Πριν από 23 χρόνια η γερμανική «Μπιλντ» προανήγγελλε τη δημοσιογραφία του 21ου αιώνα
Ο Τύπος χωρίς στρινγκ
Οι
πρόσφατες δημοσιογραφικές «αποκαλύψεις» για τον «ροζ ταξίαρχο» και τον «βιτσιόζο
εφέτη» θα έχουν οπωσδήποτε συνέχεια. Το ίδιο και η θλιβερή συζήτηση που
συνόδευσε τις «αποκαλύψεις» αυτές στα παράθυρα των βραδινών δελτίων, καθώς και η
άθλια μικροκομματική χρήση τους εντός και εκτός Βουλής. Ηδη, σε καθημερινό φύλλο
υπεράνω υποψίας δημοσιεύτηκε η είδηση ότι οι αρμόδιες υπηρεσίες του στρατού
διερευνούν νέες καταγγελίες για πιθανή συμμετοχή δύο τουλάχιστον υπαξιωματικών ή
επαγγελματιών οπλιτών σε ιστοσελίδες ειδικευμένες στην αναζήτηση ομοφυλοφιλικών
γνωριμιών. Δεν πέρασε εβδομάδα και κάποιο άλλο φύλλο, σκανδαλοθηρικό αυτή τη
φορά, παρουσίαζε την περίπτωση αξιωματικού των Σωμάτων Ασφαλείας που «ξεπέρασε
τον "gay ταξίαρχο"»...
Οι «καταγγελίες» αυτού του τύπου θα ήταν ασφαλώς για γέλια, αν δεν ήταν για
κλάματα: πού βρίσκεται ακριβώς το πρόβλημα αν ένας στρατιωτικός συλληφθεί να
αναζητά ερωτικό σύντροφο σε κάποια ιστοσελίδα; Πρέπει να έχει κανείς τυφλή
εμπιστοσύνη στο πλέον αναξιόπιστο κομμάτι της εγχώριας δημοσιογραφίας για να
έχει πειστεί ότι τα ιερά και τα όσια του έθνους πλήττονται σήμερα θανάσιμα από
τα ύπουλα χτυπήματα μιας πέμπτης φάλαγγας που τις ημέρες αυτές εμφανίζεται με το
πρόσωπο του Ιανού: από τη μία όψη οι ομοφυλόφιλοι στρατιωτικοί που, λόγω της
σεξουαλικής τους προτίμησης, θα ενδώσουν με το καλημέρα στους πράκτορες του
εχθρού, από την άλλη οι ανθέλληνες ιστορικοί που βρήκαν κι αυτοί την ώρα να
υποστηρίξουν σε ώρες υψηλής θεαματικότητας πως η επίσημη αφήγηση για την Ιστορία
του έθνους περιλαμβάνει κάμποσα παραμύθια.
Είναι προφανές ότι οι διώκτες του «ηλεκτρονικού εγκλήματος» διαθέτουν πλέον τη
δυνατότητα εντοπισμού των «αδυναμιών» τις οποίες εμπιστεύονται στο Διαδίκτυο
κάποιοι (αφελείς) χρήστες του, επομένως και του συνακόλουθου ξεφωνήματός τους.
Αρκεί οι αρμόδιοι και μη «χάκερ» να φροντίσουν για τη διαρροή των γαργαλιστικών
πληροφοριών στα κατάλληλα πρόσωπα. Η επιλογή τού εκάστοτε στόχου είναι ασφαλώς
στη διακριτική ευχέρεια εκείνων που κρατούν στα χέρια τους τα όποια
«ενοχοποιητικά» στοιχεία.
Σε κάθε περίπτωση, η βεβαιότητα ότι σημαντική μερίδα του Τύπου, έντυπου και
ηλεκτρονικού, θα προθυμοποιηθεί αυτομάτως να αναδείξει μια ακόμη γελοία υπόθεση
σε σκάνδαλο πρώτου μεγέθους συνιστά βασική προϋπόθεση και μοχλό της όλης
διαδικασίας. Αργότερα, όπως έχει επανειλημμένα συμβεί αλλού, ενδέχεται να
αποκαλυφθεί ότι κάποιες από τις «πικάντικες» αυτές ιστορίες βασίστηκαν σε
κατασκευασμένες «αλήθειες». Μικρό το κακό. Και τόσο το χειρότερο για το θύμα
κάθε παρόμοιας υπόθεσης, αν δεν θεωρήσει ικανοποιητικό το ασήμαντο μονόστηλο που
έρθει ίσως κάποτε να «επανορθώσει» την πρωτοσέλιδη ατιμία που διαπράχθηκε σε
βάρος του.
Ολα αυτά μοιάζουν πολύ σύγχρονα -και από μια άποψη είναι. Η εποχή του Διαδικτύου
προσφέρει νέες διεξόδους, φαντασιακές ή μη, στις ανάγκες των χρηστών του για
επικοινωνία, οπότε δημιουργεί και τις προϋποθέσεις για την παγίδευσή τους από
άτομα, αρμόδια και μη, που είναι σε θέση να τους εντοπίσουν στο πλαίσιο -ή με
την πρόφαση- της δίωξης του ηλεκτρονικού εγκλήματος. Ταυτόχρονα, ωστόσο, η
πρακτική αυτή δεν είναι καινοφανής: «πληροφορίες» για την προσωπική ζωή
συγκεκριμένων κάθε φορά στόχων διοχετεύονται εδώ και χρόνια με αδιαφανείς
μεθόδους στον Τύπο, μερίδα του οποίου εμφανίζεται όλο και πιο πρόθυμη να
αναγάγει δίχως ιδιαίτερες επιφυλάξεις μια δήθεν γαργαλιστική ιστορία σε μείζον
κοινωνικοπολιτικό ζήτημα.
Πρωτοπόρα στην ανάληψη του ρόλου αυτού από τον Τύπο υπήρξε αναμφίβολα η
γερμανική «Μπιλντ». Με κυκλοφορία πέντε εκατομμυρίων φύλλων, βασισμένη σε μεγάλο
βαθμό σε «λαϊκά» αναγνώσματα αυτής της κατηγορίας, η «Μπιλντ» κατασκεύασε πολύ
νωρίς ένα δημοσιογραφικό μοντέλο το οποίο έμελλε να αποδειχθεί εφτάψυχο.
Ας μείνουμε σε ένα και μοναδικό παράδειγμα που αποτέλεσε σταθμό στη διαδικασία
μεταλλαγής του Τύπου σε μηχανή που αλέθει ζωντανό ανθρώπινο κρέας. Στα τέλη του
1983, ο αρχαιότερος Γερμανός στρατηγός ονόματι Γκίντερ Κίσλινγκ, 58 ετών, είχε
πέσει σε δυσμένεια: πιθανολογούμενη αιτία η διαφωνία του με τον γενικό διοικητή
του ΝΑΤΟ Μπέρναρντ Ρότζερς, λόγω της οποίας ο Κίσλινγκ είχε ζητήσει και την
πρόωρη αποστράτευσή του που είχε προγραμματιστεί για τον Μάρτιο του 1984.
Παραμονές Χριστουγέννων του 1983, ο υπουργός Αμυνας Μάνφρεντ Βέρνερ (μετέπειτα
γενικός γραμματέας του ΝΑΤΟ) ανακοίνωνε στον στρατηγό Κίσλινγκ ότι τον
απομακρύνει αμέσως από το στράτευμα χωρίς να του εξηγήσει τους λόγους που
υπαγόρευσαν την απόφασή του αυτή. Και ενώ κύκλοι προσκείμενοι στον υπουργό
διέδιδαν επισήμως ότι έπρεπε να αποκλειστούν τόσο οι «στρατιωτικοί» όσο και οι
«πολιτικοί» λόγοι για την απομάκρυνση του στρατηγού, στον Τύπο άρχισαν να κάνουν
την εμφάνισή τους «πληροφορίες» σύμφωνα με τις οποίες ο στρατηγός Κίσλινγκ, παρά
τις περί του αντιθέτου διαβεβαιώσεις του, ήταν ομοφυλόφιλος, επομένως έθετε σε
άμεσο κίνδυνο την ασφάλεια των γερμανικών ενόπλων δυνάμεων. Την εκστρατεία
«ξεσκεπάσματος» του στρατηγού ανέλαβε η «Μπιλντ» με σειρά πρωτοσέλιδων άρθρων,
ενώ πολύ σύντομα έγινε σαφές ότι πίσω από την παγίδευσή του κρύβονταν κάποια
τσακάλια της περιβόητης μυστικής υπηρεσίας του στρατού MAD, τα οποία είχαν
εξασφαλίσει, υποτίθεται, φωτογραφίες και μαρτυρίες ότι ο Κίσλινγκ σύχναζε σε
γκέι μπάρ της Κολονίας. Ακολούθησε κυβερνητική κρίση, κατά τη διάρκεια της
οποίας ο υπουργός Βέρνερ κινδύνευσε να χάσει τη θέση του, ενώ όσο περνούσαν οι
ημέρες γίνονταν όλο και πιο σαφείς οι απαράδεκτες μέθοδοι στις οποίες είχε
καταφύγει η MAD προκειμένου να παγιδεύσει τον ανεπιθύμητο στρατηγό.
Ας δούμε τι κραυγάζουν οι πρωτοσέλιδοι τίτλοι της «Μπιλντ» εκείνων των ημερών
που παραθέτουμε πάνω από το σημερινό μας δημοσίευμα: «Ομοφυλοφιλία; Η πτώση
υψηλόβαθμου Γερμανού στρατηγού». «Στρατηγός: σωσίας στις ομοφυλοφιλικές
φωτογραφίες». «Ο στρατηγός: Υποφέρω φριχτά». «Θα πέσει ο υπουργός Βέρνερ λόγω
της υπόθεσης του στρατηγού;». «Κίσλινγκ. Συνταγματάρχης βεβαιώνει: Σεξ με
κορίτσια. Βρέθηκε ο σωσίας». «Μαύρη μέρα για τον Κίσλινγκ. Εξι ομοφυλόφιλοι
μάρτυρες». «Ο ομοφυλόφιλος. Τι είπα με τον Βέρνερ». «Ο Βέρνερ δέχτηκε σε ακρόαση
τον ομοφυλόφιλο». «Ο Βέρνερ υπέβαλε παραίτηση. Θα έρθει ο Στράους;». «Νέα
συνομιλία του ομοφυλόφιλου με τον Βέρνερ». «Ο Κολ επεμβαίνει. Σήμερα η απόφαση
για τον Βέρνερ!». «Ο Βέρνερ δύο φορές στον Κόλ: Δράμα!». «Ο Βέρνερ παραμένει. Ο
Κίνσλινγκ παίρνει πίσω την τιμή του».
Ο στρατηγός αποκαταστάθηκε τις αμέσως επόμενες ημέρες και αποστρατεύτηκε με τις
δέουσες τιμές λίγο αργότερα. Στο μεταξύ, πάντως, η «Μπιλντ» είχε προτείνει -στην
πλάτη του- ένα μοντέλο δημοσιογραφίας το οποίο συνεχίζει, δεκαετίες αργότερα, να
βρίσκει πρόθυμους μιμητές.
(Ελευθεροτυπία, 23/3/2007)