Παρά τις ενστάσεις του κ. Μπίστη, τα ερωτήματα για την ολυμπιακή πορνεία παραμένουν αναπάντητα;


2004: Η χρονιά του σεξοτουρισμού;


Πρόσφατο δημοσίευμά μας με τίτλο «Οίκοι μηδενικής ανοχής. Πορνεία και 2004» (30/11/2003) προκάλεσε την αντίδραση του υφυπουργού Εσωτερικών Νίκου Μπίστη, ο οποίος μας απέστειλε την ακόλουθη επιστολή:

Αγαπητέ Ιέ,

Διάβασα με μεγάλη προσοχή στην "Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία" (30/11/03) τις απόψεις σου για τους «οίκους μηδενικής ανοχής». Παρ' ότι αποκλίνουμε σε πολλά σημεία είναι μια σοβαρή προσέγγιση. Προφανώς δεν κατόρθωσα να σε πείσω ότι η πρωτοβουλία μου δεν είχε σχέση με τους Ολυμπιακούς και εν πάση περιπτώσει με τον σεξοτουρισμό. Σου στέλνω όμως τις απόψεις του «Συνηγόρου του Πολίτη» για όλες τις επίμαχες διατάξεις που συμπεριλαμβάνονται στην τροπολογία που κατέθεσα.

Δεν ισχυρίζομαι ότι αποτελούν θέσφατο οι απόψεις του «Συνηγόρου του Πολίτη», όμως θα έπρεπε να σε προβληματίσει η καθολική συνηγορία του. Θέλω δε να πιστεύω ότι δεν είναι και αυτός ύποπτος για ενίσχυση του σεξοτουρισμού. Προτείνεις πολύ ορθά, να ανοίξει μια μεγάλη συζήτηση με όλους τους ενδιαφερόμενους. Το έχω προτείνει σε όλους τους ενδιαφερόμενους. Ορισμένοι όμως από αυτούς διάλογο θεωρούν την παραπομπή του θέματος στις καλένδες και την de facto διαιώνιση ανεφάρμοστων νόμων.

Από την εικόνα Βαβέλ που παραθέτεις για όλη την Ευρώπη κατανοείς και εσύ το μακρόχρονο και το δυσχερές της κατάληξης σ' ένα τέτοιο διάλογο. Γιατί ανάμεσα στο σουηδικό και το ολλανδικό μοντέλο υπάρχουν -καθόλου τυχαία- ενδιάμεσες προσεγγίσεις σε ένα θέμα από τη φύση του ακανθώδες. Αντί λοιπόν να εγκαλείς εμένα γιατί δεν δηλώνω ευθαρσώς τη προτίμησή

μου στο ολλανδικό μοντέλο (και να είσαι σίγουρος ότι αν είχα καταλήξει σε αυτό το συμπέρασμα θα το είχα δηλώσει. Με έχουν κατηγορήσει για πολλά άλλα, ποτέ για ηθελημένη αποσιώπηση της γνώμης μου), καλό θα ήταν να μας ενημερώσεις για γνωστές σε σένα παρενέργειες του σουηδικού μοντέλου όπως η κατακόρυφη αύξηση της παράνομης πορνείας, του σεξοτουρισμού σε γειτονικές χώρες, η αύξηση της ενδοοικογενειακής βίας κλπ. Να τα βάλουμε όλα στο διάλογο και τις προφανείς στο ιδεολογικό θέμα αδυναμίες του ολλανδικού μοντέλου, και το βαθμό ωρίμανσης της ελληνικής κοινωνίας. Αλλά μέχρι τότε κάτι πρέπει να γίνει, τουλάχιστον για εκείνες τις διατάξεις που καθιστούν ανεφάρμοστο το νόμο. Γιατί εφόσον το εκδίδεσθαι είναι καταρχήν νόμιμο, η πολιτεία οφείλει να υπερασπίσει και τα δικαιώματα των νομίμως εκδιδομένων και φορολογουμένωνγυναικών. Εχουν και αυτές δικαιώματα που ορισμένοι βυθισμένοι μέσα στο πέλαγος μιας υποκριτικής ηθικολογίας θέλουν να αγνοούν. Εκείνες τουλάχιστον οι διατάξεις που εγώ χαρακτήρισα ανεφάρμοστες και εσύ «γελοίες», πρέπει έστω αποσπασματικά να αντιμετωπιστούν.

Και τελευταίο. Η κα Γαρουφαλιά Κανέλλη, βουλευτής του Κ.Κ.Ε., στην ομιλία της στην Βουλή ήταν απολύτως σίγουρη ότι η πορνεία είναι φαινόμενο των «εκμεταλλευτικών κοινωνιών», κατ' αναλογία προφανώς της θεωρίας ότι τα ναρκωτικά οφείλονται στην αυξημένη ανεργία. Ετσι η Σοβιετική Ενωση είχε καταργήσει την πορνεία αλλά κατά ένα περίεργο τρόπο σε όποιο ξενοδοχείο έμπαινες συναντούσες τις «δίμετρες κυρίες» που πρωτοανακάλυψε με φρίκη η κα Κανέλλη στην Αθήνα του 2003. Η κα Κανέλλη έγινε κομμουνίστρια μετά την κατάρρευση και δεν τα πρόλαβε, αλλά δεν δικαιολογεί την άγνοιά της.

Εσύ, βεβαίως, αγαπητέ Ιέ, δεν έχεις σχέση με αυτή τη συλλογιστική, οι αντιρρήσεις σου είναι άλλης τάξης και άλλης ποιότητας. Θέλω όμως να σου επισημάνω ότι η άρνηση διαχωρισμού ανάμεσα στην νόμιμη και την παράνομη ή καταναγκαστική πορνεία οδηγεί τελικά σε απουσία ρυθμίσεων. Η απουσία ρυθμίσεων με τη σειρά της -στο βαθμό που η πορνεία δεν καταργείται διά διαταγμάτων- οδηγεί στην άμεση ενίσχυση της παρανομικής πορνείας. Ισχυρίζεσαι ότι η σχέση μεταξύ καταναγκαστικής και νόμιμης πορνείας είναι ένα «κρίσιμο όσο και αδιευκρίνιστο ακόμα σε βάθος κεφάλαιο».

Πρέπει να συμφωνήσεις ότι μέχρι να το διερευνήσουμε σε βάθος πρέπει να έχουμε το θάρρος να διευθετήσουμε υπαρκτές εκκρεμότητες.
Φιλικά και πάντα με εκτίμηση
στη δουλειά σου,

Νίκος Μπίστης,
Υφυπουργός Εσωτερικών,
Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης


Το σχόλιο του "Ιού"

Η απάντηση του κ. Μπίστη στο δημοσίευμά μας μας προσφέρει την ευκαιρία να επανέλθουμε σε ένα ζήτημα το οποίο, δυστυχώς, ο υφυπουργός παρακάμπτει αφήνοντάς το ασχολίαστο: στη σύνδεση, δηλαδή, των προτεινόμενων νέων νομοθετικών ρυθμίσεων της πορνείας με την αναμενόμενη αύξηση της ζήτησης σεξουαλικών υπηρεσιών κατά την περίοδο των Ολυμπιακών Αγώνων. Πιστεύουμε ότι έχουμε εξαντλήσει το θέμα και δεν πρόκειται να επαναλάβουμε τους λόγους που καθιστούν αυτονόητη αυτή τη σύνδεση. Θυμίζουμε απλώς ότι η συσχέτιση οφείλεται στην πράξη 1021 του δημοτικού συμβουλίου της Αθήνας, η οποία με κάθε επισημότητα πρότεινε την τροποποίηση του νόμου 2734/99 «σύμφωνα με τα ισχύοντα σε ξένες χώρες, ιδιαίτερα ενόψει των Ολυμπιακών Αγώνων».

Είναι βέβαιο ότι η ισχύουσα νομοθεσία είναι ανεπαρκής, αντιφατική και περιέχει διατάξεις που την καθιστούν ανεφάρμοστη. Τη θέση αυτή διατυπώσαμε ήδη από την εποχή της ψήφισης του νόμου 2734, υποστηρίζοντας ότι πρόκειται για μια υβριδική νομοθετική κατασκευή, αποτέλεσμα διαμετρικά αντίθετων προσεγγίσεων του ζητήματος που θα οδηγούσε σε αδιέξοδο τόσο τα εμπλεκόμενα άτομα όσο και τις αρμόδιες για τη «ρύθμιση» της πορνείας αρχές. Κυρίως, όμως, υπήρξε το εκτρωματικό προϊόν των συμβιβασμών που απαιτήθηκαν προκειμένου τόσο οι βουλευτές της συμπολίτευσης όσο και εκείνοι της αντιπολίτευσης να δώσουν την εντύπωση ότι δεν αδιαφορούν για τα αιτήματα των ψηφοφόρων τους που έτυχε να κατοικούν σε συνοικίες όπου τα τελευταία χρόνια παρατηρείται υπερσυγκέντρωση οίκων ανοχής.

Οπως φάνηκε από τις πρόσφατες εξελίξεις, αντίστοιχο κλίμα επικρατεί και σήμερα, αποκαλύπτοντας πόσο εύθραυστη υπήρξε η διακομματική συναίνεση που οδήγησε στο νόμο 2734, αλλά και πόσο ανέτοιμο είναι το κυβερνών κόμμα να υποστηρίξει μια ξεκάθαρη θέση. Η νομοθετική πρωτοβουλία του κ. Μπίστη ακολούθησε ανορθόδοξους για τα κοινοβουλευτικά δεδομένα δρόμους, φροντίζοντας ταυτόχρονα να εμφανιστεί ως απλή «βελτίωση» των ισχυουσών διατάξεων, ενώ στην πραγματικότητα ερχόταν να ανατρέψει βασικές ρυθμίσεις του ν. 2734. Από την άλλη, η στάση του προέδρου της Βουλής υπήρξε σαφώς αρνητική προς κάθε ανακίνηση του ζητήματος. Ο κ. Κακλαμάνης όχι μόνο απέτρεψε εξαρχής τον υφυπουργό Εσωτερικών να προσθέσει την τροπολογία του στο νομοσχέδιο για τη δημόσια διοίκηση, αλλά φρόντισε και να διαβεβαιώσει τις γυναικείες οργανώσεις ότι το θέμα μπορεί να θεωρείται λήξαν. Παρόμοια στάση κράτησαν και οι περισσότεροι βουλευτές, προτείνοντας την αναβολή (βλ. ματαίωση) κάθε σχετικής συζήτησης.

Είναι βέβαιο ότι οι εκδιδόμενες γυναίκες είναι τα θύματα της άτολμης και συγχυτικής αυτής πολιτικής. Εξετάζοντας αναφορές των ενδιαφερόμενων γυναικών όσο και κατοίκων των περιοχών στις οποίες έχουν συγκεντρωθεί οι οίκοι ανοχής, ο Συνήγορος του Πολίτη ήταν αναμενόμενο να εντοπίσει τα δυσεπίλυτα προβλήματα που προκύπτουν από την ενεργοποίηση του νόμου 2734. Πράγματι, αναλύοντας τις ασάφειες του νόμου, ο Συνήγορος του Πολίτη διατύπωσε τη θέση ότι «μολονότι ο νόμος κάνει λόγο περί επαγγέλματος και απαιτεί για την άσκησή του την κατοχή σχετικού πιστοποιητικού, οι διατάξεις του δεν φαίνεται να αποδίδουν στη ρυθμιζόμενη δραστηριότητα τα νομικά χαρακτηριστικά και την προστασία που αναγνωρίζεται σε κάθε άλλη επαγγελματική δραστηριότητα». Εδώ βρίσκεται η καρδιά του προβλήματος, καθώς όλες οι επιμέρους δυσλειτουργίες απορρέουν από την πρωταρχική αυτή αντίφαση του νομοθετήματος του 1999.Στο σημείο αυτό πρέπει να επικεντρωθεί και η συζήτηση η οποία οφείλει να καταλήξει σε ένα νέο νομοθέτημα και όχι σε πρόχειρα μπαλώματα του παλιού. Για να φτάσουμε όμως εκεί, οι αρμόδιοι είναι υποχρεωμένοι να δώσουν μια πειστική απάντηση ότι το αιφνίδιο ενδιαφέρον τους δεν σχετίζεται κατά κανένα τρόπο με την Ολυμπιάδα.
Κι αυτό δεν μπορεί να γίνει παρά μόνο αν αποκαλύψουν πώς ακριβώς σκέπτονται να αντιμετωπίσουν την αυξημένη, σύμφωνα με τα ίδια τους τα μισόλογα, ζήτηση σεξουαλικών υπηρεσιών το καλοκαίρι του 2004. Τον ολυμπιακό, δηλαδή, σεξοτουρισμό.

 

(Ελευθεροτυπία, 3/1/2004)

 

www.iospress.gr