνωστων ανδρών που ήρθαν από πίσω του. Ο ένας, στ' αριστερά του, βγάζει το κλειδί της μηχανής, ο άλλος -στα δεξιά του- τον ρίχνει κάτω. Του αφαιρούν βίαια το κράνος, τον ποδοπατούν και του φωνάζουν: "Αστυνομία. Ψηλά τα χέρια". Προστίθενται άλλοι τρεις άνδρες και τον σέρνουν από τα μαλλιά έξω από την είσοδο της πολυκατοικίας (Λεωφόρος Αλεξάνδρας 30), ανάμεσα στα παρκαρισμένα στο πεζοδρόμιο αυτοκίνητα.

Με αστυνομικές ταυτότητες;

Το ξυλοκόπημα αγριεύει. Το θύμα φωνάζει. "Δεν έκανα τίποτα". "Μη με χτυπάτε". "Λάθος κάνετε". Οι τραμπούκοι, υποτίθεται αστυνομικοί, ανάμεσα σε βρισιές και απειλές θα πουν και τη φράση κλειδί: "Αφού δεν σας γαμάει η Αστυνομία, θα σας γαμήσουμε εμείς". Στην άλλη γωνία του τετραγώνου -Λ. Αλεξάνδρας και Νοταρά- οι δύο ειδικοί φρουροί της Αυστριακής πρεσβείας παρακολουθούν την κακοποίηση του Σπύρου Κάμπα, έχοντας την εντύπωση ότι κάποιοι συνάδελφοί τους με πολιτικά κάνουν "τη δουλειά τους". Νωρίτερα -όπως εκ των υστέρων προκύπτει- η ομάδα των πέντε αλητών είχαν ισχυριστεί συνομιλώντας με τους φρουρούς της πρεσβείας ότι ήσαν "συνάδελφοι". Τους είχαν δείξει και τις σχετικές υπηρεσιακές ταυτότητες!

Η Λεωφόρος Αλεξάνδρας την ώρα του άγριου ξυλοδαρμού δεν ήταν άδεια. Το θύμα φώναζε για βοήθεια. Κάποιοι μέσα από τα Ι.Χ. τους έβλεπαν και έφευγαν αδιάφοροι. Οι λίγοι πεζοί που προσέγγιζαν τον τόπο απομακρύνονταν, καθώς οι πέντε αλήτες με υπηρεσιακή άνεση τους έδιωχναν λέγοντας ότι πρόκειται για αστυνομική επιχείρηση. Και πάλι μόστραραν τις ταυτότητές τους. Μετά από λίγα λεπτά, ένας από την ομάδα διέταξε να τον βάλουν στο αυτοκίνητο και να τον μεταφέρουν στη Γενική Ασφάλεια. Το Ι.Χ. που χρησιμοποιούσαν ήταν παρκαρισμένο στο πεζοδρόμιο, ακριβώς δίπλα στην είσοδο της πολυκατοικίας που εξελισσόταν "η βίαιη σύλληψη" του Σπύρου Κάμπα. Το αυτοκίνητο, χωρίς συνοδηγό, κατευθύνθηκε πράγματι προς το κτίριο της Γενικής Ασφάλειας, ανηφορίζοντας τη λεωφόρο. Ο κρατούμενος, στο πίσω κάθισμα, προσπάθησε να ξεφύγει από τη λαβή του απαγωγέα του. Εκμεταλλευόμενος το μποτιλιάρισμα, κατάφερε να ανοίξει την πίσω δεξιά πόρτα, στο ύψος του αριθμού 70 της λεωφόρου Αλεξάνδρας, μπροστά από ένα περίπτερο. Η πόρτα χτυπά πάνω σε ένα παρκαρισμένο Ι.Χ. Σε δευτερόλεπτα φτάνει ένας από την ομάδα των τραμπούκων με μοτοσικλέτα. Προφανώς ακολουθούσε. Ο Σπύρος Κάμπας ξυλοφορτώνεται μέσα στο Ι.Χ. ακόμα πιο βίαια. Του στρίβουν τα γεννητικά όργανα, τον ξεμαλλιάζουν, τον χτυπούν με γροθιές παντού. Κανείς από τα γύρω οχήματα δεν επεμβαίνει. Την επόμενη μέρα μάλιστα, ο αυτόπτης περιπτεράς θα δηλώσει ότι δεν επενέβη και δεν συγκράτησε τον τύπο ή τον αριθμό των πινακίδων του Ι.Χ, διότι πίστευε ότι... απλώς "βαράνε μια πουτάνα"!

Η απαγωγή

Οι απαγωγείς θα στρίψουν στο φανάρι της Γενικής Ασφάλειας, αλλά θα προσπεράσουν το κτίριο. Ο Σπύρος Κάμπας είναι πια πεισμένος ότι η ζωή του βρίσκεται σε κίνδυνο. Φτάνουν στα Τουρκοβούνια, στο Αττικό Άλσος. Νέος ξυλοδαρμός. Πάλι από τους ίδιους πέντε. Απειλούν ότι θα φέρουν και τους άλλους από "τον Φοίνικα". Τι είναι ο Φοίνικας; Ένας διερχόμενος ταξιτζής σταματά. Παρά τις εκκλήσεις του θύματος για βοήθεια θα φύγει κι αυτός αδιαμαρτύρητα, όταν οι απαγωγείς τού πουν ότι είναι αστυνομικοί και τού δείξουν τις κάρτες τους. Με ένα στρατιωτικό μαχαίρι κόβουν τη ζώνη με τη θήκη-πορτοφόλι, όπου έχει ταυτότητες, διπλώματα, κάρτες κ.λπ. Δεν ψάχνουν τις τσέπες του για χρήματα. Δεν ήταν αυτό το κίνητρό τους. Τον βασανίζουν για κάμποση ώρα ακόμα. Τον πατάνε σαδιστικά. Έχει σχεδόν λιποθυμήσει. Κάποτε τον αφήνουν να απομακρυνθεί και να συρθεί πίσω από τους θάμνους. Δεν τον ακολουθούν. Το "παιχνίδι" τους ολοκληρώθηκε. Αιμόφυρτος ξεφεύγει. Προσπαθεί να σταματήσει κάποιο αυτοκίνητο. Ζητά βοήθεια. Οι διερχόμενοι αδιαφορούν. Ποιος θα εμπιστευτεί έναν ετοιμόρροπο μακρυμάλλη; Μετά από αρκετή ώρα κάποιος οδηγός θα τον μεταφέρει στο αστυνομικό τμήμα Πατησίων. Μετά, Ευαγγελισμός, πρώτες βοήθειες και καταγγελία στο αρμόδιο τμήμα Εξαρχείων. Ο εφιάλτης έχει τελειώσει, τα ερωτήματα έρχονται.

Αυτόκλητοι "τιμωροί"

Δεν είναι ανάγκη να είναι κανείς Κλουζό για να διαπιστώσει τη σοβαρότητα της περιπέτειας του άτυχου βιβλιοϋπαλλήλου. Κάποια ομάδα με σχέδιο και επιχειρησιακές ικανότητες αποφάσισε να χτυπά μαλλιάδες και ενδεχομένως άλλους στόχους στο σωρό. "Αναρχόφατσες", "διεθνιστές, εθνοπροδότες" και μετανάστες, ιδίως αν κινούνται στην ευρύτερη ζώνη των Εξαρχείων. Στην ομάδα των "τιμωρών" δεν αποκλείεται να συμμετέχουν αληθινοί αστυνομικοί ή τα μέλη της να συνδέονται ιδεολογιπολιτικά μαζί τους. Η "αναρχοφαγία", όπως είναι γνωστό, είναι μια διαδεδομένη μισαλλοδοξία στα σώματα ασφαλείας. Όπως αβίαστα προκύπτει από τα γεγονότα, η ομάδα δεν έψαχνε να "τιμωρήσει" τον συγκεκριμένο πολίτη, ούτε τον μπέρδεψε με κάποιον άλλον. Αναζητούσε ένα θύμα με τα τυπολογικά χαρακτηριστικά ενός από τους "εχθρούς" της.

Στο παρελθόν έχουν σημειωθεί δεκάδες παρόμοια περιστατικά βίαιων επιθέσεων από ομάδες νεοναζί. Ποτέ όμως με αστυνομικό μασκάρεμα, επιχειρησιακή άνεση, επίδειξη "υπηρεσιακών ταυτοτήτων", απαγωγή, συνδυασμένη χρήση αυτοκινήτων, μοτοσικλετών κ.λπ. Η δράση τους την προηγούμενη πενταετία εμπνεόταν περισσότερο από τα ναζιστικά "τάγματα εφόδου", τα SS ή τους μουσολινικούς squadristi. Προσπαθούσαν να "κυριαρχήσουν στο πεζοδρόμιο του κέντρου των Αθηνών", όπως έγραφε στις 21.12.96 ο Νίκος Μιχαλολιάκος, φίρερ της πιο αυθεντικής οργάνωσης του νεοναζιστικού χώρου, της "Χρυσής Αυγής". Στο έντυπο της οργάνωσης αυτής το όραμα για τη συγκρότηση ομάδων ("φρουρές μαχητών", τις ονομάζει ο φίρερ Μιχαλολιάκος) που θα "έλιωναν τα σκουλήκια", είχε διατυπωθεί με σαφήνεια. Σπάσανε βέβαια αρκετά κεφάλια ανύποπτων ανθρώπων, σε επιθέσεις εκ του ασφαλούς, του τύπου "χτύπα και φύγε τρέχοντας", αλλά ευτυχώς οι "φάλαγγες" δεν μαζικοποιήθηκαν, ο "λαός τους" δεν "αυτοοργανώθηκε" για να τιμωρήσει "τα σκουλήκια" (τα "ανθελληνικά στοιχεία", και τους "νοθευτές της ελληνικής φυλής", δηλαδή). Η δολοφονική επιχείρηση τον Ιούνιο του 1998 από την ομάδα του καταζητούμενου ως τώρα Χρυσαυγίτη, "Περίανδρου" Ανδρουτσόπουλου, εναντίον τριών αριστερών φοιτητών, αποθάρρυνε τους υποψήφιους SS. Το παιχνίδι γινόταν πολύ επικίνδυνο.

Μεσολάβησε μια περίοδος ορισμένων σχετικά ήπιων περιστατικών εναντίον μελών διεθνιστικών αριστερών οργανώσεων (ΣΕΚ), αλλά και με ρατσιστικές επιθέσεις μεμονωμένων "τρελών" (ξεχωρίζει η περίπτωση του 23χρονου δολοφόνου, "τιμωρού" μεταναστών, Νίκου Καζάκου). Με αυτά τα λίγο πολύ γνωστά δεδομένα, η εγκληματική ενέργεια του περασμένου Σαββατόβραδου αλλάζει το τοπίο της ακροδεξιάς εγκληματικότητας. Το ποιοτικό άλμα είναι φανερό. Το τέχνασμα "είμαστε αστυνομικοί εν υπηρεσία" σε συνδυασμό με τη γενική αδιαφορία περίπου των πάντων (ιδίως τις νυχτερινές ώρες), αλλά και τον εθισμό των πολιτών στις βίαιες εικόνες, ξεπερνά κατά πολύ τις παραδόσεις και τις ικανότητες του γνωστού ακροδεξιού χουλιγκανισμού. Αν η Αστυνομία δεν ψάξει και μέσα της, αν δεν αξιοποιήσει τις μαρτυρίες και τα ευρήματα που υπάρχουν και επιμείνει σε σενάρια με μπράβους της νύχτας που μπέρδεψαν τον άτυχο Σπύρο Κάμπα με κάποιον άλλον με τον οποίο είχαν λογαριασμούς, τότε οι "τιμωροί" θα ξαναχτυπήσουν στο σωρό. Και την επόμενη φορά θα είναι πιο άνετοι και ακόμα πιο σκληροί.

 (Ελευθεροτυπία, 30/9/2000)

www.iospress.gr