Πολιτική χωρίς δεύτερο φύλο



"Εμφύλιος γυναικών για θέματα ισότητας"
                    ("Ελεύθερος Τύπος" 21/11/2000)



Η υπόθεση είναι γνωστή: Ο Πολιτικός Σύνδεσμος Γυναικών κατέθεσε πρόσφατα στον Πρόεδρο της Βουλής επιστολή με την οποία ζητούσε τη σύσταση Μόνιμης Κοινοβουλευτικής Επιτροπής Ισότητας. Στην πρωτοβουλία αυτή αντέδρασε η βουλευτής του ΠΑΣΟΚ Ελένη Κούρκουλα με δική της επιστολή προς τον Α. Κακλαμάνη, στην οποία, διαχωρίζοντας ρητά τη θέση της από τις συναδέλφους της, διαφωνούσε μαζί τους ως προς τη σύσταση ειδικής "γυναικείας" επιτροπής και υποστήριζε ότι "η 'απομόνωση' είναι μια παλαιά αποτυχημένη πρακτική του φεμινιστικού κινήματος". Ακολούθησε ανακοίνωση του Πολιτικού Συνδέσμου, στην οποία η στάση της Ελένης Κούρκουλα χαρακτηριζόταν "άκρως αναχρονιστική", μαρτυρία της "έλλειψης βασικών γνώσεων και σεβασμού στο απελευθερωτικό κίνημα των γυναικών". 

Αυτό ήταν. Τι πιο ερεθιστικό για τα μέσα ενημέρωσης από μια κόντρα, και μάλιστα μεταξύ γυναικών; Στα σχόλια που συνόδευσαν τη δημοσιοποίηση της διαφωνίας, η διάσταση των απόψεων ερμηνεύτηκε με τα διαθέσιμα στερεότυπα ("θηλυκές" γυναίκες εναντίον μίσανδρων ομοφύλων τους, γυναίκες που παλεύουν χέρι-χέρι με τους άνδρες εναντίον εκείνων που τους υπονομεύουν κ.ο.κ.). Ούτως ή άλλως, η αφορμή ήταν θαυμάσια για την περαιτέρω δυσφήμηση του "φεμινιστικού σεκταρισμού" που εδώ και χρόνια έχουν αναλάβει εργολαβικά κανάλια και εφημερίδες, επιχειρώντας να βυθίσουν σε ακόμη μεγαλύτερη ανυποληψία παλιούς και νέους γυναικείους αγώνες. Κατά μία ενδιαφέρουσα σύμπτωση, τις ίδιες ημέρες ένα πρωτοσέλιδο του "Ελεύθερου Τύπου" προειδοποιούσε τους αναγνώστες ότι επίκειται η κατάληψη της εξουσίας από τις γυναίκες. "Οι γυναίκες στην εξουσία!", απειλούσε ο ξύλινος τίτλος, ενώ το ρεπορτάζ "αποκάλυπτε" ότι η Βάσω Παπανδρέου, πανέτοιμη για την τελική άλωση της πρωθυπουργίας, διορίζει σε "θέσεις-κλειδιά" 12.000 γυναίκες με τη μέθοδο των ποσοστώσεων, διευρύνοντας έτσι θεαματικά την εκλογική της πελατεία (26/11/00).

Ο άλυτος γρίφος

Πέρα, ωστόσο, από την αντίδραση των μέσων ενημέρωσης που υπήρξε και σε αυτή την περίπτωση η αναμενόμενη, η διάσταση απόψεων που σημειώθηκε μεταξύ των Ελληνίδων βουλευτών προσφέρει μια ευκαιρία για να συζητηθούν οι τρόποι με τους οποίους προσεγγίζεται σήμερα από τις άμεσα εμπλεκόμενες ένας γρίφος παλιός όσο και τα γυναικεία κινήματα: ποια είναι (ή θα έπρεπε να είναι) η σχέση των γυναικών με την πολιτική; Υπάρχει άραγε ένα ιδιαίτερο είδος πολιτικής που θα μπορούσε να θεωρηθεί "γυναικείο" ; Κι αν ναι, ποιο; Στα ερωτήματα αυτά απαντούν, συνήθως με την πρακτική τους, σπανιότερα με τις θέσεις τους, όλες οι γυναίκες που συμμετέχουν στα κόμματα ή έχουν εκλεγεί βουλευτές. Η ύπαρξη του Πολιτικού Συνδέσμου Γυναικών, τον οποίο ίδρυσαν γυναίκες από όλα τα κόμματα πλην ΚΚΕ, δίνει μια πρώτη απάντηση στο κατά πόσον οι γυναίκες στην άσκηση της πολιτικής έχουν ένα κοινό πεδίο δράσης που υπερβαίνει τα όρια της κομματικής τους ένταξης. Τη θέση αυτή δεν συμμερίζονται κατά πάσαν πιθανότητα αρκετές γυναίκες των ίδιων κομμάτων που δεν τις βλέπουμε να δραστηριοποιούνται στο Σύνδεσμο, καθώς και οι γυναίκες-μέλη του ΚΚΕ, οι οποίες, πιστές στις ταξικές τους προτεραιότητες, αποστασιοποιήθηκαν εξαρχής από το εγχείρημα. Και πάλι, όμως, παραμένει ανοικτό το κατά πόσον οι γυναίκες που αντίκεινται στις συσσωματώσεις αυτού του τύπου έχουν μια διαφορετική αντίληψη για την άσκηση της "γυναικείας" πολιτικής.

Πιστεύοντας ότι μια διαφωνία αποκτά νόημα μόνον όταν γίνονται σαφείς οι διαφορετικές απόψεις, ζητήσαμε από την Ελένη Κούρκουλα να αναπτύξει τη θέση της, σύμφωνα με την οποία η παρουσία των γυναικών στην πολιτική είναι συμπληρωματική της παρουσίας των ανδρών, καθώς διαθέτει κάποια ιδιαίτερα γυναικεία χαρακτηριστικά, τα οποία "πρέπει να διαφυλάξουμε ως κόρην οφθαλμού" ("Τα Νέα" 2-3/12/00). "Οι πρώτες λέξεις που έρχονται στο μυαλό μας ως γυναικεία χαρακτηριστικά", σημειώνει η βουλευτής του ΠΑΣΟΚ, "είναι ευαισθησία, τρυφερότητα και άλλα τέτοια συναισθηματικά. Η ευαισθησία και η τρυφερότητα δεν είναι, όμως, και ανδρικά χαρακτηριστικά; Πιστεύω πως ναι. Σήμερα είναι. Γιατί, παλιά δεν ήταν; Ήταν, αλλά καλά σκεπασμένα κάτω από το μανδύα ενός συγκεκριμένου ρόλου του 'άνδρα κυρίαρχου' που όφειλε να παίζει το δυνατό αρσενικό μέσα στην κοινωνία. Η δε γυναίκα, προστατευμένη από αυτού του τύπου τον άνδρα, έπαιζε την αδύναμη, τρυφερή, ευαίσθητη και χαδιάρα".

"Η κοινωνία άλλαξε", συνεχίζει. "Οι άνδρες απελευθέρωσαν πλέον τη 'θηλυκή' τους πλευρά και οι γυναίκες την 'αρσενική'. Οι συμπεριφορές πλέον είναι λίγο πολύ ίδιες. Συμπεριφορές αρσενικοθήλυκες. Τι ονομάζουμε, λοιπόν, σήμερα γυναικεία χαρακτηριστικά; Πιστεύω μόνο η 'θηλυκότητα' ως εμφάνιση και ερωτικοσεξουαλική συμπεριφορά είναι σήμερα γυναικείο χαρακτηριστικό που πρέπει να διαφυλάξουμε ως κόρην οφθαλμού. Οταν, λοιπόν, η σημερινή γυναίκα πολιτικός μιμείται το πρότυπο του παλιού 'άνδρα κυρίαρχου', δεν εμπιστεύεται τη θηλυκότητά της ως στοιχείο γοητείας και δυναμισμού. Αρα υποβαθμίζει τη γυναικεία της υπόσταση. Η γυναίκα όταν ασκεί εξουσία πρέπει να την ασκεί θηλυκά, και ο άνδρας όταν μαγειρεύει να το κάνει αρσενικά. Και με πιο απλά λόγια: Πώς ξεχωρίζουμε το γάτο από τη γάτα; Ο γάτος είναι συνήθως χοντροκέφαλος και μονοκόμματος. Η γάτα είναι λεπτή και ντελικάτη. Ε, όταν η γάτα κάνει το γάτο, είναι απλώς μια γελοία γάτα".

Το κοινό όραμα

Σε άλλο μήκος κύματος κινείται η τοποθέτηση της Σούλας Παναρέτου, η οποία συμμετέχει στο Δ.Σ. του Πολιτικού Συνδέσμου Γυναικών εκ μέρους του Τμήματος Γυναικών του ΣΥΝ. Σημειώσαμε ότι οι γυναίκες που απαρτίζουν το Σύνδεσμο ανήκουν σε πολιτικές δυνάμεις με αποκλίνουσες θέσεις για το λεγόμενο γυναικείο ζήτημα και ότι η συνεργασία τους μοιάζει να εξαντλείται στην προσπάθεια για αριθμητική βελτίωση της γυναικείας παρουσίας. Υπενθυμίσαμε ακόμη ότι στελέχη του Συνδέσμου διατυπώνουν συχνά την άποψη ότι η μεγαλύτερη εκπροσώπηση του γυναικείου φύλου στη Βουλή, πέρα από την ικανοποίηση του αυτονόητου αιτήματος για ισότητα, θα σημάνει και μια νέα εποχή στα πολιτικά πράγματα του τόπου, επειδή η γυναικεία προσέγγιση των ζητημάτων διαθέτει κάποια ιδιαίτερα χαρακτηριστικά που θα επηρεάσουν θετικά τους τρόπους άσκησης της πολιτικής. 

"Είναι γεγονός", σχολιάζει η Σούλα Παναρέτου, "ότι στον Πολιτικό Σύνδεσμο Γυναικών συγκλίνουν διαφορετικές ιδεολογικοπολιτικές αφετηρίες, καθώς οι γυναίκες που μετέχουν εκεί ανήκουν στο ευρύ φάσμα των πολιτικών κομμάτων. Ομως πάντα, και τώρα που ο Σύνδεσμος έχει νομικό καθεστώς και παλαιότερα που λειτουργούσε ατύπως ως Επιτροπή Διακομματικής Συνεργασίας, περιέβαλε το στόχο της ίσης συμμετοχής των φύλων στα κέντρα των πολιτικών αποφάσεων με μία οραματική αντίληψη. Με μία ιδεολογία, αν θέλετε. Πίστευε, τουλάχιστον ο κεντρικός πυρήνας, ότι η ισόρροπη συμμετοχή των γυναικών στην πολιτική συνδέεται με την ανανέωση αυτού του ίδιου του φαινομένου της πολιτικής. Και η ανανέωση αυτή αφορά και το ύφος, αφορά και το περιεχόμενο. Ως προς το τελευταίο, θεωρείται ότι το γυναικείο κοινωνικό φύλο έχει άλλη αντίληψη των προτεραιοτήτων της πολιτικής. Προτάσσει την επίλυση των κοινωνικών προβλημάτων, που η τρέχουσα ανδροκρατική προσέγγιση υποβαθμίζει. Υπογραμμίζει την ανάγκη για ποιότητα στην καθημερινή ζωή και στις ανθρώπινες σχέσεις. Μονίμως διατυπώνει το αίτημα για περικοπή των στρατιωτικών δαπανών και αξιοποίηση των πολιτικών διπλωματικών μέσων για την επίλυση των διαφορών. Με ένα λόγο διαμεσολαβεί καλύτερα αξίες που οφείλουν να αποτελούν το περιεχόμενο μιας ανθρωπιστικής πολιτικής. Αυτές ήταν οι αφετηριακές σκέψεις που στην πρακτική φαίνεται ότι υποβαθμίστηκαν και προβλήθηκε περισσότερο ο αριθμητικός στόχος".

"Προσωπικά, συμμερίζομαι την άποψη ότι η γυναικεία συμμετοχή στην πολιτική είναι παράγων αλλαγής", καταλήγει. "Παραδέχομαι, όμως, ότι δεν έχουμε ακόμη τα τυπολογικά γνωρίσματα μιας γυναικείας εξουσίας. Δεν έχουμε ιστορική επαλήθευση. Τα παραδείγματα είναι δειγματοληπτικά και δεν αρκούν για εξαγωγή βέβαιων συμπερασμάτων. Εκείνο που φοβάμαι είναι ότι η ανδροκρατία μπορεί με τους μοχλούς εξουσίας που διαθέτει να παρέμβει υπέρ αυτής και να εκτρέψει το χείμαρρο της γυναικείας συμμετοχής ή να νοθεύσει τις γνήσιες προτεραιότητές της. Εάν αυτό συνέβαινε, θα ήταν καταστροφή. Οι γυναίκες πρέπει να συνδεθούν με την εναλλακτικότητα στην πολιτική, για να έχουν ιστορική δικαίωση".

Γάτα ή γεράκι;

Στον αντίποδα η μία της άλλης, οι δύο τοποθετήσεις απαντούν εντέλει καταφατικά στο κατά πόσον υπάρχει ένας ιδιαίτερος γυναικείος τρόπος άσκησης της πολιτικής. Κι όμως, η άποψη της Ελένης Κούρκουλα γλιστρά στο βιολογισμό, ενώ η θέση της Σούλας Παναρέτου υπονοεί μια διαδικασία κοινωνικής κατασκευής της θηλυκότητας. Η πρώτη αντιτίθεται στην ξεχωριστή συλλογική δράση των γυναικών, ενώ η δεύτερη τη θεωρεί απολύτως απαραίτητη, γεγονός που καθιστά λογική και την αντίθετη στάση τους απέναντι στις διαδρομές των σύγχρονων φεμινιστικών κινημάτων. 

Πέρα, ωστόσο, από τις συνομιλήτριές μας, πώς "πολιτεύεται" το σύνολο των γυναικών που ασχολούνται επαγγελματικά με την πολιτική; Εστω και υπόρρητα, η συντριπτική πλειονότητά τους υιοθετεί μια ουσιοκρατική εντέλει προσέγγιση του ζητήματος, σύμφωνα με την οποία οι γυναίκες είναι περισσότερο αρμόδιες σε θέματα ειρήνης, κοινωνικής πολιτικής κ.ο.κ. Τη θέση αυτή υποστηρίζουν, για παράδειγμα, τα στελέχη του Πολιτικού Συνδέσμου ("είμαστε οι κατ' εξοχήν φορείς της ειρήνης", δήλωνε πρόσφατα η Αννα Καραμάνου), αλλά θα την προσυπέγραφαν ευχαρίστως και οι γυναίκες του ΚΚΕ. Εξίσου ενοχλητικό θα θεωρούσαν ακόμη όλες το πρότυπο μιας Ολμπράιτ, τη "γάτα που παριστάνει το γάτο", όπως θα έλεγε η Ελένη Κούρκουλα, "το γεράκι με το ταγεράκι", όπως ακούστηκε σε συγκέντρωση του Πολιτικού Συνδέσμου ("Ε" 27/4/99). 

Είναι βέβαιο ότι στην Ελλάδα βαραίνει ακόμη πολύ η παράδοση που θέλει τις γυναίκες να νομιμοποιούν την πολιτική τους παρουσία επικαλούμενες τις γυναικείες τους αρετές - παράδοση που διαπερνά ολόκληρο το πολιτικό φάσμα. Αλλοθι ή πεποίθηση, η στάση αυτή δημιουργεί αναμονές που δεν επιβεβαιώνονται και συμβάλλει στη διαιώνιση της αντίληψης που προσλαμβάνει ως υποδεέστερη την πολιτική που ασκείται από γυναίκες. Από την πλευρά τους, οι γυναίκες πολιτικοί συνεχίζουν να αναφέρονται σε ένα νεφελώδες γυναικείο πολιτικό ιδίωμα ικανό να υποσχεθεί τη μελλοντική θεραπεία των δεινών του κόσμου τούτου. Ετσι, κρίνονται δευτερεύουσες οι λοιπές πολιτικές διαφωνίες τους, ακόμη και όταν θίγουν ζητήματα που -σύμφωνα με τη λογική τους- θα όφειλαν να τις απασχολήσουν σοβαρά. Πώς παρακάμπτουν, για παράδειγμα, οι γυναίκες του ΣΥΝ τις θέσεις τής εκ των ιδρυτριών του Συνδέσμου Φάνης Πάλλη-Πετραλιά για το δημογραφικό; Ποιο κοινό γυναικείο όραμα -πέρα από τη θεμιτή διεκδίκηση της ισόρροπης εκπροσώπησης- μπορεί να ακυρώσει την πολιτική που ασκούν ήδη οι ανά την υφήλιο Ολμπράιτ; Η πολιτική ένταξη των γυναικών δεν θα έπρεπε να συνεπάγεται τη δυνατότητά τους να επιλέγουν ανεξάρτητα από το φύλο τους πολιτικές, όπως επέλεξαν κόμμα; 

Τα ερωτήματα έχουν τεθεί από καιρό χάρη στα σύγχρονα φεμινιστικά κινήματα, αυτά που κάποιες τιμούν και άλλες βδελύσσονται. Οι γυναίκες πολιτικοί είναι υποχρεωμένες να τα κοιτάξουν κατάματα - ούτως ή άλλως, τα απαντούν καθημερινά με την πρακτική τους.

(Ελευθεροτυπία, 16/12/2000)

www.iospress.gr