Χωρίς κάμερες και στη σκιά του άδικου πολέμου, η δίκη της 17Ν έχει τελειώσει προτού καν αρχίσει
Δικαιοσύνη στο περίπου
"Ο Νίκος Μπακογιάννης δήλωσε οπαδός
του μωσαϊκού νόμου"
(«ΤΟ ΒΗΜΑ», 3/4/2003)
ΕΚΛΕΙΣΕ ΕΝΑΣ ΜΗΝΑΣ στη δίκη του Κορυδαλλού και όλοι πλέον βιάζονται να ξεμπερδέψουν μ' αυτή την περιττή ιστορία που ονομάζεται απόδοση δικαιοσύνης. Ολοι είμαστε βέβαιοι ότι οι κατηγορούμενοι είναι ένοχοι. Εχουμε πειστεί από τα αλλεπάλληλα δημοσιεύματα του καλοκαιριού, από τα ατέλειωτα τηλε-παράθυρα του φθινοπώρου, από τις εμβριθείς μελέτες που κυκλοφόρησαν σε βιβλία τα Χριστούγεννα. Η δίκη δεν είναι παρά ένα διαδικαστικό ζήτημα που θα λήξει πολύ σύντομα και θα απαλλαγούμε μια και καλή από το όνειδος της τρομοκρατίας.
Αναδρομική μνήμη
Πρώτοι απ' όλους έχουν πειστεί οι υποψήφιοι μάρτυρες. Συνωθούνται οι αυτόπτες να καταθέσουν τις λεπτομέρειες που δεν κατέθεσαν πριν από δέκα ή δεκαπέντε χρόνια, αλλά χάρη στην "προϊούσα μνήμη" που διαθέτουν όλοι, θυμούνται τώρα τα πάντα. Θυμούνται επιπλέον δράστες, θυμούνται τι λέγανε αυτοί μεταξύ τους, τι φορούσαν, τα πάντα.
Για κάθε κατηγορούμενο έχει φροντίσει η ανακριτική αρχή να εξασφαλίσει τουλάχιστον έναν αυτόπτη μάρτυρα που τον αναγνωρίζει. Πολλοί, όμως, μάρτυρες είναι τόσο φιλότιμοι που αναγνωρίζουν και εκείνους που δεν κατηγορούνται για τις ενέργειες για τις οποίες καταθέτουν. Και, πράγμα περίεργο, κανείς από αυτούς που αναγνωρίζουν σήμερα συγκεκριμένα πρόσωπα δεν είχε περιγράψει με ανάλογο τρόπο -ούτε κατά προσέγγιση- τους δράστες κατά την εποχή των δολοφονικών ενεργειών.
- Αλλος αναγνώρισε ως τον ίδιο δράστη στον κ. Ζερβομπεάκο τον Παύλο Σερίφη και στο ακροατήριο τον Κουφοντίνα (19/3).
- Αλλος αναγνωρίζει κάποιον κατηγορούμενο που είδε βράδυ σε απόσταση 70 μέτρων πριν από 14 χρόνια (28/3).
- Ενα ζευγάρι αυτοπτών αλληλοδιαψεύδεται για τη θέση των δραστών.
- Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση κάποιου που θυμήθηκε μόλις τώρα ότι ήταν αυτόπτης και έσπευσε να καταθέσει και να "αναγνωρίσει" επικαλούμενος το φόβο που είχε μέχρι σήμερα, αν και δηλώνει στέλεχος του ΠΑΣΟΚ και αγωνιστής της δημοκρατίας.
- Ο ίδιος δείχνει ότι αναγνωρίζει κάποιον κατηγορούμενο αλλά αναφέρει το όνομα του διπλανού του και αναγνωρίζει την "τσιριχτή" φωνή του Σάββα Ξηρού που είχε ακούσει πριν από δέκα χρόνια (1/4).
Ακόμα και ο πρόεδρος κάθε τόσο αισθάνεται άβολα και επιπλήττει τους τόσο πρόθυμους αυτόπτες: "Προσοχή, παρακαλώ, κύριε μάρτυς, εδώ δικάζουμε ισόβια...". Σε άλλη περίπτωση ειρωνεύεται ανοιχτά το μάρτυρα: "Σε μένα είπατε (ότι ο ένας δράστης είναι) πιο κοντός (από τον άλλο). Τώρα είπατε πιο ψηλός. Αν ρωτήσει κι ο συνήγορος, θα είναι και ίσοι ακριβώς" (18/3).
Φυσικά, υπάρχουν και αξιόπιστοι αυτόπτες μάρτυρες, οι οποίοι δεν πέφτουν σε αντιφάσεις και δεν παρουσιάζουν αυτό το ιδιότυπο σύνδρομο της "προϊούσας μνήμης", το οποίο προσπάθησαν να θεωρητικοποιήσουν οι συνήγοροι της πολιτικής αγωγής. Η Κίττυ Αρσένη, για παράδειγμα, που ήταν αυτόπτης της δολοφονίας Μομφεράτου, υπήρξε απολύτως συνεπής με όλες τις καταθέσεις της. Αλλά η κυρία Αρσένη είναι από τις ηρωικότερες μορφές της αντίστασης κατά της δικτατορίας και ποτέ δεν θα έλεγε με ελαφριά συνείδηση πράγματα που θα έστελναν ανθρώπους στη φυλακή αν δεν ήταν απολύτως σίγουρη, όσο κι αν την πίεζε το δικαστήριο ή ο εισαγγελέας.
Αυτό δεν σημαίνει ότι όλοι οι άλλοι μάρτυρες κατηγορίας είναι συλλήβδην ψευδομάρτυρες. Είναι φυσικό να πέφτουν σε αντιφάσεις. Συμβαίνει σε όλους τους αυτόπτες που καταθέτουν πολλά χρόνια μετά το συμβάν. Το περίεργο αλλά όχι ανεξήγητο είναι ότι προσθέτουν στην κατάθεσή τους ό,τι ακριβώς έλειπε από το προανακριτικό υλικό για να "δέσει" η υπόθεση. Απλώς επιθυμούν να φανούν χρήσιμοι "στην πατρίδα και τη δικαιοσύνη" (εισαγγελέας, 27/3). Οσο για το "επιχείρημα" των δημοσιογράφων πολιτικής αγωγής (Κακαουνάκης, κ.λπ.) ότι οι αντιφάσεις των μαρτύρων οφείλονται στο γεγονός ότι είχαν πει συνειδητά ψέματα από φόβο, αυτό δεν το υιοθετεί ούτε ο κ. Λυκουρέζος.
Ολίγον ένοχοι
Χαρακτηριστικό για τον τρόπο εξέτασης των μαρτύρων είναι το ακόλουθο απόσπασμα από τη συνεδρίαση της 27/3:
ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Εδώ δεν τον βλέπεις; (Ενν. το δράστη.)
ΜΑΡΤΥΡΑΣ: Οχι!
ΕΙΣ.: Σίγουρα; Δεν μοιάζει με κανέναν;
ΜΑΡ.: Δεν μοιάζει με κανέναν.
ΕΙΣ.: Για ξαναδές. Κάνε μου τη χάρη.
ΜΑΡ.: Ισως μοιάζει με αυτόν.
ΕΙΣ.: Ποιον;
ΜΑΡ.: Στην άκρη με τα ψαρά μαλλιά. (Ενν. τον Γιωτόπουλο.)
ΕΙΣ.: Δηλαδή πόσο μοιάζει;
ΜΑΡ.: Δεν ξέρω.
Παρεμβαίνει ο πρόεδρος και επισημαίνει ότι ο μεν Γιωτόπουλος δεν κατηγορείται ως αυτουργός για την υπόθεση που συζητείται και ότι ο μάρτυρας δεν τον είχε "αναγνωρίσει" ούτε στην πρόσφατη προανακριτική του κατάθεση. Ο μάρτυρας μπερδεύεται. Δεν ξέρει τι θέλει απ' αυτόν το δικαστήριο:
ΜΑΡ.: Τι θέλετε να πω; Οτι δεν ήταν αυτός;
ΠΡ.: Οχι.
ΜΑΡ.: Με ρωτήσατε αν είναι κανείς από εδώ.
ΠΡ.: Είσαστε βέβαιος ότι είναι αυτός;
ΜΑΡ.: Οχι, δεν είμαι βέβαιος.
ΠΡ.: Με τι πιθανότητα το λέτε, 10%, 20%;
ΜΑΡ.: Υπάρχουν ποσοστά σ' αυτά τα πράγματα;
ΠΡ.: Πώς δεν υπάρχουν ποσοστά, πιθανότητες.
ΜΑΡ.: 5%.
Αυτή η ιδιότυπη "κολοκυθιά" των ποσοστών είναι ο καθημερινός τρόπος εξέτασης των αυτοπτών μαρτύρων. Μ' αυτό τον τρόπο οι αυτόπτες αποφεύγουν τα συνειδησιακά (και ποινικά) προβλήματα του ψευδομάρτυρα, αλλά ταυτόχρονα οι εντυπώσεις μένουν. Οι τίτλοι των ειδήσεων δεν μιλούν για ποσοστά: "Ο τάδε αναγνώρισε τον δείνα". Τελεία και παύλα.
Στην ίδια υπόθεση της 27/3 ο πρόεδρος πιέζει άλλο μάρτυρα που είχε καταθέσει ότι δεν αναγνωρίζει 100% κάποιον κατηγορούμενο: "Δεν είστε σίγουρος 100%; Καμιά φορά είμαστε 95%, 80%, 70% ...".
Σε άλλη υπόθεση (19/3) ο εισαγγελέας παρακαλούσε θερμά μία μάρτυρα να αναγνωρίσει κάποιον κατηγορούμενο. Μάταια εκείνη του εξηγούσε το προφανές, ότι δηλαδή δεν ήθελε με πιθανολόγηση να καταδικάσει άνθρωπο: "Σκέπτομαι μήπως πω κάτι και δεν είναι ο άνθρωπος". Ο πρόεδρος την πιέζει: "Πέστε ότι σας θυμίζει με κάποια πιθανότητα 1%, 10%, καθόλου τοις εκατό...". Τελικά η μάρτυς "αναγνώρισε". Εχουν παρελάσει μάρτυρες του 5%, του 30%, του 60%, του 70% και του 90%. Υπάρχουν και οι 100%, όπως θα δούμε παρακάτω.
Με τον τρόπο που διεξάγεται η διαδικασία έχει ανατραπεί πλέον η φιλελεύθερη λογική του τεκμηρίου αθωότητας που καταλήγει στην αρχή ότι "καλύτερα ελεύθερος ένας ένοχος παρά φυλακισμένος ένας αθώος". Προκειμένου για τα καθάρματα της 17Ν δεν πειράζει να συμπαρασύρουν στην καταδίκη και μερικούς αθώους!
Δίκη συγκροτήματος
Το δεύτερο μεγάλο χαρακτηριστικό της δίκης αυτής είναι ότι όλη η διαδικασία, από την εποχή της σύλληψης (κι ακόμα νωρίτερα) μέχρι το ακροατήριο, είναι υπόθεση ενός δημοσιογραφικού συγκροτήματος. Δημοσιεύματα των εφημερίδων αυτού του συγκροτήματος είχαν προετοιμάσει το έδαφος. Στις ίδιες εφημερίδες φιλοξενήθηκαν οι αποκλειστικότητες της αντιτρομοκρατικής εκστρατείας του καλοκαιριού. Τέσσερα στελέχη του συγκροτήματος συνέγραψαν βιβλία για να καλύψουν το ιδεολογικό σκέλος της υπόθεσης (ο ένας), το ιστορικό-αστυνομικό (δύο άλλοι) και το υπηρεσιακό (ο τέταρτος). Στην κυριακάτικη έκδοση του ίδιου συγκροτήματος έδωσε συνέντευξη ο αρμόδιος εισαγγελέας κ. Διώτης την παραμονή της δίκης, παρέχοντας πρωτοφανή στοιχεία για τους κατηγορούμενους, για την (μυστική υποτίθεται) ανάκριση, κ.λπ. Αλλά και ο σημαντικότερος αυτόπτης μάρτυρας που αναγνωρίζει τον Γιωτόπουλο είναι κι αυτός στέλεχος του ίδιου συγκροτήματος! Μπορεί στο ακροατήριο να κατέπεσε η μαρτυρία του, μπορεί οι άλλοι αυτόπτες της ίδιας ενέργειας να αναιρούν τους ισχυρισμούς του, μπορεί να αντιφάσκει ο ίδιος με τα λεγόμενά του -όχι μόνο με την προανακριτική του κατάθεση αλλά και με τις απαντήσεις του στο ακροατήριο- αλλά αυτό που μένει είναι η "είδηση": σοβαρός και έμπειρος δημοσιογράφος αναγνώρισε τον "Λάμπρο" πέραν πάσης αμφιβολίας: το δικό του ποσοστό είναι το 100%.
Αυτά, όμως, αφορούν το επίπεδο των εντυπώσεων. Οι σχεδιαστές της αντιτρομοκρατικής εκστρατείας νιώθουν ανησυχία μ' αυτές τις καταθέσεις των αυτοπτών μαρτύρων. Δεν προκαλεί λοιπόν καμιά έκπληξη το γεγονός ότι και πάλι το συγκρότημα ανέλαβε να βγάλει το φίδι από την τρύπα. Διαβλέποντας τον κίνδυνο γελοιοποίησης της διαδικασίας, η κυριακάτικη εφημερίδα του συγκροτήματος έσπευσε να βγάλει τη νέα γραμμή: "Η δίκη της 17Ν που διανύει πλέον την τρίτη εβδομάδα της ξεκαθάρισε την εικόνα της. Μας κατέδειξε πως δεν είναι δίκη μαρτύρων. Δεν είναι δίκη εκείνων που έζησαν τις δολοφονίες. Δεν είναι δίκη ούτε και εκείνων που κάτι είδαν, κάτι άκουσαν. Δεν είναι δίκη που αναμένει επιβεβαιώσεις ούτε και διαψεύσεις σημαντικές από τους μάρτυρες. Οι μάρτυρες που ήδη παρήλασαν τις πρώτες ημέρες μάς έπεισαν γι' αυτό" ("Το Βήμα" 23/3).
Δεν πέρασαν 24 ώρες, και ο Αλέξανδρος Λυκουρέζος πήρε το μήνυμα και το μετέφερε στην αίθουσα: "Σε όλες τις υποθέσεις οι μάρτυρες δεν έχουν να προσφέρουν τίποτα εις την ανίχνευση της αλήθειας, διότι δεν γνωρίζουν τίποτα το ουσιαστικό" (24 και 26/3). Πρόκειται για ένα πρωτοφανές "άδειασμα" των μαρτύρων κατηγορίας από τον επιφανή εκπρόσωπο της Πολιτικής Αγωγής. Ομως ο κ. Λυκουρέζος προτίμησε να ομολογήσει αυτό που ήταν κοινό μυστικό για όσους παρακολουθούν τη δίκη, προκειμένου να προβάλει το σημαντικό αίτημά του: κάλεσε το δικαστήριο να ρωτάει τους κατηγορούμενους σε κάθε υπόθεση για το ρόλο τους και για τους συγκατηγορούμενούς τους. Μ' αυτό τον τρόπο βέβαια ανατρέπεται το δικαίωμα του κατηγορούμενου να απολογείται στο τέλος της διαδικασίας και το δικαστήριο απέρριψε το αίτημα. Πλην όμως... το εφαρμόζει πλέον κανονικά μέσω του προέδρου και των εισαγγελέων!
Τα περί δίκαιης δίκης μοιάζουν ήδη με κακόγουστο λογοπαίγνιο. Η ευθύνη δεν ανήκει στους διευθύνοντες τη διαδικασία. Μια υπόθεση που είχε προετοιμαστεί με έκτακτες νομοθεσίες, με πρωτοφανή διαπλοκή πολιτικής-αστυνομικής και τέταρτης εξουσίας, δεν μπορούσε να έχει καλύτερη τύχη στο ακροατήριο. Και τώρα πλέον γίνονται για όλους φανεροί οι λόγοι που επέβαλαν το τηλεοπτικό φίμωμα και την εκδίωξη των ενόρκων από το δικαστήριο.
**Στην κάλυψη της δίκης συνεργάζεται η Αντα Ψαρρά
(Ελευθεροτυπία, 5/4/2003)