Μια δημοσιογραφική γκάφα του 1992 αναπαράγεται από την Εταιρεία Μακεδονικών Σπουδών 

 

Η μαϊμού της εθνικής «σκοπιανολογίας»

 


Ενα φάντασμα πλανιέται το τελευταίο δίμηνο πάνω από την ξαναζεσταμένη δημόσια συζήτηση για το «Σκοπιανό»: το φάντασμα ενός ανύπαρκτου χαρτονομίσματος, που «αποδεικνύει» τις επίσημες βλέψεις των βορείων γειτόνων μας πάνω στην ελληνική Μακεδονία και την ίδια τη συμπρωτεύουσα. Στην πραγματικότητα, ωστόσο, αυτό το «ντοκουμέντο» απλώς επιβεβαιώνει τη χαμηλή ποιότητα της εγχώριας εθνικιστικής προπαγάνδας.

Την αυλαία άνοιξε στις 6 Νοεμβρίου ο μητροπολίτης Θεσσαλονίκης Άνθιμος. Απολογούμενος στην ΕΤ3 για την ομιλία του της προηγουμένης, με την οποία ζήτησε το διαμελισμό της ΠΓΔΜ και την ενσωμάτωση ενός τμήματός της στην Ελλάδα, ο βορειοελλαδίτης ιεράρχης προσπάθησε να δικαιολογηθεί επικαλούμενος –τι άλλο;– τον «αλυτρωτισμό» της γειτονικής μας χώρας: «Δεν μπορούμε συνεχώς ν’ ακούμε τι διεκδικούν οι άλλοι εναντίον μας και να μου εμφανίζουν σήμερα χαρτονόμισμα των Σκοπίων, το οποίον χαρτονόμισμα έχει στο κέντρον του μεγάλην παράσταση του Λευκού Πύργου της Θεσσαλονίκης με την παραλία. Είναι δυνατόν εμείς να βγάλουμε, ξέρω εγώ, το δεκάρικο, το κατοστάρικο των ευρώ που έχομε, και τα προηγούμενα νομίσματα που είχαμε, και πάνω να εικονίσομε περιοχές που πλέον ανήκουν σε άλλα κράτη;»

Την ίδια ακριβώς μέρα, οι ηλεκτρονικοί «Aegean Times» έσπρωξαν το θέμα στο Διαδίκτυο. «Ποια άλλη απόδειξη αλυτρωτικών διαθέσεων θέλετε εκ μέρους των Σκοπίων;», τιτλοφορεί το κείμενό του εκεί ο Γιώργος Αδαλής, παρουσιάζοντας «ένα χαρτονόμισμα των Σκοπίων», ονομαστικής αξίας μιας «μακεδόνισσας» (makedonka), όπου «εμφανίζεται καθαρά ο Λευκός Πύργος της Θεσσαλονίκης» κάτω από τις λέξεις «Republika Makedonija».

Ο εθνικά ευαίσθητος συντάκτης διαβεβαιώνει ότι πρόκειται για κοινό μυστικό, αποσιωπημένο λόγω της ιδεολογικής τρομοκρατίας που έχουν επιβάλει οι ανθέλληνες μειοδότες: «Μη νομίσετε ότι μόνο εγώ προσωπικά, έτυχε να πέσει στην κατοχή μου ένα τέτοιο χαρτονόμισμα! Μην νομίσετε ότι ένας δημοσιογράφος στο Ανατολικό Αιγαίο, βρήκε αυτό το χαρτονόμισμα ενώ οι υπόλοιποι δεν το έχουν δει. Όλοι μας το ξέρουμε αλλά βλέπετε, ΟΥΔΕΙΣ τόλμησε να το ψιθυρίσει έστω, μην τυχών [sic] και χαρακτηριστεί ως ΕΘΝΙΚΙΣΤΗΣ από τους …‘Εργολάβους Δημοσίων Έργων’ στα Σκόπια!».

Τελικός στόχος του δημοσιεύματος δεν ήταν βέβαια άλλος από τον «εσωτερικό εχθρό», στις ποικίλες εκδοχές του: «Όπως βλέπετε, οι εργολάβοι των Δημοσίων Σκοπιανών Έργων, πολλοί από τους οποίους έλκουν την καταγωγή τους από την Θεσσαλονίκη, δεν έχουν πρόβλημα να πληρώνονται με χαρτονομίσματα που έχουν πάνω το σήμα κατεθέν της Ελλάδος, αρκεί να πέφτει το χρήμα στην τσέπη τους! Και το χρήμα αυτό, εφόσον πάει κατά κύριο λόγο σε τσέπες πολιτικών και δημοσιογράφων, αντιλαμβάνεστε γιατί δεν ενοχλεί ούτε αυτούς». Όλοι στο κόλπο…

Αρχής γενομένης, η ιστορία του «αλυτρωτικού χαρτονομίσματος» κυκλοφόρησε ευρύτατα. Παραλλαγές του άρθρου του Αδαλή αναδημοσιεύτηκαν στην καρατζαφερική «Α1» (10.11.07) και στην ιστοσελίδα του μέχρι πρότινος βουλευτή της ΝΔ (και διώκτη του βιβλίου της Στ΄ Δημοτικού), Δημήτρη Κωσταντάρα. Ταυτόχρονα, η «είδηση» ανακυκλώθηκε από πολλά διαδικτυακά μπλογκ και φόρουμ, με κεντρική ιδέα την ανάγκη δυναμικής «απάντησης» στην πρόκληση «των Σκοπιανών»: «Δεν είμαι πολεμοχαρής, αλλά όταν βλέπω τέτοια παρατράγουδα αναρωτιέμαι αν υπάρχει ένας στρατιωτικός με αρχ… να κάνει ένα ντου στους σκορπιοχωριάτες να τελειώνει το ζήτημα FYROM για πάντα», διαβάζουμε σε μια τυπική παρέμβαση του είδους. «Και μόνο που το βλέπω», συμπληρώνει κάποιος άλλος, «συχαίνομαι τον ίδιο μου τον εαυτό! Πώς γίνεται να ζούμε σ’ αυτήν την κωλοχώρα, που μια ζωή στήνει τον κώλο της!…»

Ως είθισται, η ανακύκλωση της αρχικής «είδησης» συνοδεύτηκε από αντιφατικές «διευκρινίσεις»: αλλού πληροφορούμαστε π.χ. ότι «πρόκειται για χαρτονόμισμα που συζητείται να τεθεί σε κυκλοφορία με τη μετονομασία των Σκοπίων ως Μακεδονία», ενώ παραδίπλα επιμένουν πως πρόκειται για παλιότερη απόπειρα, αλλά «τους έβαλαν τρελό χέρι οι Ευρωπαίοι και το πήραν πίσω άρον άρον». Ο Μπιλ Γκατζούλης, στέλεχος της ελληνοαμερικανικής διασποράς, υποστηρίζει ότι το επίμαχο χαρτονόμισμα «επρόκειτο να κυκλοφορήσει αλλά αποσύρθηκε λόγω αντιρρήσεων της Ελλάδας». Παρόμοιο ισχυρισμό θα προβάλει κι ο Αδαλής στους «Aegean Times» (15.11.07): «Έπειτα από συμφωνία των δύο ΥΠΕΞ, το χαρτονόμισμα αποσύρθηκε με βραχύ βίο κυκλοφορίας».

Το «σουβενίρ» και ο Πολύδωρας

Τίποτα απ’ όλα αυτά δεν έχει, ωστόσο, την παραμικρή σχέση με την αλήθεια. Κατ’ αρχήν, όπως πολύ καλά γνωρίζουν οι χιλιάδες Έλληνες που επισκέπτονται κάθε χρόνο την ΠΓΔΜ, η γειτονική μας χώρα ουδέποτε θέσπισε νομισματική μονάδα με το όνομα «μακεντόνκα». Το νόμισμα που υιοθέτησε το 1992, μετά την ανεξαρτησία της, λέγεται δηνάριο (denar). Χαρτονομίσματά του υπάρχουν σε αξίες των 10 δηναρίων και πάνω. Όσο για το «χαρτονόμισμα» με το Λευκό Πύργο, έχει κι αυτό τη δική του ιστορία, ως στοιχείο όμως της προπαγάνδας των εγχώριων «μακεδονομάχων».

Ηταν 22 Ιανουαρίου 1992, τις πρώτες εβδομάδες της ανάδειξης του «Σκοπιανού» σε «μείζον εθνικό μας θέμα», όταν η εφημερίδα «Θεσσαλονίκη» κυκλοφόρησε με τον πρωτοσέλιδο αποκαλυπτικό τίτλο: «ΣΟΚ. Ο Λ. Πύργος σε …χαρτονόμισμα των Σκοπιανών!». Το ρεπορτάζ υπογραφόταν απ’ τον Παντελή Σαββίδη και παρέθετε φωτοτυπία των δυο πλευρών του επίμαχου «νομίσματος», που «βρέθηκε στα σύνορα, να το έχει στη διάθεσή του Σκοπιανός που ερχόταν στην Ελλάδα». Η εφημερίδα φρόντισε να κρατήσει πισινή, διευκρινίζοντας ότι «από καμμιά πηγή δεν κατέστη δυνατό να επιβεβαιωθεί η κυκλοφορία του νομίσματος αυτού στη σκοπιανή αγορά», δεν δυσκολεύτηκε όμως να βγάλει τα συμπεράσματά της: «το ντοκουμέντο» αυτό, διακήρυξε, «δίνει ηχηρό ράπισμα σ’ όλους όσους διατείνονται ότι η αναγνώριση των Σκοπίων ως Δημοκρατία της Μακεδονίας δεν περιέχει επεκτατικές βλέψεις εις βάρος της Ελλάδος».

Στοιχειώδης γνώση της γειτονικής «ψευτογλώσσας» κι εξίσου στοιχειώδης παρατηρητικότητα θα αρκούσαν, ωστόσο, για να διαπιστωθεί περί τίνος πρόκειται. Στην πίσω πλευρά του, το εικονιζόμενο σώμα του εγκλήματος φέρει γαρ ευδιάκριτη την επιγραφή: «Αυτό είναι χαρτονόμισμα σουβενίρ κι όχι για επίσημη χρήση».

Από ανακοίνωση του Κροάτη Ράτκο Μάντιτς σε νομισματολογικό συνέδριο στη Μπρατισλάβα το 1998, προσβάσιμη στο Διαδίκτυο, πληροφορούμαστε ότι παρόμοια «αναμνηστικά» κυκλοφόρησαν το 1989-1992 από ιδιώτες σε όλες τις πρώην γιουγκοσλαβικές Δημοκρατίες, χωρίς ανάμιξη των αντίστοιχων κρατικών αρχών. Η απεικόνιση του Λευκού Πύργου σ’ αυτό το «σουβενίρ» έχει, φυσικά, ανθελληνικό και ψευδο-αλυτρωτικό χαρακτήρα. Η σημασία της όμως δεν ξεπερνά ανάλογες ιδιωτικές πρωτοβουλίες, εκατέρωθεν των συνόρων – όπως π.χ. οι διακηρύξεις ελληνικών ακροδεξιών ομάδων κι εντύπων που θέλουν την Κωνσταντινούπολη «πρωτεύουσα της Ελλάδας» ή τη «Βόρεια Ήπειρο» και τη «Βόρεια Μακεδονία» (δηλ. την ΠΓΔΜ) ελληνικά εδάφη. Σε καμιά περίπτωση, πάντως, δεν μπορεί ούτε καν να συγκριθεί με παρεμφερείς δηλώσεις ενός υψηλόβαθμου κρατικού λειτουργού, όπως ο μητροπολίτης Θεσσαλονίκης.

Η συνέχεια της «αποκάλυψης» του 1992 υπήρξε άλλωστε πολλαπλά διδακτική. Στο αμέσως επόμενο φύλο της, η «Θεσσαλονίκη» ομολόγησε ότι «τελικώς πρόκειται για αναμνηστικό χαρτονόμισμα» κι επιχείρησε να μαζέψει όπως όπως τα σπασμένα. Οι καιροί όμως δεν προσφέρονταν για επιδείξεις δημοσιογραφικής δεοντολογίας πάνω στα «εθνικά μας θέματα». Την ίδια μέρα, το «σουβενίρ» με το Λευκό Πύργο έγινε πρωτοσέλιδο στις φιλοκυβερνητικές αθηναϊκές εφημερίδες «Καθημερινή», «Ελεύθερος Τύπος», «Απογευματινή» κι «Ελεύθερος». Ελάχιστα ήταν τα έντυπα, όπως η «Ε», που κράτησαν την ψυχραιμία τους διατυπώνοντας αμφιβολίες για τη φερεγγυότητα της «αποκάλυψης».

Ο κυβερνητικός -τότε- εκπρόσωπος Βύρων Πολύδωρας έδωσε στην όλη δημοσιογραφική γκάφα μια δόση επισημότητας, «καλώντας» την ΕΟΚ και τη διεθνή κοινότητα «να στρέψουν την προσοχή τους σ’ αυτό το περιστατικό» για να επιβεβαιώσουν ότι η ελληνική αντίθεση στην ανεξαρτησία της ΠΓΔΜ «στηρίζεται σε γεγονότα» (23.1.92). Η ίδια η κυβέρνηση προτίμησε ωστόσο, πολύ λογικά, να ξεχάσει το ζήτημα.

Από τη «Μεσημβρινή» πληροφορούμαστε, τέλος, το ακριβές ιστορικό της ανακάλυψης του «ντοκουμέντου» (23.1.92): «Τα χαρτονομίσματα έδειξε σε αστυνομικό των συνόρων ο Έλληνας φοιτητής κ. Λαγός. Ο αστυνομικός φωτοτύπησε το χαρτονόμισμα και την φωτοτυπία αυτή δημοσίευσε η χθεσινή ‘Θεσσαλονίκη’».

Το «ερευνητικό πρόγραμμα» του 2007

Αυτά όσον αφορά το μακρινό 1992. Από πού όμως ξεφύτρωσε, ύστερα από 15 ολόκληρα χρόνια, αυτή η ιστορία; Κι αν τότε τέτοιου είδους γκάφες ήταν ίσως αναμενόμενες, μέσα στον καταιγισμό των ραγδαίων εξελίξεων, πώς εξηγείται η σημερινή ανακύκλωσή τους;

Δυστυχώς για την ποιότητα του δημόσιου λόγου γύρω από τα «εθνικά μας θέματα», το ξαναζέσταμα αυτής της «αποκάλυψης» έχει ημιεπίσημη προέλευση. Αυτουργός της ανακύκλωσης δεν είναι άλλος από την Εταιρεία Μακεδονικών Σπουδών και το πρόσφατο πολυτελές λεύκωμα που εξέδωσε την περασμένη άνοιξη με τίτλο «Μακεδονισμός. Ο ιμπεριαλισμός των Σκοπίων 1944-2006».

Σύμφωνα με τον επιμελητή των κειμένων, επίκουρο καθηγητή του ΑΠΘ Ιάκωβο Μιχαηλίδη, το λεύκωμα αποτελεί υλοποίηση «ερευνητικού προγράμματος υπό την εποπτεία του Καθηγητή της Ιστορίας των Νεωτέρων Χρόνων στο Α.Π.Θ., κ. Ιωάννη Κολιόπουλου», με σκοπό την «ανάδειξη της της αλυτρωτικής πολιτικής που η FYROM ακολούθησε και συνεχίζει να ακολουθεί έναντι της Ελλάδας κατά παράβαση της Ενδιάμεσης Συμφωνίας». «Βασική παραδοχή» του έργου, διαβάζουμε, είναι ότι «τόσο η σύσταση όσο και η ανάπτυξη, ακόμη και η ίδια η μακροημέρευση της FYROM στηρίζονται κατά πολύ στις αλυτρωτικές βλέψεις της εναντίον της Ελλάδας και τυχόν διακοπή των βλέψεων αυτών θα καθιστούσε προβληματική ακόμη και την ίδια την επιβίωσή της» (σ.17). Το βιβλίο μεταφράστηκε και στα αγγλικά, δαπάναις του γιατρού Αλ. Καρίπη «από το ιστορικό Κρούσοβο της Ανω Μακεδονίας» (δηλ. της ΠΓΔΜ), για τη διαφώτιση της παγκόσμιας κοινής γνώμης (σ. 11).

Στη σελίδα 225 του βιβλίου, στο κεφάλαιο «τα σύμβολα και η οικειοποίηση του ιστορικού παρελθόντος», φιγουράρει η «μακεντόνκα» του 1992, με τη λεζάντα: «Χαρτονόμισμα της FYROM της δεκαετίας του 1990, στο οποίο απεικονίζεται η Θεσσαλονίκη και το έμβλημά της, ο Λευκός Πύργος». Η πίσω πλευρά, με την διευκρίνιση ότι πρόκειται για «σουβενίρ», φυσικά απουσιάζει. Ο κ. Μιχαηλίδης έχει άλλωστε ξεκαθαρίσει πως «η αυτόνομη δράση των ιδιωτικών οργανώσεων» της ΠΓΔΜ «δεν απασχόλησε» την έκδοση, «αφού αποκλειστικό στόχο του συγκεκριμένου ερευνητικού προγράμματος αποτέλεσε η διερεύνηση της συμμετοχής του κρατικού οικοδομήματος της FYROM στο γαϊτανάκι του αλυτρωτισμού» (σ.18).

Με τόσα ακαδημαϊκά εχέγγυα, πώς να μην την πατήσουν ο Άγιος Θεσσαλονίκης και οι συνοδοιπόροι του;

 

(Ελευθεροτυπία, 15/12/2007)

 

www.iospress.gr