Μια σημαντική απόφαση για την ελευθερία του
Τύπου θίγει και θέματα απονομής δικαιοσύνης
Ανάγωγες αγωγές
"Κρίσεις και επικρίσεις για τον κ. Αραβαντινό"
(«ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ», 16/3/2005)
Πριν από περίπου έναν μήνα απορρίφθηκε από το Πολυμελές Πρωτοδικείο Αθηνών η
αγωγή για «συκοφαντική δυσφήμηση» που είχε καταθέσει ο γνωστός πρώην αρχιφύλακας
των φυλακών Κορυδαλλού (και νυν αρχιφύλακας του Κέντρου Απεξάρτησης Τοξικομανών
Κρατουμένων στη Θήβα) Αντώνης Αραβαντινός κατά του δημοσιογράφου Νίκου Βαφειάδη
και του περιοδικού «ΜΕΤΡΟ». Με την αγωγή του αυτή, ο κ. Αραβαντινός ζητούσε 100
εκατομμύρια δρχ. «αποζημίωση», έχοντας έτσι εσκεμμένα θέσει σε κατάσταση
«ομηρίας» τον δημοσιογράφο -αλλά και κάθε άλλον που θα τολμούσε να ασκήσει
κριτική επί των πεπραγμένων του- επί επτά ολόκληρα χρόνια. Η απαίτηση του
σωφρονιστικού υπαλλήλου βασίστηκε σε ένα άρθρο του Νίκου Βαφειάδη του Ιανουαρίου
1997 («ΜΕΤΡΟ», τ. 15), στο οποίο αναφερόταν με σχολαστικό και τεκμηριωμένο τρόπο
και με χρονολογική σειρά πλήθος ήδη δημοσιευμένων γεγονότων και ειδήσεων και
διερευνούνταν οι όποιες σχέσεις του κρατικού μηχανισμού με τα παράνομα κυκλώματα
των φυλακών. Το κεντρικό ερώτημα του κειμένου ήταν αυτό που αβίαστα προέκυπτε
από τα καταγεγραμμένα δεδομένα: Γιατί παρά το γεγονός ότι εντός των φυλακών
οργίαζε η κάθε είδους παρανομία, επανατοποθετούνταν σε θέσεις-κλειδιά υπάλληλοι
οι οποίοι δεν διέθεταν την έξωθεν καλή μαρτυρία για τον τρόπο που είχαν ασκήσει
τα καθήκοντά τους στο παρελθόν, και ενώ διώκονταν (ποινικά και πειθαρχικά) και
τους αντικαθιστούσαν, στη συνέχεια απαλλάσσονταν από τα δικαστήρια και
διορίζονταν στις θέσεις τους. Ηταν τότε που ο κ. Αραβαντινός μόλις είχε
τοποθετηθεί αρχιφύλακας στο ψυχιατρείο των Φυλακών Κορυδαλλού.
Δικαίωμα του Τύπου
Το δικαστήριο της Αθήνας (Δήμητρα Τσαπρούνη πρόεδρος, Παναγιώτα Μιχαήλ
πρωτοδίκης και Αλεξία Ντόρλη πρωτοδίκης), αφού μελέτησε μεγάλο αριθμό στοιχείων
και δικογραφιών που κατέθεσαν οι δύο πλευρές, απέρριψε την αγωγή του κ.
Αραβαντινού, θεωρώντας ότι όσα αναφέρονται στο δημοσίευμα του κ. Βαφειάδη δεν
ήταν ψευδή, ότι αποτελεί δικαίωμα του Τύπου να ελέγχει τη λειτουργία του
σωφρονιστικού συστήματος και ότι η κριτική που ασκήθηκε εντάσσεται στα όσα
προβλέπει το Σύνταγμα και το άρθρο 367 για τα όρια της ελευθεροτυπίας και του
δικαιολογημένου ενδιαφέροντος του Τύπου: «Η έκθεση των ανωτέρω περιστατικών»
-σημειώνεται στην απόφαση- «σχετίζεται με τον έλεγχο της λειτουργίας του
σωφρονιστικού συστήματος της χώρας και την επίκριση πράξεων και συμπεριφορών
σωφρονιστικών υπαλλήλων, οι οποίες λόγω της ποινικής τους απαξίας παρουσιάζουν
ενδιαφέρον για το κοινωνικό σύνολο. Εν όψει δε του συνόλου των δημοσιευμάτων και
από άλλα μέσα ενημέρωσης και του έντονου ενδιαφέροντος της κοινής γνώμης για τα
προαναφερθέντα θέματα, οι εναγόμενοι δεν μπορούσαν να μείνουν αδιάφοροι
παρατηρητές των γεγονότων. Επομένως, το δημοσίευμα, το οποίο περιέχει οξείες και
δυσμενείς κρίσεις για το πρόσωπο του ενάγοντος εκφράσεις οι οποίες πάντως δεν
μπορούν να ειδωθούν μεμονωμένες, αλλά μαζί με το σύνολο του δημοσιεύματος- δεν
υπερέβη το επιβαλλόμενο για την τελεσφόρηση του σκοπού της ενημέρωσης μέτρο
(...) Τέλος, ούτε και για τον σκοπό εξύβρισης μπορεί να γίνει λόγος, διότι
στόχος του όλου δημοσιεύματος ήταν όχι τόσο το να πληγεί η τιμή και η υπόληψη
του ενάγοντος όσο το να ασκηθεί κριτική και να τεθούν υπό αμφισβήτηση οι ως άνω
αντικοινωνικές συμπεριφορές».
Ομως, οι δικαστές προχώρησαν ακόμα περισσότερο στα «άδυτα» των ισχυρισμών του κ.
Αραβαντινού κι εκεί εντοπίζουν προβλήματα λειτουργίας των δικαστηρίων του
Πειραιά. Αν και οι δικαστικές αποφάσεις που επικαλείται ο κ. Αραβαντινός (για να
υποστηρίξει την αγωγή του κατά Βαφειάδη) ελήφθησαν σε χρόνο μεταγενέστερο του
επίδικου δημοσιεύματος -και συνεπώς δεν θα επηρέαζαν αποφασιστικά την απόφαση
των δικαστών στη συγκεκριμένη αγωγή-, εν τούτοις το δικαστήριο διερεύνησε την
ορθότητά τους.
Αμφιβολίες για τις αθωώσεις
Συγκεκριμένα αναφέρεται στην απόφαση: «Ο ενάγων (σ.σ. Αντ. Αραβαντινός) αθωώθηκε
για τα αδικήματα για τα οποία ασκήθηκαν οι ανωτέρω ποινικές διώξεις. Ειδικότερα
με την υπ' αριθ. ΓΤ 50/29-1-1998 απόφαση του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου
Πειραιώς ο (...), ο ενάγων και ο (...) κηρύχθηκαν αθώοι για το αδίκημα της
ψευδούς βεβαιώσεως από κοινού, με την υπ' αριθμ. 51971/14-16/1/1997 απόφαση του
Εφετείου Πειραιώς, ο ενάγων κηρύχθηκε αθώος για το αδίκημα της ελευθέρωσης
φυλακισμένων από αμέλεια. Ακολούθως δυνάμει των υπ' αριθ. ΓΤ 114/13-2-1997 και
ΒΤ 2490/22-4-199 αποφάσεων του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Πειραιώς κηρύχθηκε
αθώος για το αδίκημα της παράβασης καθήκοντος και της ψευδούς υπεύθυνης δήλωσης,
αντίστοιχα. Στο σημείο αυτό πρέπει να σημειωθεί -τονίζουν οι δικαστές- ότι από
τις προαναφερόμενες τρεις (3) αποφάσεις του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Πειραιώς
δεν προκύπτει επαρκώς αιτιολογία αθωώσεως του ενάγοντος», δηλαδή του κ.
Αραβαντινού.
Οχι μόνο η αμφισβήτηση, αλλά και η αναίρεση αθωωτικών αποφάσεων ενός δικαστηρίου
από άλλο δικαστήριο, αθωώσεις οι οποίες δεν τεκμηριώνονται επαρκώς, χωρίς να
είναι συνηθισμένο γεγονός, αποτελεί ωστόσο πάγια νομολογία. Ο Αρειος Πάγος,
λ.χ., με δύο αποφάσεις του, 536/1999 και 882/1999 (δημοσιευμένες στα «Ποινικά
Χρονικά» του 2000) υπογραμμίζει, αντιστοίχως, ότι «αναιρείται η αθωωτική απόφαση
(...) λόγω ελλείψεως αιτιολογίας, διότι δεν εκτίθενται τα πραγματικά περιστατικά
και οι συλλογισμοί στους οποίους θεμελιώθηκε η αθωωτική κρίση του δικαστηρίου»
και ότι «αναιρείται η προσβαλλομένη αθωωτική απόφαση λόγω ελλείψεως αιτιολογίας,
διότι δεν παρατίθενται τα πραγματικά περιστατικά επί των οποίων θεμελιώθηκε η
αθωωτική κρίση του δικαστηρίου» και «διότι από τα αποδεικτικά στοιχεία δεν
προέκυψε ότι δεν τέλεσε τις πράξεις...».
Στην περίπτωση του σωφρονιστικού υπαλλήλου, η πρόσφατη απόφαση του Πολυμελούς
Πρωτοδικείου Αθηνών μιλά ακριβώς γι' αυτή την «έλλειψη αιτιολογίας». Διότι οι
μεν άδικες πράξεις (υποθέσεις με περίεργα επισκεπτήρια και υπολογισμούς
πλασματικών ημερομισθίων «διάσημων» κρατουμένων για εμπόριο ναρκωτικών), για τις
οποίες κατηγορήθηκε και ο κ. Αραβαντινός, επιβεβαιώνεται ότι τελέσθηκαν, αλλά
δεν εξηγείται γιατί τελικά δεν αποδόθηκαν ευθύνες σε κανένα φυσικό πρόσωπο.
Σύμφωνα με τον Ποινικό Κώδικα (άρθρα 20 έως 25), ρητά και κατηγορηματικά
αναφέρονται οι λόγοι που μπορεί, εφόσον αποδειχθούν, να άρουν τον άδικο
χαρακτήρα μιας πράξης. Είναι η προσταγή, η άμυνα, η κατάσταση ανάγκης και η
σύγκρουση καθηκόντων. Επομένως μένει να δούμε ποιος πρόσταξε τον σωφρονιστικό
υπάλληλο ή σε ποια κατάσταση αμύνης, έκτακτης ανάγκης ή σύγκρουσης καθηκόντων
βρέθηκε, προκειμένου να «παραβεί τα καθήκοντά του» ως υπεύθυνος αρχιφύλακας
εκείνη την εποχή (1993-',94) στις Φυλακές Κορυδαλλού.
Σημείωση 1: Εναντίον του κ. Αραβαντινού, όπως έχει γραφτεί στον Τύπο, ασκήθηκε
δίωξη ήδη από τον Φεβρουάριο του 2003, διότι έπεισε, σύμφωνα με την κατηγορία,
τρεις συναδέλφους του (κατά των οποίων ασκήθηκε δίωξη για «διευκόλυνση διά
παραλείψεως εισαγωγής ναρκωτικών στις φυλακές») να καταθέσουν ψεύδη προκειμένου
να παραπλανήσουν τη σχετική εισαγγελική έρευνα. Η υπόθεση εκκρεμεί ακόμα στην
Εισαγγελία Πειραιά.
Σημείωση 2: Ο κ. Αραβαντινός έχει υποβάλει στις 6/8/2004 και άλλη ανάλογη αγωγή
κατά του «ΜΕΤΡΟ» και του Νίκου Βαφειάδη για δημοσιεύματα της περιόδου 2002-2004.
Με τη νέα αυτή αγωγή απαιτεί 300.000 ευρώ «αποζημίωση» και επιπλέον, ως μέτρο
αναγκαστικής εκτέλεσης της απόφασης που θα εκδοθεί, ζητεί και την προσωπική
κράτηση του δημοσιογράφου για ένα έτος. Η αγωγή πρόκειται να εκδικαστεί στις
13/10/2005.
(Ελευθεροτυπία, 26/3/2005)