Οι οθωμανικές εμπνεύσεις του κ. Χριστόδουλου



"Ελλάδα και Ορθοδοξία είναι δίδυμο αδιάσπαστο. Η νομοτέλεια της ιστορίας το επιβεβαιώνει"
            Αρχιεπίσκοπος Χριστόδουλος (Θεσ/νίκη 14.6.2000)


Αργήσαμε αλλά, τελικά, το εντοπίσαμε. Ο λόγος για τις απαρχές της ιστορικής εκείνης παράδοσης που θέλει τη θρησκευτική -και σε οριακές περιπτώσεις ακόμη και την εθνική- υπόσταση των Ελλήνων πολιτών άρρηκτα δεμένη με την αναγραφή του θρησκεύματος στα δελτία ταυτότητάς τους. Οπως είναι γνωστό, οι υπέρμαχοι και οι διοργανωτές των περσινών "λαοσυνάξεων" και του συνεχιζόμενου "δημοψηφίσματος" εστιάζουν μεγάλο μέρος της επιχειρηματολογίας τους στον ισχυρισμό ότι αυτό που κατάργησαν η Αρχή Προστασίας Προσωπικών Δεδομένων και η κυβέρνηση είναι μια πρακτική πολλών δεκαετιών, στενά συνυφασμένη με την ίδια την ύπαρξη και αυτοτέλεια του νεοελληνικού κράτους. Βάσει αυτής της λογικής, απορρίπτουν μετά βδελυγμίας την ιστορικά επιβεβαιωμένη επισήμανση ότι η ίδια η ύπαρξη αστυνομικών δελτίων ταυτότητας για όλους τους πολίτες είναι ένας σχετικά πρόσφατος θεσμός, που θεσπίστηκε σε εποχές ανελευθερίας και πολιτικής ανωμαλίας - στην Κατοχή και κατά τη διάρκεια του Εμφυλίου. "Υπάρχουν από το 1914 ελληνικές ταυτότητες με το θρήσκευμα", υποστήριξε λ.χ. ο αρχιεπίσκοπος κατά την ομιλία του στη "λαοσύναξη" της Αθήνας (21.6.00). "Επί 85 χρόνια τουλάχιστον υπάρχει το θρήσκευμα και τώρα το βγάζουν έξω".

Εχουμε ασχοληθεί αναλυτικά, σε προηγούμενο δημοσίευμα αυτής εδώ της στήλης (1.7.00), με τις ποικίλες διαστάσεις αυτής της ψευδοϊστορικής "παρεξήγησης", που αντλεί τις εμπνεύσεις της είτε από δελτία που προορίζονταν ακριβώς για να ξεκαθαρίσουν τα χριστιανικά "πρόβατα" από τα μουσουλμανικά "ερίφια" κατά τη διάρκεια της αναγκαστικής ανταλλαγής των πληθυσμών (1923-28), είτε από "ντοκουμέντα" που δεν αντιστοιχούν στις στοιχειώδεις προδιαγραφές του κράτους που υποτίθεται πως τα εξέδωσε (όπως είναι το περίφημο "δελτίο ταυτότητας" του 1914 που εμφάνισε στις οθόνες του Tele-City ο Γιώργος Καρατζαφέρης κι έσπευσε να ενστερνισθεί ο κ. Χριστόδουλος, και το οποίο φέρει τον τίτλο "Ελληνική Πολιτεία" σε μια εποχή που η χώρα μας ήταν "Βασίλειον της Ελλάδος"!). Μισό χρόνο μετά, ωστόσο, είμαστε υποχρεωμένοι να αναγνωρίσουμε ότι, αν και για τα παραπάνω ιστορικά δεδομένα δεν υπάρχει η παραμικρή αμφιβολία, η κληρονομιά που επικαλούνται οι λάτρεις του "Χ.Ο." είναι ακόμη παλιότερη απ' ό,τι υποδηλώνει αυτό το τελευταίο πρβληματικό "ντοκουμέντο".

Έ, λοιπόν, ο κ. Παρασκευαϊδης και οι ομόφρονές του έχουν κάπου δίκιο. Η παράδοση που θέλει τους προγόνους των σημερινών Ελλήνων πολιτών να κυκλοφορούν με ταυτότητες στις οποίες το θρήσκευμα όχι μόνο αναγράφεται αλλά και συνιστά ένα από τα καθοριστικότερα "προσωπικά δεδομένα" που αυτό περιέχει, χρονολογείται πολλές δεκαετίες πριν από τα δίσεκτα χρόνια της γερμανοϊταλικής Κατοχής. Μόνο που αυτή η παράδοση δεν συνδέεται με το νεοελληνικό κράτος σε καμιά απολύτως εκδοχή του, αλλά με τις γραφειοκρατικές πρακτικές της ύστερης Οθωμανικής Αυτοκρατορίας!

Η παράδοση του Μιλέτμπαση

Το διαπιστώσαμε εντελώς τυχαία, διαβάζοντας ένα παλιότερο άρθρο του γνωστού σοσιαλιστή δημοσιογράφου Χένρι Νόελ Μπρέϊλσφορντ, σχετικά με τις προοπτικές της Αυτοκρατορίας μετά τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο. Προσπαθώντας να κάνει κατανοητό στο κοινό του τον θεοκρατικό χαρακτήρα του οθωμανικού κράτους, ο παλαίμαχος αυτός γνώστης της "καθ' ημάς Ανατολής" αναφέρεται ρητά στη θεσμοποιημένη καταγραφή του θρησκεύματος των οθωμανών υπηκόων στα επίσημα χαρτιά τους: "Κάθε χριστιανικό δόγμα και η εβραϊκή κοινότητα είναι ανέκαθεν αναγνωρισμένα ως διακριτό "μιλέτ" (εθνότητα), γεγονός το οποίο προσδίδει μια κάποια νομική υπόσταση στα μέλη του, και σημειώνεται σε κάθε διαβατήριο (tezkere) και δημόσιο έγγραφο" (H.N.Brailsford "A policy for Turkey", Contemporary Review Απρίλιος 1918). 

Ακρως ενδιαφέρουσα, η πληροφορία αυτή ήθελε φυσικά περισσότερο ψάξιμο. Γνωρίζαμε, φυσικά, ότι βασική αρχή της οργανωτικής δομής του οθωμανικού κράτους υπήρξε επί αιώνες η διάκριση των υπηκόων του με βάση την ένταξή τους σε κάποιο "μιλέτ", μια δηλαδή από τις επίσημα αναγνωρισμένες θρησκευτικές κοινότητες της Αυτοκρατορίας, και η ανάθεση στις ηγεσίες των τελευταίων μιας εξαιρετικά ευρείας γκάμας διοικητικών και δικαστικών αρμοδιοτήτων σχετικά με τις "εσωτερικές υποθέσεις" του "ποιμνίου" τους. Αυτή η ανάθεση εξουσιών από μέρους της Υψηλής Πύλης (γνωστότερη στην παραδοσιακή ιστοριογραφία σαν "προνόμια") μετέτρεψε τους θρησκευτικούς ηγέτες -με πρώτο πρώτο τον Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως και τους κατά τόπους αντιπροσώπους του, δηλαδή τους μητροπολίτες- σε "Εθνάρχες" (millet bashi). Μπορεί τις τελευταίες δύο δεκαετίες οι ιστορικοί να ερίζουν διεθνώς σχετικά με τις απαρχές αυτής της ρύθμισης -κατά πόσο δηλαδή τα "προνόμια" παραχωρήθηκαν στους "μιλετμπασήδες" αμέσως μετά την Αλωση (όπως θέλει η ορθόδοξη χριστιανική παράδοση) ή αντίθετα η θεσμοθέτησή τους παγιώθηκε μόλις τον 18ο αιώνα (όπως προκύπτει από νεότερες έρευνες)- αυτή όμως η συζήτηση ελάχιστη σχέση έχει με το θέμα μας. 

Το κλειδί της υπόθεσης ήταν, προφανώς, η οθωμανική νομοθεσία σχετικά με τα δελτία ταυτότητας. Δεν δυσκολευτήκαμε να διαπιστώσουμε ότι, σε σχέση με τους αιώνες ζωής της αυτοκρατορίας, επρόκειτο κι εδώ για σχετικά νεωτερικό θεσμό: ο σχετικός νόμος "περί του μητρώου του πληθυσμού" (Sicili nufus nizamnamesi) χρονολογείται από τις 21 Αυγούστου 1880 και συνδέεται με την πρώτη μοντέρνα απογραφή πληθυσμού του οθωμανικού κράτους, την επαύριο του καταστροφικού για την Πύλη ρωσοτουρκικού πολέμου του 1877-78. Η σχετική πρωτοβουλία ανήκε στο Συμβούλιο του Κράτους, προπύργιο των τότε εκσυγχρονιστών, και, μεταξύ άλλων, "τόνιζε την ανάγκη για παροχή σε κάθε Οθωμανό πολίτη ενός δελτίου ταυτότητας (tezkere) για να χρησιμοποιείται κατά τις όλο και συχνότερες επαφές ανάμεσα στη διοίκηση και τα άτομα" (Kemal Karpat "Ottoma population, 1830-1914", Μάντισον 1985, σ.30). Χωρίς χρονοτριβή, αναζητήσαμε την ελληνική μετάφραση της επίμαχης νομοθεσίας σε μια κωνσταντινουπολίτικη έκδοση του περασμένου αιώνα (Δημ. Νικολαϊδου "Οθωμανικοί κώδικες", τ.Δ΄, "Διοικητικοί και λοιποί νόμοι", Εν Κωνσταντινουπόλει 1891). Το αποτέλεσμα της έρευνας επιβεβαίωσε μέχρι κεραίας τις αρχικές μας εκτιμήσεις για την ιστορικότητα της παράδοσης που επικαλούνται οι σημερινοί προασπιστές της "ελληνοχριστιανικής" μας παράδοσης.

Τα νουφούζια του ποιμνίου

Ας έρθουμε λοιπόν στο κείμενο του νόμου του 1880. Τα πρώτα άρθρα θεσπίζουν τον υποχρεωτικό χαρακτήρα του μέτρου και τα "προσωπικά δεδομένα" των απογραφόμενων που πρέπει να καταγραφούν:

"1. Οι εν ταις οθωμανικαίς χώραις ευρισκόμενοι πάσης τάξεως κάτοικοι οφείλουσι να εγγράψωσιν εαυτούς εις το μητρώον του πληθυσμού. 

2. Το μητρώον του πληθυσμού περιέχει: α) το όνομα και επώνυμον των αρρένων και θηλέων, το όνομα του πατρός αυτών και την κατοικίαν, β) τον τόπον της γεννήσεως, την ηλικίαν και την ιδιότητα αυτών, γ) το θρήσκευμα, δ) το επάγγελμα, την υπηρεσίαν, τον τρόπον της διατροφής και το εκλογικόν δικαίωμά των, ε) τας καταφανείς παθήσεις, οία η χωλότης και η κωφότης, στ) τους γάμους και τας αποβιώσεις, και ζ) τον στρατιωτικόν βαθμόν και την τάξιν και εν γένει την χρονολογίαν της εγγραφής των εν τω μητρώω καταχωρουμένων. Ιδιαίτερα μητρώα κρατούνται διά τους Μουσουλμάνους και διά τας άλλας εθνότητας".

Ακολουθεί η ρύθμιση για τον εφοδιασμό των υπηκόων με τα -απαραίτητα στο εξής- "πιστοποιητικά απογραφής" (nufus tezkeresi), τα οποία θα γίνουν ευρύτερα γνωστά ως "νουφούζια":

"3. Δίδοται εις χείρας των εις το μητρώον του πληθυσμού εγγεγραμμένων ανά είς τεζκιρές έντυπος, ενσφράγιστος και έχων εν τη επικεφαλίδι τουγράν [tugra: το σουλτανικό μονόγραμμα, που αποτελούσε το έμβλημα της οθωμανικής αυτοκρατορίας]. Οι τεζκιρέδες ούτοι περιέχουσι τας πράξεις και τα γεγονότα τα διαγραφόμενα εις το 2ον άρθρον".

Πρόκειται ουσιαστικά για το ισοδύναμο των σημερινών αστυνομικών ταυτοτήτων, όπως προκύπτει από το αμέσως επόμενο άρθρο, που τα θεωρεί αναγκαία προϋπόθεση για οποιαδήποτε αξιόλογη συναλλαγή, δημόσιας ή ιδιωτικής φύσης, θεσπίζοντας και τις σχετικές ποινές:

"4. Παν πρόσωπον οφείλει να προσάγη τον τεζκιρέν του πληθυσμού κατά την πώλησιν, την παραχώρησιν και την μεταγραφήν των ακινήτων κτημάτων, κατά την εκλογήν του εις υπαλληλίαν και υπηρεσίαν, κατά τας αστυνομικάς πράξεις, κατά την λήψιν διαβατηρίων και κατά τους γάμους. Μη προσαγομένου τούτου η ενέργεια των ρηθεισών πράξεων αναβάλλεται άχρις ού ληφθή απόδειξις περί του ότι ενεγράφη εις το μητρώον του πληθυσμού. Αποδεικνυομένου ενώπιον του δικαστηρίου ότι η μη εγγραφή δεν στηρίζεται επί νομίμου λόγου, θεωρείται ως κεκρυμμένον πρόσωπον και επιβάλλεται πρόστιμον από ενός μεδζηδιέ μέχρι μιας λίρας και φυλάκισις από 24 ωρών μέχρις ενός μηνός".

Εννοείται πως αυτός ο "τεζκιρές" είναι απαραίτητος για την έκδοση του εσωτερικού διαβατηρίου, το οποίο απαιτούνταν προκειμένου οι οθωμανοί υπήκοοι να ταξιδέψουν έξω από τα όρια του σαντζακιού τους. Σύμφωνα με το σχετικό νόμο (pasport nizamnamesi του 1882), για να βγάλει κανείς αυτό το έγγραφο έπρεπε "να προσαγάγη τον τεζκιρέν" κι ένα πιστοποιητικό που -στην περίπτωση των χριστιανών- εξέδιδε ο οικείος μητροπολίτης ή επίσκοπος. Το θρήσκευμα είναι κι εδώ ένα από τα βασικά προσωπικά δεδομένα που αναγράφονται, αναφέρεται όμως ως "εθνότητα" (μιλέτ). 

Για την εφαρμογή αυτών των νόμων στην πράξη, αποκαλυπτικό είναι το δημόσιο έγγραφο που παραθέτουμε (παρμένο από τη φλωρινιώτικη επιθεώρηση γραμμάτων και τεχνών "Εταιρία", τχ. 11, 10.1992). Πρόκειται για την επίσημη μετάφραση ενός τέτοιου nufus tezkeresi που εκδόθηκε κατά την τελευταία οθωμανική απογραφή (1912) για έναν κάτοικο του χωριού Μπελκαμένη (σημ. Δροσοπηγή) της Φλώρινας. Το "έθνος" του κατόχου του ("χριστιανός") αναφέρεται αμέσως μετά το ονοματεπώνυμό του και πριν από το επάγγελμα, την οικογενειακή κατάσταση, την ηλικία ή τα εξωτερικά χαρακτηριστικά του. Η όλη ιεράρχηση συνάδει απόλυτα με τη θεοκρατική λογική της οθωμανικής αυτοκρατορίας.

Δεν είμαστε σε θέση να γνωρίζουμε κατά πόσον ο αρχιεπίσκοπος Αθηνών και πάσης Ελλάδος είχε υπόψη του όλες αυτές τις γραφειοκρατικές λεπτομέρειες όταν εξαπέλυε την εκστρατεία του για τη διάσωση της "μακραίωνης ελληνοχριστιανικής μας παράδοσης". Το σίγουρο είναι ότι το γενικότερο "εθναρχικό" πνεύμα εκείνης της (όχι και τόσο μακρινής) εποχής διαπερνά οφθαλμοφανώς το λόγο και τη στρατηγική του. Μπορεί ο κ. Χριστόδουλος να ύψωσε για προπαγανδιστικούς λόγους στην πλατεία Συντάγματος το λάβαρο της Αγίας Λαύρας (η ύψωση του οποίου το 1821 αποτελεί, ως γνωστόν, ιστορικό μύθο και όχι ιστορικό γεγονός), είναι όμως πολύ πιο ειλικρινής όταν στις ομιλίες του κατακεραυνώνει το νεωτερικό πνεύμα και την κληρονομιά της Γαλλικής Επανάστασης. Τις ιδέες, δηλαδή, που ενέπνευσαν και κινητοποίησαν τους επαναστάτες του '21 στην πάλη τους ενάντια στην "προαιώνια τάξη πραγμάτων" που ενσάρκωνε η οθωμανική θεοκρατία και οι "μιλετμπασήδες" υπάλληλοί της... 

(Ελευθεροτυπία, 13/1/2001)

www.iospress.gr